Πλαίσιο αυταρχικής δημοκρατίας διαμορφώνει στη χώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Μεταξύ πρόωρων εκλογών και ανασχηματισμού κινούνται τα σενάρια για τη συνέχεια του «επιτελικού κράτους», καθώς η οικονομική κρίση και ένα νέο μνημόνιο διαγράφονται πλέον στον ορίζονται και ενώ το τέλμα στο μεταναστευτικό, στα ελληνοτουρκικά και στις επενδύσεις επανέρχεται μετά τη δίμηνη καραντίνα.
Οι τελευταίες πληροφορίες από το περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίμου αναφέρουν ότι η προοπτική των αλλαγών στο κυβερνητικό σχήμα κερδίζει έδαφος στο άμεσο μέλλον, με τις εκλογές να παραπέμπονται για τον Σεπτέμβριο.
Υπέρ και κατά των εκλογών
Οι υποστηρικτές των πρόωρων εκλογών βέβαια δεν το βάζουν κάτω. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι το πολιτικό κεφάλαιο που συσσώρευσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης λόγω της αντιμετώπισης της επιδημίας δεν θα αντέξει πολύ και ότι τον Σεπτέμβριο θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση, αν δεν είναι ήδη αργά. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλες τις δημοσκοπήσεις η εικόνα αποδοχής της κυβέρνησης αντιστρέφεται στα ερωτήματα που αφορούν τα οικονομικά μέτρα που ελήφθησαν και ακόμη περισσότερο στην επερχόμενη κρίση.
Επιπλέον οι υπέρμαχοι των πρόωρων εκλογών υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση θα χρειαστεί αυξημένη νομιμοποίηση για να αντιμετωπίσει τη σκληρή «πεζοδρομιακή» αντιπολίτευση που κατά την άποψή τους ήδη ετοιμάζονται να κάνουν ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, αν πάει σε εκλογές και τον υποχρεώσει σε μία ακόμη ήττα, θα έχει ξεμπερδέψει με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρχηγό του για μερικά χρόνια. Για τα εσωκομματικά προβλήματα, λένε, θα φροντίσουν ο Πάνος Σκουρλέτης και οι ομοϊδεάτες του.
Το σημαντικότερο επιχείρημα όμως που δεν ομολογείται ευθέως είναι ότι εάν πάει σε εκλογές τώρα, που το πολιτικό του κεφάλαιο είναι αυξημένο, ο Κυρ. Μητσοτάκης θα ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό τοπίο και θα υλοποιήσει τη μεταλλαγή της ΝΔ σε ένα νεομητσοτακικό κόμμα μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και κεντρώου εκσυγχρονισμού. Εν ολίγοις ότι η επόμενη κοινοβουλευτική ομάδα θα είναι πιστή στον Μητσοτάκη, θα αποδυναμωθούν έτι περαιτέρω τα παραδοσιακά υποσυστήματα παλαιοκομματικών, καραμανλικών, σαμαρικών και θα βγουν περισσότερα στελέχη με καθαρές νεοφιλελεύθερες απόψεις ή προερχόμενα από το βενιζελικό – εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι (όπως και οι νυν Ακης Σκέρτσος, Γιώργος Γεραπετρίτης, Κυριάκος Πιερρακάκης και άλλοι ξεχασμένοι μέσα στους αφανείς αποτυχημένους υφυπουργούς). Οι πιο ευφάνταστοι βλέπουν τον πρωθυπουργό στον ρόλο του ηγέτη που θα δημιουργήσει τη νέα κεντροδεξιά αλλάζοντας ακόμη και το όνομα της ΝΔ.
Συμπυκνωμένα, η προοπτική των εκλογών περιγράφεται ως εξής: ο Κυρ. Μητσοτάκης θα βγει πολιτικά νομιμοποιημένος και με νέο στελεχικό δυναμικό, με αποδυναμωμένη την αντιπολίτευση, ώστε να εφαρμόσει πλήρως το μεταρρυθμιστικό σχέδιο για τη χώρα που όλο εξαγγέλλεται αλλά δεν υλοποιείται τα τελευταία είκοσι χρόνια. Διαφορετικά θα αναγκαστεί να προσφύγει σε εκλογές σε δεύτερο χρόνο, λόγω της οικονομικής κρίσης και των κοινωνικών αντιδράσεων, αποδυναμωμένος και ευάλωτος σε πιέσεις.
