Μάρθα Φριντζήλα – Ελένη Κοκκίδου: «Να πέσουμε στη ζωή και τον έρωτα με τα μούτρα»

Στο Θέατρο του Νέου Κόσμου οι δύο γυναίκες βυθίζονται στα ποιήματα και την αλληλογραφία γνωστών και άγνωστων ανθρώπων.

Με αφετηρία τα τραγούδια που τις σημάδεψαν, από το «Καροτσέρη, καροτσέρη» μέχρι πιο πονεμένα ρεμπέτικα, η Ελένη Κοκκίδου θέλει να τα πει όλα πάνω στη σκηνή. Και η Μάρθα Φριντζήλα δεν θα μπορούσε να μας περιγράψει καλύτερα την ατμόσφαιρα αυτής της παράστασης. «Θέλουμε οι άνθρωποι να πάνε στο σπίτι τους, να κάνουν έρωτα με τις γυναίκες και τους άντρες τους, να είναι πολύ ευτυχισμένοι, να κάνουν δώρα ο έναν στον άλλο, να πιούνε κρασιά, να κλάψουν πάρα πολύ και να γράψουν στο ημερολόγιό τους τι ήταν αυτό που έπαθα σήμερα. Με λίγα λόγια να μείνουν ζωντανοί».

Μια δουλειά που επιχειρεί να συνθέσει όλα τα στοιχεία του θεάτρου. Κείμενα που γεννούν τραγούδια και τραγούδια που γεννούν κείμενα. «Είναι μια μουσική παράσταση. Εγώ την αποκαλώ περφόρμανς. Υπάρχει διάχυτη η αίσθηση ελευθερίας, αναρχίας· δεν είναι ένα συγκεκριμένο έργο. Σαν να βλέπεις όλα τα συστατικά του θεάτρου μαζί. Στήσαμε μόνες μας μια ολόκληρη ιστορία από το πουθενά» εξηγεί η Ελένη Κοκκίδου.

Οταν τα λόγια δεν αρκούν…

Τα κείμενά τους εμπνέονται από την αλληλογραφία, τα ποιήματα και τις συνεντεύξεις σημαντικών αλλά και καθημερινών ανθρώπων. «Θέλαμε να παρουσιάσουμε και τις δύο πλευρές. Η αρχική μας ιδέα ήταν ότι το θέατρο εμπεριέχει πολλά στοιχεία μαζί. Οτι το τραγούδι είναι και αυτό θεατρική πράξη, σαν προέκταση του πεζού λόγου. Οταν δεν μας φτάνουν τα λόγια, καταφεύγουμε στο τραγούδι. Πόσες φορές δεν έχουμε σκεφτεί “δεν μπορώ να το πω αυτό και θα το τραγουδήσω γιατί τα λόγια δεν μου φτάνουν”» προσθέτει.

Μετά το τέλος της πρόβας τους στο καφέ του Θεάτρου του Νέου Κόσμου μας μιλάνε για τον έρωτα και τις μνήμες, για την ανάγκη εξομολογήσεων που δεν περιορίζονται σε αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Διαρκώς γελούν, κοιτάζονται, διακόπτουν η μία την άλλη. Σαν να βρίσκονται ακόμη πάνω στη σκηνή. «Είναι τραγούδια που μας αρέσουν. Τα διαλέξαμε σε σχέση με τα κείμενα, αλλά κυρίως σε σχέση με το συναίσθημα που μας δημιουργούν. Συνήθως στις μουσικές παραστάσεις οι συντελεστές βρίσκουν μια ιστορία για να ενώσουν τα τραγούδια. Σε αυτή την παράσταση όμως είναι όλα ένα. Δεν χρησιμοποιούμε στοιχεία για να δέσουν μεταξύ τους. Ο άνθρωπος είναι απ’ όλα. Μιλάει, τραγουδάει, χορεύει, κλαίει, όλα είναι το ίδιο».

