Η επίτιμη γενική διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς μιλάει για το νέο μουσείο στα Χανιά και για τη Συλλογή Μητσοτάκη
Η Μαρία Βλαζάκη, επίτιµη γενική διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονοµιάς του υπουργείου Πολιτισµού και Αθλητισµού (ΥΠΠΟΑ), αρχικά είχε επισηµάνει παρατυπίες και κατόπιν είχε συµµετάσχει µε την ιδιότητα της προϊσταµένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων στην επιτροπή των αρχαιολόγων που µελέτησε αν αντικείµενα από τη Συλλογή Μητσοτάκη προέρχονται από λαθρανασκαφές. Η τότε υπουργός Πολιτισµού Μελίνα Μερκούρη συγκρότησε την επιτροπή το φθινόπωρο του 1993 και σε αυτή συµµετείχαν επίσης οι ανασκαφείς µινωικών τάφων αρχαιολόγοι Αντώνης Βασιλάκης και Παναγιώτα Ρεθυµιωτάκη, η ειδικός επί των µινωικών ευρηµάτων Αλεξάνδρα Καρέτσου και η Αγγελική Λεµπέση, προϊσταµένη της Εφορείας Αρχαιοπωλών και Ιδιωτικών Συλλογών. Η Μαρία Βλαζάκη, παράλληλα, ως γενική γραµµατέας του ΥΠΠΟΑ το 2015-19 είχε φροντίσει να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για να ολοκληρωθεί το νέο µουσείο στα Χανιά όπου στεγάζεται µέρος της Συλλογής Μητσοτάκη. Κατόπιν αυτών το Documento απευθύνθηκε στη Μαρία Βλαζάκη ρωτώντας τη για την ιστορία του µουσείου των Χανίων και της Συλλογής Μητσοτάκη.
Γιατί ήταν αναγκαία η ίδρυση νέου αρχαιολογικού µουσείου στα Χανιά;
Ολόκληρη η περιοχή των Χανίων είναι πολύ πλούσια σε αρχαιολογικούς χώρους και µεµονωµένα µνηµεία. Η ίδια η πόλη των Χανίων (αρχαία Κυδωνία) κατοικείται από την 4η χιλιετία π.Χ. και είναι µια από τις αρχαιότερες πόλεις της Ευρώπης. Στα µινωικά χρόνια αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα ανακτορικά κέντρα του νησιού και στην 1η χιλιετία π.Χ. την έδρα της ισχυρότερης πόλης της δυτικής Κρήτης. Το παλαιό αρχαιολογικό µουσείο, το οποίο στεγαζόταν στον ενετικό ναό του Αγίου Φραγκίσκου στην οδό Χάληδων της Παλιάς Πόλης, όσο εντυπωσιακό και υποβλητικό κι αν ήταν, δεν επαρκούσε για να στεγάσει το πλήθος των αρχαιοτήτων που έρχονταν στο φως µε αυξητικό ρυθµό από τα µέσα του 20ού αι. και να αναδείξει επαρκώς τον αρχαιολογικό πλούτο του τόπου. Τη δεκαετία του 1970 ο πρώτος προϊστάµενος της τοπικής Εφορείας Αρχαιοτήτων Γιάννης Τζεδάκις ξεκίνησε τον αγώνα για να επεκταθεί το παλαιό µουσείο στις παρακείµενες ιδιοκτησίες αλλά η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε. Οταν το 1990 ανέλαβα τη διεύθυνση της εφορείας η ανάγκη της ίδρυσης ενός νέου, µεγάλου αρχαιολογικού µουσείου ήταν επιτακτική. Κατάλληλοι αποθηκευτικοί χώροι απουσίαζαν, το πολύ περιορισµένο εργαστήριο συντήρησης ασφυκτιούσε, χώρος για περιοδικές εκθέσεις δεν υπήρχε καν και για τα πολύτιµα εκπαιδευτικά προγράµµατα χρησιµοποιούσαµε ένα βύθισµα µες στην ίδια την έκθεση. Μετά την άρνηση του Πολυτεχνείου Κρήτης να µας παραχωρήσει το συγκρότηµα της 5ης Μεραρχίας στον λόφο Καστέλλι, καθώς σκόπευε να στεγάσει σχολή καλών τεχνών, θεώρησα µονόδροµο τη λύση του πρώην Στρατοπέδου Χατζηδάκη στη Χαλέπα. Η περιοχή αποτελεί από µόνη της ένα δεύτερο ιστορικό κέντρο της πόλης µε πλήθος µνηµείων των νεότερων χρόνων. Ηδη εκεί λειτουργεί το Μουσείο Βενιζέλου, ενώ το Πολυτεχνείο Κρήτης σκοπεύει να στεγάσει εθνογραφικό µουσείο στο συγκρότηµα της Γαλλικής Σχολής.
