Μάνος Ελευθερίου: «Ζω με μια αξιοπρεπέστατη σύνταξη 600 ευρώ»

Ο ποιητής, στιχουργός και συγγραφέας υπογράφει τον πρώτο του μονόλογο «Ο πατέρας του Αμλετ», που ανεβαίνει στο Θησείον σε σκηνοθεσία Θοδωρή Γκόνη.

Στα δεξιά της πολυθρόνας όπου κάθεται ο Μάνος Ελευθερίου, μέσα στο σταχτί κοστούμι του και το μπλε πουλόβερ, ξεχωρίζει μια ασπρόμαυρη σχολική φωτογραφία του Μεσοπολέμου. Ρωτάω αν πρέπει να τον αναζητήσω ανάμεσα σε αυτά τα παιδικά πρόσωπα. «Οχι, κάνω συλλογή από τέτοιες φωτογραφίες» απαντά. Βρισκόμαστε τώρα να ξεφυλλίζουμε χαρτονένια πλακάτ, γεμάτα από άγνωστα παιδάκια μιας άλλης εποχής που ποζάρουν με τις ποδιές τους αμήχανα, προσέχοντας να μη στάξει πάνω τους σιρόπι από το γλυκό του κουταλιού λεμόνι που μου έχει σερβίρει.

Στο σαλονάκι του Μάνου Ελευθερίου, με τη φωνή της Κάλλας να έρχεται από το υπνοδωμάτιο, καραδοκούν για να ξυπνήσουν ένα σωρό κόσμοι, μολονότι ο ίδιος επισημαίνει ότι δεν τα πάει καλά με τη μνήμη. Η πιο πρόσφατη δραστηριότητά του εξάλλου «Ο πατέρας του Αμλετ» –ο παρθενικός θεατρικός μονόλογος που ανεβαίνει στο Θησείον (πρεμιέρα 23 Οκτωβρίου) σε σκηνοθεσία Θοδωρή Γκόνη με πρωταγωνιστή τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη– είναι η αφορμή αυτής της συνάντησης για χάρη της οποίας ο Μάνος Ελευθερίου έψαξε αρκετές φορές στην τσέπη του σακακιού του· «αυτό σηκώνει τσιγάρο» μουρμούριζε σχεδόν συνωμοτικά.

Ξεκινήσατε σπουδάζοντας θέατρο, σωστά;

Δεν ήθελα να γίνω ηθοποιός. Με ενδιέφερε όμως να μάθω κάποια πράγματα για το θέατρο, κυρίως να δω πώς γράφεται ένα θεατρικό έργο. Βεβαίως, αυτό το έμαθα διαβάζοντας έργα και παρατηρώντας τις κομπίνες που κάνουν οι συγγραφείς από τον Σαίξπηρ έως τους αρχαίους και τους σύγχρονους Ελληνες. Πώς δηλαδή φτάνει η στιγμή όπου μια μοιραία λέξη γίνεται πρωταγωνίστρια.

Ποια είναι η πιο δυνατή ανάμνηση από τα χρόνια της εμπλοκής σας με τα θεατρικά πράγματα;

Ετυχε να είμαι ευνοούμενος του Αγγελου Τερζάκη που ήταν υπεύθυνος δραματολογίου στο Εθνικό και του Αιμίλιου Χουρμούζη που ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του. Και έτσι οι δυο τους με άφηναν να παρακολουθώ μαθήματα στη δραματική σχολή και πρόβες παραστάσεων. Κάπως έτσι πρόλαβα να δω μια ατέλειωτη σειρά παραστάσεων στο Εθνικό και στο Θέατρο Τέχνης. Κάποτε σταμάτησα να βλέπω κινηματογράφο και θέατρο, ασχολήθηκα με τα δικά μου. Και όταν αποφάσισα να επιστρέψω, συνειδητοποίησα πως είχαν περάσει τα χρόνια.

