Με αφορμή τη συναυλία στο πλευρό του διεθνούς φήμης τζαζίστα Τσαρλς Λόιντ στο Ηρώδειο, η Μαρία Φαραντούρη μιλάει για τους μεγάλους καλλιτέχνες που γνώρισε στο εξωτερικό και τη διεθνή συσπείρωση εναντίον της δικτατορίας μέσα από την ελληνική μουσική.
Είναι πολλές οι συνεντεύξεις που μου έχει δώσει η Μαρία Φαραντούρη, η εθνική μας τραγουδίστρια, την τελευταία εικοσαετία. Εχει βιώσει τέτοια κοσμοϊστορικά γεγονότα εκ των έσω που δικαιολογημένα ο διεθνής Τύπος την έχει αναγορεύσει σε ιστορικό πρόσωπο για τη χώρα μας εκτός από πολύ μεγάλη καλλιτέχνιδα. Τις ίδιες διθυραμβικές κριτικές εξακολουθεί να παίρνει και τα τελευταία χρόνια με αφορμή τη συνεργασία της με έναν σπουδαίο εκπρόσωπο της διεθνούς τζαζ σκηνής, τον Αμερικανό πνευστό μουσικό και συνθέτη Τσαρλς Λόιντ. Ο Λόιντ, ο οποίος θα δώσει ακόμη μία μοναδική συναυλία στο Ηρώδειο, την Πέμπτη 18 Ιουλίου, με επίσημη καλεσμένη τη Φαραντούρη, μεταξύ άλλων θα αποδώσει με την μπάντα του και τέσσερις ολοκαίνουργιες συνθέσεις της Λένας Πλάτωνος σε ποίηση αρχαίων Ελληνίδων ποιητριών.
Πότε γνωρίσατε προσωπικά τον Τσαρλς Λόιντ;
Το 2002 σε μια περιοδεία μου στα πανεπιστήμια της Αμερικής, μεταξύ των οποίων κι αυτό της Σάντα Μπάρμπαρα, ο ομογενής επιχειρηματίας Τζίμι Αργυρόπουλος είπε στον Τσαρλς Λόιντ, ο οποίος έμενε εκεί, να έρθει «να ακούσει τη Φαραντούρη που τραγουδάει Θεοδωράκη, Χατζιδάκι και ελληνική μουσική». Ερχεται ο Λόιντ και μετά, όταν πήγαμε καλεσμένοι στο σπίτι του Αργυρόπουλου, με υποδέχτηκε με μεγάλο σεβασμό. Οντας βουδιστής κιόλας, έπεσε κάτω και μου φιλούσε τα πόδια. Ηξερα ότι ήταν στο κοινό, αφού ο Χένινγκ Σμιτ, ο Γερμανός μαέστρος της ορχήστρας μου, τον γνώριζε και με είχε προϊδεάσει: «Από κάτω, να ξέρεις, είναι ένας πολύ σπουδαίος μουσικός». Δάκρυζε που μ’ έβλεπε, είχαμε μια γνωριμία που θύμιζε ψυχική και πνευματική υπέρβαση. Η Ντόροθι, η γυναίκα του Λόιντ, μου εξήγησε πως όποτε γνωρίζει κάποιον και του κάνει εντύπωση μπαίνει σε βαθιά υπαρξιακά θέματα. Ποιος ξέρει, μπορεί να του θύμισα τη γιαγιά του που ήταν Ινδή και τον πατέρα του που ήταν Αφροαμερικανός. Σίγουρα κάτι του έκανε το αρχέγονο της φωνής μου, όπως θα δήλωνε σ’ όλους τους δημοσιογράφους. Ο Λόιντ με ενημέρωσε πως σκόπευε να έρθει τον επόμενο χρόνο στην Ελλάδα. Θα έπαιζε στον Λυκαβηττό και με κάλεσε να πω δύο τραγούδια μαζί του. Πράγματι, έτσι έγινε και τραγούδησα το «Βλέφαρό μου» του Κυπουργού και της Νικολακοπούλου και ένα δικό του, το «Blow wind».
Ηταν η αρχή, όπως φαίνεται, μιας συνεργασίας που κρατάει είκοσι χρόνια τώρα.
