Επί 55 χρόνια θα απομυζά τον κρατικό προϋπολογισμό με 4,5 δισ. ευρώ ετησίως η εφαρμογή της πρότασης Μητσοτάκη και άλλων κορυφαίων στελεχών της ΝΔ για ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης.
Πρόκειται για πρόταση που τινάζει στον αέρα τον κρατικό προϋπολογισμό και παράλληλα στέλνοντας τους νέους ασφαλισμένους στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες καθιστά αβέβαιη την εξασφάλιση της επικουρικής σύνταξής τους, καθώς αυτή ουσιαστικά μετατρέπεται σε «επένδυση». Σύμφωνα με τις υφιστάμενες ευρωπαϊκές οδηγίες για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (MiFID I και II) κάθε «επένδυση» εμπεριέχει διαφορετικά επίπεδα ρίσκου για τα οποία ο ασφαλιζόμενος – επενδυτής πρέπει να είναι ενημερωμένος αλλά και σε θέση να αντιληφθεί και να εγκρίνει το μέγεθος του ρίσκου.
Τώρα πώς όλα αυτά εξασφαλίζονται από την πρόταση της ΝΔ είναι μεγάλο ερώτημα, καθώς το σχέδιο δημοσιοποιείται σε δόσεις.
Η μελέτη που διαφωτίζει
Ας δούμε τα στοιχεία από μελέτη τεχνοκρατών που έγινε για λογαριασμό του ΕΦΚΑ και του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:
01 Σύμφωνα με την πρόταση της ΝΔ όλοι οι νέοι εργαζόμενοι αποκτούν προσωπικούς ατομικούς λογαριασμούς που αντικαθιστούν τις σημερινές επικουρικές συντάξεις. Θα συνεχίσουν να καταβάλλουν 7% επί του μεικτού μισθού ως «επένδυση» στον ατομικό τους λογαριασμό. Αρα σταματάει η χρηματοδότηση του ΕΤΕΑΕΠ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης – Εφάπαξ Παροχών).
02 Σήμερα το ΕΤΕΑΕΠ έχει 1,2 εκατ. συνταξιούχους, 2,8 εκατ. ασφαλισμένους, ετήσιο κόστος παροχών 2,8 δισ. ευρώ και εισπράττει περίπου 3 δισ. ευρώ εισφορές ετησίως. Με την πρόταση της ΝΔ όλοι οι νέοι ασφαλισμένοι θα ασφαλίζονται στο νέο σύστημα των ατομικών κεφαλαιοποιητικών λογαριασμών.
03 Οι όμως παλαιοί έχουν πρέπει καταβάλει ασφαλισμένοι να πληρώνο- στο παρελθόν στο επικουρικό τους τις νόμιμες εισφορές τους. Σύμφωνα με τους θιασώτες της ιδιωτικής επικούρησης ο κρατικός προϋπολογισμός θα καλύψει το κενό. Το κόστος αυτό ανέρχεται σε 55 δισ. ευρώ και περιλαμβάνει 30 δισ. ευρώ για να καλυφθεί η δαπάνη των παροχών για τους νυν συνταξιούχους (20-25 έτη με φθίνουσα τη δαπάνη από 2,8 δισ. ευρώ σε μηδενική όταν δεν θα καταβάλλονται παροχές σε κανέναν νυν συνταξιούχο και χήρα/χήρο) και 25 δισ. ευρώ σε βάθος 40-50 ετών, δηλαδή ώσπου να λάβει την τελευταία παροχή από τα δικαιώματα που έχει δημιουργήσει έως σήμερα και ο τελευταίος νυν ασφαλισμένος.