Βλέποντας και κάνοντας
Είτε πάει σε εκλογές όμως είτε περιοριστεί σε ανασχηματισμό –καθώς ο πρωθυπουργός πηγαίνει βλέποντας και κάνοντας–, το βέβαιο είναι ότι προχωρά σε αυστηροποίηση του θεσμικού πλαισίου διακυβέρνησης, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές αντιδράσεις που όλοι βλέπουν στον ορίζοντα να έρχονται ως συνέπεια των οικονομικών του μέτρων. Η κυβέρνηση κινείται στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων μιας αυταρχικής δημοκρατίας. Ακόμη και χωρίς εκλογές θα αντιμετωπίσει την κρίση με τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη κυρίως της μείωσης του εργασιακού κόστους, της πλήρους απορρύθμισης της αγοράς εργασίας και της ενίσχυσης των φιλικών επιχειρηματικών συμφερόντων μέσω επιδοτήσεων αλλά και ιδιωτικοποιήσεων και ΣΔΙΤ. Δεν είναι τυχαίο ότι το νομοθετικό πλαίσιο για την αγορά εργασίας διαμορφώθηκε με τη πρώτη ΚΥΑ.
Χαρακτηριστικό των προθέσεων του Μεγάρου Μαξίμου είναι ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης δεν λειτούργησε η Βουλή. Η ψηφιακή δυνατότητα φυσικά υπήρχε, αλλά ο Κυρ. Μητσοτάκης προτίμησε μια πρόβα αυταρχισμού. Με την έναρξη της δεύτερης φάσης η κυβέρνηση ήρθε σε σύγκρουση με την αντιπολίτευση, με τον εκπαιδευτικό κόσμο, με τους γονείς και τους μαθητές προκειμένου να βάλει κάμερες μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας. Ο συμβολισμός της παρακολούθησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας από έναν «μεγάλο αδελφό» ξεπερνά το δεκαπενθήμερο των μαθημάτων. Με τη λήξη της καραντίνας έπιασαν δουλειά τα ΜΑΤ και η ομάδα ΔΙΑΣ. Η δράση τους, όπως είναι πλέον κανόνας με την παρούσα κυβέρνηση, συνδυάστηκε με δεκάδες καταγγελίες για αδικαιολόγητη βία κατά πολιτών και περιοίκων, κυρίως στη πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη. Αλλωστε στο πρώτο διάστημα της πρωθυπουργίας του ο Κυρ. Μητσοτάκης το μόνο που έκανε ήταν να βγάλει τις δυνάμεις καταστολής στον δρόμο και να χαϊδεύει τους νοικοκυραίους πουλώντας «ευνομία και ευταξία». Παράλληλα αυστηροποίησε το πλαίσιο στα πανεπιστήμια αλλά και στις συγκεντρώσεις και τις διαδηλώσεις.
Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται η συμβολική κίνηση διχασμού του Κυρ. Μητσοτάκη με την ανάρτηση της πλακέτας για τα θύματα της Marfin και την αναψηλάφηση της υπόθεσης. Πρόκειται για προσπάθεια αναδρομικής απαξίωσης του αντιμνημονιακού κινήματος – ενόψει της νέας οικονομικής κρίσης που θα επιφέρει νέα μνημονιακά μέτρα–, που στρέφεται και ενάντια στη σαμαρική περίοδο της ΝΔ. Κυρίως όμως απαξιώνει προληπτικά ένα επόμενο κίνημα αντίστασης και επιπλέον δίνει τροφή στα μίντια να καταφέρονται εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς, χρεώνοντας σε αυτό τον χώρο «τις εκδηλώσεις βίας και τη συγκάλυψη των ενόχων».