Ο πρώην πρόεδρος της ∆ΕΗ Μανώλης Παναγιωτάκης υποστηρίζει ότι στα µέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός για την ανάσχεση της κατακόρυφης αύξησης στην τιµή του ρεύµατος δεν υπάρχει καµία πρόβλεψη στήριξης των επαγγελµατιών, υπογραµµίζοντας παράλληλα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είπε λέξη για την ανάγκη µείωσης του κόστους παραγωγής.
Χαρακτηρίζει «κόλαφο για την κυβέρνηση» την αποκάλυψη του Μπάµπη Παπαδηµητρίου ότι οι ιδιώτες πάροχοι ενέργειας άσκησαν πιέσεις για την ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρµογής από τη ∆ΕΗ, ενώ αναδεικνύει πως αν η ρήτρα αναπροσαρµογής είχε καθιερωθεί από το 2020, τα τιµολόγια θα µειώνονταν κατά 30% εξαιτίας της κατάρρευσης της χονδρικής τιµής που προκλήθηκε από την πανδηµική κρίση.
Απαντούν στο πρόβληµα τα µέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός;
Στόχος πρέπει να είναι: α) η µείωση του κόστους παραγωγής και β) η µείωση της χονδρικής τιµής. Για το πρώτο δεν ακούσαµε τίποτε. Αντίθετα, ο πρωθυπουργός µας είπε ότι είναι λίγο πολύ µοιραίο να έχουµε ακριβό κόστος παραγωγής λόγω της αύξησης των τιµών του φυσικού αερίου συνεπεία του πολέµου. Βεβαίως, απέφυγε να πει ότι οι τιµές του φυσικού αερίου είχαν εκτοξευτεί από τα µέσα του 2021 και επειδή η Ελλάδα το 2021 ήταν η µοναδική χώρα στην ΕΕ (πλην Βουλγαρίας) στην οποία αυξήθηκε η παραγωγή από φυσικό αέριο και µάλιστα κατά 24%. Αυτό έγινε εξαιτίας της πολιτικής της απολιγνιτοποίησης, την οποία αποφάσισε ο ίδιος χωρίς καµιά µελέτη ή προπαρασκευή. Αν προηγουµένως ο λιγνίτης ως εγχώριος πόρος ήταν πολύτιµος µία φορά, σήµερα και στο κοντινό τουλάχιστον µέλλον µε το νέο τοπίο που διαµορφώνεται καθίσταται απείρως πολυτιµότερος. Γι’ αυτό επιβάλλεται η ριζική αλλαγή κατεύθυνσης της ∆ΕΗ, µε µείωση του κόστους εξόρυξης λιγνίτη. Παράλληλα, να αναληφθούν πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ και να συντονιστεί η χώρα µας µε εκείνες που θέτουν το θέµα της µείωσης της τιµής των δικαιωµάτων διοξειδίου του άνθρακα, που συνεπεία χρηµατιστηριακών µεθοδεύσεων έχει εκτιναχτεί στα ύψη συµβάλλοντας στην αύξηση του κόστους λιγνιτικής παραγωγής µέχρι και 400%.
Για τη µείωση της χονδρικής τιµής τα µέτρα, όπως διευκρινίστηκαν από τους υπουργούς, έπρεπε να έχουν ληφθεί εδώ και πολλούς µήνες. Στην ουσία πρόκειται για κάποια µορφή προσωρινής έστω αναστολής του Χρηµατιστηρίου Ενέργειας. Η τιµή χονδρικής δεν θα προκύπτει από το χρηµατιστήριο αλλά από το κόστος µε το οποίο παράγουν καθηµερινά οι µονάδες παραγωγής. Βεβαίως αποµένει να διευκρινιστούν και να διευθετηθούν πολλά και σηµαντικά. Φοβάµαι ότι οι αρµόδιοι δεν είναι έτοιµοι. Γι’ αυτό άλλωστε ο προγραµµατισµός εφαρµογής είναι για τον Ιούλιο. Πολύ σηµαντικός είναι ο παράγοντας της ΕΕ. Θα απαιτηθούν εγκρίσεις. Επίσης πρέπει να διευθετηθεί το θέµα των εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. ∆εν είναι νοητό να µειώνουµε στην Ελλάδα τη χονδρική τιµή και αυτό να γίνεται ευκαιρία για τους εξαγωγείς να πωλούν την παραγόµενη στην Ελλάδα ενέργεια στο εξωτερικό. Ελπίζω ότι δεν θα αποδειχτεί ολέθρια η στάση του πρωθυπουργού να µη συντονίσει τις προσπάθειές του µε την Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οποίες µε σκληρή διαπραγµάτευση πέτυχαν ό,τι ζητάµε εµείς σήµερα.
