Εντός και εκτός Κίνας ο μαοϊσμός μεταλλάσσεται, εμπνέει και, κυρίως, εργαλειοποιείται. Για πολλούς Κινέζους των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων ο Μάο συμβολίζει μια πιο απλή και δίκαιη κοινωνία: όλοι ήταν πιο φτωχοί, αλλά τουλάχιστον ήταν «το ίδιο φτωχοί»
Παρότι θα πίστευε κανείς ότι η καπιταλιστική στροφή της Κίνας μετά τον θάνατο του Μάο Τσετούνγκ (18931976) θα έθαβε στη λήθη τον επαναστάτη ηγέτη, το λεγόμενο «αόρατο χέρι του Μάο» παραμένει πανταχού παρόν στην πολιτική σκηνή της χώρας, όπως εξηγεί η Βρετανίδα ιστορικός Τζούλια Λόβελ στο βιβλίο της «Maoism: A global history». Η κυριαρχία του μονοκομματικού κράτους, η βαθιά πολιτικοποίηση του δικαστικού σώματος, η παντελής απουσία ανεκτικότητας απέναντι στους αντιφρονούντες πηγάζουν από τον μαοϊσμό, στον οποίο βασίζεται και η λειτουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.
Παράλληλα ο αμφιλεγόμενος «μεγάλος τιμονιέρης» εμπνέει κάποιους από τους σημερινούς Κινέζους. Περισσότεροι από το 80% τoυ 1,1 εκατομμυρίoυ συμμετεχόντων σε πρόσφατη διαδικτυακή δημοσκόπηση δήλωσαν ότι υποστηρίζουν ή νοσταλγούν την Πολιτιστική Επανάσταση (1966-1976). Αναλυτές θεωρούν ότι πίσω από αυτό το ποσοστό κρύβεται εν μέρει η έλλειψη σφαιρικής ενημέρωσης της νέας γενιάς για την ίσως πιο δραματική περίοδο στη μετεπαναστατική ιστορία της Κίνας.
Για πολλούς Κινέζους των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων ο Μάο συμβολίζει μια πιο απλή και δίκαιη κοινωνία: όλοι ήταν πιο φτωχοί, αλλά τουλάχιστον ήταν «το ίδιο φτωχοί».
Δεν είναι σπάνιο σε περιόδους οικονομικής και πολιτικής ρευστότητας και έντονης δυσαρέσκειας προς τις ελίτ, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα, οι άνθρωποι να καταφεύγουν στη νοσταλγία και την παράδοση. Για τους απλούς Κινέζους αυτό σημαίνει επιστροφή στο μαοϊκό όραμα της αταξικής κοινωνίας.
Στα μέτρα του έχει προσαρμόσει την ιδεολογική επικάλυψη και τη γοητεία που ασκούσε ο Μάο ο σημερινός πρόεδρος της χώρας Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος πέρυσι κατήργησε το συνταγματικό όριο των δύο συνεχόμενων θητειών, γεγονός που του επιτρέπει να παρατείνει επ’ αόριστον την παραμονή του στην εξουσία.
«Ο Σι έχει αναγάγει τη “Σκέψη του Μάο” σε ζήτημα πρωταρχικής σημασίας. Αυτό φαίνεται ιδιαιτέρως στις ομιλίες του, στις οποίες χρησιμοποιεί μεγάλο αριθμό τσιτάτων του Μάο» υποστηρίζει ο πανεπιστημιακός Τζανγκ Χονγλιάνγκ.
Το κινεζικό ΚΚ επιδιώκει συνειδητά την εξύμνηση του ιδρυτή του προς ενίσχυση της υποτιθέμενης αριστερής του ταυτότητας. Θιασώτης της ίσης κατανομής του πλούτου και της ενίσχυσης των δικαιωμάτων των φτωχών, ο Μάο προέτρεπε τους εργάτες και τους χωρικούς να ξεσηκωθούν ενάντια στους λίγους που συγκέντρωναν την εξουσία στα χέρια τους.
Ο μαοϊσμός μεταλλάσσεται, εμπνέει και, κυρίως, εργαλειοποιείται. Η επίκληση του «μεγάλου τιμονιέρη», αν και δεν είναι πλέον μαζικό φαινόμενο, έχει ξεπεράσει τα σύνορα της Κίνας. Πριν από σχεδόν μισό αιώνα εθνικιστικές ομάδες στο Βιετνάμ και στην Κούβα εφάρμοσαν με επιτυχία τη μαοϊκή στρατηγική περί «περικύκλωσης των πόλεων από την επαρχία».
