«Μανιφέστο» της Πόλας Ρούπα από τη φυλακή

Η Πόλα Ρούπα με ένα εκτενέστατο κείμενο από τη φυλακή χαρακτηρίζει τη σύλληψή της «τρίτο χτύπημα» του κράτους στον Επαναστατικό Αγώνα, μετά τον θάνατο του Λάμπρου Φούντα και τη σύλληψη του Νίκου Μαζιώτη και αποκαλύπτει ότι δεν ετοίμαζε ένα χτύπημα, αλλά “μια σειρά χτυπημάτων σε νευραλγικά σημεία του συστήματος”.

Το κείμενο όπως δημοσιεύθηκε στο indymedia

Όλη μου η ύπαρξη ήταν, είναι και θα είναι αδιαχώριστη με την οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας, με την ιστορία του και κυρίως με την πολιτική του στόχευση και την στρατηγική του. Ο Επαναστατικός Αγώνας είναι μια ένοπλη επαναστατική οργάνωση που αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στην επαναστατική ιστορία.

Συγκροτήθηκε το 2003 και μετά από μακρά σειρά ένοπλων επιθέσεων και πολιτικών παρεμβάσεων μέσω των προκηρύξεων που δημοσιοποιούσε, δέχτηκε το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα με τη δολοφονία του συντρόφου μας, μέλος της οργάνωσης, Λάμπρο Φούντα. Ο Φούντας την ώρα της συμπλοκής στη Δάφνη με μπάτσους, βρισκόταν σε διαδικασία που αφορούσε την προετοιμασία ενός ένοπλου χτυπήματος, το οποίο εντασσόταν σε έναν ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό δράσης της οργάνωσης ενάντια στο οικονομικό και πολιτικό καθεστώς.

Με αυτόν τον σχεδιασμό που συλλογικά διαμορφώσαμε, επιδιώκαμε να προκαλέσουμε το μεγαλύτερο δυνατό σαμποτάζ στα σχέδια της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας να επιβάλλουν στη χώρα ένα καθεστώς επιτήρησης, που αναμέναμε να επιβάλλουν τα μνημόνια. Επιδιώκαμε να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που θα μας πρόσφερε η κρίση, την οποία προβλέψαμε πολύ πριν αυτή ξεσπάσει.

Ο Φούντας έπεσε νεκρός στα πλαίσια μιας συλλογικής προσπάθειας να μπλοκάρουμε τα σχέδια του καθεστώτος για τη χώρα. Αν ο Φούντας δεν έπεφτε νεκρός, γεγονός που άνοιξε τον δρόμο για την κατασταλτική επίθεση του κράτους ενάντια στην οργάνωση, η ροή της ελληνικής ιστορίας τα τελευταία χρόνια δε θα ήταν η ίδια.

Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης δεν ήταν ο επίλογος μιας πολιτικής ιστορίας, αφού πιστεύαμε στην επιλογή αγώνα που κάναμε. Την απόπειρα να μπουν οι τίτλοι τέλους στην δράση του Επαναστατικού Αγώνα την επιχείρησε το κράτος και εμείς είχαμε χρέος να μην την στηρίξουμε.

Η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης αμέσως μετά τις συλλήψεις μας τον Απρίλιο του 2010 και εν αναμονή του πρώτου μνημονίου, ήταν η πολιτική και κοινωνική κατάθεση της πρόθεσής μας να συνεχιστεί η δράση του Επαναστατικού Αγώνα με κάθε τίμημα. Υπερέβαινε δηλαδή κατά πολύ την πρόθεσή μας να υπερασπιστούμε την ιστορία της οργάνωσης και τον νεκρό σύντροφό μας.

