Η σκηνοθέτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης Μαριάννα Κάλμπαρη μιλάει στον Παναγιώτη Φρούντζο για την παράστασή της που έκανε πρεμιέρα στο Γεφύρι της Άρτας και σύντομα έρχεται στην Αθήνα.
Μια γυναίκα θυσιάζεται για το «κοινό καλό». Η συµπύκνωση της ιστορίας της πατριαρχικής φάσης της ανθρωπότητας σε µια πρόταση. «Αλίµονο στη µοίρα µας, κρίµα στο ριζικό µας!/ Τρεις αδερφάδες είµαστε, κι οι τρεις κακογραµµένες,/ η µια ’χτισε το ∆ούναβη, κι η άλλη τον Αφράτη,/ κι εγώ η πλιο στερνότερη της Άρτας το γιοφύρι» οικτίρει τη µοίρα τη δική της και των αδερφάδων της η Λυγερή, η γυναίκα του πρωτοµάστορα, όταν συνειδητοποιεί πως θα θαφτεί ζωντανή για να στεριώσει το γεφύρι της Αρτας.
Ξεκινώντας από τις «αδικοθανατισµένες γυναίκες», η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης Μαριάννα Κάλµπαρη σκηνοθετεί την παραλογή «Του γιοφυριού της Άρτας». Η συζήτηση µαζί της φυσικώ τω λόγω κινήθηκε γύρω από τα ήθη που υποχρεώνουν τη γυναίκα να θυσιάζει τις επιθυµίες της αλλά και την ίδια τη ζωή της στον βωµό του πατριαρχικού συστήµατος.
Ποιοι λόγοι σας ώθησαν να καταπιαστείτε µε την παραλογή «Του γιοφυριού της Άρτας»;
H συγκεκριµένη παραλογή µου έκανε βαθιά εντύπωση από πολύ µικρή ηλικία. Με τρόµαζαν η αγριότητα της θυσίας αλλά και το γεγονός ότι στη γυναίκα αυτή δεν επιτρέπεται καν να εξοργιστεί µε τον άντρα της και «τους µαστόρους και τους µαθητάδες του» που µε δόλο την παρασύρουν για να τη χτίσουν ζωντανή στα θεµέλια του γεφυριού. Στο τέλος την αναγκάζουν µέχρι και την κατάρα της να πάρει πίσω προκειµένου να «πιάσει τόπο» η θυσία. Αυτό ακριβώς που συνέβαινε ανά τους αιώνες µε τη γυναίκα: κανείς δεν τη ρωτούσε αν ήθελε να θυσιάσει τη ζωή της, τα όνειρά της και να «χτιστεί ζωντανή» στους τοίχους του σπιτιού µεγαλώνοντας παιδιά, φροντίζοντας το νοικοκυριό, αλλά και την «τιµή» της οικογένειας προκειµένου ο άντρας να µπορεί να αφοσιωθεί στα «µεγάλα έργα».
Να χτίσει δρόµους, σπίτια, γεφύρια που θα έφερναν την πρόοδο για όλη την κοινωνία… Με αφορµή λοιπόν τη Λυγερή του «Γιοφυριού της Άρτας» θέλησα να εξερευνήσουµε τη µοίρα όλων των «αδικοθανατισµένων Λυγερών» της δηµοτικής ποίησης, όλων εκείνων των γυναικών που θυσίασαν και συνεχίζουν και στην πραγµατικότητα να θυσιάζουν –κυριολεκτικά και µεταφορικά– τη ζωή τους γιατί «έτσι πρέπει». Επειδή είναι γυναίκες και δεν έχουν δικαίωµα να ορίζουν τη µοίρα τους.
