Με τη μάσκα κοινωνικής ευαισθησίας και προεκλογικά καθρεφτάκια στη Βουλή ο Μητσοτάκης

Με τη μάσκα κοινωνικής ευαισθησίας και προεκλογικά καθρεφτάκια στη Βουλή ο Μητσοτάκης

Τα ρούχα του φιλεργατικού και κοινωνικά ευαίσθητου πρωθυπουργού επιχείρησε να ενδυθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή κατά τη συζήτηση που ζήτησε ο ίδιος για το κοινωνικό έργο της κυβέρνησής του, σε μία προεκλογική προσπάθεια χαμηλώματος τον πήχη σε επίπεδα που τον εξυπηρετούν, υμνώντας την ιδιώτευση και την ατομικότητα σε θατσερικό μοτίβο, και πασχίζοντας να απευθυνθεί στα κοινά των εργαζομένων, των συνταξιούχων και των χαμηλά αμειβόμενων πουλώντας τα φύκια της κοινωνικής του πολιτικής ως μεταξωτές κορδέλες.

Με καθυστέρηση μίας και πλέον ώρας από εκείνην που είχε εξαγγείλει ξεκίνησε την ομιλία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή κατά τη συζήτηση που ζήτησε ο ίδιος για τον απολογισμό της κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησής του, αφού νωρίτερα είχε ανακοινώσει πως θα πάρει το πρωινό του με τον υπουργό Άμυνας του Ντόναλντ Τραμπ, Μάικ Πομπέο, χωρίς να έχει γνωστός κάποιος λόγος για τη συνάντηση αυτή.

Παρόλα αυτά, ο πρωθυπουργός δεν αιφνιδίασε ούτε τους συμμάχους ούτε τους αντιπάλους τους, αφού όπως προβλεπόταν, επιχείρησε να παρουσιάσει μία μαγική εικόνα της ελληνικής κοινωνίας και των πεπραγμένων του, φέρνοντας απέναντι την φορτισμένη περίοδο του 2015 με την ελπίδα να αποκομίσει συγκριτικά οφέλη από το θυμικό των πολιτών.

«Μην ξεχνάμε τι είχε προηγηθεί πριν το 2019» είπε εξαρχής, θυμίζοντας πως «σαν χθες πριν επτά χρόνια βρεθήκαμε στον γκρεμό και σε ένα αχρείαστο τρίτο μνημόνιο», και συμπληρώνοντας πως «όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν» και πως «σήμερα η Ελλάδα είναι μια άλλη Ελλάδα με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας». Στα παραπάνω συνοψίζεται και ο πήχης από τον οποίο επιχείρησε να περάσει, παρουσιάζοντας ωστόσο σειρά από ημίμετρα και παρελκυστικά στοιχεία, αλλά και προβληματικές αναφορές.

«Ο νόμος είναι το δίκιο του εργάτη κύριε Κουτσούμπα» έφτασε κάποια στιγμή να απευθυνθεί στον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ, στην προσπάθεια να υπερασπιστεί την ισοπεδωτική πολιτική Χατζηδάκη στο υπουργείο Εργασίας. Παρουσίασε ως μεγάλο επίτευγμα την «διπλή» αύξηση του κατώτατου μισθού, περιλαμβάνοντας ακόμα και το «συμβολικό» 2%, ενώ αποθέωσε την ψηφιακή κάρτα, μετατρέποντάς την σε ένα ακόμα εργαλείο περιστολής των κρατικών υπηρεσιών, μεταφέροντας το βάρος στον εργαζόμενο που «μπορεί να ελέγχει ωράριο και καταβολή υπερωριών», την ώρα που η κυβέρνησή του έχει απαξιώσει το ΣΕΠΕ και έχει μετατρέψει το ωράριο σε λάστιχο με τα διαβόητα ρεπό.

Μάλιστα δεν έμεινε εκεί, αφού στην επιχείρηση εξωραϊσμού περιέλαβε από τα δικαιώματα στους εργατοτεχνίτες και τους υπαλλήλους, τις γονικές άδειες, τα δικαιώματα των διανομέων, έως τις ρυθμίσεις της πανδημίας για την τηλεργασία, τις ευρωπαϊκές οδηγίες για το δικαίωμα στην αποσύνδεση, και τις καθυστερημένες ρυθμίσεις για την παρενόχληση, τις διακρίσεις και την νομική ισότητα ανδρών και γυναικών.

