ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΕΙΣ
Ο κ. Σαμαράς ενθουσίασε το κοινό του καταλογίζοντας στον κ. Μητσοτάκη ότι: «κάνει το λάθος, να επιμένει στο λάθος!». Διαπίστωσε ότι η ΝΔ αποδοκιμάστηκε χωρίς να έχει μνημονιακούς περιορισμούς, σε συνθήκες πρωτοφανούς μιντιακής υπεροπλίας της και με τον αντίπαλό της σε αποδιοργάνωση, εννοώντας την μακρά κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ. Τι σημαίνει άραγε αυτό, ως πρόγνωση της μεσσηνιακής Κασσάνδρας; Ότι αν τυχόν κάποιοι παράγοντες εξ αυτών εκλείψουν, τότε «κλάφτα Χαράλαμπε»…
Η ανάγνωση αυτή βρίσκεται στον αντίποδα όσων ισχυρίζονται μερικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Στελέχη που δεν φαίνεται να πρόσεξαν ότι ο Πρωθυπουργός, που φιλοδοξούσε να γίνει Όρμπαν της Μεσογείου, τσαλακώθηκε τόσο άσχημα, που δεν τρομάζει πια ούτε τον Μάριο Σαλμά. Ίσως όμως το κίνητρο των δύο απαισιοδοξιών, ένθεν-κακείθεν να είναι κοινό. Και οι μεν και οι δε ολοφύρονται από την βαθιά αγάπη τους για την παράταξή τους, τί άλλο;
Η προχθεσινή τελετή στο Πολεμικό Μουσείο με τους παριστάμενους υπουργούς και βουλευτές της ΝΔ ήταν πάντως κάτι πολύ χειρότερο από το να μαζέψουν 87 υπογραφές και να τις μπουμπουνίσουν. Με αυτή την έννοια τους παραδέχομαι! Έστειλαν στο επιτελικό κράτος του Μαξίμου αγωγή εξώσεως και την υπέγραψαν με όνομα, επώνυμο, διεύθυνση και τηλέφωνο. Δεν άφησαν κανένα περιθώριο για παρεξηγήσεις, δικαιολογίες κι άλλα καμώματα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η πτώση της ΝΔ υπήρξε πολύ μεγάλη (-13%) και σε σημαντικό βαθμό φέρει την ανεξίτηλη σφραγίδα της κ. Μαρίας Καρυστιανού και των γονιών των θυμάτων. Ωστόσο κάτι κάναμε κι εμείς, μαζί με όλα τα άλλα δημοκρατικά κόμματα. Γιατί υπήρχαν και πέρσι τέτοιο καιρό όλα αυτά, ωστόσο τότε εμείς γνωρίσαμε τη συντριβή.
Νομίζω ότι το πρόσφατο αποτέλεσμα έχει χαρακτηριστικά που θα πρέπει να μελετηθούν σε βάθος και με την δέουσα επιστημονική βοήθεια. Δεν επιθυμώ να ωραιοποιήσω ή να παρηγορήσω, απλώς δεν δέχομαι την έωλη καταστροφολογία, επί της οποίας εδράζει κι η υποτιθέμενη ανάγκη κατεπειγουσών “ακροβατικών” κινήσεων.
Επικαλούμαι ότι κάθε φορά στις ευρωεκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ εμφάνιζε μια υστέρηση περίπου κατά το 1/4 από το εθνικό του ποσοστό, οπότε δεν είναι ορθό να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια, όπως λέει κι η έκφραση του συρμού. Θυμίζω ότι το 2014-15 η σχέση αυτή ήταν 27/36,5 και το 2019 ήταν 23,7/31,5.