Η ανάγνωση της θυσίας της γυναίκας του πρωτοµάστορα µας οδηγεί στις επιταγές της πατριαρχίας που ορίζουν τη µοίρα της γυναίκας. Μια άλλη ανάγνωση ωστόσο δεν µπορεί να µας οδηγήσει σε αρχαϊκές δοξασίες που βρίσκονται πιο κοντά στη µητριαρχία;
Το θέµα δεν είναι µόνο η πατριαρχία –που είναι άλλωστε το ίδιο καταπιεστική και βάναυση απέναντι σε όλα τα φύλα– αλλά και η ίδια η έννοια της θυσίας. Με ποιο δικαίωµα η –πατριαρχική ή µητριαρχική– κοινωνία αποφασίζει ότι κάποιος – κάποια – κάποιοι – κάποιες πρέπει να θυσιαστούν για το γενικό καλό; «Για να πάει µπροστά ο κόσµος»… Με ποιο δικαίωµα αποφασίζει ποιοι και ποιες πρέπει να είναι; Και πώς αλήθεια το αποφασίζει;
Πλέον αποκαλύπτονται πολλά περιστατικά έµφυλης βίας και κακοποιήσεων. Η ετικέτα «απότοκα της πατριαρχίας» ωστόσο δεν είναι µια ευκολία πίσω από την οποία καλύπτεται η σήψη ενός κοινωνικοοικονοµικού συστήµατος;
Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Όσο κι αν τα ήθη µοιάζει να έχουν αλλάξει, η πατριαρχία ακόµη ζει και βασιλεύει. Αυτή ηγείται ενός κοινωνικο-οικονοµικού συστήµατος που προτάσσει το κέρδος έναντι του ανθρώπου και του πλανήτη. Αυτή επιτρέπει τις διακρίσεις, τις ανισότητες, την κάθε είδους εκµετάλλευση, την κάθε είδους κακοποίηση, την ανεξέλεγκτη βία εναντίον των γυναικών, αλλά και όλων των «διαφορετικών» αυτής της κοινωνίας. Και οφείλουµε σήµερα να είµαστε ευγνώµονες που κάποια από τα αµέτρητα περιστατικά έµφυλης βίας και κακοποιήσεων πλέον αποκαλύπτονται. Που κάποιες και κάποιοι επιτέλους καταφέρνουν να µιλήσουν. Και που η κοινωνία µοιάζει πρόθυµη να ακούσει. Και να θυµώσει. Μένει να δούµε αν αυτή η κοινωνία έχει εντέλει τη διάθεση να προσπαθήσει να αλλάξει ριζικά. Γιατί δυστυχώς κάποια ήθη είναι βαθιά ριζωµένα µέσα µας.
Με ποιον τρόπο προσεγγίσατε την παραλογή και µε ποια φόρµα θα τη δραµατοποιήσετε;
Η παραλογή του «Γιοφυριού της Άρτας» είναι το όχηµα για ένα ταξίδι στη δηµοτική ποίηση µε θεµατικό άξονα δηµοτικά τραγούδια του Χάρου και του Κάτω Κόσµου, αλλά και άλλων «Λυγερών» που βρίσκονται εκεί αφού «αδικοθανατίστηκαν». «Λυγερών» που βιάστηκαν και δολοφονήθηκαν, γυναικών που αυτοκτόνησαν επειδή τις «απαρνήθηκαν», γυναικών που θανατώθηκαν επειδή ήταν άπιστες ή επειδή «έδωσαν δικαίωµα»… Όλα αυτά τα δηµοτικά τραγούδια, µαζί τους και καταλόγια (βυζαντινά ερωτικά ποιήµατα), συνδέονται µεταξύ τους µε δικά µου κείµενα.
Η φόρµα µέσα από την οποία παρουσιάζονται προκύπτει από τη σύµπραξη µουσικής – τραγουδιών που συνέθεσε ο Θοδωρής Αµπαζής και ερµηνεύονται ζωντανά µε σαξόφωνο, σαντούρι και νταούλι, χορού – ακροβατικών από τη Χριστίνα Σουγιουλτζή (Κι όµΩς κινείται) και βέβαια αφήγησης (από τους ηθοποιούς Κατερίνα Λυπηρίδου, Βασίλη Μαυρογεωργίου, Θοδωρή Σκυφτούλη, Αµαλία Τσεκούρα, Μαριλένα Μόσχου). Πηγή έµπνευσης για τη µεικτή φόρµα µέσα από την οποία ζωντανεύει αυτός ο σκοτεινός κόσµος είναι ο «παντόµιµος», θεατρικό είδος µε αφήγηση – χορό – τραγούδι που αναπτύχθηκε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους και παρουσίαζε αποσπάσµατα αρχαίων τραγωδιών ή και πρωτότυπα κείµενα πάνω στους αρχαίους µύθους µε τους οποίους συνδέονται άλλωστε και οι ίδιες οι παραλογές.
INF0
Η επόμενη παράσταση του έργου «Το γεφύρι της Αρτας και οι Λυγερές του κάτω κόσμου» θα γίνει στις 29 Ιουλίου (21.00) στο Ανοιχτό Θέατρο Κολωνού. H προκράτηση θέσης είναι υποχρεωτική. Αναλυτικό πρόγραμμα και κρατήσεις θέσεων στο digitalculture.gov.gr. Για περισσότερες πληροφορίες συμβουλευτείτε την ιστοσελίδα: https://digitalculture.gov.gr/