«Κάθε άλλο παρά άσχετες μεταξύ τους, η θεωρία και οι πρακτικές του Μάο έχουν γίνει ξανά ελκυστικές σε ανθρώπους που αισθάνονται ότι έχουν εξαπατηθεί και όχι απλώς “μείνει πίσω” λόγω του επεκτατικού καπιταλισμού» γράφει στον «Guardian» ο πολιτικός αναλυτής Πάνκατζ Μίσρα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η νεομαοϊστική εξέγερση το 2011 στα δάση της κεντρικής Ινδίας η οποία πυροδοτήθηκε από το άνοιγμα που έκανε η κυβέρνηση σε ιδιώτες και πολυεθνικές για την εκμετάλλευση ορυκτών πόρων. Οι Ινδοί μαοϊστές, παρότι η ηγεσία τους συχνά είναι διεφθαρμένη, έχουν πλήθη υποστηρικτών μεταξύ των εκατομμυρίων αυτοχθόνων γνωστών ως Adivasi.
«Είναι περισσότερο οι συνθήκες ζωής και όχι η ιδεολογία που ωθούν τους οπαδούς του ινδικού μαοϊσμού σε μια απεγνωσμένη, ύστατη μάχη με το κράτος, την οποία προτιμούν από την αφαίρεση της ιδιοκτησίας τους. Η εξορυκτική και η βαριά βιομηχανία οδήγησαν σε αναγκαστική μετακίνηση τις κοινότητες των Adivasi, κατέστρεψαν τη ζωή τους, απέτυχαν να τους αποφέρουν θέσεις εργασίας και τους ανάγκασαν να συναντήσουν το διογκούμενο εργατικό δυναμικό των μεταναστών μεροκαματιάρηδων, μια θάλασσα φτωχών, καταπονημένων ανθρώπων, οι οποίοι αναγκάζονται να δέχονται τις πιο κακοπληρωμένες δουλειές στην πόλη και την επαρχία» γράφει χαρακτηριστικά ο Ινδός συγγραφέας Σασάνκ Κελά.
Νεπάλ: μαοϊστές στην εξουσία
Μια άλλη περίπτωση είναι αυτή των νεομαοϊστών ανταρτών στο Νεπάλ, οι οποίοι εμπνεόμενοι από την ιδεολογία του Μάο οδήγησαν το 2006 στην κατάρρευση της μοναρχίας και την ίδρυση ομοσπονδιακής δημοκρατίας. Στελέχη τους ανέλαβαν ανώτατα αξιώματα στην κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας, μεταξύ των οποίων και τη θέση του πρωθυπουργού για τρεις συναπτές θητείες την περίοδο 20062016, ενώ το Νεπάλ παραμένει το μοναδικό κράτος στον κόσμο όπου μπορεί κανείς ακόμη να συναντήσει μαοϊστές στην εξουσία.
Πίσω στην Κίνα ένα γιγάντιο πορτρέτο του «μεγάλου τιμονιέρη» δεσπόζει στην είσοδο της Απαγορευμένης Πόλης στο Πεκίνο. Το μαυσωλείο του στην πλατεία Τιενανμέν προσελκύει χιλιάδες τουρίστες ημερησίως ενώ ένα πελώριο άγαλμα του νεαρού Μάο αποτελεί πόλο έλξης για ορδές επισκεπτών στην επαρχία Χουνάν.
Στη Δύση ο Μάο έχει εντυπωθεί στη συλλογική μνήμη ως ο δικτάτορας που επέβαλε ακραία προσωπολατρία, πρωταγωνίστησε στην αιμοσταγή Πολιτιστική Επανάσταση και ενορχήστρωσε ένα ιστορικό «ατύχημα»: τη διαβόητη απόπειρα ταχείας εκβιομηχάνισης της Κίνας και μετατροπής της αγροτικής οικονομίας σε σοσιαλιστική κοινωνία, γνωστής ως Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός. Διήρκεσε από το 1958 έως το 1962 και κατέληξε στον μεγάλο κινεζικό λιμό που οδήγησε τουλάχιστον 18 εκατομμύρια ανθρώπους σε θάνατο από πείνα.
Το πέπλο της νοσταλγίας
Η θολή πολιτικοκοινωνική και οικονομική θεωρία του μαοϊσμού δεν αποτελεί απλώς κειμήλιο ενός ένδοξου και συνάμα τρομερού παρελθόντος.
Στην Ασία ο Μάο συνεχίζει να περιβάλλεται με ένα σύννεφο νοσταλγίας ως ο επαναστάτης που έφερε σε πρώτο πλάνο την αντιαποικιακή και αντιδυτική ρητορική, ως ο ηγέτης που είπε στη φτωχή εργατιά ότι είναι «σωστό να επαναστατεί» παροτρύνοντάς την να μετατοπίσει τον ένοπλο αγώνα της από τις πόλεις στον ανταρτοπόλεμο της επαρχίας.
