Μενίδι: «Είμαστε η πίσω πλευρά της Αττικής»

Μενίδι: «Είμαστε η πίσω πλευρά της Αττικής»

Οδοιπορικό στο πολύπαθο Μενίδι, σε μια απόπειρα ψηλάφησης των αιτιών που γεννούν και αναπαράγουν την εγκληματικότητα.

Τετάρτη 14 Ιουνίου, 2.00 το μεσημέρι. Πέντε μέρες μετά τη δολοφονία του μικρού Μάριου σε σχολική γιορτή στον Δήμο Αχαρνών. Οπλισμένος με το δημοσιογραφικό μαγνητόφωνο αντιμετωπίζω την πρώτη ζέστη του καλοκαιριού και υπόσχομαι στον εαυτό μου να αποφύγω τα ευχολόγια και το μελό σε τούτη την αποστολή καθώς το αστικό λεωφορείο ανηφορίζει τη Λιοσίων με κατεύθυνση το Μενίδι. Μπαίνοντας εντόπισα εύκολα τρεις ναρκομανείς: με σηκωμένη την κουκούλα της χειμωνιάτικης ζακέτας που φορούν ακόμη, γέρνουν το κεφάλι τους πάνω στο τζάμι παρακολουθώντας αντανακλαστικά την πορεία του λεωφορείου· ακολουθούν με βλέμμα άδειο ένα ζοφερό και ανύπαρκτο μέλλον. Μπορούν πολύ γρήγορα να γίνουν βίαιοι και επικίνδυνοι· το ξέρω. «Αυτό που είδες δεν είναι τίποτα» λένε στο Documento κάτοικοι του Μενιδίου. «Τώρα βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση και έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό οι τοξικομανείς και οι κλέφτες λόγω αθρόας αστυνομικής δύναμης στην περιοχή. Πριν από τη δολοφονία του παιδιού ήταν πρακτικά αδύνατο να μπεις σε αυτά τα λεωφορεία, ακόμη και στον προαστιακό. Είναι γεμάτα τοξικομανείς και ο κόσμος φοβάται, αφού πολλές φορές γίνονται βίαιοι».

Στο Μενίδι, όπως γνωρίζουν όλοι οι κάτοικοι, έχουν σχηματιστεί δύο αντίπαλα εγκληματικά στρατόπεδα: των Ρομά και των Ποντίων και λοιπών κοινοτήτων που δρουν παραβατικά στην περιοχή του Καποτά. Μπορεί λόγω και του πρόσφατου τραγικού συμβάντος όλη η ευθύνη να αποδίδεται στους Ρομά, όμως εξίσου ανεξέλεγκτη είναι η δράση και στο γκέτο του πρώην στρατοπέδου Καποτά.

Το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού των Ρομά στο Μενίδι έχει παραβατική συμπεριφορά επιβεβαιώνει στο Documento και ο πρόεδρος της Πανελλαδικής Συνομοσπονδίας Ελλήνων Ρομά Βασίλειος Πάντζος, επισημαίνοντας όμως τις αιτίες που έχουν οδηγήσει αυτούς τους περιθωριοποιημένους ανθρώπους σε αυτό το σημείο: «Φυσικά και υπάρχει γκέτο στο Μενίδι. Το πρόβλημα είναι η συνέχεια ενός κενού, παντελούς απουσίας της ελληνικής Πολιτείας. Δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία πρόοδος στην ένταξη και κοινωνική ενσωμάτωση αυτών των ανθρώπων».

«Στα γκέτο όμως», όπως επισημαίνει ο πρόεδρος, «υπάρχουν όλες οι παθογένειες. Εκεί επωάζεται και επαυξάνεται η εγκληματικότητα. Εκεί πωλούνται παιδιά, 12 χρόνων και δεν πάνε σχολείο. Όταν η πολιτεία δεν παρέχει παιδεία στους πολίτες της είναι ποινικά έκθετη. Οι τσιγγάνοι είναι αναλφάβητοι σε ποσοστό 97%. Όταν μια μάνα με τέσσερα παιδιά, με τον άντρα της φυλακή, έχει να θρέψει πέντε στόματα, νομίζετε δεν θα κάνει πεζοδρόμιο; Δεν θα κλέψει; Δεν θα στείλει το παιδί της στα φανάρια; Το οργανωμένο έγκλημα είναι φαύλος κύκλος. Η ελληνική αστυνομία γιατί αφήνει να περνάνε τόσα ναρκωτικά στη δυτική Αττική; Ποιος θέλει να υπάρχει στο Μενίδι βαρύς παράνομος οπλισμός;». Το ζητούμενο πλέον, σύμφωνα με τον πρόεδρο, την ώρα που η κοινότητά του, όπως αναφέρει, βιώνει «πρωτοφανή στοχοποίηση και ρητορική μίσους», είναι να γίνει βάσει συνεννόησης όλων των αρμόδιων φορέων «απογκετοποίηση της περιοχής, διασπορά των κατοίκων σε άλλες περιοχές και φοίτηση των παιδιών στα σχολεία. Λύσεις υπάρχουν. Θέλουμε όμως να βγάλουμε αυτούς τους ανθρώπους κάτω από το χαλί;».