Σε ό,τι αφορά τις αποζηµιώσεις, παρατηρώ ότι λείπουν οι επαγγελµατίες. Γενικά, η όποια αναγκαιότητά τους οφείλεται στο ότι η κυβέρνηση άφησε να της ξεφύγουν το κόστος και η χονδρική τιµή, παρά τις επισηµάνσεις από πολλές πλευρές. Ετσι σήµερα αφενός καλούµαστε όλοι να πληρώσουµε και αφετέρου αποστερούνται πόροι από άλλες ανάγκες.
Ο βουλευτής της Ν∆ Μπάµπης Παπαδηµητρίου αποκάλυψε ότι οι ιδιώτες πάροχοι ενέργειας πίεσαν τη ΡΑΕ για να ενεργοποιήσει η ∆ΕΗ τη ρήτρα αναπροσαρµογής. Μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο η ΡΑΕ; Πρόκειται για εκβιασµό; Εσείς τι θα κάνατε αν ήσασταν στη θέση του Γιώργου Στάσση;
Η τιµολογιακή πολιτική της ∆ΕΗ αποφασίζεται µεν από το ∆Σ της, αλλά αυτονόητα έπειτα από συνεννόηση µε την κυβέρνηση. Η ΡΑΕ δεν έχει καµία αρµοδιότητα ή δυνατότητα παρέµβασης. Αρα η αναφορά του κυβερνητικού βουλευτή για τις παρεµβάσεις των ιδιωτών συνιστά κόλαφο για την κυβέρνηση. Φαίνεται ότι τα µάτια του βλέπουν πολλά. Πάντως εκτιµώ ότι η διοίκηση της ∆ΕΗ δεν είχε κανένα δισταγµό να µετακυλίσει το σύνολο του κόστους της χονδρικής στην κατανάλωση επιβάλλοντας τη ρήτρα αναπροσαρµογής.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα έχει µια από τις χαµηλότερες τιµές ρεύµατος σε επίπεδο λιανικής στην Ευρώπη. Πώς µπορεί να συµβαίνει αυτό όταν έχουµε την υψηλότερη τιµή χονδρικής;
Προφανώς δεν συµβαίνει αυτό. Σύµφωνα µε τη Eurostat, η τιµή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα το 2021 για τις επιχειρήσεις ήταν η υψηλότερη στην ΕΕ, σηµειώνοντας αύξηση 111% σε σχέση µε το 2020. Για τα νοικοκυριά η αύξηση ήταν 20% και η τιµή χωρίς τους φόρους ήταν 0,1588/KWh έναντι 0,1515/KWh του ευρωπαϊκού µέσου όρου. Ωστόσο η τιµή της Eurostat δεν είναι αυτή της αγοράς αλλά µειωµένη µε τις επιδοτήσεις των πλέον ευάλωτων, οι οποίες βέβαια επιβαρύνουν τους πάντες. Η τιµή της αγοράς είναι από τις υψηλότερες. Αυτό σηµαίνει ότι αντί να επιδιώκουµε χαµηλές τιµές, επιδοτούµε την ακρίβεια.
Πώς γίνεται η ∆ΕΗ να βρισκόταν υπό χρεοκοπία λόγω των ζηµιών του 2018 και ο οίκος Standard & Poor’s να αναβάθµισε τον Νοέµβριο του ίδιου έτους την επιχείρηση κατά µία βαθµίδα;
∆εν υπήρχε ούτε κατά διάνοια περίπτωση χρεοκοπίας της ∆ΕΗ. Αλλωστε ο οίκος S&P επιβεβαίωσε την αναβάθµιση της ∆ΕΗ και µάλιστα «µε θετική προοπτική» τον Απρίλιο του 2019, στο απόγειο της αρνητικής προπαγάνδας της Ν∆, παραµονές των εκλογών. Προπαγάνδα που ώθησε πολλούς µικρούς επενδυτές να πουλήσουν τις µετοχές τους µε ζηµιά, ενώ οι µεγάλοι αγοραστές αποκόµισαν σηµαντικά κέρδη. Μια επιχείρηση µε έξι εκατοµµύρια πελάτες και ετήσιο τζίρο 4,7 δισ. ευρώ σε καµία περίπτωση δεν κινδυνεύει λόγω κάποιων λογιστικών ζηµιών που προέκυψαν συγκυριακά, καθώς τότε επιλέξαµε να µη µετακυλίσουµε στην κατανάλωση την απότοµη αύξηση του κόστους παραγωγής κατά 30% λόγω εξωγενών παραγόντων. Αλλωστε και άλλες χρονιές η ∆ΕΗ είχε συγκυριακά ζηµιές. Μάλιστα το 2009 ήταν της τάξης των 900 εκατ. ευρώ.
