Με στόχο την εκτροπή της πρότασης μομφής για την «Ελπίδα» σε προεκλογική πρόβα η κυβέρνηση

Με στόχο την εκτροπή της πρότασης μομφής για την «Ελπίδα» σε προεκλογική πρόβα η κυβέρνηση

Μπορεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να έσπευσε να χαρακτηρίσει ως «προβλέψιμη» την πρόταση δυσπιστίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά τη χθεσινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, όμως στην πράξη η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέδειξε εξαιρετικά μειωμένα αντανακλαστικά. Η προσπάθεια της να κερδίσει χρόνο δείχνει από τη μία την αμηχανία της απέναντι στις εξελίξεις, και από την άλλη, αποτυπώνει τη δυσκολία που έχει να οργανώσει την γραμμή άμυνάς της για την επερχόμενη δύσκολη τριήμερη συζήτηση, μετατρέποντάς την στο απόλυτο μικροπολιτικό εργαλείο.

Αφενός, παρότι η ενημέρωση της Πέμπτης ερχόταν έπειτα από ένα εξαιρετικά δύσκολο τριήμερο για εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, η κυβέρνηση αποφάσισε διά του εκπροσώπου της να στείλει το μήνυμα «θα τα πούμε στη Βουλή». Τόσο τα ζητήματα που ανέκυψαν από την κακοκαιρία, όπως οι πολίτες που αποκλείστηκαν στην Αττική Οδό και αλλού, όσο και τα ζητήματα ηλεκτροδότησης, ακόμα και νερού για κάποιες ώρες σε ορισμένες περιοχές, έμειναν αναπάντητα. Παράλληλα, είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και σε ερώτηση για την πανδημία και το ενδεχόμενο άρσης μέτρων, ο Γιάννης Οικονόμου απέφυγε να τοποθετηθεί, ενώ λίγες ώρες αργότερα ήταν ο υπουργός Υγείας που ανακοίνωνε την άρση της απαγόρευσης μουσικής και του περιορισμένου ωραρίου για την εστίαση.

Αφετέρου, αν και δυνατό κατά τον κανονισμό της Βουλής, το περιθώριο 30 ωρών που πήρε η κυβέρνηση για να ξεκινήσει η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας δεν δείχνει σε καμία περίπτωση ετοιμότητα. Την απόφαση για να ξεκινήσει η διαδικασία στις 18.00 της Παρασκευής έλαβε η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, όμως από την πρώτη αντίδραση του Άδωνι Γεωργιάδη ήταν γνωστό πως πρόθεση της κυβέρνησης είναι να ξεκινήσει μία ημέρα αργότερα.

Στο διά ταύτα, το κλίμα για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πολύ βαρύτερο από αυτό του περασμένου Δεκεμβρίου, όταν ο Αλέξης Τσίπρας την κάλεσε να παραιτηθεί, αφού μετά το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25, το κόμμα του Βελόπουλου, ακόμα και το ΚΙΝΑΛ διαμήνυσε πως θα υπερψηφίσει την πρόταση δυσπιστίας. Έκτοτε, μία σειρά ζητημάτων που έχουν ανακύψει έχουν πιέσει αισθητά, τόσο τα κυβερνητικά στελέχη, όσο και τους βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας. Όπως εκπέμπεται από την κυβέρνηση, προσανατολίζεται να μπει στη συζήτηση επιχειρώντας μία εφ’ όλης της ύλης «σύγκριση» με την κυβέρνηση Τσίπρα.

«Στη διάρκεια της κοινοβουλευτικής διαδικασίας που προβλέπεται, θα φανεί ανάγλυφα τι εκφράζει και τι υπηρετεί ο καθένας. Θα είναι μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μία συζήτηση εφ’ όλης τη ύλης, μια συζήτηση που οι πολίτες θα έχουν άλλη μία ευκαιρία να ακούσουν για την οικονομία, για τη θωράκιση της χώρας, για την υγεία, για το Κράτος Δικαίου, για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, για την ασφάλεια, για τη διαχείριση κρίσεων και για πολλά ακόμα. Θα ακούσουν για τις αποδόσεις αυτής της Κυβέρνησης, που ο κ. Τσίπρας ζητά να φύγει» δήλωσε ο Γ. Οικονόμου την Πέμπτη, είναι ωστόσο άγνωστο εάν είναι σε θέση να επιτευχθεί ο στόχος.

Στην κυβέρνηση γνωρίζουν πως από την αντιπολίτευση πρόκειται να τεθεί στο επίκεντρο η καταστροφική διαχείριση της πρόσφατης κακοκαιρίας, όπως και αυτή της περσινής Μήδειας, αλλά και της καλοκαιρινής τεράστιας περιβαλλοντικής καταστροφής με τις πυρκαγιές στην Εύβοια και άλλα μέρη της επικράτειας. Από τα πρώτα δείγματα γραφής, φαίνεται η τάση να επαναφέρουν στη συζήτηση τις τραγωδίες στο Μάτι και στη Μάνδρα, με επιχείρημα πως στις καταστροφές επί Νέας Δημοκρατίας δεν χάθηκαν ανθρώπινες ζωές.