Στη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης ο Μάο επένδυσε στην πολιτική γοήτρου του για να εργαλειοποιήσει τη μαγεμένη και επιμελώς κατηχημένη νέα γενιά, με στόχο να εξολοθρεύσει αντιφρονούντες και εσωκομματικούς αντιπάλους με τη ρετσινιά του αντεπαναστάτη.
Ως επιδέξιος προπαγανδιστής εφηύρε μια γλώσσα αποδεκτή και κατανοητή από τους διανοούμενους και συνάμα από τους χωρικούς, τους εργάτες και τους φτωχούς, γοητεύοντας ακόμη κάποιους δυτικούς διανοούμενους αλλά όχι πλέον τις μάζες των φιλομαοϊκών νέων της Ευρώπης και της Αμερικής των δεκαετιών του ’60 και του ’70.
Ο Σι έχει ψηφιακό Κόκκινο Βιβλιαράκι
Εμπρός στον δρόμο της προπαγάνδας που χάραξε ο «μεγάλος τιμονιέρης». Ο σημερινός Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ επιχειρεί, μεταξύ άλλων, να ενισχύσει την ιδεολογική του αναφορά στον Μάο και να εδραιώσει την παντοδυναμία του στη χώρα και στο κόμμα-εταιρεία μέσω μιας… εφαρμογής για κινητά. Είναι το δικό του ψηφιακό Κόκκινο Βιβλιαράκι, όπως ονομαζόταν η μικρή συλλογή τσιτάτων του Μάο που ήταν υποχρεωτικό ανάγνωσμα για εκατομμύρια Κινέζους
Ονομάζεται «Μελέτησε το σπουδαίο έθνος» και είναι αυτήν τη στιγμή η πιο δημοφιλής εφαρμογή στο διαδικτυακό κατάστημα της Αpple με περισσότερους από 100 εκατομμύρια εγγεγραμμένους χρήστες.
Η εφαρμογή παρουσιάζει –αποκλειστικά– τις φωτεινές πτυχές της ζωής, του έργου και των πολιτικών του προέδρου Σι, ενώ περιέχει και κουίζ με τα οποία οι πολίτες καλούνται να τεστάρουν τις γνώσεις τους. Η σειρά βίντεο «Η ώρα του Σι» περιλαμβάνει όλες τις τελευταίες ειδήσεις γύρω από το πρόσωπο του Κινέζου ηγέτη, αλλά και «εμπνευσμένες» φράσεις του – κατ’ αντιστοιχία των τσιτάτων του Μάο που περιείχε το «Μικρό Κόκκινο Βιβλίο» του, υποχρεωτικό ανάγνωσμα της χαώδους και βίαιης περιόδου της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Κάν’ το όπως ο Μάο. Οπως ο ιδρυτής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας είχε μπει σε κάθε σπίτι –πορτρέτα του στόλιζαν τα σαλόνια των σπιτιών και οι φράσεις του αποτελούσαν αντικείμενο υποχρεωτικής καθημερινής μελέτης– έτσι και ο σημερινός πρόεδρος Σι επιδιώκει –και έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό– να αποτελέσει μέρος της καθημερινότητας των Κινέζων.
Με ένα σύστημα απονομής πόντων που βασίζεται στη διάρκεια χρήσης της εφαρμογής και στις απαντήσεις που δίνουν οι πολίτες στα διάφορα κουίζ, η κυβέρνηση επιβραβεύει με δημοσιεύματα σε τοπικά ΜΜΕ όσους σημειώνουν… πρόοδο. Και στον αντίποδα τιμωρεί σε συνεργασία με τους εργοδότες τους όσους μένουν πίσω ή επιχειρούν να εξαπατήσουν το σύστημα.
Υπάρχουν καταγγελίες ότι εταιρείες αναγκάζουν εργαζόμενους να κοινοποιούν καθημερινά τους πόντους που έχουν κερδίσει και βάσει αυτών προχωρούν σε περικοπές μισθών ή παρακράτηση των καθιερωμένων μπόνους.
«Ο πρόεδρος Σι χρησιμοποιεί τις νέες μορφές ενημέρωσης για να ενισχύσει την αφοσίωση στο πρόσωπό του, όπως ακριβώς έκανε και ο Μάο» εξηγεί στους «New York Times» o Γου Τσιανγκ, πολιτικός αναλυτής στο Πεκίνο. «Είναι ένα είδος ψηφιακής παρακολούθησης. Ο Σι ανεβάζει την ψηφιακή δικτατορία σε άλλο επίπεδο» εκτιμά ο πανεπιστημιακός Χαϊτσίν Γιου.