Αξίζει να σημειωθεί πως από τις αναφορές του στη συνέχεια στους συνταξιούχους αναμφίβολα απογοητεύτηκαν εκατομμύρια πολιτών, αφού άπαντες ανέμεναν τις αποφάσεις του για τα αναδρομικά που αποφάσισε το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την ελπίδα να αναιρέσει τον εμπαιγμό της κυβέρνησής του στο πρόσωπο όσων δεν προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη, κατόπιν έκκλησης του Στέλιου Πέτσα. Φευ. Το μόνο που έκανε ήταν να κάνει και πάλι αναφορές στο 2015 όταν οι συνταξιούχοι «συνωστιζόταν έξω από τις τράπεζες να σηκώσει τα λίγα ευρώ που μπορούσαν», συμπληρώνοντας μάλιστα πως «θα μπορούσα να θυμίσω πως κλαίγανε έξω από τα ΑΤΜ». Ακόμα, αναφέρθηκε στον νόμο Κατρούγκαλου που «δήμευε τις συντάξεις» και σε μόνιμες αυξήσεις που έκανε η κυβέρνησή του με τη μείωση της προσωπικής διαφοράς.

Στη συνέχεια ανέφερε τον πυλώνα της προστασίας των πιο ευάλωτων ως τον σημαντικότερο της κυβέρνησής του, με ειδικές αναφορές στα επιδόματα των 4,8 δισ. ευρώ που έχει παράσχει, κυρίως με αφορμή την πανδημία, αλλά και μία σειρά έκτακτες ενισχύσεις «άμυνας» στην ακρίβεια. «Ότι και να κάνουμε θα μοιάζει πάντα μικρό, λίγο, οι ανάγκες είναι μεγάλες» σήκωσε τα χέρια ψηλά, προσθέτοντας όμως εκκλήσεις να «αποφεύγουμε ανέξοδους μηδενισμούς». Συμπλήρωσε δε την προστασία των ευάλωτων με τις ρυθμίσεις για την αυστηροποίηση των ποινών για τον βιασμό, την κακοποίηση και την παρενόχληση, με αναφορές ακόμα και στο «panic button» και την απαλοιφή ρατσιστικών διακρίσεων σε τομείς της δημόσιας ζωής.

«Τα όσα περιέγραψα, ανάγλυφη εικόνα της σημαντικής δουλειάς σε επίπεδα κοινωνικής πολιτικής. Στην απασχόληση, στην κοινωνική προστασία των πιο αδύναμων, με καθημερινά μέτρα η κυβέρνησή μας θα συνεχίσει με επίκεντρο τον πολίτη» σημείωσε καταληκτικά, για να εμφανιστεί ως ο «αληθινά προοδευτικός» απέναντι σε όποιον «δηλώνει στα λόγια κοινωνικά ευαίσθητος».

«Μία σημαντική αμερικανίδα κοινωνιολόγος έχει πει πως η αλληλεγγύη διαφέρει από την απλή υποστήριξη. Η πρώτη αναπτύσσεται σε μια κοινότητα κοινών συμφερόντων, κοινών πεποιθήσεων που μας ενώνουν. Η υποστήριξη ενδέχεται περιστασιακή, χορηγείται εύκολα και εύκολα αποσύρεται. Η αλληλεγγύη είναι διαχρονική δέσμευση. Τν αναλαμβάνω προσωπικά και ως μεγάλο λαϊκό κόμμα πρώτα και πάνω από όλα με το μέρος αυτών που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη από την κρατική αρωγή» κατέληξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μία ομιλία που τελικά γέννησε περισσότερα ερωτήματα για τις αιτίες που την ζήτησε από όσες έλυσε με τα λεγόμενά του.

Διαβάστε επίσης

Μετωπική σύγκρουση Μητσοτάκη – Τσίπρα στη Βουλή για Novartis και ακρίβεια με άρωμα εκλογών (Live)

 

Documento Newsletter