Ωστόσο, τα ζητήματα που θα τεθούν δεν σταματούν εδώ. Το δίμηνο Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου πρόκειται να κλείσει με ένα ζοφερό ρεκόρ, καθώς οι νεκροί θα ξεπεράσουν τους 5.000, με τον χειρότερο απολογισμό διμήνου από το ξέσπασμα της πανδημίας να αποτελεί τον «λογαριασμό» της χαλαρής διαχείρισης της μετάλλαξης Όμικρον. Παράλληλα, οι εκτιμήσεις του πρωθυπουργού και του επιτελείου του για την «προσωρινότητα» της επελαύνουσας κρίσης ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης που την τροφοδοτεί έχουν αποδειχθεί παντελώς άστοχες. Αντίστοιχα και τα μέτρα που έχουν ληφθεί, που αν και σε έναν βαθμό ανακουφίζουν μέρος των πολιτών, είναι αδύναμα να κάμψουν τον αντίκτυπο της διπλής αυτής κρίσης. Και εδώ, ο αντίλογος αναμένεται να κινηθεί στη λογική του Κυριάκου Μητσοτάκη «εσείς βάλατε τη χώρα στα μνημόνια», σε μια προσπάθεια να υπενθυμίσουν τα «βάρη που φόρτωσε ο κ. Τσίπρας στη μεσαία τάξη» κατά το τρίτο μνημόνιο, ενώ και για την πανδημία έχουν ήδη επιστρατευτεί «συγκρίσεις» του συστήματος υγείας προ και μετά πανδημίας.

Επιπροσθέτως, τα ζητήματα ελευθερίας του Τύπου που αναδείχθηκαν διεθνώς με τις διώξεις στους δημοσιογράφους Κώστα Βαξεβάνη και Γιάννα Παπαδάκου εκθέτουν την κυβέρνηση. Στην ατζέντα εσχάτως μπήκε και η δυσώδης υπόθεση των επαφών του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη και του διευθυντή του γραφείου Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, Νίκου Ρωμανού με τον υπόδικο τηλεπαρουσιαστή, Μένιο Φουρθιώτη. Όπως έχει προαναγγείλλει η αξιωματική αντιπολίτευση, δεν προτίθεται να αφήσει το ζήτημα να ξεχαστεί. Εδώ θα γίνει μία ευθεία προσπάθεια ανασύνταξης του «αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου» που ανέβασε την κυβέρνηση Μητσοτάκη στην εξουσία, με τη συμμετοχή του ΚΙΝΑΛ να αποτελεί γρίφο, δεδομένου πως θα στηρίξει την πρόταση μομφής.

Σε κάθε περίπτωση, είναι φανερό πως η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να εκτρέψει τη συζήτηση από τα μεγάλα ζητήματα των ημερών και των πεπραγμένων της, σε μία συζήτηση-προπομπό της επερχόμενης προεκλογικής αντιπαράθεσης που θα «ζωντανέψει» την τετραετία 2015-2019.

Κυβερνητικές πηγές διαρρέουν πως «όλοι οι υπουργοί θα λάβουν τον λόγο», όμως άγνωστο παραμένει εάν θα καταφέρουν αρκετοί από τους υπουργούς να ορίσουν την ατζέντα και να αποφύγουν να βρεθούν απολογούμενοι. Ακόμα, ερώτημα παραμένει το ποιοι και πόσοι βουλευτές της θα αναλάβουν να υπερασπιστούν το κυβερνητικό έργο, την ώρα που η πολύμηνη αφωνία δεκάδων εξ αυτών έχει αναδειχθεί ακόμα και από κυβερνητικά στελέχη και φιλοκυβερνητικό Τύπο. Βουλευτές που γνωρίζουν πως κρίνονται, τόσο από τον πρωθυπουργό, όσο και από το εκλογικό τους ακροατήριο.

Μομφή… στον Ανδρουλάκη

Πάντως, από τις πρώτες αντιδράσεις της Νέας Δημοκρατίας, άξια προσοχής είναι και αυτή προς το Κίνημα Αλλαγής, λίγη ώρα μετά την -πράγματι αμφίσημη- δήλωσή του πως το κόμμα του θα υπερψηφίσει την πρόταση μομφής, αλλά ταυτόχρονα θεωρεί αδιανόητο να γίνουν εκλογές κάτω από αυτές τις συνθήκες.

«Η θεωρία του κ. Μητσοτάκη ότι ηγείται μιας κυβέρνησης με τεχνοκρατική επάρκεια, δεν στέκει και αυτό απεδείχθη περίτρανα» ανέφερε κατά τη συνέντευξή του στο OPEN, μεταξύ άλλων, συμπληρώνοντας πως το ότι το κόμμα του θα στηρίξει την πρόταση μομφής «δεν σημαίνει ότι θα μπούμε στα μικροκομματικά παιγνίδια του κ. Τσίπρα».

«Ακούσαμε απόψε τον κ. Ανδρουλάκη, από τη μία να λέει ότι το ΚΙΝΑΛ υπερψηφίζει την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ κατά της κυβέρνησης και από την άλλη να υποστηρίζει ότι δεν είναι ώρα τώρα να γίνουν εκλογές. Το πώς συμβιβάζονται αυτά τα δύο μόνο ο ίδιος το ξέρει» αντέδρασε η Νέα Δημοκρατία με ανακοίνωση του γραφείου Τύπου, επιφυλάσσοντας μάλιστα μία μομφή για τις επιδιώξεις του νέου προέδρου του ΚΙΝΑΛ. «Τελικά η αυτόνομη πορεία αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολη όταν δεν μένει σύνθημα, αλλά πρέπει να αποδειχθεί στην πράξη» κατέληξε, σε μία ακόμα προσπάθεια -ωστόσο- να καταστήσει το ΚΙΝΑΛ συνομιλητή της.

Documento Newsletter