Αν η Μαρία Αντωνιάδου, της ΕΣΗΕΑ, ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, δεν θα υπάρχουν πολίτες που θεωρούν τη δημοσιογραφία κακόφημο επάγγελμα.
Ένα άρθρο της δημοσιογράφου, Σοφίας Γιαννακά, στην ιστοσελίδα iefimerida.gr – για τη δραστηριότητα της Μαρίας Καρυστιανού – προκάλεσε τον πειθαρχικό έλεγχό της από το αρμόδιο όργανο της ΕΣΗΕΑ και επικρίθηκε από το σύνολο σχεδόν της μιντιακής κοινότητας – ακόμη και από τους εργοδότες.
Ευλόγως. Όσο και αν το Πειθαρχικό Συμβούλιο θεωρεί την πρωτοβουλία του τυπική -περίπου υποχρεωτική, λόγω μιας ιδιοτυπίας του Κανονισμού του – δεν νοείται λογοκρισία δημοσιογράφου από δημοσιογράφους.
Η πρόεδρος του συλλόγου «Τέμπη 2023» είναι στη συλλογική συνείδηση ό,τι πιο «καθαγιασμένο» υπάρχει στο δημόσιο χώρο – και της αποδίδεται αντίστοιχη τιμή και αναγνώριση. Ως σύμβολο αντίστασης στη γενικότερη κυβερνητική πρακτική – χωρίς ιδεολογικό πρόσημο.
Αυτό δεν στερεί από τη Γιαννακά το δικαίωμα να διατυπώνει τη γνώμη της – χωρίς περιορισμούς… Εδώ και μερικούς αιώνες στον δυτικό κόσμο ισχύουν κάποιοι κανόνες που ονομάζονται: «Δημοκρατία», «Ελεύθερη γνώμη», «Ελευθεροτυπία».
Ο δημοσιογράφος κρίνεται από το κοινό του Μέσου που εργάζεται και λογοδοτεί στη συνείδησή του και τον διευθυντή του. Αν κάνει λάθος στα πραγματικά περιστατικά, οφείλει να επανορθώσει. Αν παραβιάζει τον νόμο, υπάρχει η δικαστική οδός. Αν αδικεί, το πρόβλημα είναι απλώς «τι ψυχή θα παραδώσει» στον δημιουργό του.
Ωστόσο η «υπόθεση Γιαννακά», έθεσε στον δημόσιο χώρο ένα κρίσιμο ερώτημα: μπορεί το επαγγελματικό σωματείο των δημοσιογράφων να ασκήσει πειθαρχικό έλεγχο σε μέλος του;
Η απάντηση είναι: ασφαλώς μπορεί – αποτελεί στοιχειώδη όρο αυτορρύθμισης του επαγγέλματος. Το ζητούμενο είναι να το κάνει εκεί που επιβάλλεται.
Πχ, υπόθεση πειθαρχικού ελέγχου είναι να μην ξαναδεί ο απεργοσπάστης το όνομά του στις λίστες μελών της Ένωσης. Να μην μεταδίδουν μέλη της από το ραδιόφωνο διαφημιστικά μηνύματα, δίκην δημοσιογραφικής ύλης, συστήνοντας την αγορά προϊόντων οποιουδήποτε, χορηγού.
Να μην νοείται μέλος της ΕΣΗΕΑ, όποιος δηλώνει και μέλος κόμματος. Σε μεγάλες διεθνείς μιντιακές επιχειρήσεις δεν θα έβρισκε καν δουλειά.
Για να εργαστεί κάποιος στα Μέσα Ενημέρωσης αρκεί να τον προσλάβει ο ιδιοκτήτης τους. Αν αυτό, από μόνο του τον καθιστά «δημοσιογράφο» είναι συζητήσιμο. Η επαγγελματική δημοσιογραφία όμως, είναι υπόθεση του συνδικάτου των επαγγελματιών δημοσιογράφων. Γι’ αυτό προβλέπονται εξετάσεις εγγραφής μελών – έστω και αν εκλαμβάνονται ως τυπική διαδικασία.
Η εγγραφή ισούται με προσωπική δέσμευση στους κανόνες του σωματείου. Σε όποιον δεν αρέσει, απλώς δεν εγγράφεται.
Αλλά για να κατέχει επαγγελματική ταυτότητα, πρέπει να τηρεί τους όρους του Κώδικα Επαγγελματικής Ηθικής και Κοινωνικής Ευθύνης των δημοσιογράφων – μελών της ΕΣΗΕΑ. Και τον Παγκόσμιο Χάρτη Δημογραφικής Δεοντολογίας.
Με επιμονή στους κανόνες, μπορεί τα μέλη της ΕΣΗΕΑ να γίνουν λιγότερα. Αλλά θα έχουν συνείδηση μέλους επαγγελματικού – και οιονεί πνευματικού – σωματείου, με κοινωνική αναγνώριση…
Θα ενισχυθεί το κύρος των δημοσιογράφων και ο ρόλος της Ένωσης, ακόμη και εντός του κλάδου – που δεν αποτελείται μόνο από «φίρμες», αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία του από σκληρά εργαζομένους, με αφοσίωση στον ρόλο τους.
Η Μαρία Αντωνιάδου – με θητεία σε σημαντικές «σχολές» δημοσιογραφίας και με την εμπιστοσύνη των συναδέλφων της, που την επανεκλέγουν πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ – μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλία, για να επαναβεβαιώσει το σώμα των δημοσιογράφων – με κάποιον έγκυρο τρόπο – την πίστη του στη Δεοντολογία.
Αν ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι, δεν θα υπάρχουν πολίτες που θεωρούν τη δημοσιογραφία κακόφημο επάγγελμα.
Πηγή: ieidiseis.gr
Διαβάστε επίσης:
Η ιδιωτική εταιρεία τρολ και προπαγάνδας της ΝΔ στην υπηρεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη
Apple: Φέρνει 600 τόνους iPhones μέσω… Ινδίας για να αποφύγει τους δασμούς Τραμπ