Λίγη ώρα μετά, στην κεντρική πλατεία Μενιδίου. Κόσμος λιγοστός. Τη μεσημεριανή ραστώνη διακόπτουν δύο Ρομά τοξικομανείς που μας πλησιάζουν. Μας ζητούν επιτακτικά χρήματα. Όταν τους αρνούμαστε, γίνονται επιθετικοί. Μας απευθύνουν ένα πραγματικά ευφάνταστο υβρεολόγιο. Έπειτα στρέφονται στους πελάτες της διπλανής καφετέριας ζητώντας πάλι σε έντονο ύφος χρήματα, για να αποχωρήσουν λίγη ώρα αργότερα άπραγοι και σε έξαλλη κατάσταση.

«Στο μυαλό όλων είμαστε άβατο»

«Αυτό που μόλις συνέβη δεν είναι ούτε η κορυφή του παγόβουνου» μας αναφέρει ο Μιχάλης Βρεττός, αντιπρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Αχαρνών και ιδιοκτήτης καφετέριας στην πλατεία. «Πριν από το ατυχές περιστατικό, αλλά ακόμη και σήμερα, όταν αρχίσει και βραδιάζει, μόνο εδώ, στην πλατεία, στο κεντρικότερο σημείο του Μενιδίου, συγκεντρώνονται παραπάνω από 70 τοξικομανείς και επαίτες. Κάνουν δημοσίως χρήση ναρκωτικών και επαιτούν ασταμάτητα από όποιον βρίσκεται στην περιοχή. Αν αρνηθείς να τους προσφέρεις κάποιο χρηματικό ποσό, αρκετοί σε βρίζουν, μπορεί να γίνουν βίαιοι ή θα προσπαθήσουν να σε κλέψουν. Όταν τους απομακρύνουμε, μας απειλούν και ύστερα από λίγο ξανάρχονται σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να αποκτήσουν τη δόση τους. Είναι ένας φαύλος κύκλος».

«Βέβαια, αν αυτό συμβαίνει στο κέντρο του Μενιδίου, συνειδητοποιείς τι γίνεται σε άλλα σημεία» μας ενημερώνουν οι κάτοικοι. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που όταν αρχίζει να βραδιάζει η πόλη ουσιαστικά ερημώνει και γίνεται έρμαιο τοξικομανών και παραβατικών στοιχείων. «Μετά τις 10.00 το βράδυ τα μαγαζιά αδειάζουν και δεν βλέπεις Έλληνες να κυκλοφορούν στην περιοχή. Άλλωστε είμαστε ο μόνος δήμος στον οποίο ειδικά τα τελευταία χρόνια σπανιότατα θα έρθουν πολίτες άλλων περιοχών της Αθήνας. Στο μυαλό όλων είμαστε άβατο» επισημαίνει ο κ. Βρεττός.

«Σχολή εγκληματιών»

«Εμείς εδώ στο Μενίδι έχουμε σχολή εγκληματιών. Σωστό πανεπιστήμιο» δηλώνει στο Documento η Ευρώπη Κοσμίδη, πολιτική μηχανικός και κάτοικος Αχαρνών, εξιστορώντας τα όσα έχει βιώσει στο παρελθόν λόγω της άγριας εγκληματικότητας στην πόλη όπου διαμένει από παιδί. «Με έχουν ληστέψει πέντε φορές. Τις δύο εξ αυτών ήμουν μέσα στο σπίτι. Μια άλλη φορά μου έκλεψαν το λάπτοπ, παραλίγο να μου κλέψουν το αυτοκίνητο, ενώ η μάνα μου είδε στην τουαλέτα της να κρύβεται ένας τοξικομανής που έκλεψε τα κινητά. Κάθε μέρα ανεβαίνουν στο γραφείο μου δέκα τοξικομανείς και επαιτούν».