Γι’ αυτό άργησε τόσο πολύ το πρώτο σας θεατρικό;

Μου πήρε πολλά χρόνια να τελειώσω τον «Πατέρα του Αμλετ»· είναι ένα κείμενο που είχα ενσωματώσει σε ένα μυθιστόρημα, στη συνέχεια το απομόνωσα και το ξαναδούλεψα. Και μάλιστα θα κυκλοφορήσει σε βιβλιαράκι από τις Εκδόσεις Μικρή Αρκτος.

Περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία;

Εχει πραγματάκια που με αφορούν. Αλλά πάντα ένας συγγραφέας προσθέτει τέτοια στα έργα του. Το κυρίως θέμα του είναι ο πατέρας του Αμλετ που έρχεται από τον Κάτω Κόσμο και του δίνει συμβουλές. Και δεν ξέρουμε τελικά αν είναι γεγονός αυτή η συνάντηση, αν είναι όνειρο ή φαντασίωση.

Είναι και μια αναφορά στον πατέρα σας;

Οχι, καθόλου.

Το ρωτώ γιατί τον μνημονεύετε συχνά. Τι θυμάστε από αυτόν;

Στιγμές. Βλέπετε, όταν μεγαλώνει κανείς δεν φέρει ολόκληρες αναμνήσεις.

Ο πατέρας σας σας κληροδότησε το ενδιαφέρον για την Αριστερά;

Μονάχος μου ανακάλυψα την Αριστερά. Οι αντιδράσεις μου ήταν σωστές – θυμάμαι, διάβαζα το άρθρο ενός ποιητή που λάτρευα, του Κώστα Βάρναλη, στην εφημερίδα «Αυγή» να σχολιάζει την επέμβαση των Ρώσων στην Ουγγαρία γράφοντας πως «από αυτή την άποψη έχουν δίκιο οι Σοβιετικοί». Αναρωτήθηκα λοιπόν πώς είναι δυνατόν να υπάρχει δίκιο σε μια σφαγή. Τότε έκανα παρέα με κάποιους αριστερούς –ιδιαίτερα με έναν διάσημο τροτσκιστή– και θυμάμαι πως ήταν και αυτοί μαγκωμένοι για τον ίδιο λόγο.

Μαγκωθήκατε και άλλες φορές μέσα στην πορεία σας στην Αριστερά;

Βέβαια, πάρα πολλές. Ομως, τα κόμματα της Αριστεράς έδιναν πάντα ελπίδα στους ανθρώπους. Θα μου πεις, ελπίδα δίνει και ο χριστιανισμός λέγοντας στους πιστούς πως θα βρουν καλύτερη ζωή στον παράδεισο.

Η Αριστερά είναι ένα είδος πίστης;

Και πίστης και ελπίδας.

Χάσατε την πίστη σας προς αυτήν;

Οχι, ποτέ.

Μολονότι σταθήκατε με κριτική ματιά στα πεπραγμένα της.

Ναι, παρόλα αυτά.

Δείχνετε κατανόηση στα πρόσωπα της εξουσίας;

Νομίζω πως οι άνθρωποι της εξουσίας έχουν κάτι το τραγικό. Τους λυπάμαι. Δεν είμαστε μόνο εμείς χωμένοι μέσα στα σκατά, είναι και αυτοί. Θα πρέπει και αυτοί να υποφέρουν έστω κρυφά. Πάντως, έτσι όπως είναι τα πράγματα, το μόνο που θα ήθελα είναι αυτός που ηγείται σε μια κυβέρνησης να νιώθει έτοιμος· αλλά, βλέπετε, όλοι βιάζονται.

Η ελπίδα σας διατηρείται με την πρώτη (αυτοαποκαλούμενη) αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα;

Οχι, δεν βλέπω ελπίδα πουθενά. Τίποτε δεν ανθίζει. Πέρασα αυτές τις σκέψεις μου σε ένα τραγούδι που έγραψα για τον Σταύρο Ξαρχάκο και εκεί λέω τα εξής: «Πέτρες θα τρώμε και θα ζούμε σε σπηλιές. Δεν θα υπάρχουνε πουλιά, μήτε φωλιές. Θα υπάρχει μόνο μοναξιά, τρομοκρατία και μια Ιθάκη βουλιαγμένη πολιτεία». Το τραγούδι λέγεται «Για ποιαν Ιθάκη μου μιλάς;».