Αλληλογραφούσαμε με την Ντόροθι και το 2007 τους φιλοξένησα στο εξοχικό μου σπίτι, όπου γνωριστήκαμε καλύτερα. Ακολούθησε η συναυλία του στο Παλλάς κι εκεί είπα περισσότερα τραγούδια, ενώ λίγο μετά στη Θεσσαλονίκη έφερα στο συγκρότημά του και τον Σωκράτη Σινόπουλο. Τραγούδησα μακεδονίτικα, έχοντας μελετήσει πολύ τη Δόμνα Σαμίου, και ο Λόιντ ενθουσιάστηκε. Το ένα έφερνε το άλλο, αφού κάναμε μια ακόμη συναυλία στη Γερμανία και γράφτηκαν διθυραμβικές κριτικές. Και φτάσαμε στο 2010 και στη μεγάλη κοινή μας συναυλία στο Ηρώδειο.
Ο Τσαρλς Λόιντ μεσουρανούσε τη δεκαετία του 1960 στην τζαζ και τη ροκ σκηνή, τότε που εσείς ήσασταν στο εξωτερικό. Πώς και δεν τον είχατε γνωρίσει ή ακούσει έστω;
Πάντα στο εξωτερικό στον ελεύθερο χρόνο μου παρακολουθούσα τζαζ και ροκ συναυλίες. Είδα τους Beatles, τους Rolling Stones, τη Νίνα Σιμόν, όπως και την Ελα Φιτζέραλντ στο Παρίσι. Ηταν μια απ’ τις τελευταίες συναυλίες της, συνοδεία ενός κιθαρίστα, λίγο προτού πάθει τη γάγγραινα στο πόδι. Ημουν στο κοινό, δεν τους είχα γνωρίσει όλους αυτούς. Εξαιρούνται οι Beatles, αφού ο Αλέξης Μάδρας με πήγε στο στούντιο Apple και τους παίξαμε με τον Κυριάκο Σφέτσα, τον τότε πιανίστα μου, το «Κράτησα τη ζωή μου» και το «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου» του Θεοδωράκη. Ηταν ο Τζον Λένον, ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ και η Γιόκο Ονο. Βγάλαμε φωτογραφίες, τις οποίες ψάχνω μέχρι σήμερα, αφού τις έχει στο Λονδίνο ο γιος του Μάδρα. Δυστυχώς ήταν τόσο απανωτά τα βιώματα που δεν κρατούσα τίποτε και τότε έπρεπε να έχεις μονίμως ένα φωτογράφο μαζί σου. Για τον Λόιντ δεν είχα ακούσει, ίσως γιατί στο Μόναχο και το Βερολίνο κυρίως πήγαινα στα τζαζ κλαμπ, αλλά μ’ ενδιέφερε περισσότερο το τραγούδι και όχι τόσο η αυτοσχεδιαστική μουσική. Επίσης ο Λόιντ δεν συνεργαζόταν με τραγουδίστριες αλλά μόνο με μουσικούς.
Να που συνεργάστηκε τελικά με τραγουδίστρια και μάλιστα Ελληνίδα, όχι μόνο συναυλιακά αλλά και δισκογραφικά.
Ισχύει. Η συναυλία του Ηρωδείου ηχογραφήθηκε από τον Μάνφρεντ Αϊχερ της ECM και κυκλοφόρησε σ’ όλο τον κόσμο, κάτι που μας έδωσε την ευκαιρία να ταξιδέψουμε κι εμείς σ’ όλο τον κόσμο κυριολεκτικά: πήγαμε στην Αμερική, την Ευρώπη αλλά και την Αυστραλία. Ο Αϊχερ είχε μεγάλη δύναμη ως δισκογραφικός παράγοντας κι έρχονταν όλοι οι διανοούμενοι στις συναυλίες μας.
Δεν είστε πια 20 ή 30 ετών. Θέλω να πω δεν είναι κουραστικό να είστε συνέχεια μέσα σ’ ένα αεροπλάνο;
Δεν συμβαίνει όπως παλιά αυτό. Υπάρχει η κούραση, αλλά ισοσταθμίζεται από την παρέα, τη χημεία, την αίσθηση ότι κάνεις κάτι απολύτως δημιουργικό, εφόσον κάθε φορά παίζουμε διαφορετικά πράγματα. Υπήρχαν στιγμές που έφευγα κι εγώ απ’ την κανονικότητά μου και αυτοσχεδίαζα με τους μουσικούς του Λόιντ κι αυτό τους άρεσε και μου το σχολίαζαν. Αυτοί εντυπωσιάστηκαν από την ελληνική παραδοσιακή μουσική, τα ποντιακά, τα ηπειρώτικα, όπως και από τον Μίκη. Ταυτόχρονα μου δόθηκε η ευκαιρία να συμπράξω με τους μεγαλύτερους τζαζίστες του κόσμου, όπως ο Τζέισον Μοράν αλλά και ο Λάρι Γκρεναδιέ που θα έρθει τώρα στο Ηρώδειο.
