Με ανοιχτές πληγές οι εκεχειρία στη Γάζα – Οι πρώτες ημέρες διακυβέρνησης Τραμπ και ο σπόρος του διχασμού

Με ανοιχτές πληγές οι εκεχειρία στη Γάζα – Οι πρώτες ημέρες διακυβέρνησης Τραμπ και ο σπόρος του διχασμού
Παλαιστίνιοι στα συντρίμμια έπειτα από αεροπορική επίθεση του Ισραήλ, την ώρα που η εκεχειρία ήταν θέμα ωρών. Οι κινήσεις αυτές του Τελ Αβίβ δείχνουν πως ο δρόμος για την ειρήνευση μόνο ομαλός δεν θα είναι

Η σφαγή των Παλαιστινίων στη Γάζα, οι πολιτικές εκτοπισμού, ξεριζωμού και αφανισμού, οι εποικισμοί, τα πογκρόμ, τα βασανιστήρια σε κέντρα κράτησης, οι εξευτελισμοί αποτελούν καθημερινότητα στα παλαιστινιακά εδάφη από τον Οκτώβριο του 2023, όμως επί σχεδόν ενάμιση χρόνο όλα συνεχίζονται αδιάκοπα. Μπορεί επισήμως το Ισραήλ και η κυβέρνησή του να έχουν υποστεί διπλωματικές ήττες στους κόλπους του ΟΗΕ –όχι ολοκληρωτικές λόγω παρεμβάσεων των ΗΠΑ– τόσο με την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ) όσο και με τα εντάλματα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) ακριβώς γιατί τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει είναι αμέτρητα, όμως στο πεδίο δεν υπήρξε ουσιαστικά καμία θετική αλλαγή. Ισα ίσα που σε καθεμία από τις περίπου 470 μέρες που έχουν περάσει η κατάσταση για τους Παλαιστίνιους διαρκώς χειροτέρευε.

Ολες οι προσπάθειες και οι πιέσεις από τις ΗΠΑ και τη διεθνή κοινότητα ώστε να μπει ένα (έστω προσωρινό) τέλος στην εκτεταμένη σφαγή των αμάχων στη Γάζα, την ώρα μάλιστα που εξαρχής ήταν δεδομένο ότι μια στρατιωτική νίκη κατά της Χαμάς δεν μπορεί να επιτευχθεί, αποτύγχαναν η μια μετά την άλλη.

Σε όλες τις περιπτώσεις και παρά τα ψηφίσματα ή τις υπόλοιπες κινήσεις σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο για να επιβιώσει πολιτικά αλλά και για να ικανοποιήσει τους ακροδεξιούς κυβερνητικούς εταίρους του, ώστε να μην πέσει η κυβέρνηση και ανοίξει έτσι παράθυρο να συρθεί στα δικαστήρια για τις υποθέσεις διαφθοράς στις οποίες εμπλέκεται. Ηταν αυτός που έκανε πίσω ή είχε υπερβολικές απαιτήσεις της τελευταίας στιγμής ή άλλαζε τους όρους και μετά κατηγορούσε τη Χαμάς ότι δεν δέχεται τη συμφωνία.

Οι ισορροπίες στην κυβέρνηση του Ισραήλ άλλαξαν πρόσφατα όταν το κόμμα του πρώην αντιπάλου του Νετανιάχου Γκίντεον Σάαρ –πήρε το υπουργείο Εξωτερικών τον Νοέμβριο– μπήκε στην κυβέρνηση συνεργασίας, καθιστώντας αχρείαστη τη στήριξη της ακροδεξιάς των Μπεν Γκβιρ και Σμότριτς στον Νετανιάχου για την πολιτική του επιβίωση, αφού θα μπορεί να κυβερνήσει και με κυβέρνηση μειοψηφίας.

Τα μέτωπα

Είναι γεγονός ότι το μέτωπο της Γάζας, το πρώτο που άνοιξε ουσιαστικά, είναι και το μόνο που πραγματικά παρέμεινε πλήρως ανοιχτό μέσα σε αυτούς τους 15 μήνες. Ο Νετανιάχου άνοιξε και έκλεισε σχετικά γρήγορα το μέτωπο με τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο, παρότι συνεχίζει να διατηρεί δυνάμεις εκεί και να πλήττει πιο αραιά θέσεις της σιιτικής οργάνωσης. Στη Συρία τον πρόλαβαν τα γεγονότα. Με το Ιράν οι εντάσεις εντέλει κάπως έχουν καμφθεί, ενώ το ίδιο ισχύει και με τους Χούθι στην Υεμένη, παρότι ανά τακτά χρονικά διαστήματα ανταλλάσσουν πλήγματα.