Η κ. Κοσμίδη πρόσφατα έγινε και μάρτυρας δολοφονίας. «Εξω από το γραφείο μου, στο κέντρο του Μενιδίου, δολοφονήθηκε με όπλο ένας Αλβανός. Επειτα πληροφορηθήκαμε ότι το θύμα ήταν διακινητής ναρκωτικών και η δολοφονία του αποτέλεσε ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Από τότε φοβόμαστε να βγούμε και στα μπαλκόνια μας, μην τυχόν και μας πετύχει καμιά αδέσποτη σφαίρα. Ξέρετε τι είναι να φοβάσαι μέσα στο ίδιο σου το σπίτι; Ενα τζαμάκι στο γραφείο μου είναι σπασμένο από δύο τέτοιες αδέσποτες σφαίρες». Η μαρτυρία της κ. Κοσμίδη είναι μια από τις πολλές αντίστοιχες των κατοίκων. Παντού δίπλα σου ο φόβος είναι διάχυτος.

Στην «εμπόλεμη ζώνη»

Αποφασίζουμε με τον κ. Βρεττό και την κ. Κοσμίδη να πάμε μια βόλτα με το αυτοκίνητο προκειμένου να δούμε ιδίοις όμμασι την έκταση του προβλήματος. Το Μενίδι διαθέτει μεγάλο εμπορικό δρόμο με πολλά καταστήματα. Η πρώτη εικόνα όμως που αντικρίζει κανείς είναι ατελείωτα μαγαζιά που έχουν βάλει λουκέτο, υποδηλώνοντας μια πόλη σε συνεχή παρακμή. Μια πόλη που ερημώνει. Ο λόγος που τα καταστήματα αυτά έχουν κλείσει, ειδικά τα τελευταία δύο τρία χρόνια, δεν είναι η κρίση αλλά κυρίως «ο φόβος των κατοίκων που τους οδηγεί στη φυγή από το Μενίδι. Κι εγώ θέλω να φύγω, όπως και πολλοί γνωστοί μου, και είναι λογικό να μην αντέχεις να ζεις κάθε μέρα μέσα στο έγκλημα. Γιατί να κάτσω στο Μενίδι όταν αισθάνεσαι ότι σε παρακολουθούν συνέχεια;» επισημαίνει η κ. Κοσμίδη.

Ο φόβος άλλωστε είναι εμφανής, αφού πολλοί από τους κατοίκους που προσεγγίσαμε δίσταζαν να μιλήσουν, ενώ σχεδόν κανείς δεν θέλησε να μιλήσει επώνυμα: «Δεν θέλουμε να μπλέξουμε, παιδί μου» μας λέει ένας ηλικιωμένος άντρας, «προσπαθούμε όσο μπορούμε να ζούμε μακριά από την τρομοκρατία». Στον δρόμο βλέπουμε σποραδικά ορισμένους κατοίκους να πηγαίνουν για ψώνια ή στη δουλειά τους ή για έναν καφέ. Μια πόλη που προσπαθεί δειλά δειλά να κινηθεί σε ρυθμούς κανονικότητας.

Απομακρυνόμενοι από το κέντρο του Μενιδίου και οδεύοντας προς τα περίχωρα, αντικρίζουμε πολλά τεράστια κτίρια ερειπωμένα. Ο Δήμος Αχαρνών ήταν –και είναι μέχρι σήμερα– περιοχή με έντονη βιοτεχνική και βιομηχανική δραστηριότητα. «Τα κτίρια αυτά χρησιμοποιούνται πλέον από τους τοξικομανείς, που θα πάρουν τη δόση τους και θα διακινήσουν ναρκωτικά».

Φτάνουμε στην περιοχή του Καποτά, όπου υπάρχει πλήθος λυόμενων, τα οποία είχαν τοποθετηθεί μετά τον μεγάλο σεισμό του 1999 για να διαμείνουν οι σεισμοπαθείς. «Αυτό πλέον είναι το μεγαλύτερο γκέτο του Μενιδίου» μας πληροφορούν οι ντόπιοι ξεναγοί μας. Οπως θα μας ενημερώσει αργότερα ο αντιδήμαρχος Παιδείας του Δήμου Αχαρνών Στάθης Τοπαλίδης, οι σεισμοπαθείς αποχώρησαν έπειτα από κάποια χρόνια αλλά «τα λυόμενα δεν μαζεύτηκαν ποτέ από κανέναν. Δεν είναι δική μας δουλειά να τα αποσύρουμε αλλά του υπουργείου».