Πώς βιώνετε αυτή την εποχή;

Με μια αξιοπρεπέστατη σύνταξη των 600 ευρώ!

Χαμηλοσυνταξιούχος δηλαδή.

Και πάλι καλά να λέτε. Υπάρχουν άνθρωποι που παίρνουν 250 ευρώ.

Δεν θεωρείτε, ωστόσο, πως κάποιος που έχει συμβάλει στο πνευματικό μας κεφάλαιο, όπως εσείς, θα έπρεπε να διαβιεί καλύτερα στα γηρατειά του;

Δεν πιάνουν αυτά. Εδώ μου έκοψαν εντελώς το επικουρικό, το οποίο πλήρωνα επί 40 χρόνια. Μου το κόβουν ενώ δεν έκανα καμιά απάτη, δεν πρόδωσα την πατρίδα μου.

Θυμώνετε;

Ξέρω ότι η Ελλάδα αναπνέει με μηχανική υποστήριξη. Τι να πω…

Το έργο σας πάντως παραμένει πολιτικό.

Μόνο πολιτικό ήταν. Ακόμη γράφω πολιτικά τραγούδια.

Εχετε ανέκδοτα κείμενα στο συρτάρι σας;

Δεν τα κρύβω ποτέ, πάνω στο γραφείο τα αφήνω.

Γράφετε από την ίδια ανάγκη ή και για να διασκεδάσετε το γεγονός ότι μεγαλώνετε;

Και τα δύο συμβαίνουν. Ο Σωκράτης Μάλαμας έχει τραγουδήσει έξοχα εκείνο το τραγούδι μου για τους «Γέρους»: «Αυτά που εκείνοι χάσανε κανένας πια δεν τα ’χει κι από μια αυλαία κόβουνε κομμάτια να ντυθούν, ρίχνουν πασιέντζες, γδύνονται, παραμιλούν μονάχοι κι είναι αργά για να σωθούν και κάτι ν’ αρνηθούν».

Ζήσατε μια ζωή όπως τη θέλατε;

Ναι, βέβαια. Αν και οι πίκρες και οι αποτυχίες ήταν περισσότερες από τις ευτυχισμένες στιγμές. Ομως υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν ποτιστεί με πίκρες δέκα φορές περισσότερο από μένα. Οπότε πρέπει να είμαι ευχαριστημένος για ό,τι έζησα.

Ποια ευτυχισμένη στιγμή σάς έρχεται στον νου;

Κάμποσες αλλά δεν πρέπει να τις σκέφτομαι. Οταν περνάς ένα δύσκολο παρόν αυτά τα πράγματα δεν πιάνουν· έχεις την εντύπωση πως έχουν συμβεί σε κάποιον άλλο. Αφήνεις λοιπόν τον παλιό σου εαυτό εκεί, τον οποίο έτυχε και τον γνώρισες μια φορά, είπατε «χαίρω πολύ», ήπιατε και ένα ποτό μαζί και τελείωσε η υπόθεση.

Δεν παντρευτήκατε ωστόσο.

Ο σοβαρός κόσμος παντρεύεται για να έχει έναν σύντροφο. Δεν είναι μόνο ο έρωτας που φέρνει δύο ανθρώπους μαζί· είναι η αγάπη, η στοργή, η συντροφικότητα. Οσα χρόνια σέρνομαι στα νοσοκομεία έχω δει γυναίκες να ξαγρυπνούν δίπλα στον άνθρωπό τους, γυναίκες τυραννισμένες που έρχονται με το πρώτο λεωφορείο από την άκρη της Αττικής για να είναι πρωί πρωί δίπλα στον αγαπημένο τους. Αυτή η ανάγκη για συντροφικότητα δεν θα πάψει να με συγκλονίζει.

Επομένως σας λείπει ένας σύντροφος.

Οπως σε κάθε μοναχικό άνθρωπο.

