Κατά 84% είναι αποτελεσματική η ενισχυτική δόση με το μονοδοσικό εμβόλιο κατά της COVID-19 της Johnson & Johnson σε ό,τι αφορά την πρόληψη των νοσηλειών στους υγειονομικούς εργαζόμενους στη Νότια Αφρική που μολύνθηκαν με κορονοϊό καθώς εξαπλώνεται η μετάλλαξη Όμικρον στη χώρα.
Όπως ανακοίνωσαν σήμερα Πέμπτη ερευνητές, η μελέτη με πραγματικά δεδομένα, η οποία δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί από ομότιμους επιστήμονες, αφορά την ενισχυτική δόση (δεύτερη) του εμβολίου της J&J που χορηγήθηκε σε 69.092 υγειονομικούς εργαζόμενους στο διάστημα από τις 15 Νοεμβρίου έως τις 20 Δεκεμβρίου, ενώ υπάρχει και ο κίνδυνος της μετάλλαξης Όμικρον.
Ο αρχικός εμβολιασμός έχει αποδειχτεί ότι προσφέρει αρκετά μειωμένη προστασία απέναντι στη μετάλλαξη Όμικρον, η οποία εξαπλώνεται ραγδαία σε πολλές χώρες έχοντας εντοπιστεί για πρώτη φορά στα τέλη Νοεμβρίου στη νότια Αφρική και στο Χονγκ Κονγκ.
Ωστόσο, πολλές μελέτες έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι μια ενισχυτική δόση παρέχει σημαντική προστασία απέναντι στη βαριά νόσηση από τη συγκεκριμένη παραλλαγή.
Η νοτιοαφρικανική αυτή μελέτη έδειξε ότι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της J&J ως προς την πρόληψη νοσηλείας αυξήθηκε από 63% λίγο μετά την αναμνηστική δόση σε 84% έπειτα από 14 ημέρες.
Η αποτελεσματικότητά του έφθασε στο 85% έπειτα από ένα με δύο μήνες μετά τη χορήγηση της ενισχυτικής δόσης.
«Μας επιβεβαιώνει ότι τα εμβόλια κατά της COVID-19 εξακολουθούν να είναι αποτελεσματικά για τον σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκαν, ο οποίος είναι η προστασία των ανθρώπων από τη σοβαρή νόσηση και τον θάνατο», δήλωσε η Λίντα-Γκέιλ Μπέκερ, μια συγγραφέας της μελέτης.
«Αυτή είναι μια ακόμη απόδειξη ότι δεν έχουμε χάσει αυτή την αποτελεσματικότητα ακόμη και με μια πολύ μεταλλαγμένη παραλλαγή», συμπληρώνει.
Σύμφωνα πάντως με την ίδια, ακόμη δεν είναι εντελώς ξεκάθαρο το ζήτημα σχετικά με τις περαιτέρω δόσεις του εμβολίου της J&J.
«Αυτό που λέμε είναι ότι δύο δόσεις πράγματι χαρίζουν πλήρη προστασία και δεν νομίζω ότι μπορούμε από αυτό να συμπεράνουμε ότι θα χρειαστούμε μια τρίτη ή τέταρτη ενισχυτική δόση».
Οι ερευνητές είπαν ότι η ανάλυσή τους αντιμετώπισε πολλούς περιορισμούς, μεταξύ των οποίων οι σύντομοι χρόνοι επαναληπτικής εξέτασης, η οποία ήταν κατά μέσον όρο οκτώ ημέρες για τους υγειονομικούς εργαζόμενους που είχαν λάβει ενισχυτική δόση εντός των προηγούμενων 13 ημερών ή 32 ημέρες για εκείνους που είχαν λάβει ενισχυτική δόση ένα ή δύο μήνες νωρίτερα και που θα μπορούσε να στρεβλώσει τη συνολική αποτελεσματικότητα του εμβολίου.
Μια άλλη νοτιοαφρικανική μελέτη έδειξε πρόσφατα ότι ένας πρώτος γύρος εμβολιασμού με δύο δόσεις του εμβολίου της Pfizer-BioNTech ήταν λιγότερο αποτελεσματικός στη Νότια Αφρική ως προς την παραμονή εκτός νοσοκομείου όσων είχαν μολυνθεί με τον ιό από τότε που εμφανίστηκε η παραλλαγή Όμικρον.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