Σε αυτούς τους ζόρικους καιρούς και οι δύο αναζητούν την ομορφιά και τη μαγεία που κρύβεται στην τέχνη και αυτό το υποστηρίζουν με όλες τους τις δυνάμεις. «Ο κόσμος πηγαίνει στο θέατρο. Ακριβώς επειδή είναι ζορισμένος. Το θέατρο είναι ένας τόπος στον οποίο ο καλλιτέχνης αυτοπροσδιορίζεται και με αυτό τον τρόπο αναπροσδιορίζεται και ο θεατής. Και ο ίδιος αλλάζει ύστερα από αυτό που είδε, ένιωσε, άκουσε και σκέφτηκε. Αυτό δεν θα σταματήσει. Οι εποχές βέβαια αλλάζουν, το θέατρο αλλάζει, οι νεότεροι αναζητούν καινούργιους τρόπους, μορφές και φόρμες. Ενα ταξίδι που δεν τελειώνει ποτέ. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να εκφραστούν. Τα θέατρα διπλασιάστηκαν με την κρίση και αυτό είναι καταπληκτικό. Η αντίσταση είναι μία φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπου» λέει η Ελένη Κοκκίδου, ενώ η Μάρθα Φριντζήλα προσθέτει: «Ειδικά σε περιόδους ασχήμιας πρέπει να προτείνουμε την ομορφιά. Για τον πόνο μιλούν και οι ποιητές, για την απώλεια, για τη φτώχεια και τη μνήμη. Αλλά μέσω της ποίησης και όχι μέσω των κατασκευασμένων εικόνων. Για να καταλάβει κάποιος πόσο άσχημο είναι αυτό που ζούμε, πρέπει να καταλάβει πόσο όμορφο είναι το θέατρο».

Οχι άλλη ψυχανάλυση

Ενα από τα πιο έντονα συναισθήματα που γεννάει αυτή η παράσταση είναι η ανάγκη της εξομολόγησης. «Είναι σημαντικό να ακούσουμε ότι οι άνθρωποι γράφουν κείμενα, γράφουν για την αγάπη τους και δεν περιμένουν να την καταλάβουν οι άλλοι από μόνοι τους. Μας έχει διαλύσει η ψυχανάλυση. Γι’ αυτό και η Ελένη τα λέει όλα. Βουτάει το κεφάλι μέσα, κάνει ένα μακροβούτι με ανοιχτά τα μάτια και μετά βγαίνει στην επιφάνεια για να μιλήσει και να μην πνιγεί. Αυτό πρέπει να κάνουμε και εμείς» μας προτρέπει η Μάρθα Φριντζήλα που αισθάνεται ότι μας έχει κυριεύσει η ανάγκη της δήλωσης. «Εγινε ένας σεισμός πριν από λίγες ημέρες και βούλιαξε το ίντερνετ, λύσσαξαν και οι δημοσιογράφοι. Το ξέρουμε ότι έγινε σεισμός. Το καταλάβαμε. Αφήστε μας να τον νιώσουμε τον σεισμό, να πιαστούμε από μια κολώνα και να ταρακουνηθούμε. Ζούμε σε μία εποχή που πρέπει να τα εξηγούμε όλα. Τι θέλει να πει η Κοκκίδου με αυτή την παράσταση. Αυτό που λέει. Τίποτε άλλο. Απλώς θα σκάσει αν δεν τα πει. Η δήλωση έχει αντικαταστήσει την ύπαρξή μας. Δηλώνω ερωτευμένος. Γράφω σε ένα ανώνυμο πλήθος που θεωρώ ότι είναι οι δικοί μου άνθρωποι. Είμαι ενθουσιασμένος, βλέπω αυτή την ταινία, είμαι έναν χρόνο χωρίς τσιγάρο, είμαι για καφέ στο Παγκράτι. Οταν τα δηλώνουμε όλα αυτά, χάνουν και την αξία τους. Το μυστήριο και το παιχνίδι». Το θέατρο θεωρεί ότι παρακινεί τους ανθρώπους να αγγιχτούν, να πιαστούν ξανά ο ένας από τον άλλον. «Είναι πολύ ωραία έκφραση το falling in love. Να πέσουμε στον έρωτα με τα μούτρα. Και το θέατρο αυτό κάνει. Θυμίζει στους ανθρώπους ότι πρέπει να φωνάξουν, να τραγουδήσουν. Πάμε να τα εξηγήσουμε όλα με την ψυχανάλυση. Να τα πούμε όλα στον γιατρό μας. Δεν θα τα πούμε στον γιατρό μας. Θα τα λέμε ο ένας στον άλλο. Αυτό αισθάνομαι εγώ με την παράσταση».