Το γεγονός ότι με την ξεκάθαρη υποστήριξη των ΗΠΑ –παρά τις εντάσεις με την κυβέρνηση Μπάιντεν– ο Νετανιάχου στην ουσία έσπασε την αλυσίδα του «άξονα της αντίστασης» και περιόρισε το δίκτυο που είχε στήσει το Ιράν όλα τα προηγούμενα χρόνια δημιούργησε τη συνθήκη ώστε η προσοχή να στραφεί πάλι στη Γάζα. Οι τελευταίες εξελίξεις και η γενικευμένη ευφορία για συμφωνία εκεχειρίας, που στην ουσία είναι ολόιδια με αυτήν που απέρριπτε ο Νετανιάχου όλο το προηγούμενο διάστημα, είναι αποτελέσματα όχι μόνο αυτού του γεγονότος, αλλά κυρίως τού ότι έπειτα από περίπου ενάμιση χρόνο αλλάζει η κυβέρνηση των ΗΠΑ και στη θέση του Τζο Μπάιντεν έρχεται με ορμή ο Ντόναλντ Τραμπ, μαζί με τους δισεκατομμυριούχους επιχειρηματίες-πολιτικούς του.

Η τελευταία σοβαρή προσπάθεια πριν από την ορκωμοσία Τραμπ για να κλείσει άμεσα το θέμα της σφαγής στη Γάζα με εκεχειρία και ανταλλαγή των εναπομεινάντων ομήρων με Παλαιστίνιους κρατούμενους φέρει τη σφραγίδα συνολικά της αμερικανικής ηγεσίας. Παρά το γεγονός ότι ο απερχόμενος πρόεδρος και ο Τραμπ ερίζουν για το ποιος κατάφερε να πείσει τον Νετανιάχου να μετακινηθεί πιο κοντά στο να φέρει προς έγκριση τη συμφωνία στο υπουργικό συμβούλιο, η πραγματικότητα –βάσει πολλών ρεπορτάζ αμερικανικών και όχι μόνο Μέσων– είναι ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν χρησιμοποίησε τον επιχειρηματία Στίβεν Γουίτκοφ και εκλεκτό του Τραμπ για τη Μέση Ανατολή ως απεσταλμένο. Η προσέγγισή του, ένα μείγμα αδιαφορίας για επισημότητες μαζί με συγκαλυμμένες απειλές που ξεφεύγουν από τα διπλωματικά ήθη κι έθιμα –εκτιμάται ότι αποτελεί και πρόγευση για το τι μέλλει γενέσθαι συνολικά στη διεθνή πολιτική και τη διπλωματία τα επόμενα τέσσερα χρόνια–, ήταν μάλλον αποδοτική απέναντι στον Νετανιάχου.

Ο παράγοντας Τραμπ

Με τη συμφωνία να έχει πλέον κλείσει και όλες τις πλευρές να ετοιμάζονται για την εφαρμογή της ακόμη και από σήμερα, οι εξελίξεις των πρώτων ημερών της διακυβέρνησης Τραμπ αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο ως προς την εικόνα της Μέσης Ανατολής για τα επόμενα χρόνια. Η συμφωνία σε περίπτωση που εφαρμοστεί κατά γράμμα θα είναι χρονοβόρα και γι’ αυτό εύθραυστη διαδικασία. Συγκεκριμένα, προβλέπει κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας για έξι εβδομάδες, κατά την οποία οι ισραηλινές δυνάμεις θα αποσυρθούν σταδιακά από τις κεντρικές περιοχές του θύλακα και οι εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι θα επιστρέψουν στη βόρεια Γάζα. Σε αυτή την πρώτη φάση θα απελευθερώνονται τουλάχιστον τρεις όμηροι κάθε εβδομάδα και συνολικά θα πρέπει να απελευθερωθούν 33, στους οποίους περιλαμβάνονται όλες οι γυναίκες, τα παιδιά και οι άνδρες άνω των 50 ετών. Την ίδια περίοδο το Ισραήλ θα απελευθερώνει 30 Παλαιστίνιους κρατούμενους για κάθε πολίτη όμηρο και 50 για κάθε γυναίκα στρατιώτη και θα απελευθερώσει όλες τις Παλαιστίνιες και τα παιδιά κάτω των 19 ετών που κρατούνται σε ισραηλινές φυλακές μετά την 7η Οκτωβρίου 2023. Η συμφωνία προβλέπει επίσης ότι καθημερινά θα εισέρχονται στη Λωρίδα της Γάζας 600 φορτηγά που θα μεταφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια. Τα 50 από αυτά θα εφοδιάζουν τον θύλακα με καύσιμα και τα 300 θα πηγαίνουν στη βόρεια Γάζα.