Το θέμα είναι, βέβαια, αν η Φαραντούρη εντάσσεται στη μουσική του Τσαρλς Λόιντ και όχι ο Λόιντ στην ελληνική μουσική.
Τραγουδάω και δικές του συνθέσεις, όπως το «Requiem» για το οποίο η Αγαθή Δημητρούκα έγραψε ελληνικούς στίχους. Εχοντας κάνει από νωρίς πολλούς μη θεοδωρακικούς δίσκους με τραγούδια διαμαρτυρίας, είχα πολλές άλλες προτάσεις. Είχα την τύχη να έρθουν να μ’ ακούσουν, δεν αναζήτησα κανέναν στην Αμερική. Δεν ήμουν ποτέ ο τύπος που θα «χωνόταν» κάπου για συνεργασία. Με τον Λόιντ συνέβη να αγαπηθούμε. Και γι’ αυτό τώρα πριν τελειώσουμε τη ζωή μας ή τη συνεργασία μας σκέφτηκα να κάνουμε κάτι ακόμη με τον Τσαρλς. Και δεν είναι εύκολο, ξέρετε, την τρέχουσα περίοδο. Οικονομικά συχνά είναι ασύμφορο να έρχονται τόσο μεγάλες ορχήστρες στη χώρα μας.
Εχετε δίκιο. Στην πρόσφατη συναυλία της Anohni στο Ηρώδειο σχολιάστηκαν έντονα οι τσουχτερές τιμές των εισιτηρίων.
Το άκουσα και γι’ άλλες συναυλίες αυτό. Θα πω μόνο ότι δεν είναι δική μου συναυλία για να το ελέγξω. Εγώ θα είμαι επίσημη προσκεκλημένη του Λόιντ και θα παίξουμε για μισή ώρα μαζί με τον Σωκράτη Σινόπουλο.
Θα υπάρχει και κάτι πραγματικά καινούργιο που θ’ ακούσουμε σ’ αυτήν τη συναυλία. Συνθέσεις της Λένας Πλάτωνος πάνω σε ποιητικά σπαράγματα αρχαίων Ελληνίδων ποιητριών.
Με τον Λόιντ συναντηθήκαμε το περασμένο καλοκαίρι στην Ιθάκη και ακούσαμε τα κομμάτια της Πλάτωνος που είχαμε δουλέψει στο σπίτι της. Ενθουσιάστηκε τόσο που την άλλη μέρα στον πρωινό καφέ μού είπε το εξής: «Μου μίλησαν τόσο μέσα μου αυτά τα τραγούδια που δεν μπορούσα να κοιμηθώ». Πρότεινα στον Τσαρλς, αφού του άρεσαν τόσο, να τα εντάξουμε σε μια επόμενη συναυλία μας. Οταν δουλεύτηκαν κι άλλο τα κομμάτια με τη Λένα τού τα έστειλα και αποφασίσαμε ποια θα παιχτούν. Ανέκαθεν λειτουργούσα ως συνδετικός κρίκος μεταξύ μουσικών και ήταν κάτι που αγαπούσε πολύ σε μένα ο Μάνος Χατζιδάκις. Επιλέξαμε τέσσερις μελοποιημένες ποιήτριες από το έργο «Σιωπηλών σπαράγματα», αρχαία κείμενα σε νεοελληνική απόδοση του Θάνου Τσακνάκη. Το έργο παρουσιάστηκε στην Ελευσίνα Πολιτιστική Πρωτεύουσα σε σκηνοθεσία του Μαρμαρινού, αλλά και μέσα στο Μουσείο της Ακρόπολης με διακόσιους επίλεκτους προσκεκλημένους. Αυτό το ηχογράφημα άκουσε ο Τσαρλς και ενθουσιάστηκε.
Τα χρόνια της δικτατορίας προείχε ο αγώνας…
Προείχε να προβάλω την τέχνη μου, τους μεγάλους ποιητές και τη μουσική μας. Πάνω απ’ όλα ήταν η μουσική και η υπαρξιακή μου σχέση μαζί της. Αυτό είχε αποτέλεσμα να συσπειρώσει την παγκόσμια κοινότητα γύρω από το πρόβλημα της Ελλάδας. Ο κόσμος δεν ερχόταν στις συναυλίες μου για να πει «Κάτω η χούντα», αλλά για να ακούσει μουσική. Ο Σεφέρης και ο Ρίτσος ήταν ήδη μεταφρασμένοι σε Αγγλία και Γερμανία, οπότε ερχόταν όλη η πνευματική αφρόκρεμα σε κάθε χώρα. Στο Λονδίνο μας πλαισίωναν οι σημαντικότεροι ηθοποιοί του βρετανικού θεάτρου.