Χαρακτηρίσατε προπαγάνδα την κριτική περί κατάρρευσης της ∆ΕΗ από το 2018 και έπειτα. Πιστεύετε ότι η προπαγάνδα αυτή ήταν αποτέλεσµα συντονισµένου σχεδίου; Και αν ναι, γιατί και από ποιους;
Τα γεγονότα είναι πολύ εύγλωττα. Η τότε αξιωµατική αντιπολίτευση είχε επιλέξει τη ∆ΕΗ ως βασικό πεδίο άσκησης πολεµικής εναντίον της κυβέρνησης. Οι επιθέσεις εναντίον της ∆ΕΗ και η καταστροφολογία από τη Ν∆ και τον φιλικό της Τύπο έφτασαν στο υψηλότερο σκαλί της κλίµακας τον Σεπτέµβριο του 2018 και διατηρήθηκαν σε αυτό το επίπεδο µέχρι τις εκλογές. Εναρκτήριο λάκτισµα ήταν τα πηχυαία δηµοσιεύµατα κατά την έναρξη της ∆ΕΘ µε τα οποία οι αναγνώστες «πληροφορούνταν» ότι η ∆ΕΗ εξαγόρασε την εταιρεία EDS «στα Σκόπια» για να χρηµατοδοτήσει την εκστρατεία του Ζάεφ για τη συµφωνία των Πρεσπών. Η εξαγορά είχε ολοκληρωθεί από τον προηγούµενο Φεβρουάριο και είχε ανακοινωθεί στη χώρα µας µε κάθε επισηµότητα. Σήµερα η εταιρεία αυτή είναι leader στην αγορά της Βόρειας Μακεδονίας. Μετά τις εκλογές σηµειώθηκε νέα κλιµάκωση, µε προφανή στόχο να υλοποιηθούν τα σχέδια της κυβέρνησης: αυξήσεις τιµολογίων, πώληση του 49% του ∆Ε∆∆ΗΕ, µείωση της κρατικής συµµετοχής κάτω του 51% στη ∆ΕΗ κ.λπ.
Αµειβόσασταν µε 60.000 ευρώ ετησίως και χωρίς µπόνους, ενώ ο Γιώργος Στάσσης λαµβάνει συνολικά 360.000 ευρώ συν τα διάφορα µπόνους. Ο καθορισµός του µισθού των µελών του ∆Σ της ∆ΕΗ είναι πολιτική απόφαση; Εχει λόγο επ’ αυτού ο αρµόδιος υπουργός;
Οι αµοιβές των στελεχών της διοίκησης εγκρίνονται από τη ΓΣ των µετόχων, στην οποία ο ρόλος του κράτους είναι καθοριστικός. Για µια εταιρεία όπως η ∆ΕΗ η πολιτική διάσταση και συνακόλουθα η ευθύνη της κυβέρνησης είναι αυτονόητες. Πάντως το θέµα δεν είναι µόνο η αµοιβή του διευθύνοντος συµβούλου, έστω κι αν το ύψος της προκαλεί. Εξαιρετικά αρνητικό στοιχείο, όχι µόνο οικονοµικά αλλά οργανωτικά και λειτουργικά –για να µην πω και ηθικά–, είναι ο πολλαπλασιασµός των θέσεων στελεχών: γενικών διευθυντών, διευθυντών κ.ά. Η ∆ΕΗ έχει µετατραπεί σε µεξικανικό στρατό, διαθέτοντας περισσότερους αξιωµατικούς από στρατιώτες και οι δαπάνες για τις αµοιβές της διοίκησης εκτινάχτηκαν από 1,55 εκατ. ευρώ το 2018 σε 5,72 εκατ. (συν 2,7 εκατ. µπόνους) το 2021.