04 Όμως αυτοί είναι οι συντηρητικοί, οι ελάχιστοι υπολογισμοί. Η πρόταση της ΝΔ έχει διατυπωθεί με πολλές εκδοχές και με διαφορετικές παρεμβάσεις από τους αρμόδιους τομεάρχες και με πολύ μεγαλύτερα κόστη. Αν η πρόταση υλοποιηθεί όπως έχει παρουσιαστεί από τον Γιάννη Βρούτση και τον Νότη Μηταράκη, με σταδιακή μετατροπή του συστήματος για την ανταποδοτική σύνταξη από αναδιανεμητικό προσδιορισμένης παροχής σε διανεμητικό νοητής κεφαλαιοποίησης, το κόστος εκτιμάται σε 100 με 120 δισ. ευρώ μόνο για την ανταποδοτική κύρια σύνταξη. Συγκεκριμένα, με μείωση των εισφορών κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες και εφαρμογή της νοητής κεφαλαιοποίησης εκτιμάται ένα επιπλέον ετήσιο κόστος έως το 2050 κατά μέσο όρο ίσο με 1,6-1,8% του ΑΕΠ – με ΑΕΠ σε σταθερές τιμές γύρω στα 250 δισ. ευρώ συνεπάγεται ετήσιο κόστος 4-4,5 δισ. ευρώ. Ενώ το κόστος μετάβασης εξαλείφεται σε σχέση με την αναλογιστική προβολή του 2018 μετά το 2052.
Δεν θα πρέπει βεβαίως να αγνοηθεί το παράδειγμα του αμερικανικού κολοσσού AIG, που όταν κατέρρευσε λόγω των subprimes (των παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων με βάση τα στεγαστικά δάνεια στις ΗΠΑ), επειδή υπό την ομπρέλα του ήταν χιλιάδες ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία που κάλυπταν εκατομμύρια Αμερικανούς εργαζόμενους, το κράτος αναγκάστηκε να τον ανακεφαλαιοποιήσει με πολλά δισ. δολάρια. Επίσης και η περίπτωση της ημεδαπής ασφαλιστικής Ασπίς Πρόνοια είναι ιδιαιτέρως διδακτική.
Η συνολική πρόταση της ΝΔ
Πολύ ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και τα τελικά συμπεράσματα της προαναφερθείσας μελέτης. Ειδικότερα υποστηρίζεται: «Η πρόταση της ΝΔ για να υλοποιηθεί στο σύνολό της (μειωμένες εισφορές 15%, νοητή κεφαλαιοποίηση στην κύρια σύνταξη και κεφαλαιοποιητικό σύστημα προσδιορισμένης εισφοράς στην επικούρηση) απαιτεί μια τεράστια μακροπρόθεσμη κρατική χρηματοδότηση περίπου 160-170 δισ. ευρώ σε μια περίοδο που υπάρχουν συγκεκριμένοι δημοσιονομικοί στόχοι για πλεονάσματα και η επίδραση από τη δημογραφική γήρανση θα κορυφώνεται, με τις δαπάνες για άλλους τομείς όπως η υγεία και η μακροχρόνια φροντίδα να αυξάνονται, και τα έσοδα των εισφορών να μειώνονται αφού οι ασφαλισμένοι θα μειώνονται παράλληλα.
Για να καλυφθεί το κόστος υλοποίησής της θα απαιτηθεί να διατηρηθεί η κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων στα σημερινά επίπεδα και ουσιαστικά έμμεσα θα μεταφέρει τα βάρη από τους εργοδότες στον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ για την κάλυψή τους μακροπρόθεσμα θα απαιτηθεί να διατηρηθούν τα φορολογικά έσοδα υψηλά και έτσι πάλι τα βάρη θα μεταφερθούν στη νέα γενιά, αφού μέσω της φορολογίας θα πρέπει να καλυφθεί το κόστος της μετάβασης, δηλαδή οι νέοι θα πρέπει να πληρώνουν για τον δικό τους ατομικό λογαριασμό και για την κάλυψη του κόστους μετάβασης (transition cost).
Τέλος, αν υιοθετηθεί η πρόταση της ΝΔ, το υψηλό δημοσιονομικό κόστος που έχει θα κάνει απαγορευτική τη μη εφαρμογή του μέτρου της περικοπής της προσωπικής διαφοράς τα επόμενα έτη, θα στερήσει πόρους από την ανάπτυξη και θα απορροφήσει ουσιαστικά όλο το θετικό αποτέλεσμα της αύξησης της απασχόλησης για τη χρηματοδότηση των συντάξεων».