Ηταν χρονοβόρες οι διαδικασίες για τη θεµελίωση και ολοκλήρωση του νέου µουσείου;
Πράγµατι ξεκινήσαµε ένα µακρύ αγώνα δρόµου. Ο χώρος του στρατοπέδου ανήκε στον ∆ήµο Χανίων, ο οποίος πρόθυµα συµφώνησε για την παραχώρηση. Οµως το οικόπεδο είχε χαρακτηριστεί χώρος πρασίνου, χωρίς ποτέ να διαµορφωθεί σε πάρκο. Με συνεχείς και επίµονες προσπάθειες κατορθώσαµε τελικά τον αποχαρακτηρισµό από χώρο πρασίνου και τη µετατροπή του σε χώρο ίδρυσης του νέου µουσείου. Από τα επιµέρους µικρότερα προβλήµατα που παρουσιάστηκαν στο µεσοδιάστηµα σας αναφέρω χαρακτηριστικά ότι στο οικόπεδο διαµορφώθηκε παράνοµα ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, το οποίο κατορθώσαµε να αποµακρύνουµε µε τη βοήθεια του ∆ήµου Χανίων. Τα διάφορα στάδια που ακολούθησαν (µελετών, ανέγερσης του συγκροτήµατος, εξοπλισµού και υλοποίησης της έκθεσης) χρηµατοδοτήθηκαν από το υπουργείο Πολιτισµού, την Περιφέρεια Κρήτης και κυρίως από τα δύο τελευταία ΕΣΠΑ. Το κτίριο εγκαινιάστηκε το 2015 από τον τότε υπουργό Πολιτισµού Αριστείδη Μπαλτά. Στο ΕΣΠΑ 2014-20 εντάξαµε την έκθεση του µουσείου, η οποία ολοκληρώθηκε το 2022.
Τι ιδιαίτερο χαρακτηρίζει την έκθεση του νέου µουσείου;
Βασική αρχή µας υπήρξε η απόδοση στον επισκέπτη µιας έκθεσης φιλικής προς αυτόν, κατανοητής, διδακτικής και µε έντονο εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Εκτός από το πλήθος των κειµένων, των ψηφιακών εγκαταστάσεων και των άλλων εποπτικών µέσων, οι αναπαραστάσεις που µαζί µε την αρχιτέκτονα Μπέσυ ∆ρούγκα εξαρχής σκορπίσαµε σε διάφορα σηµεία της έκθεσης κερδίζουν µικρούς και µεγάλους. Στο σηµείο αυτό πρέπει να εξάρω τη συµβολή της νυν προϊσταµένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων Ελένης Παπαδοπούλου, η οποία µε πραγµατικό ζήλο και αφοσίωση έφερε σε πέρας το τελευταίο, επίπονο και ιδιαίτερα δύσκολο στάδιο της έκθεσης µε µεγάλη επιτυχία.
Και πώς εντάσσεται η Συλλογή Μητσοτάκη στο νέο µουσείο;
Ενα µέρος της συλλογής, περίπου το 1/3, εκτίθεται σε περιορισµένο χώρο στον όροφο του µουσείου, εκτός της κύριας έκθεσης, διότι η ενότητα αυτή έχει διαφορετικό χαρακτήρα. Η έκθεση περιλαµβάνει τα σηµαντικότερα αντικείµενα της συλλογής, ορισµένα από τα οποία είναι µοναδικά.
Στα πρώτα εγκαίνια του νέου µουσείου (καθώς τα επίσηµα εξαγγέλθηκαν για τον Ιούνιο) ήταν άτοπο, αψυχολόγητο και τελικά άδικο και καταστροφικό να προβληθεί υπερβολικά η Συλλογή Μητσοτάκη σε βάρος όλης της λαµπρής, κύριας έκθεσης του µουσείου. Η προβολή αυτή προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις από τον κόσµο που ξαναθυµήθηκε το θέµα της συλλογής.
Η δωρεά της Συλλογής Μητσοτάκη έχει µεγάλη ιστορία, καθώς από τη δεκαετία του 1990 έχει απασχολήσει την επικαιρότητα για πολύ χρόνο καθώς ο ιδιοκτήτης είχε και πολιτειακό αξίωµα.
