Με τη φωτιά μας έκατσε «στραβή» στη βάρδια…

Μετά τη μεγάλη φωτιά στην Κινέτα το 2018, που κατέκαψε 53.157 στρέμματα δασών και δασικών εκτάσεων στα Γεράνεια όρη, ήρθε και η πρόσφατη πύρινη λαίλαπα που αφάνισε και τα υπόλοιπα 71200 στρέμματα (εκ των οποίων τα 65000 καθαρά δασικά συμπεριλαμβανομένου του ελατοδάσους στη Μεγάλη Ράχη). Έτσι το σπάνιο αυτό οικοσύστημα από χαλέπιο πεύκη, δρυς και έλατα με τα 937 φυτικά είδη εκ των οποίων το 8,8% ενδημικά της Ελλάδας και μοναδικά για την Ευρώπη, δεν υπάρχει πια και θα χρειαστεί από 20 έως και 100 χρόνια προκειμένου να αναγεννηθεί σύμφωνα με τη διαδικασία της δευτερογενούς οικολογικής διαδοχής.

Παντού στάχτη κι αποκαΐδια αλλά και κλάματα κι οδυρμοί πάνω από το χυμένο γάλα… Φταίει ο γεράκος που πήγε να κάψει τα λιανοκλάδια; Φταίει ο κακός μας ο καιρός επειδή φύσαγε με 5-6 μποφόρ με κατά τόπους ριπές του Στρατηγού ανέμου που έφταναν και 7, οι οικοπεδοφάγοι-καταπατητές, οι επενδυτές εξορύξεων και «πράσινης» ενέργειας, το γεγονός ότι η φωτιά «βιάστηκε» να εκκινήσει πριν την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου ή μήπως η παντελής απουσία μέτρων πρόληψης και προστασίας – με σαφείς κανόνες, που θα ισχύουν για ΟΛΟΥΣ – στο πανέμορφο αυτό βουνό; Γιατί βλέπετε τα δάση και οι δασικές εκτάσεις της πατρίδας μας σύμφωνα με τη θεωρία του Γκάρετ Χάρντιν (Tragedy of Commons,1968) ακριβώς επειδή είναι κοινά αγαθά, πάντοτε θα αντιμετωπίζουν «τραγωδίες» μια και δεν ανήκουν σε κανέναν αλλά όλοι έχουν πρόσβαση σε αυτά και εμμέσως ή αμέσως μπορούν να τα εκμεταλλεύονται, ενίοτε βγάζοντας και υπερκέρδη από την εκμετάλλευση της γης που είναι πάμφθηνη άρα και το κόστος παραγωγής πολύ χαμηλότερο από άλλες περιπτώσεις. Βέβαια ο Χάρντιν τονίζει ότι πρόβλημα λύνεται με εξωτερικές παρεμβάσεις δηλαδή με Νόμους, που θεσπίζει το ίδιο το κράτος ως διαμεσολαβητής μεταξύ διαφορετικών συμφερόντων για την προστασία των δημοσίων αγαθών και την εξασφάλιση πρώτιστα της ευζωίας των πολιτών.

Όμως αυτοί οι Νόμοι, που διέπουν τις προστατευόμενες περιοχές, που ο ίδιος ο Μπάιντεν αναφέρει ότι όχι μόνο πρέπει να τις προστατεύσουμε αποτελεσματικά αλλά και να τις αυξήσουμε κατά 30% προκειμένου να θωρακιστούμε από την κλιματική κρίση, είναι «στεγανοί», καθολικοί και εφαρμόζονται στην Ελλάδα; Γιατί για παράδειγμα σύμφωνα με το Ν. 998/1979 περί προστασίας των δασών & των δασικών εκτάσεων, οι καμένες εκτάσεις κηρύσσονται συνταγματικά αυστηρώς σε αναδασωτέες και καμία άλλη χρήση δεν επιτρέπεται εντός των ορίων τους εκτός από στρατιωτικά έργα που αφορούν την Άμυνα της χώρας σε ειδικές περιπτώσεις. Ωστόσο παρατηρούμε ότι σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ 2499/2012 και ύστερα από εισήγηση της αξιότιμης Προέδρου της Δημοκρατίας μας, επιτρέπονται κι άλλες χρήσεις. Όπως διανοίξεις δημόσιων οδών για την κατασκευή και εγκατάσταση αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων, για την κατασκευή και εγκατάσταση έργων ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Α.Π.Ε.), καθώς και δικτύων σύνδεσής τους με το Σύστημα όταν αυτά κρίνονται σημαντικά για το δημόσιο συμφέρον…και μάλιστα πριν από την ολοκλήρωση της αναδάσωσης. Ή πάλι, πολλές περιοχές Natura στη χώρα μας ναι μεν θεωρητικά διέπονται από ισχυρό καθεστώς προστασίας το οποίο όμως μένει στα χαρτιά γιατί δεν έχουν ολοκληρωθεί οι σχετικές ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες και συνεπώς δεν έχουν εκδοθεί τα αντίστοιχα Προεδρικά Διατάγματα προστασίας τους. Κι ενώ διατρέχουμε τον κίνδυνο να μας επιβληθούν μεγάλα πρόστιμα από την Ε.Ε. για τις ατέρμονες καθυστερήσεις σε αυτές τις Ενωσιακές υποχρεώσεις μας βάσει της Αρχής της Επικουρικότητας. Για να μην μιλήσουμε για την υποστελεχωμένη δασική υπηρεσία και τα εκουσίως κατεστημένα μίζερα, πια δασαρχεία, που σύμφωνα με τον τελευταίο περιβαλλοντικό νόμο 4685/20 έχουν καθαρά γνωμοδοτικό ρόλο πεπερασμένου χρόνου για έργα και χρήσεις ακόμη και πολεοδομικού χαρακτήρα εντός των προστατευόμενων περιοχών, οι οποίες επιπλέον σαλαμοποιούνται σε υποζώνες χωρίς να εκλαμβάνονται ως ολότητα.

Όμως η πεμπτουσία για τη μη – προστασία των δασών δεν είναι τα παραπάνω. Είναι ότι στην Ελλάδα του 2021, που παλεύει υποτίθεται, να περιορίσει τις εκπομπές κυρίως του CO2 στην ατμόσφαιρα (υπόψη ότι τα δέντρα με τη φωτοσύνθεση το απορροφούν), δεν υπάρχουν ακόμη δασολόγιο και ολοκληρωμένοι δασικοί χάρτες αλλά ούτε και δασικές μελέτες διαχείρισης και κυρίως έργα διαχείρισης της καύσιμης ύλης κατ’ εφαρμογή του Αρ. 60/Ν. 4280 ενώ η έννοια της αρχιτεκτονικής τοπίου και της κλίμακας εκλαμβάνονται μάλλον ως άγνωστες λέξεις!

Όπως και ότι δεν υπάρχει Ενιαίος Φορέας Δασοπροστασίας με αποκλειστική ευθύνη όχι μόνο την πρόληψη και την προστασία αλλά και την ανάπτυξη δασοπυροσβεστικού μηχανισμού με έμφαση κυρίως στον εντοπισμό και κατάσβεση της λεγόμενης «αρχικής προσβολής» (σημεία απ’ όπου ξεκινάει μια φωτιά) με τη χρήση τεχνολογιών αιχμής π.χ. τηλεματικής, θερμικών καμερών, drones κλπ. Έτσι ώστε να αποφεύγουμε, κάθε φορά, αυτό το γαϊτανάκι των ευθυνών με τις επικαλύψεις αρμοδιοτήτων και του πολυκερματισμού των δικαιοδοσιών και πόρων μεταξύ των Δασαρχείων, των Δήμων, των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και του Πυροσβεστικού Σώματος ή των Περιφερειών, που τελικά μας οδηγεί σε Νερώνεια αποτελέσματα για τα δάση μας.

Αλλά είπαμε, εμείς καλά τα είχαμε κάνει και καλά τα κάνουμε αλλά βλέπεις ήμασταν άτυχοι… Μας έκατσε στραβή στη βάρδια βρε αδερφέ!

Βέβαια μετά τις φωτιές ακολουθούν πάντα οι πλημμύρες…

Φευ

O Βασίλης Λύκος είναι Βιολόγος – Δρ. Ολοκληρωμένης Περιβαλλοντικής Διαχείρισης Πανεπιστημίου Κρήτης