Μανούσος Μανουσάκης: Ο κινηματογραφιστής της τηλεόρασης

Μανούσος Μανουσάκης: Ο κινηματογραφιστής της τηλεόρασης

Ο Μανούσος Μανουσάκης ήταν ο τελευταίος συνδετικός αρμός ανάμεσα στο νέο ελληνικό σινεμά και τις τηλεοπτικές παραγωγές στα ιδιωτικά κανάλια.

Η είδηση του θανάτου του σκηνοθέτη Μανούσου Μανουσάκη έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Και πώς θα γινόταν διαφορετικά όταν ο άνθρωπος αυτός βρισκόταν σε δημιουργικό οίστρο, γυρίζοντας το ένα επεισόδιο μετά το άλλο τηλεοπτικών σειρών που άλλες προβάλλονταν ήδη και άλλες μόλις είχαν κάνει πρεμιέρα. Μια βαριά λοίμωξη του αναπνευστικού τον οδήγησε στο νοσοκομείο κι από κει στη ΜΕΘ, όπου κατέληξε την περασμένη Τετάρτη σε ηλικία 74 ετών. Ετσι, μπορούμε να λέμε πως ο Μανουσάκης «έφυγε» κυριολεκτικά εν ώρα γυρίσματος, όπως άλλωστε είχε δηλώσει την επιθυμία του να «φύγει» σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του.

Τον θυμάμαι στα γυρίσματα της σειράς «Μη μου λες αντίο» το 2004. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση που απευθυνόταν στον πληθυντικό σε όλους μα όλους τους συνεργάτες του, είτε αυτοί ήταν οι πρωτοκλασάτοι πρωταγωνιστές του είτε οι λεγόμενοι «βοηθητικοί» ηθοποιοί, δηλαδή κομπάρσοι. Δεν ήταν συνηθισμένοι τέτοιοι κώδικες ευγενείας από έναν άνθρωπο που είχε την ευθύνη ενός μεγάλου γυρίσματος μέσα στους αγχώδεις ρυθμούς της τηλεόρασης.

Μεγαλούργησε στην TV

Από την πρώτη στιγμή που ο Μανουσάκης ξεκίνησε, λίγο μετά τα 40 του, τη μεγάλη θητεία του στην ιδιωτική τηλεόραση φάνηκε πως είχε βρει το πεδίο στο οποίο θα διέπρεπε και θα μεγαλουργούσε. Ισως γιατί έχοντας εξίσου μεγάλη θητεία στον κινηματογράφο, δούλεψε ως ένας κινηματογραφιστής της τηλεόρασης που έδινε σημασία στο πλανάρισμά του και στις ερμηνείες των ηθοποιών του.

Ενδεικτικά αναφέρουμε τα «Τμήμα Ηθών» (1992-95), «Ψίθυροι καρδιάς» (1997-98), «Αγγιγμα ψυχής» (1998-99), «Ερωτας κλέφτης» (2000-01), «Το ποτάμι – Η συνέχεια» (2022-23), μέχρι και το «Δίχτυ» (2024) που έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές εβδομάδες – σειρές που αγαπήθηκαν και έφτιαξαν την καριέρα πολλών διάσημων σήμερα Ελλήνων ηθοποιών. Ακριβώς στο τελευταίο οφείλεται και το γεγονός πως όσοι ηθοποιοί είχαν δουλέψει μαζί του όλα αυτά τα χρόνια τον αποχαιρέτησαν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με αισθήματα βαθιάς οδύνης.

Οι ταινίες του

Τον Μανουσάκη τον θυμάμαι και στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το ίδιο διάστημα (2004-05), μαζί με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, του οποίου είχε διατελέσει βοηθός. Κάνανε πλάκες μεταξύ τους σαν μικρά παιδιά. Εκεί, σε μια σύντομη συζήτηση που κάναμε, μου είχε μιλήσει για τον «Βαρθολομαίο» και τη «Σκιάχτρα», δύο ταινίες του που δεν είχαν περάσει διόλου απαρατήρητες. Τον μεν «Βαρθολομαίο», την πρώτη του ταινία από το 1973, που έφτιαξε σε ηλικία μόλις 23 ετών ερχόμενος από τις σπουδές του στο London Film School, την είχε χαρακτηρίσει «φιλμ-απότοκο των επαναστατικών κινημάτων του 1960», όπως επίσης και «μια αναρχική τραγική κωμωδία, την οποία οι χουντικοί λογόκριναν χωρίς να έχουν καν καταλάβει». Λεπτομέρεια: για τον «Βαρθολομαίο» τον είχε εμψυχώσει πολύ η αδερφή της μητέρας του, η διεθνώς διάσημη Ειρήνη Παπά, όταν δεν είχε στη διάθεσή του κανέναν επαγγελματία ηθοποιό παρά μόνο ερασιτέχνες από το Χιλιομόδι Κορινθίας, τη γενέτειρα της μάνας του.

Τη δε «Σκιάχτρα», που είχε γυρίσει το 1985 με πρωταγωνιστές τους νεαρότατους τότε Αλκη Κούρκουλο, Σοφία Αλιμπέρτη, Βίκυ Κουλιανού, την είχε χαρακτηρίσει «ένα ελληνικό φολκ παραμύθι μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας» και «μια απ’ τις καλύτερες δημιουργίες του». Τελευταία κινηματογραφική του απόπειρα, στο περιθώριο της ακατάπαυστης εργασίας του για την τηλεόραση, ήταν το «Ουζερί Τσιτσάνης» (2015), που είχε κερδίσει το Βραβείο Κοινού στο 13ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου του Σαν Φρανσίσκο.

Ο θάνατος του Μανούσου Μανουσάκη αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό στην εγχώρια δημόσια και ιδιωτική τηλεόραση. Κι αν υπάρχουν και σήμερα καλοί νέοι σκηνοθέτες πίσω από τις τηλεοπτικές κάμερες, εκείνος ήταν ο τελευταίος συνδετικός αρμός του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου και της ιδιωτικής τηλεόρασης, που με την εμφάνισή της έθεσε τα όρια ενός ανταγωνισμού μεταξύ των νεοσύστατων καναλιών. Με τον Μανουσάκη στο τιμόνι τα σίριαλ έφτασαν στο υψηλότερο καλλιτεχνικό τους επίπεδο κι αυτό δεν είχε να κάνει με ανταγωνισμούς και με μετρήσεις τηλεθέασης, παρά μόνο με το ταλέντο του.

Documento Newsletter