Είναι τόσο πολύπλοκη µαθηµατική πράξη ο υπολογισµός των υπερκερδών των παραγωγών ενέργειας και καθυστερεί τόσο η ΡΑΕ;
Κατά τη γνώµη µου ο µηχανισµός ελέγχου των κερδών και του κόστους των παραγωγών ενέργειας έπρεπε να έχει συγκροτηθεί στη ΡΑΕ εδώ και καιρό, έτσι ώστε ο υπολογισµός τους να είναι σχεδόν αυτόµατος ανά πάσα στιγµή. ∆υστυχώς, κάτι τέτοιο δεν έγινε παρά το γεγονός ότι η κρίση είχε αρχίσει εδώ και σχεδόν ένα χρόνο. Εν προκειµένω, η ευθύνη βαραίνει τόσο την αρχή όσο και την κυβέρνηση, επειδή προφανώς δεν υπήρχε προσανατολισµός προς αυτή την κατεύθυνση. Χαρακτηριστικό είναι ότι η ένωση των µεγάλων βιοµηχανικών καταναλωτών ενέργειας ΕΒΙΚΕΝ έχει εκφράσει κατ’ επανάληψη διαµαρτυρίες και αιτήµατα γι’ αυτό το θέµα. Στον Τύπο διαρρέει ότι η ΡΑΕ θα προσπαθήσει να υπολογίσει τα κέρδη µε µεγάλη σχολαστικότητα, γι’ αυτό και περιµένω µε ενδιαφέρον τα αποτελέσµατα του υπολογισµού αυτού. Ας ελπίσουµε ότι από αυτήν τη διαδικασία θα προκύψει ένας µόνιµος µηχανισµός ελέγχου των κερδών των παραγωγών ενέργειας, ο οποίος θα διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχουν φαινόµενα κερδοσκοπίας.
Πότε εµφανίστηκε η διαβόητη ρήτρα αναπροσαρµογής; Είναι εφικτή η µείωση της τιµής του ηλεκτρικού ρεύµατος και µάλιστα κατά 50%, όπως εξήγγειλε ο αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης;
Η ρήτρα αναπροσαρµογής ως δυνατότητα είχε προβλεφθεί από το 2012-13, όταν άνοιξε η αγορά προµήθειας. Κατά τη γνώµη µου, ως καθαρά επιχειρηµατική πολιτική στο πλαίσιο του ανταγωνισµού δεν χρειάζεται ειδική πρόβλεψη. Στην πράξη άρχισε να ενεργοποιείται από τους ιδιώτες παρόχους κυρίως µετά τον Σεπτέµβριο του 2019. Οπότε µετά την αύξηση των τιµολογίων της ∆ΕΗ κατά 22% άνοιξε το «παιχνίδι» του ανταγωνισµού. Η ∆ΕΗ την καθιέρωσε τον Αύγουστο του 2021. Αν την είχε καθιερώσει νωρίτερα, το 2020, µε την κατάρρευση της χονδρικής τιµής λόγω της κρίσης της πανδηµίας τα τιµολόγια θα µειώνονταν κατά 30%.
Η ρήτρα αναπροσαρµογής είναι ο µηχανισµός πλήρους µετακύλισης των αυξήσεων της χονδρικής τιµής στους καταναλωτές. Ετσι οι πάροχοι που είναι ταυτόχρονα και παραγωγοί δεν έχουν κανένα κίνητρο να περιορίσουν το κόστος παραγωγής. Αντίθετα, αποκοµίζουν µεγάλα κέρδη από την παραγωγή, διαµορφώνοντας οι ίδιοι µέσω του Χρηµατιστηρίου Ενέργειας πολύ υψηλή χονδρική τιµή.
Η µείωση των τιµολογίων είναι απολύτως εφικτή. Απαιτούνται πολιτική βούληση, διαρθρωτικές παρεµβάσεις, αλλαγή του ενεργειακού σχεδιασµού, σοβαρή διαπραγµάτευση µε την ΕΕ και σοβαρή διοικητική δουλειά στη ∆ΕΗ για τη µείωση του λειτουργικού της κόστους. Επιβάλλεται η εγκατάλειψη της πρόωρης απολιγνιτοποίησης που επέβαλε ο σηµερινός πρωθυπουργός εκτοπίζοντας το εγχώριο καύσιµο από το εισαγόµενο φυσικό αέριο. Αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής, ουσιαστικοί έλεγχοι από τις αρµόδιες αρχές, πλαφόν στα κέρδη πρωτίστως των παραγωγών αλλά και των παρόχων είναι τα αναγκαία µέτρα για τη µείωση των τιµών.