Παραμένοντας πιστοί στην πολιτική μας στόχευση όπως αυτή διαμορφώθηκε στα πλαίσια του Επαναστατικού Αγώνα πριν το κατασταλτικό χτύπημα, ο Νίκος Μαζιώτης και εγώ περάσαμε στην «παρανομία» για να συνεχίσουμε την επαναστατική δράση μας και πιο συγκεκριμένα για να καταφέρουμε να υλοποιήσουμε το σχέδιο δράσης της οργάνωσης για την ουσιαστική προσπάθεια της οικονομικής και πολιτικής αποσταθεροποίησης του καθεστώτος. Το σχέδιο αυτό, η ίδια η πολιτική και κοινωνική εξέλιξη στη χώρα που μαστιζόταν από τις εγκληματικές πολιτικές των μνημονίων, το καθιστούσε όλο και πιο αναγκαίο, όλο και πιο επιτακτικό.

Η κρίση του συστήματος βάθαινε και σύσσωμη η οικονομική και πολιτική εξουσία χτυπούσε και τσάκιζε την κοινωνική βάση κάθε μέρα και πιο άγρια, προκειμένου να καταφέρει το σύστημα να επιβιώσει. Παράλληλα, οι κοινωνικές αντιστάσεις στη λαίλαπα των μνημονίων είχαν εξαντληθεί και κάθε προσπάθεια ανακοπής των σχεδίων της κυριαρχίας φάνταζε όλο και πιο μάταιη. Αυτή τη συνθήκη είχαμε υποχρέωση ως επαναστάτες να την πολεμήσουμε συνεχίζοντας τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα. Σε διαφορετική περίπτωση, θα είχαμε πουλήσει την οργάνωσή μας, θα είχαμε πουλήσει την ιστορία μας και την αποστολή μας, θα είχαμε πουλήσει τον εαυτό μας.

Κάνοντας πιο συγκεκριμένη τη στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα στον καιρό της κρίσης, θα θυμίσω τα χτυπήματα που πραγματοποίησε από το 2009 και έπειτα: Χρηματιστήριο, Citibank, Eurobank και η Τράπεζα της Ελλάδας στην οποία είχε την έδρα του ο αντιπρόσωπος του ΔΝΤ στην Ελλάδα, την οποία ο Επαναστατικός Αγώνας χτύπησε με παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο τον Απρίλη του 2014 και ενώ ο Μαζιώτης και εγώ είμαστε στην παρανομία.

Η Τράπεζα της Ελλάδας στοχεύαμε να είναι η αρχή μιας σειράς ισχυρών και πυκνών χτυπημάτων που θα επιχειρούσαν να ακυρώσουν τις προσπάθειες σταθεροποίησης του καθεστώτος, το οποίο ταλάνιζε η κρίση

Για να γίνω πιο σαφής, η στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα όσο αφορά στις ένοπλες επιθέσεις, δεν αφορούσε απλώς σε λίγα μεγάλα χτυπήματα και πολύ περισσότερο δεν είχε σχέση με την υλοποίηση κάποιων μικρού βεληνεκούς χτυπημάτων που όσο πυκνά και αν είναι, αδυνατούν να επιφέρουν τα επιθυμητά ως προς τον τελικό στόχο αποτελέσματα. Η στρατηγική αυτή διαμορφωνόταν λαμβάνοντας πάντα υπόψιν τον ρόλο του κάθε στόχου στη συνολική συστημική λειτουργία και ισορροπία, αλλά και τις αδυναμίες του ίδιου του συστήματος, του οποίου τα θεμέλια διάβρωνε όλο και πιο πολύ η κρίση. Με δυο λόγια επιθυμούσαμε τη συγκέντρωση δυνάμεων για την εξαπόλυση συγκεκριμένων επιθέσεων σε δομές, οργανισμούς, φορείς του συστήματος που διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στη λειτουργία και αναπαραγωγή του.

