Με εντολή Μητσοτάκη αλλάζουν τώρα την εθνική πολιτική

Στα έξι ναυτικά μίλια αντί των δώδεκα τοποθετεί πλέον το όριο της ελληνικής κόκκινης γραμμής ο Γεραπετρίτης

Η δήλωση του επιτελάρχη του Μεγάρου Μαξίμου Γιώργου Γεραπετρίτη ότι «η εθνική κόκκινη γραμμή είναι τα έξι ναυτικά μίλια» ήρθε να επισφραγίσει την εθνική ταπείνωση από την παρατεταμένη παρουσία των τουρκικών ερευνητικών με τη συνοδεία του στολίσκου των πολεμικών σκαφών πρώτα υπεράνω της υφαλοκρηπίδας και μετά στα χωρικά ύδατα του Καστελόριζου.

Η δήλωση του Γ. Γεραπετρίτη έρχεται έπειτα από μια αλληλουχία εκπτώσεων και υποχωρήσεων και τελικά σηματοδοτεί την αναθεώρηση της εθνικής κόκκινης γραμμής στο όριο των έξι ναυτικών μιλίων, υιοθετώντας με τον τρόπο αυτό τη διαχρονική τουρκική απαίτηση.

Το ότι ο Γ. Γεραπετρίτης δεν απομακρύνθηκε και η δήλωσή του δεν ανασκευάστηκε δείχνει ότι δεν έγινε λάθος αλλά έχει την αποδοχή του πρωθυπουργού. Αλλωστε ο Γ. Γεραπετρίτης είναι νομικός –έστω όχι ειδικός στο διεθνές δίκαιο– και γνωρίζει τη βαρύτητα των διατυπώσεων. Ετσι όμως ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναθεωρεί το πάγιο δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής από το 1974, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα διατηρεί ακέραιο το δικαίωμα που της παρέχει το διεθνές δίκαιο να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα δώδεκα ναυτικά μίλια. Φυσικά μέχρι τώρα όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις απέφυγαν να ασκήσουν το δικαίωμα λόγω του casus belli της Τουρκίας. Ωστόσο είναι η πρώτη φορά που ελληνική κυβέρνηση απεμπολεί τη δυνητική επέκταση των χωρικών υδάτων στα δώδεκα ναυτικά μίλια, βάζοντας την κόκκινη γραμμή στα έξι.

Η δήλωση είναι πράγματι αψυχολόγητη, αφού και μόνο για διαπραγματευτικούς λόγους ενόψει της επίσημης έναρξης διαπραγματεύσεων η Αθήνα θα έπρεπε να επιμένει στο δικαίωμα που της δίνει το διεθνές δίκαιο. Εστω και εάν στο τέλος καταλήξει σε κάποιον συμβιβασμό για το Αιγαίο. Στο πλαίσιο της αναθεωρητικής πολιτικής του Κυρ. Μητσοτάκη εντάσσεται και ο διορισμός του Θάνου Ντόκου στη θέση του συμβούλου εθνικής ασφαλείας, ο οποίος έχει διατυπώσει δημόσια τη θέση για τη συνεκμετάλλευση στο Αιγαίου – φυσικά υπό όρους και σε κάποιον ορίζοντα. Τις εξελίξεις αυτές χρεώνεται εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά η κυβέρνηση, αφού μέχρι τώρα έχει αποφύγει ακόμη και να συγκαλέσει συμβούλιο πολιτικών αρχηγών για να διαμορφωθεί κοινή εθνική γραμμή. Η εθνική ταπείνωση συμπληρώνεται και από την παταγώδη αποτυχία του πρωθυπουργού στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ καθώς δεν κατάφερε να αποσπάσει κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας. Παρότι η Τουρκία έβγαλε εκ νέου το «Ορούτς Ρέις» δέκα ημέρες μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 2ας Οκτωβρίου, στην προχθεσινή σύνοδο στις Βρυξέλλες δεν έγινε καμιά αναφορά σε κυρώσεις.

Δυσαρέσκεια όμως και αντιδράσεις υπάρχουν και στο κόμμα, κυρίως από τη σαμαρική πτέρυγα. Συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού έλεγε ότι «η δήλωση του Γ. Γεραπετρίτη είναι λάθος, στέλνει λάθος μηνύματα στην άλλη πλευρά, θα χρησιμοποιηθεί εναντίον της χώρας και στην ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση αλλά και στο ενδεχόμενο διεθνούς διαιτησίας».

Σημειώνουν ακόμη ότι δεν είναι η συγκυρία για να δημιουργηθεί πρόβλημα στον πρωθυπουργό για τον συνεργάτη του –άλλωστε ήταν σε εξέλιξη και η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ–, ωστόσο «το λάθος πρέπει να διορθωθεί πλήρως και όχι με μισόλογα, να διορθωθεί αμέσως γιατί διαφορετικά η χώρα θα το βρει μπροστά της». Φυσικά γνωρίζουν ότι δεν είναι θέση μόνο του Γ. Γεραπετρίτη αλλά και του πρωθυπουργού και του στέλνουν μήνυμα να αλλάξει τακτική.

