Μπορεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη να έχει εξασφαλίσει με διάφορους τρόπους και τεχνάσματα τη σιωπή της συντριπτικής πλειονότητας της κοινοβουλευτικής ομάδας και να έχει παραγκωνίσει σειρά ιστορικών στελεχών υπό τον φόβο της έντονης κριτικής για τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής, όμως η δίωξη κατά του Κώστα Βαξεβάνη και άλλων δημοσιογράφων επειδή έκαναν… ρεπορτάζ δημιουργεί μεγάλες αναταράξεις στο εσωτερικό του κόμματος για μια σειρά από λόγους.
Είναι πρόδηλο και έχει ξεκαθαριστεί με διάφορους τρόπους ότι στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη τις αποφάσεις τις λαμβάνει μια στενή ηγετική ομάδα εντός του Μεγάρου Μαξίμου. Δεν υπάρχουν όργανα, πλειοψηφίες, συλλογικές αποφάσεις. Οι «εκλεκτοί» λαμβάνουν τις αποφάσεις και οι υπόλοιποι ακολουθούν, με τη λογική «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», κυρίως ενόψει των επερχόμενων εκλογών.
Αρκετοί ωστόσο εντός του κυβερνώντος κόμματος αντιλαμβάνονται σήμερα ότι ο δρόμος της δίωξης δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης δεν οδηγεί ποτέ στη δικαίωση ενός πολιτικού, πολλώ δε μάλλον ενός κόμματος το οποίο την ίδια ώρα προσπαθεί να φορέσει τον μανδύα του «προοδευτικού», κατά το αφήγημα που ταυτόχρονα λανσάρουν ο πρωθυπουργός και οι… σεναριογράφοι του Μαξίμου.
Μπορεί η μονοφωνία των μέσων ενημέρωσης και ο «ευνουχισμός» της κοινοβουλευτικής παρουσίας να επιβάλλουν γενικευμένη σιωπή και στοίχιση πίσω από τις επιλογές του επιτελείου του Μαξίμου, όμως δεν είναι λίγοι εκείνοι που αντιλαμβάνονται ότι η «τάση του κόσμου» δεν είναι ο κομματικός στρατός του Twitter και οι αναρτήσεις τις οποίες πολύ βολικά αναπαράγουν ακόμη και υπουργοί της κυβέρνησης.
Βαρύς ο δείκτης της ποιότητας δημοκρατίας
Ανεξάρτητα από τη μικροκομματική προβιά με την οποία καλύπτονται τα πάντα εντός των τειχών του κόμματος, αρκετοί αντιλαμβάνονται πως η δίωξη δημοσιογράφων αποτελεί βαρύ δείκτη της ποιότητας της δημοκρατίας της χώρας. Αλλωστε έπειτα από αυτήν των δημοσιογράφων, η ομάδα των πρώην δικηγόρων ή δικαστικών είναι η δεύτερη μεγαλύτερη και οι περισσότεροι που ανήκουν σε αυτήν αντιλαμβάνονται τι ακριβώς σημαίνει η στρατηγική της δίωξης δημοσιογράφων. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που ψιθυρίζεται ότι ο Γιώργος Γεραπετρίτης,ο Μάκης Βορίδης και ο Θάνος Πλεύρης δεν είναι οι μόνοι νομικοί του κυβερνώντος κόμματος.
Η τοξικότητα εντός επικρατείας που εκτινάσσεται στο ναδίρ με τη δίωξη δημοσιογράφων και η νοσηρότητα που εκπέμπει η λειτουργία του πολιτεύματος στη χώρα εκτός συνόρων είναι δυο στοιχεία που αγχώνουν ακόμη και τους υποστηρικτές της επιχείρησης πολιτικής εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων, που περνάει και μέσα από τις διώξεις δημοσιογράφων. Η πολιτική ζωή του τόπου σέρνεται από την ηγετική ομάδα του Μεγάρου Μαξίμου σε μια κατάσταση που προσομοιάζει με της Ουγγαρίας και της Λευκορωσίας, ενώ ρέπει προς το καθεστώς Ερντογάν.
