Η λυρική καλλιτέχνιδα γράφει για την κυβέρνηση της ΝΔ στο στόχαστρο της οποίας βρίσκονται δημοσιογράφοι που επιτελούν τον ρόλο τους και καλλιτέχνες που εκφράζονται ελεύθερα.
Το πιο σηµαντικό στη δίωξη του Κώστα Βαξεβάνη είναι ο λόγος για τον οποίο διώκεται. ∆εν έγραψε κάτι συκοφαντικό ή ψευδές. Κανένας δεν αµφισβητεί ότι όσα έγραψε ο Κ. Βαξεβάνης είναι αλήθεια. Πώς θα µπορούσε να µην είναι άλλωστε, αφού έχουν αποδειχθεί στα δικαστήρια των ΗΠΑ και έχουν οδηγήσει στην καταδίκη της Novartis. Επίσης δεν διώκεται ύστερα από παρέµβαση κάποιου εισαγγελέα, αλλά κατ’ εντολή της Ν∆, ως µέρος του πορίσµατος της προανακριτικής Παπαγγελόπουλου.
∆εν γνωρίζω άλλη περίπτωση σε χώρα του δηµοκρατικού τόξου που δηµοσιογράφος να διώκεται ευθέως από την κυβέρνηση, χωρίς καν να αµφισβητείται η εγκυρότητα των αποκαλύψεών του. Αντιστρέφοντας, θα λέγαµε ότι αν ο Βαξεβάνης δεν ήθελε να έχει περιπέτειες µε τη ∆ικαιοσύνη, θα έπρεπε να µη γράψει όσα ανακάλυψε κάνοντας ρεπορτάζ, κάτι οπωσδήποτε εξωφρενικό για δηµοκρατική χώρα. Είναι άξιο απορίας λοιπόν γιατί η δίωξη Βαξεβάνη θεωρείται υπόθεση της Αριστεράς ενώ στην πραγµατικότητα αφορά το λίκνο του καπιταλισµού, την αστική δηµοκρατία, τη διάκριση των εξουσιών και την ελευθερία του Τύπου, δηλαδή καθαρά φιλελεύθερα επίδικα.
Η κυβέρνηση έχει να επιδείξει παταγώδεις αποτυχίες τα δυόµισι χρόνια της διακυβέρνησής της, αλλά έχει αξιοσηµείωτες επιδόσεις στην τέχνη του gaslighting. Μέσω της σχέσης αλληλεξάρτησης που έχει µε τα ΜΜΕ και τους ιδιοκτήτες τους καταφέρνει να παρουσιάζει µια διαστρεβλωµένη εικόνα σε µια κοινωνία που δεν έχει κουράγιο να το ψάξει πολύ, εξουθενωµένη από την ανασφάλεια. Γι’ αυτό πρέπει να εξαφανιστούν από τη δηµόσια σφαίρα όσοι ψάχνουν, συνθέτουν και µπορούν να εξηγήσουν στους καλοπροαίρετους δηµοκρατικούς πολίτες όσα συµβαίνουν.
Εκτός από την κλασική για τη ∆εξιά τακτική των διώξεων δηµοσιογράφων, η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει και τις επικοινωνιακές τακτικές της alt-right. Μέσα από ένα στρατό ελεγχόµενων σχολιαστών και µε τους απεριόριστους οικονοµικούς πόρους του δηµόσιου ταµείου παράγει σύντοµα κωδικοποιηµένα µηνύµατα, επιτιθέµενη όχι επί της ουσίας αλλά επί προσωπικού. ∆ηµιουργεί λέξεις-κλειδιά που προκαλούν στην κοινωνία παβλοφικά αντανακλαστικά εναντίον όσων ασκούν στοιχειώδη κριτική στην κυβερνητική πολιτική, στοχεύει στο θυµικό µε σκοπό να συντηρήσει το αντιΣΥΡΙΖΑ µέτωπο. Μόνο που έτσι πληγώνει τη δηµοκρατία και η υπόθεση Βαξεβάνη δεν είναι η µοναδική.
Οταν σε εκποµπή της ΕΡΤ ζητήθηκε από τον Σπύρο Γραµµένο να παίξει το τραγούδι του «Κουκουλοφόρος» ο Θάνος Πλεύρης κατέθεσε ερώτηση στη Βουλή απαιτώντας την παραδειγµατική τιµωρία των υπευθύνων, θεωρώντας τον ραδιοτηλεοπτικό φορέα όργανο κυβερνητικής προπαγάνδας όπου το να ακουστεί ένα αντικαθεστωτικό τραγούδι αποτελεί πειθαρχικό παράπτωµα. Οταν η Σάσα Σταµάτη διέκοψε διαµαρτυρόµενη την παράσταση του Χριστόφορου Ζαραλίκου τη στιγµή που εκείνος σατίριζε τον Βαγγέλη Μαρινάκη το ΥΠΠΟΑ ήταν ο µόνος φορέας που δεν έβγαλε επίσηµη ανακοίνωση για να καταδικάσει το συµβάν. Οταν στη Βουλή συζητήθηκε σχετική ερώτηση της τοµεάρχισσας Πολιτισµού του ΣΥΡΙΖΑ Σίας Αναγνωστοπούλου προς την κ. Μενδώνη εκείνη αποχώρησε από την αίθουσα της ολοµέλειας.
Ο κατάλογος τέτοιων φαινοµένων είναι µακρύς. Στα social media, τον µόνο χώρο που µπορούν να ακουστούν απόψεις αµφισβήτησης της κυβέρνησης, συντελείται δολοφονία χαρακτήρων εναντίον δηµοσιογράφων, καλλιτεχνών ή οποιουδήποτε άλλου έχει κάποια αναγνωρισιµότητα. Αυτό που η κυβέρνηση δείχνει να µην καταλαβαίνει είναι ότι η κοινωνία µπορεί να έχει εθιστεί στα σκάνδαλα, ίσως ακόµη και στην πολιτική που υπερασπίζεται το µεγάλο κεφάλαιο έναντι των ευάλωτων στρωµάτων. Απέναντι όµως στον αυταρχισµό και στις διώξεις πάντα θα βρίσκει τρόπο να αντιδρά. Το απέδειξε άλλωστε η τεράστια επιτυχία του hashtag #δικό_σας_συνάδελφοι, του Χρήστου ∆άντη.