Κατάληξη σειράς επιθετικών ενεργειών

Η έμπρακτη πλέον από την Τουρκία αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στο Καστελόριζο είναι η κατάληξη μιας σειράς επιθετικών ενεργειών της Τουρκίας και αντίστοιχων υποχωρήσεων της ελληνικής κυβέρνησης.

Η αρχή έγινε όταν η Αγκυρα έστειλε για πρώτη φορά το «Ορούτς Ρέις» στα ύδατα νοτιοανατολικά της Κρήτης και η Αθήνα το ανέχτηκε λέγοντας ότι «το παρέσυρε ο αέρας» προκειμένου να δικαιολογήσει την υποχώρηση στην εσωτερική κοινή γνώμη. Η Τουρκία προαναγγέλλει τις κινήσεις της και δοκιμάζει τα όρια και την αποφασιστικότητα της Αθήνας. Οσο βλέπει ότι η Αθήνα δεν αντιδρά δυναμικά κάνει το επόμενο βήμα.

Μετά την Κρήτη η επόμενη κίνησή της ήταν να στείλει το «Oρούτς Ρέις» στα χωρικά ύδατα υπεράνω της υφαλοκρηπίδας του Καστελόριζου. Η δήλωση τότε του Αλέξανδρου Διακόπουλου, συμβούλου εθνικής ασφαλείας του πρωθυπουργού, ότι είχε παραβιαστεί η ελληνική κυριαρχία έσβησε τις ψευδαισθήσεις που καλλιεργούσε η κυβερνητική προπαγάνδα. Αφού απέσυρε το «Ορούτς Ρέις» για μερικές ημέρες προκειμένου να δείξει καλό προφίλ στους Ευρωπαίους, ο Ερντογάν το ξαναέστειλε αυτήν τη φορά στα ελληνικά χωρικά ύδατα των δώδεκα μιλίων. Και μόνο όμως η εικόνα του τουρκικού ερευνητικού με τη συνοδεία πολεμικών να κάνουν πλόες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και στα όρια των χωρικών υδάτων συνιστά ταπείνωση για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Παράλληλα ο Ερντογάν αύξησε την πίεση και στο μέτωπο της Κύπρου όχι μόνο με τις έρευνες στην ΑΟΖ αλλά και με το άνοιγμα των Βαρωσίων, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης έχει αφήσει μόνη της την Κύπρο και έχει διαχωρίσει τα ελληνοτουρκικά από το κυπριακό.

Ο Ερντογάν ανατρέπει την ελληνική στρατηγική

Η επίσπευση και κλιμάκωση από την πλευρά του Ερντογάν ανατρέπει τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Σύμφωνα με τη στρατηγική αυτή, η ελληνική κυβέρνηση δέχεται ή και πιέζει για ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις υπό την προϋπόθεση της αποκλιμάκωσης. Παράλληλα, για εσωτερική κατανάλωση η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει ότι συζητά μόνο την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών. Φυσικά από τη στιγμή που θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις η Τουρκία θα ανοίξει όλη την ατζέντα των διεκδικήσεων και αμφισβητήσεων.

Η πρόβλεψη του επιτελείου του Μεγάρου Μαξίμου ήταν ότι οι διαπραγματεύσεις θα μακρύνουν, θα περάσουν πολλά στάδια και θα μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα, ίσως και χρόνια, μέχρι να καταλήξουν ή να ναυαγήσουν. Μέχρι τότε θα υπάρχει ικανό χρονικό διάστημα για να διαμορφωθούν ισορροπίες στο εσωτερικό της χώρας για έναν «επώδυνο αλλά αναγκαίο συμβιβασμό» και να προετοιμαστεί ανάλογα και η κοινή γνώμη να το δεχτεί. Αλλωστε μπορεί να μην είναι καν στην εξουσία η ίδια κυβέρνηση.

Μόνο που ο Ερντογάν δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένος να μπει σε αυτήν τη μακρόσυρτη διαδικασία. Κάπου εδώ εξαντλείται και η κοντόθωρη τακτική του κυβερνητικού επιτελείου. Ο Κυρ. Μητσοτάκης πιέζεται να μπει σε έναν διάλογο εφ’ όλης της ύλης που θα έχει βραχύ ορίζοντα και θα καταλήξει σε υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς. Κάτι που το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αντέξει, ενώ πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι η πατριωτική πτέρυγα της ΝΔ θα αντιδράσει μέχρι και με αποχώρηση.

Ετικέτες