Στο άβατο του Καποτά

Η μη απομάκρυνση των λυόμενων από τον οικισμό των σεισμόπληκτων του 1999 στο πρώην στρατόπεδο Καποτά έγινε αιτία τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια να δημιουργηθεί μια εστία παραβατικότητας «που όμοιά της δεν έχετε ξαναδεί πουθενά», όπως μας ενημερώνει ο αντιδήμαρχος. «Στην περιοχή Καποτά υπάρχουν ορισμένες ευπαθείς οικογένειες, αλλά είναι ελάχιστες μπροστά στον αριθμό των παραβατικών που έχει συγκεντρωθεί εκεί». Στην πλειονότητά τους είναι Πόντιοι παλιννοστούντες που ήρθαν στην περιοχή από το 1990 και μετά, αλλά σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο «υπάρχουν και πολλοί Αθίγγανοι, Αρβανίτες, Κρήτες, Πελοποννήσιοι και γενικότερα πολλές παραβατικές οικογένειες. Σύσσωμη σχεδόν η περιοχή έχει παραβατική δράση». Μάλιστα, πολλοί εξ αυτών διαθέτουν σπίτια στο Μενίδι τα οποία νοικιάζουν, αλλά διαμένουν στα λυόμενα του Καποτά, «στο άντρο τους».

Η δύναμη των κατοίκων του Καποτά –αλλά και των Ρομά– επεκτείνεται και σε ανώτερα δημοτικά κλιμάκια, αφού αρκετοί, όπως τονίζουν οι κάτοικοι, «έχουν εκλεγεί δημοτικοί σύμβουλοι, ενώ ένας εξ αυτών –ορμώμενος από την περιοχή του Καποτά– έχει προφυλακιστεί για υπόθεση κλεμμένων αυτοκινήτων». Μπορεί να αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα αυτών των κατοίκων να εκλέγουν άτομα της εμπιστοσύνης τους, εντούτοις εντύπωση προκαλεί η ισχύς που έχουν αποκτήσει στην τοπική κοινωνία.

Αυτή η παραβατική δράση, όπως μας ενημερώνουν οι κάτοικοι, έχει πολλές εκφάνσεις: «Εδώ υπάρχει κάθε μορφής εγκληματικότητα. Μπορεί οι “κάτοικοι” του οικισμού Καποτά να μην ασχολούνται ιδιαιτέρως με τη διακίνηση ναρκωτικών, την οποία έχουν αναλάβει κυρίως οι Ρομά, αλλά έχουν διαμορφωθεί διάφορες σπείρες: εμπόριο όπλων, κλοπές –κυρίως αυτοκινήτων–, πορνεία, λαθρεμπόριο τσιγάρων που γίνεται σε τεράστιο όγκο. Αυτές είναι ορισμένες μόνο πτυχές του προβλήματος. Μιλάμε για οργανωμένο έγκλημα που δεν ελέγχεται εδώ και χρόνια από κανέναν» τονίζει ο κ. Βρεττός.

Κάτω από τη μύτη ή με  την ανοχή της αστυνομίας

Καθώς περνάμε με το αυτοκίνητο, οι λίγοι συγκεντρωμένοι έξω από τα λυόμενα του Καποτά μάς καθυβρίζουν. Λίγα μέτρα πιο μακριά δύο άντρες κουβαλούν μια μπασκέτα που μόλις έχουν αποκολλήσει από το τοπικό γήπεδο. «Την μπασκέτα θα την πάνε για παλιοσίδερα. Αλλωστε και ο ανεξέλεγκτος αριθμός κλεμμένων αυτοκινήτων καταλήγει σε κλειστά συνεργεία της περιοχής προκειμένου να γίνει παλιοσίδερα» επισημαίνει ο κ. Βρεττός. Ανάμεσα στα λυόμενα, μικροί, κακοτράχαλοι και χαλασμένοι δρόμοι που είναι πολύ δύσκολο να τους διαβεί το αμάξι. Δεν ήταν όμως αυτό ο μόνος λόγος που δεν μπορούσαμε να εισχωρήσουμε στα ενδότερα της περιοχής Καποτά. Στα στενά υπήρχαν άνθρωποι που μας καθύβριζαν και μας απειλούσαν. Αλλωστε διάχυτη ήταν και η ανησυχία της κ. Κοσμίδη: «Δεν έχω έρθει ποτέ σε αυτά τα μέρη. Δεν ξέρεις σε ποιο στενό θα έχει στηθεί οδόφραγμα και θα γίνεις στόχος πυρών». Κάτοικοι που αισθάνονται εγκλωβισμένοι στην ίδια τους την πόλη.