Θα μπορούσατε να είχατε γίνει πατέρας;

Ενα παιδί μέσα στον κόσμο είναι μια ελπίδα, αν και από την άλλη σκέφτεσαι σε τι κόσμο-μπορντέλο θα το φέρεις. Ομως, δεν θα ήθελα να έχω παιδί γιατί απλούστατα δεν μπορούσα να κουμαντάρω τον εαυτό μου.

Αν μπορούσατε, τι άλλο θα κάνατε διαφορετικά;

Οταν ήμουν νέος μου δόθηκε η ευκαιρία να ζήσω στη Νέα Υόρκη ή στο Παρίσι. Δεν ξέρω τι θα είχα καταφέρει – πιθανότατα να έγραφα πάλι τραγούδια.

Τι θέλετε να μείνει από το έργο σας;

Τίποτε. Αν και τα τραγούδια μου θα μείνουν. Αισθάνομαι πως το πιο σημαντικό είναι πως ο κόσμος τραγουδάει στις συναυλίες τους στίχους μου. Εκείνη τη στιγμή δεν είμαι εγώ αυτός που τα έχει γράψει· χαίρομαι όμως όταν είμαι αφορμή για να πάει ψηλότερα ο κόσμος.

Χαίρεστε που στη συλλογική συνείδηση είστε εγγεγραμμένος ως στιχουργός;

Γιατί όχι; Ολοι μου λένε ότι γράφω καλά τραγούδια, αλλά οπωσδήποτε θα έχω γράψει και πατάτες.

Είχατε αγωνία να ακούσετε τι μουσική θα βάλουν στα λόγια σας και ποιοι θα τα ερμηνεύσουν;

Στάθηκα τυχερός γιατί όσοι μελοποίησαν στίχους μου ήταν στις καλύτερές τους στιγμές. Και όσοι τα τραγούδησαν επίσης: Μοσχολιού, Νταλάρας, Μητσιάς, Μητροπάνος.

Θα δίνατε τραγούδια σας σε έναν νέο συνθέτη;

Βεβαίως! Τελευταία κάνω παρέα με έναν συνθέτη 23 χρόνων – εκπληκτικός.

Ακούγεστε χαρούμενος γι’ αυτό.

Φυσικά, δεν τους κυνηγάω εγώ. Για να με ζητούν αυτοί κάτι αξίζω. Δεν το κάνουν από λύπη τύπου «για να δούμε τι γράφει ο σκατόγερος!».

Ποιητής, μυθιστοριογράφος, στιχουργός, ερευνητής. Ποια από τις ιδιότητές σας σας έχει προσφέρει μεγαλύτερες συγκινήσεις;

Η έρευνα που κάνω. Αυτό το ψάξιμο σε εφημερίδες, σε περιοδικά, σε αρχεία έχει μια μαγεία.

Στο άθροισμά τους ήταν πολλά όλα αυτά;

Πολλές φορές σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να έχω κάνει περισσότερα. Αλλά μάλλον καταλήγω ότι θα έπρεπε να έχω κάνει λιγότερα… Πάντως, το ένα με ξεκούραζε από το άλλο.

Ανατρέχετε στο παρελθόν;

Δεν έχω καλή σχέση με τη μνήμη.

Με ποιες σκέψεις ξυπνάτε κάθε μέρα;

Κάνω τον σταυρό μου που επέζησα και άλλη μια νύχτα. Λέω «δόξα σοι ο Θεός» που θα ζήσω και σήμερα.

Πιστεύετε στον Θεό;

Ενας Θεός το ξέρει! Χρειάζεται η πίστη, κυρίως η πίστη για έναν καλύτερο κόσμο. Και θέλω να πιστεύω ότι έβαλα ένα λιθαράκι για να τον ομορφύνω.

INFO

«Ο πατέρας του Αμλετ» του Μάνου Ελευθείου.

Σκηνοθεσία: Θοδωρής Γκόνης.

Πρωταγωνιστεί ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης.

Θέατρο Θησείον, από τις 23 Οκωβρίου

Ετικέτες