Μάνος Στεφανίδης: «Όποιος έχει την αγαθή ή την πονηρή πρόθεση µπορεί να στήνει γλυπτά οπουδήποτε. Κυρίως ως µνηµεία µε παχυλή άγνοια»

Μάνος Στεφανίδης: «Όποιος έχει την αγαθή ή την πονηρή πρόθεση µπορεί να στήνει γλυπτά οπουδήποτε. Κυρίως ως µνηµεία µε παχυλή άγνοια»
(Δημήτρης Χαιρετάκης/ Eurokinissi)

Συζήτηση με τον καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ για το θέμα αιχμής των ημερών, το γλυπτό της Αφροδίτης Λίτη για τη Μαρία Κάλλας.

Καθώς τα σχόλια των αµυντόρων και των αρνητών της γλυπτικής δηµιουργίας της Αφροδίτης Λίτη εξακοντίζονται ένθεν κακείθεν, το Documento αναζήτησε τον καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ Μάνο Στεφανίδη προκειµένου να ζητήσει την άποψή του.

Θεωρείτε ότι το γλυπτό της Αφροδίτης Λίτη είναι καλή αφορµή για να ανοίξει µια συζήτηση µε πολλές παραµέτρους;

Η πρόσφατη υπόθεση του µνηµείου για τη Μαρία Κάλλας θίγει µια σειρά ευρύτερων ζητηµάτων. Ας πούµε, το θέµα του δηµόσιου χώρου και πώς και ποιοι τον διαχειρίζονται. Επίσης, το τεράστιο ζήτηµα της δηµόσιας γλυπτικής και των αισθητικών παραµέτρων που πρέπει να τη διαµορφώνουν. Και βέβαια την παρουσία ενός κράτους του ωραίου, το οποίο οφείλει να λειτουργεί ρυθµιστικά και να είναι εντέλει ο θεσµικός υπεύθυνος για όλα τα παραπάνω.

Μάνος Στεφανίδης

Ποια είναι η θέση σας απέναντι στο γλυπτό της Λίτη;

Στην περίπτωσή µας έχουµε ένα «Απόψε αυτοσχεδιάζουµε» και µάλιστα σε φιλελεύθερο κρεσέντο. Αν προτιµάτε το σινεµά από το θέατρο, σας παραπέµπω στο «Ιδιωτικά βίτσια, δηµόσιες αρετές». Όποιος έχει την αγαθή ή την πονηρή πρόθεση –από την κυβέρνηση της Κίνας έως το τελευταίο φιλοπρόοδο σωµατείο– µπορεί να στήνει γλυπτά ή πράγµατα που µοιάζουν µε γλυπτά οπουδήποτε. Κυρίως ως µνηµεία χωρίς µνήµη και µε παχυλή άγνοια. Και το λέω αυτό γιατί 500 µέτρα πιο κει από το γλυπτό αισθητικής Πατούλη υπάρχει το πολύ καλό και ζυγισµένο – µετρηµένο γλυπτό της Ασπασίας Παπαδοπεράκη το οποίο έχει στηθεί πριν από µια εικοσαετία και θα όφειλαν και οι δηµοτικές αρχές και η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισµού να το γνωρίζουν, πράγµα που όµως δεν συνέβη. Το συγκεκριµένο γλυπτό της κ. Λίτη αποδεικνύει πως η γλύπτρια δεν έχει σχέση µε το αντικείµενο. Θέλω να πω, δεν έχει εµπειρία φιγούρας στηµένης στον δηµόσιο χώρο. Και είναι κρίµα γιατί µοιραία γίνονται συγκρίσεις µε τον αείµνηστο σύζυγό της, τον πολύ µεγάλο γλύπτη Γιώργο Λάππα. Αυτό το αλά Τζεφ Κουνς χρυσό έργο δείχνει περισσότερο εκφραστική αδυναµία παρά πλαστική δύναµη. Και βέβαια το όλο αποτέλεσµα επιδεινώνει η πολύ άσχετη βάση και η ακόµη πιο κακή θέση στην οποία στήθηκε.

Όµως η κυβέρνηση συµπαρίσταται ασµένως και χειροκροτεί µαζί µε τη δηµοτική αρχή γιατί αυτό είναι κυρίως που θέλουν. ∆ηλαδή κάποιον ιδιώτη να τους απαλλάξει και από την ευθύνη να επιλέγουν αυτοί πώς και µε τι θα στολίζουν την πόλη. Ακόµη και το αναβατόριο στην Ακρόπολη το ανέθεσε σε κάποιον χορηγό, λες και δεν µπορούσε η πολιτεία να αναλάβει το κόστος των 750.000 ευρώ. Άρα όλα γίνονται για την τελική φωτογραφία µε τον υπουργό και τον χορηγό και την τελική ταµπέλα που θα γράφει το όνοµα της εταιρείας, της φίρµας ή απλώς του συγκινηµένου φιλότεχνου. Μάλιστα όσο πιο κοντά είναι το έργο στα ιδεώδη του σοσιαλιστικού ρεαλισµού, δηλαδή την εύκολη ανάγνωση, την ακόµη πιο εύκολη εντύπωση και την ευκολότατη προπαγάνδα, τόσο το καλύτερο. Για τέχνη θα µιλάµε τώρα;

Υπάρχουν παραδείγµατα «θεµιτών» παρεµβάσεων στον δηµόσιο χώρο;

Φυσικά υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες οι κρατικοί θεσµοί και ο καλλιτέχνης λειτούργησαν όπως θα έπρεπε έτσι ώστε τα συγκεκριµένα µνηµεία να στηθούν µε τη σωστή χωροθετική τους διαµόρφωση στην πρωτεύουσα. Έχω κατά νου ένα πιο πρόσφατο και ένα παλαιότερο παράδειγµα: αναφέροµαι στον έφιππο Μεγαλέξανδρο του αείµνηστου Γιάννη Παππά, τον οποίο ο αρχιτέκτονας Παντελής Νικολακόπουλος έστησε και φώτισε υποδειγµατικά έξω από τους Στύλους του Ολυµπίου ∆ιός στη συµβολή Βασιλίσσης Αµαλίας και Σοφίας. Το άλλο παράδειγµα αναφέρεται στο υδάτινο γλυπτό που έστησε ο επίσης αείµνηστος Γιώργος Ζογγολόπουλος στην πλατεία Οµονοίας κερδίζοντας το πρώτο βραβείο πανελλήνιου διαγωνισµού και συνεργαζόµενος άψογα µε έναν διακεκριµένο αρχιτέκτονα της εποχής. Ολα αυτά στο όχι µακρινό 1960 και επί πρωθυπουργίας ενός ανθρώπου που έχει προσφέρει πολλά στον πολιτισµό, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόµενα, του Κωνσταντίνου Καραµανλή. Οι συγκρίσεις και τα συµπεράσµατα δικά σας…

Στο βάθος της συζήτησης βρίσκεται η διαχρονική υποβάθµιση των καλλιτεχνικών µαθηµάτων και της ιστορίας της τέχνης ως ιστορίας του πολιτισµού από τα σχολεία µας. Πολιτικοί, νέοι και παλαιότεροι, κοινωνία ηµιµαθής, δίχως αισθητικές αναφορές και καλλιτεχνική αγωγή, διαχειρίζονται όπως όπως ένα γούστο που τους το διαµόρφωσε η ιδιωτική τηλεόραση. ∆εκαετίες τώρα…

*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Documento στις 17/10/2021

Documento Newsletter