Υπέρ της συμμετοχής της κινεζικής εταιρίας υψηλής τεχνολογίας τηλεπικοινωνιών Huawei στον διαγωνισμό για την ανάθεση της δημιουργίας δικτύου 5G τάχθηκε εκ νέου η Καγκελάριος ‘Αγγελα Μέρκελ, παρά τις έντονες αντιδράσεις, κυρίως από τις ΗΠΑ.
«Τα θέματα ασφάλειας δεν συζητώνται δημοσίως», δήλωσε η κυρία Μέρκελ κατά την επίσημη έναρξη, χθες, της δημοπρασίας, απαντώντας εμμέσως στις απειλές της Ουάσιγκτον δια στόματος του πρέσβη των ΗΠΑ στο Βερολίνο Ρίτσαρντ Γκρενέλ, ότι σε περίπτωση ανάθεσης του έργου στην Huawei, θα διακοπεί η συνεργασία με την Γερμανία σε επίπεδο υπηρεσιών πληροφοριών. Η Καγκελάριος τόνισε ακόμη ότι δεν θα αποκλειστεί μια εταιρία μόνο και μόνο επειδή προέρχεται από μια συγκεκριμένη χώρα. Άλλωστε, επισήμανε, μέχρι τώρα πάρα πολλές χώρες έχουν χρησιμοποιήσει την τεχνολογία της εταιρίας και η γερμανική κυβέρνηση έχει αποφασίσει, αντί να την αποκλείσει, να θέσει αυστηρές προϋποθέσεις για το έργο. «Πρέπει να δώσουμε σε όλους μια ευκαιρία. Ταυτόχρονα, δεν επιτρέπεται να είμαστε αφελείς, καθώς στην Κίνα ισχύουν διαφορετικοί κανόνες από ό,τι στην Ευρώπη», πρόσθεσε η ‘Αγγελα Μέρκελ.
Υπέρ της συμμετοχής της Huawei στον διαγωνισμό τάχθηκε και ο αντιπρόεδρος του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου Τόμας Όπερμαν (SPD), ο οποίος αναγνώρισε ότι πρόκειται για «αξιόπιστους επαγγελματίες, οι οποίοι προσφέρουν καλή τεχνολογία σε οικονομικές τιμές». Το ερώτημα είναι, συμπλήρωσε, αν δικαιολογείται η εμπιστοσύνη προς την Κίνα, η οποία, δήλωσε, «δεν είναι κράτος δικαίου, αλλά μια δικτατορία», με αποτέλεσμα οι εταιρίες να μην είναι σε θέση να αποφύγουν την εκμετάλλευσή τους από το καθεστώς. «Για αυτό είναι σημαντικό οι όροι ασφαλείας να αυστηροποιηθούν. Το δίκτυο 5G αποτελεί κρίσιμη υποδομή, την οποία πρέπει να προστατεύσουμε από επιθέσεις ή χειραγώγηση από το εξωτερικό», δήλωσε ο κ. Όπερμαν και τόνισε ότι αυτό το έργο θα έπρεπε να είναι σε θέση η Ευρώπη να το αναλάβει μόνη της, με εταιρίες όπως η Ericsson και η Nokia.
ΑΠΕ-ΜΠΕ