Οδεύοντας προς τα μέρη που «ελέγχουν» οι Ρομά, στην περιοχή της Αυλίζας, του Αγίου Σωτήρα, του Αγίου Δημητρίου, των Σαράντα Μαρτύρων και στην οδό Κύπρου οι οδηγοί μας στέκονται στο γεγονός ότι «δεν πρέπει να κρυφτούμε πίσω από το τραγικό συμβάν και να θεωρήσουμε ότι η εγκληματικότητα οφείλεται μόνο στους Ρομά». Αλλωστε, όπως μας ενημέρωσαν οι κάτοικοι, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα προέρχεται από την περιοχή του Καποτά. Μάλιστα μας πληροφορούν ότι οι δύο αντιμαχόμενες εγκληματικές ομάδες «βρίσκονται σε μεγάλη κόντρα μεταξύ τους, που φοβόμαστε μήπως πάρει δραματικές διαστάσεις. Και οι δύο πλευρές δρουν ανεξέλεγκτα».

Στη μέση του δρόμου συναντάμε έναν τοξικομανή Ρομά που περπατάει ξυπόλητος, τρικλίζοντας. «Αυτό είναι καθημερινό φαινόμενο» μας ενημερώνει η κ. Κοσμίδη. Συχνά χρήστες κυνηγούν γυναίκες κραδαίνοντας σύριγγες, «απειλώντας να τις καρφώσουν με αυτές για να κολλήσουν AIDS».

Λίγο πιο πέρα δύο άνδρες των ΜΑΤ στέκονται σε μια γωνία. Μερικά μέτρα παρακάτω ένας Ρομά δίνει ένα σακουλάκι σε έναν άλλο, που φαίνεται να περιέχει ηρωίνη. Ακόμη και σε περίοδο ισχυρής αστυνόμευσης το εμπόριο συνεχίζεται ανεξέλεγκτο. Πολλοί κάτοικοι είναι εξαγριωμένοι με την αστυνομία, κατηγορώντας τη για την ανοχή της όλα αυτά χρόνια. Αλλοι είναι λιγότερο καταγγελτικοί, θεωρώντας ότι «υπάρχει τόσο μεγάλη έλλειψη αστυνόμευσης που δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν οι τουλάχιστον 3.000 κάτοικοι του Καποτά και οι 4.000 Ρομά από περίπου 100 αστυνομικούς».

«Αισθάνονται υπεράνω του νόμου»

Προχωρώντας αντικρίζουμε ένα τρακαρισμένο αυτοκίνητο, το παρμπρίζ του οποίου έχει διαπεράσει σφαίρα. Στην οδό Κύπρου, σχεδόν δίπλα στο 1ο Γενικό Λύκειο και το 7ο Γυμνάσιο Αχαρνών, ο δρόμος ουσιαστικά αποτελεί οδόφραγμα «όπου γίνεται αθρόα διακίνηση ναρκωτικών». Οι περιοχές φαινομενικά δεν παραπέμπουν σε άβατο, αφού υπάρχουν ως επί το πλείστον σπίτια, πολλά εκ των οποίων νεόδμητα. Οι κάτοικοι τονίζουν ότι από το εμπόριο ναρκωτικών δεν έχουν ωφεληθεί μόνο ορισμένοι Ρομά του Μενιδίου αλλά ένα μεγάλο τμήμα τους: «Το χρήμα που έχουν συγκεντρώσει, σε συνδυασμό με την απόλυτη ανοχή της πολιτείας, τους έχει οδηγήσει να αισθάνονται υπεράνω του νόμου» σημειώνουν.

Η διακίνηση των ναρκωτικών στο Μενίδι έχει εξαπλωθεί πλέον τόσο που «βλέπεις ακόμη και μικρά παιδιά να διανέμουν ναρκωτικά. Ακόμη και παιδιά δύο τριών χρόνων –λόγω της μη προφυλάκισης ανηλίκων– κρατάνε σακουλάκια με ναρκωτικά που αγοράζουν οι ενδιαφερόμενοι». Περισσότεροι από 7.000 υπολογίζεται ότι αγοράζουν καθημερινά ναρκωτικά από το Μενίδι, πολλοί από τους οποίους είναι Ελληνες, ενώ αρκετοί αγοραστές προέρχονται από περιοχές εκτός Αττικής. «Το πιο εύκολο πράγμα στο Μενίδι είναι να αγοράσεις ναρκωτικά».