Ολα αυτά, όπως και στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη φάση της συμφωνίας (απελευθέρωση των υπόλοιπων ομήρων, μόνιμη κατάπαυση του πυρός, αποχώρηση συνολικά των ισραηλινών δυνάμεων κ.λπ.), που θα ξεκινήσουν ύστερα από 16 μέρες εφαρμογής της συμφωνίας, θα παρακολουθούνται στενά από το Κατάρ, την Αίγυπτο και τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ ως εγγυητές. Στην τρίτη φάση προβλέπεται η ανοικοδόμηση της Γάζας.

Σε αυτό το πλαίσιο αξίζει να τονιστεί ότι οι ισραηλινές δυνάμεις, από την Τρίτη που έγινε γνωστό πως η συμφωνία ήταν θέμα ωρών μέχρι και τη στιγμή που η συμφωνία πήγε προς ψήφιση στο υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ, συνέχισαν να πλήττουν αμάχους στη Γάζα που πανηγύριζαν για την εκεχειρία. Συνολικά πάνω από 100 άτομα έχασαν τη ζωή τους σε δύο 24ωρα. Η κίνηση αυτή δεν προμηνύει ότι η διαδικασία θα είναι ομαλή, όμως αυτό μένει να φανεί, γιατί σχεδόν σίγουρα τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι ισραηλινές εταιρείες θέλουν να έρθει η… πολυπόθητη τρίτη φάση της εκεχειρίας, «να ανοίξουν οι δουλειές» και να διαμορφώσουν όπως επιθυμούν και χωρίς τη σκιά της Χαμάς την ολοκληρωτικά κατεστραμμένη Γάζα.

 

Γρίφος η επόμενη μέρα στον Λίβανο

Η Χεζμπολάχ, η οικονομική κρίση και ο νέος πρόεδρος της χώρας

Ο νέος πρόεδρος του Λιβάνου Ζοζέφ Αούν. Η Χεζμπολάχ συμφώνησε στην εκλογή του αμερικανόφιλου πρώην στρατιωτικού στη θέση του προέδρου, αλλά διαφώνησε με την επιλογή του για την πρωθυπουργία

 

Η πυραμίδα ηγεσίας της που εδώ και περίπου 30 χρόνια τής έδινε την επιρροή που είχε κυρίως εκτός του Λιβάνου δεν υπάρχει πια. Το οπλοστάσιό της έχει μειωθεί σημαντικά λόγω χρήσης αλλά και εξαιτίας των πληγμάτων των Ισραηλινών, ενώ η άμεση σύνδεση με Τεχεράνη έχει πρακτικά διακοπεί μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία. Η Χεζμπολάχ, για δεκαετίες βασικός παίκτης στην πολιτική ζωή του Λιβάνου, με βαθιά κοινωνικά ερείσματα καθώς εκπροσωπεί ουσιαστικά όλη την κοινότητα των σιιτών, δηλαδή περίπου του 32% του πληθυσμού, μετά την εκεχειρία με το Ισραήλ που επετεύχθη –τηρείται ουσιαστικά μόνο από την πλευρά της καθώς οι ισραηλινές δυνάμεις συνεχίζουν να πλήττουν θέσεις της αν θεωρήσουν ότι υπάρχει κίνδυνος–, βρίσκεται θεωρητικά σε δυσχερή θέση.