Το 1992, όταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν πρωθυπουργός, το ιδιωτικό Ιδρυµα Ν. Γουλανδρής – Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης οργάνωσε περιοδική έκθεση της Συλλογής Κωνσταντίνου, Μαρίκας και Κυριάκου Μητσοτάκη στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της προετοιµασίας της έκθεσης συνέβη ένα περιστατικό καθοριστικό για την πορεία της συλλογής. Η επιτροπή που είχε συγκροτηθεί για την οργάνωση της έκθεσης ζήτησε εγγράφως από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου τον δανεισµό µιας οµάδας αντικειµένων από ένα θολωτό προανακτορικό τάφο της Μονής Οδηγήτριας Μεσαράς, διότι ένα µέρος των ευρηµάτων του ίδιου τάφου συµπεριλαµβανόταν ήδη στη συλλογή. Οµως ο συγκεκριµένος τάφος είχε εν µέρει ανασκαφεί το 1979-80 και πριν από την ολοκλήρωσή του συλήθηκε από αρχαιοκάπηλους. Για τον λόγο αυτό ο ανασκαφέας του τάφου Αντώνης Βασιλάκης αντέδρασε αµέσως και η υπόθεση πήρε µεγάλες διαστάσεις στον Τύπο. Το επόµενο έτος, το 1993, επί πρωθυπουργίας Ανδρ. Παπανδρέου και µε υπουργό Πολιτισµού τη Μελίνα Μερκούρη, συστάθηκε µια ειδική επιτροπή για τον έλεγχο των αντικειµένων του τάφου σε σχέση µε το θέµα της σύλησής του από αρχαιοκάπηλους. Στην επιτροπή συµµετείχα και εγώ ως προϊσταµένη της ΚΕ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ∆υτικής Κρήτης. Κατά τον έλεγχο που διεξήχθη από την επιτροπή στην οικία Μητσοτάκη στο Ακρωτήρι Χανίων και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου διαπιστώθηκε ότι όντως η συγκεκριµένη οµάδα αντικειµένων της συλλογής προερχόταν από τον τάφο της Μεσαράς που συλήθηκε από αρχαιοκάπηλους. Στη συνέχεια οι συλλέκτες ανακοίνωσαν την απόφασή τους να δωρίσουν τη συλλογή (εκτός 27 αντικειµένων) στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων µε τον όρο να εκτεθούν σε αίθουσα µε τη σήµανση «Συλλογή Μητσοτάκη». Η συλλογή παραδόθηκε στο παλαιό Μουσείο Χανίων και το 2000 εκτέθηκε µέρος της σε ξεχωριστό χώρο.
Απουσιάζατε από το νέο µουσείο στα εγκαίνια της περασµένης εβδοµάδας. Χανιώτες κατήγγειλαν στο Documento τη στάση των υπευθύνων χαρακτηρίζοντάς τη µικρόψυχη και εκδικητική.
Πράγµατι οι συµπολίτες και συντοπίτες µου µε έχουν συνδέσει µε το νέο µουσείο επειδή όλα τα προηγούµενα χρόνια παρακολουθούσαν ποικιλοτρόπως τον αγώνα και τις προσπάθειές µου για την ίδρυση αυτού του µεγάλου έργου για τον τόπο µας. Προσωπικά είµαι κατασυγκινηµένη από τη στάση και την αντίδραση των συµπολιτών µου και τη συµπαράσταση στο πρόσωπό µου, όχι µόνο τώρα αλλά και στο παρελθόν. Και γι’ αυτό νιώθω ότι το όραµα ζωής που είναι για µένα το νέο µουσείο είχα τη µεγάλη τύχη να το ξεκινήσω, να το προχωρήσω και να συµβάλω στην ολοκλήρωσή του ώστε να αποδοθεί σε αυτούς, στους συµπολίτες µας, και ιδίως στους νέους. Η πολιτιστική κληρονοµιά του τόπου µας ανήκει σε όλους και σε όλες και πρώτα και κύρια στους Χανιώτες και στις Χανιώτισσες. Και δεν θα σταµατήσω να ευχαριστώ όλο το προσωπικό της εφορείας, το νυν και το αφυπηρετήσαν, το οποίο στήριξε µε θέρµη και µεγάλο ενδιαφέρον αυτό το εγχείρηµα.
Σήµερα το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων αποτελεί πολύ σηµαντικό πολιτιστικό πνεύµονα για την πόλη αλλά και για όλο τον νοµό, µε τους εκθεσιακούς χώρους όπου ξεδιπλώνεται όλη η αρχαιολογία του τόπου, µε το εντυπωσιακό αµφιθέατρο, την άνετη αίθουσα εκπαιδευτικών προγραµµάτων, την αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων, τα πλήρως εξοπλισµένα εργαστήρια και τις αξιοζήλευτες αποθήκες. Το νέο µουσείο δηµιουργεί νέες ελπιδοφόρες προοπτικές για τον πολιτισµό του τόπου µας. Για τον λόγο αυτό έχω δηλώσει ότι πρέπει να παραµείνει µακριά από ιδιοκτησιακές λογικές και πέρα από οποιαδήποτε προσπάθεια κοµµατικής εκµετάλλευσης.