Η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου και κυρίως το θέμα της ρύθμισης της επιμέλειας των ανήλικων παιδιών μετά το διαζύγιο, όπως αυτά προωθούνται από την κυβέρνηση της ΝΔ, δεν ωφελεί το παιδί κάτι που θα έπρεπε η πολιτεία να διασφαλίσει πρωτίστως.
H Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, «αναγνωρίζει ότι η παιδική ηλικία είναι μια ευάλωτη στιγμή και ότι τα παιδιά χρειάζονται ειδική φροντίδα και προστασία».
Στο Άρθρο 24 και ειδικότερα στις παραγράφους 2 και 3 αναφέρεται:
2. «Σε όλες τις πράξεις που αφορούν τα παιδιά, είτε επιχειρούνται από δημόσιες αρχές είτε από ιδιωτικούς οργανισμούς, πρωταρχική σημασία πρέπει να δίνεται στο υπέρτατο συμφέρον του παιδιού».
3. «Κάθε παιδί έχει δικαίωμα να διατηρεί τακτικά προσωπικές σχέσεις και απ’ ευθείας επαφές με τους δύο γονείς του, εκτός εάν τούτο είναι αντίθετο προς το συμφέρον το».
Η δεκαετία του ’80 αποτέλεσε σημείο αναφοράς για το οικογενειακό δίκαιο. Με τον ν. 1329/1983 ο χαρακτήρας του οικογενειακού δικαίου άλλαξε εκ θεμελίων και η έντονη ανδρική κυριαρχία μετατράπηκε σε ισότητα των δύο φύλων, η γονική μέριμνα του παιδιού με τον νόμο 1329/1983,ασκείται από κοινού από τους δύο συζύγους, διάταξη αντίθετη προς το προγενέστερο καθεστώς, στο οποίο ο πατέρας-σύζυγος είχε την αποκλειστική εξουσία για την επιμέλεια των παιδιών.
Μετά από 40 χρόνια η ανάγκη για εκσυγχρονισμό είναι δεδομένη, αλλά το κυρίαρχο και φυσιολογικό είναι η οποιαδήποτε αλλαγή να στοχεύει στο συμφέρον του παιδιού, την ισότητα των φύλων , την εναρμόνιση εργασιακής και οικογενειακής ζωής και την προοπτικής μιας κοινωνίας χωρίς ταξική και έμφυλη ανισότητα, λαμβάνοντας υπόψιν την αλλαγή σε πολλά πράγματα στη μορφή και στη λειτουργία της οικογένειας( ελεύθερη συμβίωση, το σύμφωνο συμβίωσης το οποίο συμπεριλαμβάνει και τα ΛΟΑΤ ζευγάρια, η αναγνώριση της ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού).
Παρατηρείται , στην συγκεκριμένη μεταρρύθμιση η οποία κατατέθηκε χωρίς διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, παρά μόνο με ομάδες πατεράδων, ότι:
Πρωτεύον ρόλο και μέριμνα υπάρχει για τους γονείς και το παιδί στην ουσία γίνεται παρακολούθημα. Προτάσσονται τα δικαιώματα των γονέων έναντι του παιδιού. Επιδιώκεται , να καταστήσει την συνεπιμέλεια υποχρεωτική ανεξαρτήτως συμπεριφορών που είναι επιβλαβείς τόσο για το παιδί ή και για το ένα μέρος ενός ζευγαριού -προφανώς για την γυναίκα-,κάτι που μας ξαναγυρνά σε άλλα μοντέλα των πατριαρχικών οικογενειών.
Η Γονική μέριμνα θα αφαιρείται μόνο όταν υπάρχει αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση. Γνωρίζουμε ότι ακόμα και σήμερα σε πολλές πόλεις δεν υπάρχει ιατροδικαστής, άρα με ποιο κριτήριο θεσπίζεται η διάταξη αυτή;
Ως προς την επικοινωνία, επιχειρείται να εισαχθεί η εναλλασσόμενη και ισόχρονη διαμονή ,με εναλλασσόμενη κατοικία, χωρίς να τίθεται καμία επιφύλαξη που θα αφορά την ιδιωτική ζωή του άλλου γονέα ή το πρόγραμμα του ίδιου του παιδιού.
Καταργεί κατακτήσεις του γυναικείου-φεμινιστικού κινήματος των δεκαετιών ‘70-’80, όπως την δυνατότητα οι γυναίκες να αποκτούν την επιμέλεια των παιδιών τους και να μπορούν να αποφασίζουν για τα θέματα ανατροφής και φροντίδας.
Το πιο βασικό όμως, για εμένα είναι ότι το παιδί από υποκείμενο δικαίου καθίσταται αντικείμενο δικαίου και δεν προασπίζονται τα δικαιώματα του.
Συμπερασματικά, αυτή η μεταρρύθμιση είναι άλλο ένα παράδειγμα της αντίληψης της ΝΔ περί δικαίου και αποτελεί άλλο ένα πισωγύρισμα ,αυτή την φορά στην πατριαρχία με την επιβολή της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας, με τον απαράδεκτο όρο «εξίσου», χωρίς κριτήρια και αγνοώντας πρότερες κακοποιητικές συμπεριφορές.
Η Ευαγγελία Μανιτσούδη είναι εκπαιδευτικός