Μαρία Μαλαγαρδή: Σε βουλευτή και σε δημοσιογράφο δεν επιτρέπεται να μιλούν σαν να είναι στο καφενείο

Μαρία Μαλαγαρδή: Σε βουλευτή και σε δημοσιογράφο δεν επιτρέπεται να μιλούν σαν να είναι στο καφενείο

Με αφορμή τις αντιδράσεις στο άρθρο της στη γαλλική εφημερίδα «Libération» για τη νίκη Μητσοτάκη, η Ελληνίδα αρθρογράφος και συγγραφέας μιλά στο Documento για τους πολιτικούς, τους δημοσιογράφους, την κριτική και την ανεξαρτησία

Την μήνιν του νεοεκλεγέντα βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Μπάμπη Παπαδημητρίου προκάλεσε την προηγούμενη εβδομάδα το άρθρο της δημοσιογράφου Μαρίας Μαλαγαρδή στη «Libération» με τίτλο «Δυναστεία Μητσοτάκη: Ο μικρός “Κούλης” κλήθηκε στην εξουσία» (Dynastie Mitsotákis: le petit «Koulis» est appelé au pouvoir).

O πρώην δημοσιογράφος του Σκάι, καλεσμένος στη ραδιοφωνική εκπομπή του Αρη Πορτοσάλτε, τα έβαλε με «μια πλέμπα δημοσιογράφων – ανταποκριτών οι οποίοι έγλειφαν τα παπούτσια των συριζαίων στα γεμάτα καπνό –χασισοκαπνό κιόλας– γραφεία μέσα στο Μαξίμου και έγραφαν μετά ό,τι τους άφηνε το θολωμένο από το χασίσι μυαλό τους. Περί αυτού πρόκειται». Η απάντηση της «Libération», με την υπογραφή και πάλι της κ. Μαλαγαρδή, έκανε λόγο «για γελοία επίθεση», η οποία ωστόσο εκθέτει και οφείλει να προβληματίσει τον νέο Ελληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν παρέλειψε να κάνει αναφορά και στις ψευδείς ειδήσεις του βουλευτή περί ιδιοκτησίας της ιστορικής εφημερίδας από παράρτημα της τράπεζας των Ρότσιλντ, οι οποίες κουβαλούν κάποια «υποσυνείδητα μηνύματα».

Σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε το Documento μαζί της η κ. Μαλαγαρδή χαρακτήρισε «χοντρό» το σχόλιο του Μπ. Παπαδημητρίου, αλλά «το σίγουρο είναι ότι δεν με εμποδίζει να κοιμάμαι ήσυχη τα βράδια». Θεωρεί θετική την αντίδραση που υπήρξε τόσο σε επίπεδο πολιτών όσο και από την Ενωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου, η οποία καταδίκασε την αρχική δήλωση του βουλευτή αλλά και τη μετέπειτα σύστασή του προς τη συντάκτρια του άρθρου «να μην είναι τόσο ευαίσθητη».

«Μα, δεν είμαι» εξηγεί στο Documento η δημοσιογράφος, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι δεν την ενδιαφέρει να δώσει περαιτέρω έκταση στο θέμα.

Όταν ακούσατε το σχόλιο του νεοεκλεγέντα βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Μπάμπη Παπαδημητρίου με αφορμή το άρθρο σας τι σκεφτήκατε; Σας εξέπληξε;

Με εξέπληξε πολύ. Να σας πω καταρχάς ότι το έμαθα από τις αντιδράσεις, καθώς δεν παρακολουθώ το ραδιόφωνο του Σκάι στο Παρίσι που μένω. Άρχισα να λαμβάνω διάφορα μηνύματα στο κινητό και στο Facebook από Ελληνες δημοσιογράφους και απλούς πολίτες που μου έλεγαν ότι το σχόλιο του Μπάμπη Παπαδημητρίου είναι απαράδεκτο. Στην αρχή δεν κατάλαβα καν σε τι αναφέρονταν. Μετά το άκουσα και εξεπλάγην.

Κοιτάξτε, εννοείται ότι οι δημοσιογράφοι, όπως και οι πολιτικοί, πρέπει να δέχονται κριτική. Δεν είμαστε θεοί που κοιτάμε τον κόσμο από ψηλά. Όποιος θέλει, έχει το δικαίωμα να πει ότι «εγώ αυτό το άρθρο δεν το βρήκα σωστό, γι’ αυτό, γι’ αυτό και γι’ αυτό τον λόγο». Αυτό είναι φυσικό και αναγκαίο θα έλεγα. Δεν τίθεται θέμα.