Το μισό ναι

Οπως όμως καταδεικνύουν οι κινήσεις της στη νέα εποχή της πολιτικής ζωής της χώρας, που ξεκίνησε μετά την εκεχειρία και βασίζεται στο ψήφισμα 1701 του ΟΗΕ με στόχο την επιστροφή στην κανονικότητα, η προσπάθεια αποδυνάμωσής της που επιχειρείται πλέον και από τους εσωτερικούς πολιτικούς αντιπάλους της δεν είναι κάτι απλό. Κι αυτό επειδή το σύστημα εκπροσώπησης στον Λίβανο βασίζεται όχι μόνο στην πολιτική θέση των κομμάτων, αλλά και στην αναλογικότητα αντιπροσώπευσης των διαφορετικών εθνοθρησκευτικών κοινοτήτων. Είναι ενδεικτικό ότι η Χεζμπολάχ ναι μεν συμφώνησε στην εκλογή του αμερικανόφιλου πρώην στρατιωτικού Ζοζέφ Αούν στη θέση του προέδρου της χώρας, όμως δεν στήριξε την επιλογή του να χρίσει πρωθυπουργό τον πρώην δικαστή του Διεθνούς Δικαστηρίου του OHE (ΔΔΧ) Ναουάφ Σαλάμ και να του δώσει και εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.

Ο Αούν ήταν επί χρόνια επικριτής της πολιτικής της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και στην ευρύτερη περιοχή, ενώ η επιλογή του δεν ήταν αυτή που η νέα ηγεσία της σιιτικής οργάνωσης και του αδερφού της πολιτικού κινήματος Αμάλ πίστευε ότι είχε διασφαλίσει στηρίζοντάς τον. Η Χεζμπολάχ ήθελε να συνεχίσει τη θητεία του ο απερχόμενος πρωθυπουργός Νατζίμπ Μικάτι. Ομως ο Σαλάμ έλαβε την υποστήριξη 84 βουλευτών σε σύνολο 128, με βουλευτές των κοινοτήτων των χριστιανών, των Δρούζων και των σουνιτών να τον στηρίζουν. Οι βουλευτές αυτοί προέρχονται από κόμματα που είναι και σύμμαχοι αλλά και αντίπαλοι της Χεζμπολάχ και του Αμάλ.

Σπόρος νέου διχασμού

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή, ανεξάρτητα από το εάν τελικά ο Σαλάμ θα καταφέρει να κάμψει τις αντιστάσεις της Χεζμπολάχ και του Αμάλ και να σχηματίσει τελικά κυβέρνηση, έργο εξαιρετικά δύσκολο στον Λίβανο, αποτελεί έναν σπόρο που επαναφέρει το ενδεχόμενο να υπάρξει νέος διχασμός σε μια χώρα που έχει υποφέρει πολύ και επί μακρόν από εμφύλιες συρράξεις. Αυτό βέβαια καταδεικνύει ότι η Χεζμπολάχ, παρά την κατάσταση που διαμορφώνεται εναντίον της, συνεχίζει να αποτελεί υπολογίσιμη δύναμη και η νέα ηγεσία της το γνωρίζει.

Βέβαια, η κατάσταση στη χώρα είναι πραγματικά αποκαρδιωτική και είναι εξαιρετικά πιθανό οι όποιες εντάσεις εξ ανάγκης να μην εκφραστούν άμεσα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το κόστος του πολέμου του Ισραήλ κατά της Χεζμπολάχ που βαραίνει τον Λίβανο ανέρχεται σε περίπου 8 δισ. δολάρια. Η ζημιά αυτή, τόσο σε υποδομές όσο και σε οικονομικές επιπτώσεις, «πατάει» στο έδαφος της οικονομικής κρίσης στην οποία βρίσκεται η χώρα εδώ και χρόνια, με το πάγωμα των καταθέσεων από την κατάρρευση των τραπεζών το 2019 και την τεράστια καταστροφή στο λιμάνι της Βηρυτού το 2020 από την έκρηξη που προκλήθηκε από τόνους νιτρικής αμμωνίας.

Διαβάστε επίσης

Τελεσίγραφο Νετανιάχου για τους ομήρους: Προσωρινή η κατάπαυση πυρός – Πώς θα εφαρμοστεί η πρώτη φάση της συμφωνίας 

Από το σαβουάρ βιβρ στο «Φωτιά και τσεκούρι» – Την Κυριακή στο Documento

Αιματηρή επίθεση στο Τελ Αβίβ: Η στιγμή που ο 19χρονος ορμά με μαχαίρι σε πελάτες εστιατορίου (Video)

Ιράν: Αποκαλύπτει υπόγεια ναυτική βάση 500 μέτρα κάτω από τη γη με εκατοντάδες σκάφη (Video)

Καταφτάνει νέο κύμα κακοκαιρίας με κρύο – Οι αλλαγές μετά τις 25 Ιανουαρίου

Ετικέτες

Documento Newsletter