Όσο αφορά στο γεγονός ότι ο Μαζιώτης και εγώ περάσαμε στην παρανομία και συνεχίσαμε τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα-στο βαθμό που το καταφέραμε βάση των γενικότερων συνθηκών στον αγώνα-προκειμένου να προχωρήσει το σχέδιο της αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, ήταν μεταξύ όλων των άλλων η απόλυτη ακύρωση της κατασταλτικής «επιτυχίας» του κράτους το 2010.

Τον Ιούλιο του 2014 ο σύντροφος Νίκος Μαζιώτης πέφτει τραυματισμένος από σφαίρα μπάτσου στο Μοναστηράκι, ύστερα από ένοπλη συμπλοκή με τους μπάτσους που τον καταδίωκαν. Εγώ καταφέρνω να διαφύγω της σύλληψης παρά το ανθρωποκυνηγητό που ακολούθησε, με μόνο πολιτικό στόχο την υλοποίηση του σχεδίου του Επαναστατικού Αγώνα. Αυτή ήταν η ιστορική μου αποστολή ως επαναστάτρια και θα την επιχειρούσα με κάθε κόστος και τίμημα.

Τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα έτρεχαν, με τον πολιτικό χρόνο να γίνεται ιδιαίτερα πυκνός. Τα δεδομένα άλλαζαν, οι κοινωνικές συνθήκες για την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας γίνονταν όλο και πιο άθλιες και η υλοποίηση ενός σχεδίου κλονισμού και αποσταθεροποίησης του καθεστώτος γινόταν κάθε μέρα που περνούσε όλο και πιο επιτακτική.

Ήμουν επικηρυγμένη με 1.000.000 ευρώ και γνώριζα πόσο σημαντική ήταν για το κράτος η σύλληψή μου. Γνώριζα ότι ακόμα και το γεγονός ότι παρέμενα ελεύθερη συνιστούσε μια σημαντική αποτυχία στα κατασταλτικά τους σχέδια, ειδικά τη στιγμή που ο σύντροφος Μαζιώτης ήταν στα χέρια τους, ήμουν η τελευταία καταζητούμενη για ένοπλη δράση και το κράτος με είχε αναγάγει ως το νούμερο ένα πρόσωπο στην προσπάθειά του να κυριαρχήσει όχι μόνο έναντι του ένοπλου αγώνα, αλλά και έναντι της Επανάστασης. Όμως το να παραμείνω ελεύθερη δε μου ήταν αρκετό.

Στην πραγματικότητα δε σήμαινε τίποτα για μένα. Ακόμα και αυτό συνιστούσε για μένα μια μορφή παραίτησης, μια ήττα. Γι ΄αυτό και επιδόθηκα σε μια ακούραστη προσπάθεια να οργανώσω και να υλοποιήσω μια επαναστατική αντεπίθεση, κόντρα στις αντίξοες συνθήκες που βρισκόμουν. Αυτό ήταν το χρέος μου και η ιστορική μου αποστολή. Γι ΄αυτό ζούσα, γι΄ αυτό ανέπνεα. Όλα τα άλλα ήταν λίγα.

Και για όσους εχθρούς της επαναστατικής υπόθεσης βιαστούν να ισχυριστούν ότι έβαζα τον ένοπλο αγώνα πάνω από το παιδί μου, θέλω να αποσαφηνίσω ότι ακριβώς επειδή η φύση μου είναι η ίδια η Επανάσταση, με το να την εγκαταλείψω καταδίκαζα το ίδιο μου το παιδί και τη ζωή του.