Αλλά το επίπεδο του σχολίου, έστω και σε πλαίσιο αστεϊσμού, με την επιχειρηματολογία με το χασίς, το γλείψιμο των παπουτσιών και την αναφορά στους Ρότσιλντ ήταν χαμηλό. Το τελευταίο ως πληροφορία είναι ψευδής, διότι η “Libération » δεν ανήκει πλέον στην τράπεζα των Ρότσιλντ (σ.σ.: από το 2014). Αυτό όμως δεν το χρησιμοποιώ ως δικαιολογία. Κι αν ανήκε τι σημαίνει αυτό; Τι θέλει να πει; Το να το αναφέρει ο κ. Παπαδημητρίου το θεωρώ παράξενο και ύποπτο. Πέρα από αυτό, ως δημοσιογράφος θα μπορούσε να ενημερωθεί – μιλάει άλλωστε πολύ καλά γαλλικά.

Βέβαια, αυτές οι συζητήσεις είναι το στιλ talk show του κ. Πορτοσάλτε, στιλ καφενείου. Αλλά όταν είσαι βουλευτής δεν είσαι στο καφενείο. Βέβαια, ούτε και όταν είσαι δημοσιογράφος θα πρέπει να μιλάς με αυτό τον τρόπο. Είναι το επίπεδο που με ενόχλησε. Βρήκα το σχόλιο χοντρό και γελοίο, αλλά μέχρι εκεί.

Στη Γαλλία έχει συμβεί κάτι ανάλογο;

Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα παρατσούκλι του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. Τον λένε «Μανού» (σ.σ.: σύντμηση του Εμανουέλ), που δεν του αρέσει καθόλου. Δεν θυμάμαι να έχει υπάρξει ποτέ κάποια αντίδραση για το ότι χρησιμοποιείται σε τίτλους άρθρων. Ούτε έχει γίνει κάποια συζήτηση για το μέσο ενημέρωσης που έκανε αυτή την επιλογή. Προς Θεού δηλαδή.

Είναι κρίμα για την ιδέα που έχουν, τελικά, τα στελέχη για τον αρχηγό τους, σε σημείο που δεν δέχονται να τον… πειράζει κανείς.

Να σας πω και κάτι άλλο, χωρίς σε καμία περίπτωση να θέλω να δικαιολογηθώ. Στη «Libération» δεν επιλέγουν οι δημοσιογράφοι τον τίτλο. Είναι μια παραδοσιακή αρχή της εφημερίδας, επειδή ακριβώς είναι γνωστή για τους τίτλους της οι οποίοι έχουν μια δόση ειρωνείας. Υπάρχει ειδική ομάδα που κάνει αυτήν τη δουλειά. Αλλά και να μου είχαν δείξει τον τίτλο, δεν θα είχα πει κάτι, ακριβώς επειδή είναι το στιλ της εφημερίδας.

Εν τω μεταξύ, αυτό που είπα στο άρθρο μου είναι ότι πρόκειται για παρατσούκλι που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί του αντίπαλοι (σ.σ.: του Κυριάκου). Δεν είναι προσβολή.

Πέρα από την αναφορά στο παρατσούκλι του κ. Μητσοτάκη, το άρθρο σας κρατά κριτική στάση, όπως και θα έπρεπε βέβαια. Επομένως, αν εξαιρέσουμε τα δημοσιεύματα που χρησιμοποιούν παρατσούκλια σαν το «Μανού», άρθρα που ασκούν κριτική σε έναν πολιτικό συναντούν αντίστοιχες αντιδράσεις από βουλευτές στη Γαλλία;

Όχι. Τουλάχιστον όχι με αυτό το στιλ. Μπορεί όταν αποκαλυφθεί ένα σκάνδαλο να βγει κάποιος βουλευτής να χαρακτηρίσει το δημοσίευμα υπερβολικό. Αλλά ποτέ δεν θα τα βάλει με ολόκληρο το Μέσο (σ.σ.: ο Μπάμπης Παπαδημητρίου καταφέρθηκε εναντίον ολόκληρης της «Libération»). Δεν θα το τραβήξουν τόσο.

Όσον αφορά την κριτική που, όπως είπατε, ασκούσα στο άρθρο μου, όντως την ασκούσα. Αλλά δίπλα υπήρχε και ένα άλλο άρθρο για τον κ. Τσίπρα, στο οποίο ανέφερα ότι ενδεχομένως να πλήρωσε τις πολιτικές που ακολούθησε, που θύμιζαν περισσότερο δεξιά, ότι δεν εκπλήρωσε όλες τις δεσμεύσεις του και ότι οι φόροι έπνιξαν τη μεσαία τάξη. Δεν είδα κανέναν από τον ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι είναι απαράδεκτο άρθρο και να με κακολογεί.

Το ότι ως δημοσιογράφος τονίζω περισσότερο όσα μπορεί να ανησυχούν σε σχέση με όσα χαροποιούν είναι ίσως η δική μου στάση. Αλλά νομίζω ότι έργο των δημοσιογράφων, πλην αυτών που ασχολούνται με τους πρίγκιπες και τους ηθοποιούς του Χόλιγουντ, δεν είναι να λένε πόσο θαυμάσια είναι τα πράγματα.

Εσάς σας έχει ξανατύχει στο παρελθόν ανάλογη αντίδραση σε άρθρο σας;

Μου έχει τύχει πάλι να δεχτώ κριτική σε χώρες της Αφρικής, στις οποίες το πολίτευμα μπορεί να μην είναι δικτατορία αλλά υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας. Και πάλι τα σχόλια δεν ήταν τέτοιου επιπέδου. Ισχυρίζονταν ότι τα άρθρα μου στερούνταν αντικειμενικότητας και ότι ως ξένη ανταποκρίτρια δεν καταλάβαινα στο έπακρο την πραγματικότητα της χώρας.

Νομίζω ότι ο κ. Παπαδημητρίου θα έχει καταλάβει πια ότι το τράβηξε λίγο μακριά. Και ότι του έκανε περισσότερο κακό παρά καλό. Να ξεκαθαρίσω ότι δεν έχω τίποτε προσωπικό μαζί του. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά.

Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι τόσο η ΕΡΤ όσο και το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ) πέρασαν από το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης στον άμεσο έλεγχο του πρωθυπουργού;

Είναι σίγουρα ανησυχητικό. Και ως κίνηση ήρθε εξαιρετικά γρήγορα. Το γεγονός ότι συνέπεσε με αυτά που είπε ο κ. Παπαδημητρίου δημιούργησε κακή εικόνα και ατμόσφαιρα για την Ελλάδα στο εξωτερικό. Και δεν νομίζω ότι η μεταφορά της ΕΡΤ και του ΑΠΕ στον έλεγχο του πρωθυπουργού ήταν η απόφαση που ανακούφισε τους Ελληνες πολίτες την επομένη των εκλογών. Μιλάμε και για την ΕΡΤ που έχει γίνει σύμβολο με αφορμή και το κλείσιμό της. Σίγουρα δεν είναι καλό σημάδι, θα δούμε τι θα γίνει.

Ως Ελληνίδα αρθρογράφος στη Γαλλία έχετε γνώση τόσο της εδώ όσο και της εκεί πραγματικότητας στη δημοσιογραφία. Πόση σχέση έχουν μεταξύ τους;

Ίσως γνωρίζω καλύτερα τη γαλλική πραγματικότητα, καθώς έχω μεγαλώσει στη Γαλλία. Το σίγουρο είναι ότι δεν μένει ίδια – και στις δύο χώρες αλλάζει.

Θα μείνω παραπάνω στο παράδειγμα της «Libération». Είναι μια εφημερίδα που ανήκει σε έναν επιχειρηματία. Ούτε τον βλέπουμε ούτε τον ακούμε ούτε ποτέ παρεμβαίνει στο τι γράφουμε. Ποτέ. Εγώ δεν τον έχω συναντήσει ποτέ. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε πλήρη ανεξαρτησία σε ό,τι γράφουμε. Και ούτε ξέρουμε ποια είναι η άποψή του για το ένα ή το άλλο θέμα.

Δεν είναι όλες οι εφημερίδες και όλα τα μέσα ενημέρωσης, ακόμη και στη Γαλλία, έτσι. Αλλά σίγουρα υπάρχει ανεξαρτησία. Και υπάρχουν, βέβαια, και μέσα ενημέρωσης που δεν φοβούνται να ενοχλήσουν τους πολιτικούς. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καθόλου αντιδράσεις από την πλευρά τους.

Ειδικά τη σήμερον ημέρα, με την άνοδο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η ενημέρωση είναι όπλο. Στην Ελλάδα, τη Γαλλία και παντού. Και σίγουρα κάποια θέματα πρέπει να παλέψουν και στη Γαλλία οι δημοσιογράφοι για να τα φέρουν στη δημοσιότητα, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι η Γαλλία διοχετεύει στη Σαουδική Αραβία όπλα τα οποία αποδεδειγμένα χρησιμοποιούνται στον πόλεμο στην Υεμένη.

Είναι μια δύσκολη δουλειά και ο δημοσιογράφος γνωρίζει ότι είναι πιθανό να κάνει και εχθρούς.

Documento Newsletter