«Μαχαιρώνουν μαθητές  έξω από σχολεία»

Τρομακτικό είναι το πρόβλημα και στη σχολική κοινότητα. Όπως μας ενημερώνει ο αντιδήμαρχος, «παιδιά και γονείς έχουν μαχαιρωθεί έξω από σχολεία στην προσπάθεια των δραστών να τους κλέψουν. Ένα άλλο παιδί απήχθη έξω από το σχολείο για να οδηγήσει τους απαγωγείς σπίτι του, το οποίο και έκλεψαν. Οι ανεξάντλητες ομάδες διακινητών δρουν και έξω από τα σχολεία, ενώ «τα παιδιά δεν μπορούν να βγουν έξω να παίξουν, αφού ακόμη και σε πολυσύχναστους δρόμους αντικρίζεις ανθρώπους να “βαράνε” ηρωίνη στα γεννητικά τους όργανα. Συχνά σέρνουν τα παιδιά στον δρόμο για να τους πάρουν τη σχολική τσάντα. Βάλλουν κατά οποιουδήποτε χωρίς να τους ενδιαφέρει η φυλετική προέλευση».

Η εγκληματικότητα όμως δεν περιορίζεται στους Ρομά και στους κατοίκους του Καποτά, όπως εξιστορεί ο διευθυντής του 1ου Γυμνασίου Αχαρνών που βίωσε τον τρόμο στις 23 Φεβρουαρίου: «Το μεσημέρι, όταν τα παιδιά που είχαν ενισχυτική διδασκαλία βρίσκονταν στο προαύλιο, παρεισέφρησε στο σχολείο ένας εξωσχολικός, που αργότερα μάθαμε ότι ήταν Βολιώτης. Αφού δεν έβγαινε, παρά τις παρακλήσεις μου, φωνάξαμε την αστυνομία. Τότε, και αφού με απείλησε, μου όρμησε και άρχισε να με γρονθοκοπεί. Έσπασαν τα ζυγωματικά μου, ενώ είναι άγνωστο πότε και αν θα ιαθεί το μάτι μου, κόντεψα να το χάσω». Τι απέγινε όμως ο δράστης; «Συνελήφθη, πέρασε αυτόφωρο και η δικάσιμός του ορίστηκε έπειτα από δέκα ημέρες. Δικάστηκε ερήμην σε 26 μήνες φυλάκισης, αφού δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο. Έκτοτε κυκλοφορεί ελεύθερος».

Μπορεί μπροστά σε αυτά τα περιστατικά η ηχορύπανση να φαντάζει πταίσμα, εντούτοις δυσχεραίνει περαιτέρω τη διαβίωση των κατοίκων. Όπως την περασμένη Τετάρτη το βράδυ, όταν εκατοντάδες πυροβολισμοί και μουσική ακούγονταν μέχρι τους Θρακομακεδόνες. Η οπλοχρησία, σύμφωνα με τους κατοίκους, είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα αν αναλογιστούμε και την πρόσφατη δολοφονία.

Οι μπαλοθιές είναι καθημερινό φαινόμενο, αφού μέσω αυτών «ενημερώνεται η πιάτσα ότι ήρθε νέο εμπόρευμα. Σε λίγο θα μάθουμε κι εμείς την κωδικοποίηση των πυροβολισμών» υπογραμμίζει ο κ. Βρεττός, ενώ ο αντιδήμαρχος επισημαίνει ότι «σύμφωνα με πληροφορίες, οι πυροβολισμοί την ώρα της δολοφονίας οφείλονταν σε γλέντι που στήθηκε για την αποφυλάκιση δύο γυναικών, διακινητών ναρκωτικών. Έχουμε ξεφύγει από τα όρια εδώ και χρόνια. Είμαστε η πίσω αυλή της Αττικής. Όταν γίνονται συλλήψεις και την επόμενη μέρα αφήνονται ελεύθεροι, είναι λογικό να ξεχειλίζει η οργή των κατοίκων. Η ατιμωρησία δημιουργεί φαύλο κύκλο».

Έπαιρνε να βραδιάζει καθώς αποχαιρετούσαμε την πόλη. Ανεβαίνοντας τα σκαλιά του λεωφορείου, ακούστηκαν από μακριά ξεκάθαρα τρεις τέσσερις πυροβολισμοί. Συνηθισμένα πράγματα στο Μενίδι, θα πείτε…

Ετικέτες

Documento Newsletter