Η πτώση στις εθνικές εκλογές 17,8/31,5 υπήρξε κατά πολύ σημαντικότερη από την αντίστοιχη πτώση στις Ευρωεκλογές 14,9/23,7. Γιατί λοιπόν το περσινό 17,8% σε εθνικές εκλογές θεωρείται ασυζητητί προτιμότερο από το φετινό 14,9% σε ευρωεκλογές; Μήπως υπόρρητα δεχόμαστε να συγκρίνουμε τα μήλα με τα πορτοκάλια;
Επίσης δεν μπορεί να παραγνωρίζεται ότι από το 2019 σε ευρωεκλογές (33 > 23,7+7,7), το 2019 σε γενικές εκλογές (39,9> 31,5 + 8,1) και πολύ πιο κραυγαλέα στις δυο εθνικές εκλογές του 2023 (π.χ. 40,6 > 17,8+ 11,8) το ποσοστό της Ν.Δ. υπερέβαινε το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ + ΠΑΣΟΚ. Είναι ασήμαντο ότι, δεδομένων μάλιστα των δικών μας συνθηκών, αυτή η ατιμωτική παράδοση έλαβε τέλος, μετά από σειρά αναμετρήσεων επί 5ετία;
Η θρυλούμενη στροφή στην ακροδεξιά επίσης δεν προκύπτει από την αυστηρότητα των αριθμών. Κι αν υπάρχει πια ένα 18% «δεξιότερα» της ΝΔ, γιατί άραγε αγνοείται το 20% που ψήφισε «αριστερότερα» του ΣΥΡΙΖΑ; Εύκολα αθροίζοντας κανείς διαπιστώνει ότι σε αυτές τις εκλογές οι αυτοχαρακτηριζόμενες ως αντιδεξιές δυνάμεις, υπερβαίνουν σαφώς το 50%, ενώ πέρσι τέτοιο καιρό ο συσχετισμός ήταν 45-55 σε βάρος τους.
Από την άλλη, είναι ορθό ότι η απόρριψη της κυβέρνησης (28%) δεν συνδυάστηκε με την υιοθέτηση του δικού μας συνθήματος της ανατροπής, ίσως γιατί δεν πείσαμε ότι είμαστε έτοιμοι ή γιατί δεν πολυπεριμένει κανείς κάτι τέτοιο από τις ευρωεκλογές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το υψηλό ποσοστό της αποχής να πλήξει κι εμάς κι όχι μόνο τη ΝΔ. Έτσι καταλήξαμε σ ένα αποτέλεσμα που μας έδωσε μεν τη δεύτερη θέση, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι επέλυσε, μια για πάντα, την διελκυστίνδα του ποιος θα αποτελέσει τον κύριο εναλλακτικό πόλο διακυβέρνησης.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Είναι όμως αυτός λόγος για ομφαλοσκόπηση;
Οι πολίτες χτύπησαν κώδωνα κινδύνου στα κόμματα, ζητώντας συγκεκριμένες προτάσεις διεξόδου στα προβλήματα που τους αφορούν. Το να εντείνονται διεργασίες εσωστρέφειας, προκαλεί κοινωνική δυσφορία. Αποστρέφονται οι πολίτες την πείσμονα μάχη μέχρις εσχάτων των γραφειοκρατιών.
Θέλουν να δουν θετικές πρωτοβουλίες και προτάσεις που να εκφράζουν πειστικά την πλειοψηφία των μη προνομιούχων! Μόνον τότε θα πιστέψουν πως οι διεργασίες μας τους καθιστούν ρυθμιστές και θα μας εμπιστευτούν την ψήφο τους, αλλά και τη συμμετοχή τους.
Το τελευταίο πράγμα που απασχολεί τους Έλληνες δημοκράτες σήμερα είναι ένας τρίτος κύκλος εσωστρέφειας, πράγμα εξάλλου δηλωτικό βαθύτατης περιφρόνησης προς τη λαϊκή βούληση, η οποία έχει εκφραστεί ποικιλοτρόπως. Κάτι τέτοιο δεν αποπνέει σεβασμό, αλληλεγγύη και συστράτευση προς όσους καλούνται να πιστέψουν στα κόμματα. Κι αυτό το ήθος δεν το περιμένει ο λαός από τη δεξιά, αλλά από εμάς.
*Η Θεοδώρα Τζάκρη είναι βουλευτής Πέλλας και Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.