Τρία χρόνια μετά το βιβλίο του «Οι Μακάριοι», ο Μάριος Δημητριάδης επανέρχεται με την «Κατάβαση» και μας καλεί να τον ακολουθήσουμε σε ένα νέο ταξίδι στο ξεχασμένο χθες. Πρόκειται για μια καθηλωτική, σκοτεινή ιστορία για τη σύγκρουση ανάμεσα στον αρχαίο και τον σύγχρονο κόσμο.
Ένας σκληρός και ανελέητος αγώνας δρόμου ανάμεσα σε θεούς και θνητούς. Και η απόδειξη ότι η κόλαση θα είναι πάντα ίδια για όλους. Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου ο συγγραφέας απαντά στο Ερωτηματολόγιο του Docville.
Πού γεννηθήκατε και πού μεγαλώσατε;
Γεννήθηκα στη Γερμανία αλλά επιστρέψαμε με την οικογένεια μου όταν ήμουν τριών χρονών στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο χωριό του πατέρα μου, τον Ασκό Θεσσαλονίκης, όπου μεγάλωσα.
Όταν ακούτε τη λέξη σπίτι τι σας έρχεται στο μυαλό;
Η έννοια σπίτι είναι για μένα κάτι βαθύ. Είναι ένα μέρος που θεωρείς δικό σου, που νιώθεις άνετα, ασφαλής και ήρεμος. Σπίτι για μένα είναι το χωριό όπου μεγάλωσα, είναι η Θεσσαλονίκη όπου ζω, είναι η Αθήνα όπου έζησα κάποια χρόνια αλλά και το Ναύπλιο όπου επίσης έμεινα για ένα διάστημα και το έχω στην καρδιά μου.
Μια ανάμνηση από τα παιδικά σας χρόνια.
Να κάθομαι στο μπαλκόνι του σπιτιού μου στον Ασκό, να χαζεύω το χωριό από ψηλά και να διαβάζω το πρώτο βιβλίο τρόμου που έπεσε στα χέρια μου, πίνοντας ζεστό καφέ.
Πότε ήταν η πρώτη φορά που βυθιστήκατε σε ένα βιβλίο;
Διαβάζω από πολύ μικρός και δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς ποιο ήταν το πρώτο. Αυτό που θυμάμαι όμως είναι ότι ο πρώτος συγγραφέας με τον οποίο ενθουσιάστηκα και χάθηκα στις ιστορίες του ήταν ο Ιούλιος Βερν και ήταν στα χρόνια που πήγαινα δημοτικό.
Ποιος ήταν ο άνθρωπος που σας μύησε στο διάβασμα;
Η μητέρα μου ήταν αυτή που μου έλεγε να διαβάζω πάντα εξωσχολικά βιβλία παρότι η ίδια δεν διάβαζε. Ήξερε ωστόσο τη σημαντικότητά τους και με ωθούσε προς τα εκεί. Από ένα σημείο και μετά δεν χρειαζόταν να μου το λέει πια καθώς είχα κολλήσει το μικρόβιο της λογοτεχνίας και διάβαζα ασταμάτητα.
Τι σας ώθησε στη συγγραφή;
Ήταν στην ουσία μια απόφαση της στιγμής χωρίς να έχει προηγηθεί το παραμικρό. Ήμουν με τη σύζυγό μου σε ένα βιβλιοπωλείο της Θεσσαλονίκης, όπου χαζεύοντας βιβλία αποφάσισα να ξεκινήσω να γράφω μια ιστορία. Έκτοτε δεν σταμάτησα ποτέ να γράφω.
Η συγγραφή είναι τρόπος ζωής;
Κατά κάποιο τρόπο ναι, καθώς αρκετά πράγματα της καθημερινότητας περιστρέφονται γύρω από το πώς θα δημιουργήσεις ιστορίες και τον χρόνο που πρέπει να αφιερώσεις σε αυτές. Σε άλλους αυτό συμβαίνει λιγότερο και σε άλλους περισσότερο. Ακόμη και αν για κάποιους δεν είναι τρόπος ζωής, σίγουρα τους επηρεάζει σημαντικά.
Η ζωή του συγγραφέα είναι μοναχική;
Για αρκετούς ναι, καθώς είναι απαραίτητο να απομονώνονται για να γράψουν. Προσωπικά όμως όχι, μιας και μπορώ να γράφω με κόσμο και φασαρία γύρω μου. Παρόλα αυτά όμως η απομόνωση είναι σαφώς πιο ιδανική κατάσταση απλά εγώ μπορώ και προσαρμόζομαι.
Υπάρχουν ιδανικές συνθήκες για τη συγγραφή ενός βιβλίου;
Σαφώς αλλά για τον καθένα είναι διαφορετικές. Ιδανικό για μένα θα ήταν σε ένα σπιτάκι σε κάποιο βουνό, δίπλα σε ένα παράθυρο με θέα.
Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκεφτήκατε όταν ολοκληρώσατε το νέο βιβλίο σας;
Το πώς κατάφερα να το τελειώσω σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Ήταν πραγματικά ένας αγώνας δρόμου η ολοκλήρωσή του.
Νιώσατε ποτέ φόβο έκθεσης;
Κάποτε πριν αρκετά χρόνια, πολύ πριν ξεκινήσω τη συγγραφή, όταν έδωσα κάποιες συναυλίες με το τότε συγκρότημά μου, είχα τρομάξει απίστευτα από την έκθεση στο κοινό. Μετά από εκείνες τις εμφανίσεις μπροστά σε κόσμο το ξεπέρασα και δεν το αισθάνθηκα ξανά.
Συγγραφικό μπλοκάρισμα. Σας έχει τύχει;
Το ακούω συχνά από συναδέρφους αλλά δεν μου έχει τύχει ποτέ. Και εύχομαι βασικά να μη μου τύχει γιατί ακούγεται πολύ τρομακτικό.
Ποιοι συγγραφείς έχουν «γράψει» μέσα σας;
Αναπόφευκτα οι συγγραφείς με τους οποίους μεγάλωσα: ο Ιούλιος Βερν, ο Στίβεν Κίνγκ, ο Τζακ Λόντον, ο Χ.Φ. Λάβκραφτ.
Το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο;
Μισογεμάτο γιατί βλέπω τα πάντα με αισιοδοξία.
Αύριο ξημερώνει μια καλύτερη μέρα;
Παρότι αισιόδοξος, τελευταία με φοβίζει λίγο το αύριο. Διανύουμε δύσκολες εποχές σε πολλούς τομείς. Ωστόσο πάντα υπάρχει ένα αμυδρό φως στο τέλος του τούνελ και δεν απελπίζομαι.
Βασίζεστε στην καλοσύνη των ξένων;
Όχι πάντα. Ξέρω ότι υπάρχουν καλοί άνθρωποι εκεί έξω αλλά δυστυχώς ισχύει και το αντίθετο. Πάντα είμαι επιφυλακτικός πριν καταλήξω στο να εμπιστευτώ κάποιον.
Η κόλαση είναι οι άλλοι;
Αυτό ταιριάζει και με το θέμα του νέου μου βιβλίου. Την κόλαση την δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι μέσα μας νομίζοντας ότι οι γύρω μας είναι η κόλαση.
Ποιο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης εκτιμάτε ιδιαιτέρως;
Την ειλικρίνεια.
Ποιο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης σας απωθεί;
Η υποκρισία.
Τι ρόλο παίζει η φιλία στη ζωή σας;
Πολύ σημαντικό. Για μένα το παν είναι οι φίλοι. Ένας φίλος θα σταθεί δίπλα σου πολύ περισσότερο ίσως από κάποιο συγγενή σου.
Είναι σημαντικός για εσάς ο έρωτας;
Όλη μας η ζωή ένας έρωτας. Πως θα μπορούσαμε να ζήσουμε χωρίς αυτόν;
Τι είναι ευτυχία για εσάς;
Ευτυχία είναι να εκπληρώνεις τα όνειρά σου. Ένα κρασάκι παρέα με φίλους, μια έμπνευση της στιγμής για μια ιστορία ή μια μελωδία, το άκουσμα ενός νέου τραγουδιού που θα σε ανατριχιάσει. Είναι να βλέπεις τον παιδί σου να μεγαλώνει, να στέκεσαι σε ένα ψηλό βουνό και να βλέπεις τη θέα. Μικρές και μεγάλες στιγμές που δεν αγοράζονται ούτε με όλα τα λεφτά του κόσμου.
Η ομορφιά μπορεί να σώσει τον κόσμο;
Η εσωτερική ομορφιά ναι, η εξωτερική όχι. Εκείνη μάλιστα μπορεί να τον καταστρέψει.
Πώς σκέφτεστε τον εαυτό σας σε δέκα χρόνια;
Να συνεχίσω να γράφω, να διαβάσω, να συνθέτω και να ζω την κάθε στιγμή της ζωής μου με την ίδια όρεξη.
Είστε ικανοποιημένος με όσα έχετε καταφέρει μέχρι σήμερα;
Ναι, αρκετά. Έχω καταφέρει αρκετά πράγματα μέχρι τώρα και ήδη έχω στα σκαριά πράγματα τα οποία ονειρευόμουν να κάνω από παιδί. Ίσως βέβαια έχει να κάνει με το ότι τα όνειρά μου σχετίζονται με απλά πράγματα που απαιτούν απλά δουλειά και μεράκι και δε σχετίζονται με χρήματα.
Info
H «Κατάβαση» του Μάριου Δημητριάδη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell.