Πολλά έχουν γραφτεί για τον Μάνο Ελευθερίου και το έργο του. Ποιητής, πεζογράφος ή στιχουργός; Λογοτεχνική γενιά του ΄30 ή του ΄70; Πολιτικός στίχος ή ερωτικός;
Η ποίηση του Μάνου Ελευθερίου εκτός από την ευαισθησία της, συνδέει με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο την αρχαιοελληνική, τη βυζαντινή και τη νεοελληνική παράδοση με έναν τρόπο που μόνο ένας χαρισματικός ποιητής θα μπορούσε να κάνει. Ο λόγος του είναι συμβολικός. Γεμάτος με εικόνες, που όμως πάντα άφηναν ένα παράθυρο για να συμπληρώσει ο αναγνώστης όσα εκείνος θέλει. Όταν διαβάζεις ένα ποίημα του, νιώθεις πως δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Και όχι βέβαια γιατί είναι ατελή, αλλά επειδή πολύ εντέχνως σε βάζει στη θέση του δημιουργού. Ο λόγος του εξελίσσεται και ολοκληρώνει την πορεία του, όταν βρει καταφύγιο στις ψυχές των ανθρώπων.
Έντονα πολιτικός στίχος, που είχε λογοκριθεί. Γράφει για τα καμιόνια που ξεφορτώνουν στην Καισαριανή και για τον καπετάνιο στα βουνά. Πλέκει τους λεκτικούς του γρίφους για να καταφέρει να ακουστεί η φωνή όλων αυτών που δεν υπάρχουν πια. Όλη η «Θητεία» (1968-1971), όλα τα «Τροπάρια για φονιάδες» (1969-1975) είναι γεμάτα διακειμενικές αναφορές και ιστορικά πρόσωπα (Αθανάσιος Διάκος, Νίκος Πλουμπίδης, Μαρία Αντωνία, Τσε Γκεβάρα, Ρόζα Λούξεμπουργκ, Αλέκος Παναγούλης, Κώστας Μίχος). Πρόσωπα δραματικά, μιας σκοτεινής εποχής, ίσως άγνωστα μεταξύ τους, μα τόσα οικεία για εκείνον. Προσέγγιζε τα πρόσωπα, όχι με αίσθημα περιέργειας, δεν ηρωοποιεί, ούτε εξιδανικεύει. Μα σα τρυφερός πατέρας σκύβει και τους δίνει ένα φιλί για να τους ανακουφίσει. Η ποίηση του δε είναι απαλλαχτική, ούτε καταγγελτική. Είναι παρηγοριά για τους εκπτώτους.
Στα ερωτικά του ποιήματα, δύσκολα θα συναντήσει κάποιος το ρήμα σε «αγαπώ». Κι όμως, στο ποίημα «Κάτω από την μαρκίζα», που μελοποιήθηκε από τον Γιάννη Σπανό, ο στιχουργός μιλάει για ένα πραγματικό γεγονός. Για μια ξαφνική βροχή που τον έφερε δίπλα σε μια κοπέλα που έτρεξε να προφυλαχθεί από την ξαφνική καταιγίδα.
Σύμφωνα με μαρτυρία του ίδιου του ποιητή, στο πάλαι ποτέ Ξενοδοχείο Παλλάδιον (πανέμορφο δημιούργημα του αρχιτέκτονα Παναγιώτη Ζίζηλα το 1915 ) και μετέπειτα στο Μetropolis που στεγαζόταν εκεί, Πανεπιστημίου 54 και Εμμανουήλ Μπενάκη γωνία, συνάντησε μια γυναίκα που μοιράστηκε μαζί της ένα τέταρτο της ώρας και στο τέλος της χάρισε την ομπρέλα του. Το κορίτσι δεν του μιλούσε και όταν την ρώτησε το όνομα της, εκείνη του φώναξε από μακριά Ειρήνη. Όπως εκμυστηρεύτηκε στον φίλο του Χρήστο Λεοντή, μπορεί να ήταν είκοσι λεπτά, μα για εκείνον ήταν σα μια ερωτική νύχτα, που κράτησε μια ζωή!
Ο Μάνος Ελευθερίου, είναι ο ποιητής εκείνων που «περισσεύουν», των πικραμένων και κυνηγημένων. Με επιμονή στην ιστορία και την παρακμή της, στους λυπημένους εραστές, κατάφερε με την ποίηση του και τον λόγο του να σφραγίσει μια ολόκληρη εποχή, που μοιάζει τόσο δική μας… Στις 22 Ιουλίου 2018, φεύγει από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.