Μια δουλειά φτιαγμένη από δύο γυναίκες χαρτογραφεί τη δική τους ματιά πάνω στην πραγματικότητα. «Δεν γίνεται να μην είναι η γυναίκα στο επίκεντρο. Και όχι μόνο σε αυτή την παράσταση. Αν σκεφτεί κανείς τι προκαλεί, τι τσουνάμια σηκώνει, τι παιδιά γεννάει. Εδώ βγαίνει μπροστά η γυναίκα καλλιτέχνιδα. Είναι ένα έργο φτιαγμένο από εμάς. Είναι λογικό να έχει αναφορές σε αυτά που αγαπάμε. Η αλληλογραφία βέβαια είναι αντρική. Αλλά είναι η αλληλογραφία της λατρείας των αντρών προς τις γυναίκες. Και παρατηρώ ότι τα αγόρια που ακούνε τα κείμενα συγκινούνται όταν σκέφτονται ότι θα ήθελαν να μπορούν να τα πουν, να τα γράψουν έτσι στο κορίτσι τους. Διαβάζοντας για παράδειγμα την αλληλογραφία του Σεφέρη, σκέφτεσαι ότι είναι τόσο βαθιά πονεμένος που γράφει ακριβώς αυτό που σκέφτεσαι και εσύ. Ετσι θα τα έλεγε και ο σιδεράς και ο βαρκάρης και ο πατέρας μου και εγώ και ο γάτος μου. Είναι απόλυτα ερωτικά και λατρευτικά, σχεδόν θρησκευτικά τα κείμενα του» λέει η Μάρθα Φριντζήλα, ενώ η Ελένη Κοκκίδου αναφέρει: «Είναι ένα παιχνίδι μνήμης και επιστροφών που όλοι κρύβουμε μέσα μας. Πρόκειται για διαβάσματα δικά μου και της Μάρθας. Για βιώματα. Είναι πολύ προσωπική παράσταση. Εγώ ήθελα πολλά χρόνια να κάνω κάτι τέτοιο. Αλλά τώρα βρήκα και τον άνθρωπο με τον οποίο θα μπορούσε να γίνει. Και είναι το τέλειο ταίριασμα. Ανάμεσά μας βέβαια γεννήθηκε μια φιλία, ένας έρωτας θα έλεγα» επισημαίνει γελώντας.

Στο τέλος της συνέντευξης διαλέγουν μια αγαπημένη τους φράση από την παράσταση. «Χάσαμε τα φρένα μας γιατί ζητάμε το τραγούδι μας» λέει η Ελένη Κοκκίδου, ενώ η Μάρθα Φριντζήλα επιλέγει ένα απόσπασμα από μια ερωτική επιστολή του Σεφέρη. «Πώς να είναι άνθρωπος κανείς;».

INFO

«Σου φυλάξαμε μια θέση»

Κείμενα – σύνθεση – δραματουργία: Ελένη Κοκκίδου, Μάρθα Φριντζήλα.

Σκηνοθεσία: Μάρθα Φριντζήλα.

Παίζει η Ελένη Κοκκίδου.

Θέατρο του Νέου Κόσμου

Ετικέτες