Πάντως δεν ήταν αμελητέα κι η απλή διαμαρτυρία εκείνη την περίοδο. Ο Ντίλαν και η Μπαέζ το ίδιο δεν έκαναν με τις αντιπολεμικές συναυλίες τους;
Βεβαίως, ειδικά η Μπαέζ που είχε τραγουδήσει και το «Ασμα ασμάτων» του Μίκη. Κι αυτοί, όμως, την τέχνη τους και την ποίησή τους φανέρωναν πάνω απ’ όλα. Εμπνέονταν απ’ τα γεγονότα, ενώ εμείς το κάναμε αυτό μόνο με συγκεκριμένα έργα που μας έδινε ο Μίκης. Την εποχή της χούντας την εξέφρασε μόνο ένας κύκλος τραγουδιών του με το «Πάλης ξεκίνημα» και τον «Ωρωπό», γι’ αυτό και τον ονόμασε «Τα τραγούδια του αγώνα». Εγώ πάλι τραγουδούσα Λόρκα, Νερούδα, όλους τους μεγάλους ποιητές. Ακόμη και σήμερα εντάσσω και τραγούδια του Χατζιδάκι στο ρεπερτόριό μου – πάντα μπαίνει ο «Εφιάλτης της Περσεφόνης» ως τραγούδι-οικολογικό σύμβολο.
Τι είναι αυτό που κάνει τόσο σημαντικό το ελληνικό τραγούδι στο εξωτερικό;
Οι ξένοι μαγεύονται από την αρχαία ελληνική ιστορία, τη μυθολογία, τον Ομηρο. Οι συνθέτες μας βασίστηκαν στον αρχαίο μύθο για να φτιάξουν τον νέο μαζί με τους ποιητές, εκφράζοντας τις ανάγκες της εποχής τους. Η βαθιά του τέχνη έκανε γνωστό τον Θεοδωράκη και όχι η «επανάσταση». Ο Βολανάκης έδινε παραστάσεις στο Λονδίνο πάνω στην ελληνική ποίηση όταν πρωτοβγήκαμε έξω. Θυμάμαι τον Γιώργο Σκούρτη που έκανε απαγγελίες για τα προς το ζην και στο τέλος χόρευε κι ένα ωραίο ζεϊμπέκικο, την ίδια περίοδο που με βρήκε ο Μάδρας και με πήγε στους Beatles. Απόδειξη του πόσο στέρεο ήταν αυτό που κάναμε είναι ότι έχω φτάσει 76 ετών και ακόμη με καλούν να τραγουδήσω σ’ όλο τον κόσμο.
Οι τελευταίες ευρωεκλογές έδωσαν ένα σαφές μήνυμα υπέρ της αποχής των πολιτών και της ακροδεξιάς. Ποια είναι η γνώμη σας;
Οχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως. Γίνονται τρομερές αλλαγές και βρισκόμαστε σε μεγάλη αβεβαιότητα, όχι μόνο λόγω των γεωπολιτικών συνθηκών με τους πολέμους, αλλά και με τα δικά μας προβλήματα, την ακρίβεια και την έλλειψη θεσμών. Ζούμε σε μια παράλογη εποχή και δεν ξέρουμε πού θα καθίσει η μπάλα. Δεν γίνεται να μην έχουμε αντιπολίτευση, είναι σαφές και το λέει ο καθένας αυτό!
Προσδοκάτε σε μια συσπείρωση των προοδευτικών κεντροαριστερών δυνάμεων όπως έγινε στη Γαλλία;
Βεβαίως και μακάρι να το δούμε κι εδώ. Δεν υπάρχει άλλη λύση! Με τα αρμόδια όργανα και μ’ ένα σωστό αρχηγό που θα ψηφιστεί απ’ τη βάση.
Το βρίσκετε εφικτό;
Μόνο αν το θελήσουν. Να βρεθεί ένας ισχυρός ηγέτης που να ξέρει πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις. Εγώ θα σεβαστώ την απόφαση της βάσης, αρκεί να συσπειρωθούν. Εδώ δεν πάει ποιος αρέσει σε μένα και ποιος αρέσει στον άλλο με την έννοια ενός ισορροπημένου αριστερού πολιτικού.
INF0
18 Ιουλίου, Ωδείο Ηρώδου Αττικού