Οι ψίθυροι αμφισβήτησης του προηγούμενου διαστήματος για μια σειρά ζητημάτων εντός Νέας Δημοκρατίας υπό το βάρος των πολλαπλών κρίσεων αρχίζουν να γίνονται μουρμούρες. Ο φόβος που φυλάει τα έρμα κρατάει τις μουρμούρες αυτές σε ένταση που ακόμη δεν ανιχνεύεται στη δημόσια σφαίρα. Ο φόβος για την κατάληξη αυτής της κατάστασης είναι μεγαλύτερος, πλην όμως αυτό θα πρέπει να αποδειχτεί από εκείνους που ακόμη προσέχουν μην τους ακούσουν οι «από πάνω».
Παρέμβαση και από «γαλάζια» στελέχη
Ενδεικτικό πάντως των αντιδράσεων εντός του «γαλάζιου» στρατοπέδου είναι και το γεγονός πως ήδη στελέχη του κόμματος έχουν αρχίσει να τοποθετούνται με προβληματισμό για τις εξελίξεις, αντιλαμβανόμενα το βάρος των περιστάσεων.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του ευρωβουλευτή Γιώργου Κύρτσου, που αφενός ως δημοσιογράφος και πρώην εκδότης αντιλαμβάνεται πως «η κριτική προς τον Βαξεβάνη και την Παπαδάκου πρέπει να μείνει σε δημοσιογραφικό και πολιτικό επίπεδο. Τέτοιου είδους ζητήματα δεν λύνονται στις αίθουσες των δικαστηρίων, μπορώ να το διαβεβαιώσω και από τη δική μου εμπειρία» και αφετέρου δίνει και τις απειλητικές διαστάσεις που αναμφίβολα θα λάβει η υπόθεση σε διεθνές επίπεδο.
«Το θέαμα της δικαστικής δίωξης δημοσιογραφικών στελεχών του χώρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα περάσει καλά στην ΕΕ, η οποία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη σε τέτοια ζητήματα λόγω της κυβερνητικής πολιτικής σε Πολωνία και Ουγγαρία και μπορεί ορισμένοι να καταλήξουν σε λάθος συμπεράσματα για την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο των ΜΜΕ στην Ελλάδα» προδικάζει ο ευρωβουλευτής, χωρίς ωστόσο να ρισκάρει αφού είναι γνωστή η ευαισθησία των ευρωπαϊκών θεσμών στα ζητήματα Τύπου.
Από κοντά και μια πολιτικός που στο πρόσφατο παρελθόν στήριξε σθεναρά την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και τον Κυρ. Μητσοτάκη, η Κατερίνα Μάρκου,η οποία μεταξύ άλλων δήλωσε στο Documento: «Δεν έχει να κάνει με κομματικές προτιμήσεις, η δίωξη δημοσιογράφων στον δυτικό πολιτισμένο κόσμο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δημοκρατία της χώρας. Η λογοκρισία και η φίμωση παραπέμπουν στις μαύρες σελίδες της ιστορίας της χώρας μας. Οι εξουσίες και τα καθεστώτα όταν χρησιμοποιούν αυτά τα μέσα είναι ένδειξη της αδυναμίας τους – παραπαίουν».
Και συνεχίζει υπογραμμίζοντας: «Η αλήθεια ενοχλεί. Η πραγματικότητα δεν χωρά στο μοντέλο των θετικών ειδήσεων πάντα. Η ελευθερία, η πολυφωνία, τα ανεξάρτητα ΜΜΕ, η ασφάλεια των δημοσιογράφων αποτελούν βασικά στοιχεία της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης, είναι η βάση για τη δημοκρατική λειτουργία μιας χώρας». Η υποψήφια ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας τόνισε επίσης πως «αν δεν θέλουμε να γίνουμε Τουρκία, Ουγγαρία, Λευκορωσία, πρέπει σύσσωμο το πολιτικό προσωπικό της χώρας να καταδικάσει τις ενέργειες φίμωσης και εκφοβισμού των δημοσιογράφων».