Γιατί το να ζει ένα παιδί με μια μητέρα που βυθιζόταν σε μια συνθήκη παραίτησης και ήττας, που δε στεκόταν όρθια και περήφανη για τις επιλογές και τον εαυτό της, ήταν η απόλυτη υπονόμευση της ίδιας της ζωής και της προσωπικότητας του παιδιού. Αν εγώ λύγιζα, θα καταδίκαζα και το ίδιο το παιδί. Το παιδί μου ζούσε μαζί με μια μητέρα που δε φοβάται, που έχει αξιοπρέπεια, που είναι δυνατή. Με αυτά μπολιάστηκε το παιδί, με αυτές τις αξίες διαμόρφωνε την προσωπικότητά του. Και όποια συνθήκη επιχειρούσε να υπονομεύσει τη δική μου αποφασιστικότητα και δύναμη, την πολεμούσα ως εχθρική όχι μόνο απέναντι σε μένα, αλλά και στο ίδιο μου το παιδί. Και το πόσο σημαντικό ήταν το παιδί μου στη ζωή μου, το απέδειξα με το γεγονός ότι έκανα απεργία πείνας και δίψας και με χαρά μου θα πέθαινα για να μην παραταθεί ούτε μια μέρα η ομηρία του στο ψυχιατρείο. Με αυτή την απεργία πείνας και δίψας υποθήκευσε τη ζωή του και ο πατέρας του Νίκος Μαζιώτης και η Αθανασοπούλου Κωνσταντίνα, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα.

Η Αθανασοπούλου δεν είχε καμία συγγένεια με το παιδί. Η σχέση μας ήταν πολιτική και δομήθηκε πάνω στην κοινώς αποδεκτή και επιθυμητή εφαρμογή και υλοποίηση της στρατηγικής του Επαναστατικού Αγώνα. Μιας σχέσης ζωής και θανάτου. Και γι΄αυτό για την Αθανασοπούλου ήταν αδιανόητο να μη συμμετέχει σε αυτή την επικίνδυνη για την υγεία και τη ζωή της απεργία. Είναι πραγματικά τιμή μου που τη γνώρισα.

“Εμένα δε μπορείτε να μου κάνετε τίποτα. Την κοινωνία τσακίζετε που με πιάσατε” ήταν ένα από τα πολλά που είπα σε μπάτσους και αξιωματικούς (τους ελάχιστους ομολογουμένως που τόλμησαν να παρουσιαστούν μπροστά μου) της «αντιτρομοκρατικής», όχι όμως-ομολογώ-με τον πιο κόσμιο τρόπο. Και όταν στον επικεφαλής της «αντιτρομοκρατικής», το κάθαρμα τον Χαρδαλιά, του δήλωσα-ανάμεσα στα άφθονα κοσμητικά επίθετα που ξεστόμιζα και πριν του επιτεθώ να τον χτυπήσω-“αν δε με πιάνατε, θα τους έριχνα, είχα σχέδιο”, μου απάντησε ειλικρινά “το ξέρω”.

Μια απάντηση που ανταποκρίνεται άμεσα στην οπτική που έχει το κράτος για μένα προσωπικά, τον ιστορικό μου ρόλο και αποστολή, η οποία δεν ήταν μόνο η συνεχής και πέρα από κάθε κόστος και τίμημα προσπάθεια δημιουργίας των προϋποθέσεων αυτών που θα μπορούσαν να φέρουν την εδώ και τώρα καθοριστική αποσταθεροποίηση του συστήματος και να ανοίξουν το δρόμο για την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Με την απάντηση αυτή ο Χαρδαλιάς μου κοινοποίησε την άποψη των μηχανισμών καταστολής και του κράτους, ότι μεταξύ όλων των άλλων, είμαι και ικανή να πετύχω τους στόχους μου.

Το κράτος ήξερε ότι ετοιμάζω μεγάλο χτύπημα και δε χρειαζόταν ευρήματα γι΄αυτό. Τώρα ψάχνουν με αγωνία να βρουν τι σκόπευε να χτυπήσει ο Επαναστατικός Αγώνας. Τους δηλώνω λοιπόν ότι ο προσανατολισμός τους είναι λάθος. Αυτό που παρουσιάζουν ως χτύπημα που πρόλαβαν, δεν εντάσσεται στο σχέδιο δράσης του Επαναστατικού Αγώνα αυτό το διάστημα. Αφορούσε σε μια προηγούμενη περίοδο. Ο Επαναστατικός Αγώνας προκειμένου να επιτύχει τα μέγιστα δυνατά αποτελέσματα με τη δράση του, λάμβανε πάντα υπόψιν του τη διαμόρφωση των οικονομικών-πολιτικών συνθηκών, ώστε να επιλέγει τα πιο καίρια χτυπήματα για την πρόκληση του μέγιστου δυνατού κλονισμού του καθεστώτος και προσανατολιζόταν αναλόγως.

Σε όλους αυτούς που έχουν πέσει πάνω από τα κείμενα και τα γραπτά μου και προσπαθούν να καταλάβουν τι σκόπευε να κάνει ο Επαναστατικός Αγώνας, τους δηλώνω πως για να το βρουν θα πρέπει να επιχειρήσουν μια βαθιά ανάλυση σχετικά με την οικονομική κατάσταση του καθεστώτος στην Ελλάδα σήμερα, συνυπολογίζοντας τα πιο ευάλωτα σημεία του, αυτά που θα λύγιζαν σε ένα μεγάλο χτύπημα και που μέσα από μια σειρά παρόμοιων χτυπημάτων θα καθιστούσε εφικτό να λυγίσει το καθεστώς συνολικά. Αν το βρουν, θα τους πω “μπράβο”.

Γνωρίζουν ότι πάντα κινούμαι βάσει σχεδίου, πράγμα το οποίο έχω δηλώσει και η ίδια μετά την απόπειρα απόδρασης με ελικόπτερο του Νίκου Μαζιώτη-μέλους του Επαναστατικού Αγώνα και των μελών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς που κρατούνται στα υπόγεια-ειδική πτέρυγα-των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, αλλά και του μέλους της Συνωμοσίας, Όλγας Οικονομίδου που κρατείται στη γυναικεία πτέρυγα.

Η απόδραση αυτή εφόσον πετύχαινε, θα κατάφερνε την μεγαλύτερη ανατροπή των κατασταλτικών σχεδίων του κράτους, την ακύρωση μεγάλου μέρους επιτυχιών της καταστολής. Αυτό ήταν επιτακτικό να γίνει για να ξεριζωθεί η συνθήκη ήττας που το κράτος θέλησε να επιβάλλει σε σχέση με την επιλογή του ένοπλου αγώνα. Και σε αυτή την περίπτωση το κράτος είχε πλήρη και σαφή γνώση της πολιτικής μου στόχευσης όσο αφορά στη συγκεκριμένη ενέργεια, την οποία εξέφρασε και δημόσια με τη σωστή φράση που έλεγε: “με αυτή την απόπειρα η Ρούπα ήθελε να ανατρέψει τις συνθήκες του ένοπλου στην Ελλάδα”.

Το κράτος ήταν και θα είναι πρωταρχικός μου στόχος στον αγώνα μου για την Επανάσταση. Όμως ως προς την πολιτική μας σχέση, ομολογουμένως, είναι η πλέον σαφής και ξεκάθαρη, γιατί είναι αμιγώς πολιτική. Με δυο λόγια με αντιμετωπίζει ακριβώς όπως είμαι: Ένας αμετανόητος και επίμονος εχθρός του οικονομικού και πολιτικού συστήματος.

Δεν έτρεφα και δεν τρέφω καμία αυταπάτη ότι το κράτος δεν θα επιχειρήσει να με αποδυναμώσει πολιτικά. Αυτό εξάλλου είναι μέρος του πολέμου μας και δεν έρχεται σε αντίθεση με τα όσα προανέφερα ότι πιστεύει για μένα. Μέρος του πολέμου εναντίον μου είναι και να επιχειρήσει να με δυσφημίσει και να με διαβάλει, ακόμα και αν πρέπει να χρησιμοποιήσει τα πιο ποταπά επιχειρήματα. Όμως προκαταβολικά δηλώνω ότι δεν είμαι εύκολος στόχος και το γνωρίζει καλά και το ίδιο το κράτος. Ας προσέχει πολύ τα βήματα της πολεμικής του εναντίον μου, γιατί θα φάει τα μούτρα του.

Γνωρίζω εκ των προτέρων τις κατευθύνσεις των μηχανισμών δίωξης και καταστολής, γνωρίζω τη στρατηγική τους. Επιχειρούν να θέσουν ως κυρίαρχο ζητούμενο στην κοινωνία μέσω της καθεστωτικής προπαγάνδας, το τετριμμένο επιχείρημα της “σύμπραξης ποινικών και ένοπλων οργανώσεων”.

Εγώ δηλώνω πως η όποια επαφή και συνεργασία πραγματοποίησα, δε γινόταν ποτέ εκτός του πολιτικού πλαισίου του Επαναστατικού Αγώνα και των στόχων του. Όποιος αποδεχόταν αυτό το πλαίσιο και δήλωνε διαθεσιμότητα να ρισκάρει για την υλοποίηση του σχεδίου του Επαναστατικού Αγώνα, συζητούσα.

Όποιος δεν αποδεχόταν αυτό το πολιτικό πλαίσιο για οποιοδήποτε λόγο, έφευγε. Αν εγώ εξαπατήθηκα, όπως έγινε και άλλες φορές στο παρελθόν με ανθρώπους που είχαν ενταχθεί στις γραμμές του Επαναστατικού Αγώνα και λυγισμένοι από την καταστολή εγκατέλειψαν την οργάνωση, δε φταίω. Ο μόνος υπεύθυνος είναι η καταστολή, αλλά πρώτα και κύρια, οι ίδιοι. Εγώ τη δουλειά μου έκανα και έμεινα πιστή πάντα στους στόχους του Επαναστατικού Αγώνα και στην υλοποίηση του σχεδίου για τη συστημική αποσταθεροποίηση και την κοινωνική Επανάσταση. Αν κάποιοι δεν τα κατάφεραν, πρόβλημά τους.

Και όσο αφορά αυτό καθ΄αυτό το σχέδιο του Επαναστατικού Αγώνα, αυτό δε μπορεί να κριθεί γιατί δεν ολοκληρώθηκε. Όποιος θέλει να μου κάνει κριτική για ο,τιδήποτε, να βγει και να το πει δημόσια και θα λάβει τις ανάλογες απαντήσεις. Και τέλος δηλώνω ότι ήταν γνωστές τόσο οι προθέσεις μου να συνεχίσω, όσο και η ευρύτερη στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα.

Όποιος είχε την πολιτική βούληση και την ψυχή να συμμετέχει, μπορούσε να έρθει. Εγώ πάντως, συνεργασίες, συμπράξεις και συνεταιρισμούς εκτός του Επαναστατικού Αγώνα δεν έκανα ποτέ και για κανένα λόγο. Ό,τι έκανα, το έκανα εντός του πολιτικού πλαισίου του Επαναστατικού Αγώνα και πάντα στη βάση μιας συγκεκριμένης στρατηγικής και ενός συγκεκριμένου σχεδίου.

Αν κάποιος-οποιοσδήποτε, οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο και αιτία-καταπατούσε τη δέσμευσή του και ξέφευγε από αυτό τον στρατηγικό σχεδιασμό, είναι δικό του πρόβλημα, όχι δικό μου. Και όσο αφορά αυτές τις σαχλαμάρες του κράτους για “συμπράξεις” κτλ, του δηλώνω ότι εγώ δεν είμαι για τα δόντια του.

Στην πραγματικότητα, μου είναι αδιάφορη κάθε απόπειρα του κράτους, αλλά και οποιουδήποτε άλλου, να με πλήξει πολιτικά. Μπορεί να με συλλάβανε και να μου πήραν τα όπλα, αλλά δε μπορούν με τίποτα να με παροπλίσουν πολιτικά και το ξέρουν. Ξέρουν ότι ποσώς με ενδιαφέρει η προσωπική μου τύχη, αφού το μόνο που με καθόριζε και με καθορίζει είναι η Επανάσταση, μια κοινωνική προοπτική που είναι αδύνατον να επιχειρηθεί χωρίς ένοπλο αγώνα.

Και ο ένοπλος αγώνας και ειδικά ο Επαναστατικός Αγώνας με τη στρατηγική και τους στόχους του ήταν η καλύτερη εγγύηση για να τεθούν με τις αποτελεσματικότερες προϋποθέσεις οι όροι της ανατροπής του καθεστώτος μέσω καταλυτικών χτυπημάτων αποσταθεροποίησης.

Δεν με ενδιαφέρει προσωπικά η φυλακή. Με εξοργίζει όμως το γεγονός ότι με εμποδίζει να υλοποιήσω τα σχέδιά μου, τα σχέδια του Επαναστατικού Αγώνα. Η φυλακή με εμποδίζει να βάλω σε εφαρμογή τη στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα για την καθεστωτική αποσταθεροποίηση, μου παγώνει τα σχέδια. Και αν πολλοί δεν κατανοούν ή δε θέλουν να κατανοήσουν τις δυνατότητες της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα ως προς τα αποτελέσματά της, μπορώ να το θέσω και με πιο μικροπολιτικούς όρους: Πόσοι είναι οι προσκυνημένοι ή οι τρελοί που δε θέλουν να χτυπηθεί ένα εγκληματικό καθεστώς που καταδικάζει την πλειοψηφία της κοινωνίας στον αφανισμό; Και πιο ειδικά, πόσοι είναι αυτοί που δεν θα ήθελαν ο Σύριζα, αυτή η καθεστωτική πολιτική τάση η οποία αναρριχήθηκε στην εξουσία βασιζόμενη στη μεγαλύτερη ιστορικά εξαπάτηση της κοινωνίας, να δεχτεί ένα ισχυρό χτύπημα πριν εγκαταλείψει την εξουσία, γεγονός που θα συμβεί πολύ άμεσα;

Όποιος λοιπόν χάρηκε με τη σύλληψή μου, όποιος θεωρεί ότι καλώς είμαι στη φυλακή, αποδέχεται το ίδιο το εγκληματικό καθεστώς και τις πολιτικές κοινωνικής ευθανασίας που επιβάλλει. Είναι ένας προσκυνημένος του καθεστώτος, της τρόικας, των κυβερνήσεων, των πλουσίων, του Σύριζα.

Εδώ και μήνες οι κατασταλτικοί μηχανισμοί μέσω των ΜΜΕ, διατυμπάνιζαν ότι η Ρούπα ετοιμάζει μεγάλο χτύπημα. Με βάση αυτή τη σωστή εκτίμηση, εντατικοποίησαν την αναζήτησή μου και τα κλιμάκια των μπάτσων που αποκλειστική τους αποστολή ήταν να με συλλάβουν, είχαν χάσει τον ύπνο τους.

Όπως προανέφερα, δεν ετοίμαζα ένα χτύπημα. Είχε δρομολογηθεί ένα σχέδιο με σειρά χτυπημάτων σε νευραλγικά σημεία του συστήματος, τα οποία γνωρίζαμε ότι ήταν ιδιαιτέρως ευάλωτα. Η επιτυχία αυτού του σχεδίου δεν θα ήταν απλώς η ανάδειξη κάποιων αντικοινωνικών λειτουργιών του συστήματος, δεν θα ήταν μια εκδίκηση για τα δεινά που το καθεστώς έχει δημιουργήσει στην κοινωνική βάση.

Ο στόχος ήταν η πρόκληση του μέγιστου δυνατού κλυδωνισμού του. Σε αυτή την απόφαση είχε συνυπολογιστεί η ευρωπαϊκή και διεθνής κατάσταση που το καθεστώς βρίσκεται την τελευταία περίοδο και η τρέχουσα φάση της κρίσης. Αφού ο Επαναστατικός Αγώνας κατάφερνε τα χτυπήματα, οι επιπτώσεις δε θα αφορούσαν μόνο στο ελληνικό καθεστώς.

Εκμεταλλευόμενος τη συνθήκη της βαθιάς διασυνδεσιμότητας και της αλληλεξάρτησης των συστημικών λειτουργιών που ισχύει στην πρόσφατη ιστορία του καπιταλισμού, ο Επαναστατικός Αγώνας μπορούσε να διαγνώσει τα πιο ευαίσθητα σημεία του συστήματος σε αυτή τη φάση της κρίσης, τα οποία σε ένα χτύπημα όχι μόνο θα επηρέαζαν την ισορροπία του καθεστώτος στην Ελλάδα, αλλά θα εξασφάλιζαν τη μέγιστη διάχυση των συνεπειών αυτών των χτυπημάτων σε ακόμα πιο κομβικά σημεία του διεθνούς συστήματος.

Σε όποιον νομίζει ότι υπερβάλλω, θα πω τα εξής: Για να διεξαχθεί μέσα στην κρίση αυτή ένας ένοπλος αγώνας που θα έχει αποτελέσματα ως προς τον πρώτο και κύριο στόχο που οφείλει να έχει μια ένοπλη επαναστατική οργάνωση και που δεν είναι άλλος από την ουσιαστική και αποτελεσματική προσπάθεια αποσταθεροποίησης του συστήματος, θα πρέπει η ανάλυση των συνθηκών, η αποφασιστικότητα, η τεχνογνωσία και η πρακτική ετοιμότητα να συνεργάζονται σε μια χειρουργικού τύπου μεθόδευση που θα εξασφαλίσει το μέγιστο δυνατό επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο Επαναστατικός Αγώνας αυτό το διάστημα, το είχε καταφέρει.

Το γεγονός ότι με συλλάβανε, πάγωσε αυτό το σχέδιο. Συνεπώς η σύλληψή μου και το τρίτο κατά σειρά χτύπημα ενάντια στον Επαναστατικό Αγώνα, είναι μια εγγύηση ότι το καθεστώς δε θα υποστεί το μεγάλο πλήγμα που του ετοιμάζαμε. Ως προς αυτό, οι συλλήψεις της Αθανασοπούλου και εμένα είναι μια επιτυχία για την πολιτική, οικονομική και κοινωνική σταθερότητα.

Ο Επαναστατικός Αγώνας, η δικιά μου ιστορία και η πολιτική σημασία του κατασταλτικού χτυπήματος, είναι αδύνατον να κατανοηθεί εκτός του πλαισίου που βάζει η πρόσφατη ιστορία του καπιταλισμού και του κράτους. Και είναι αδύνατον να κατανοηθεί εκτός του πλαισίου της ίδιας της συστημικής κρίσης.

Θα αναφερθώ σε αυτήν την κρίση και τις επιπτώσεις των σχεδίων διάσωσης του συστήματος, προκειμένου να καταφέρω να κάνω όσο γίνεται πιο κατανοητές τις πολιτικές προθέσεις του Επαναστατικού Αγώνα και τους στόχους του. Όμως πρέπει να επικεντρώσω στην τρέχουσα οικονομική, πολιτική και κοινωνική συνθήκη, προκειμένου να γίνει πιο σαφές πού επικέντρωνε το σχέδιο αποσταθεροποίησης και ανατροπής που είχε ο Επαναστατικός Αγώνας και ποιο ήταν το ιστορικό, κοινωνικό πλαίσιο που όχι μόνο νομιμοποιούσε την δράση μας, αλλά την καθιστούσε επιτακτική και κυρίως καθιστούσε επιτακτική την επιτυχία της.

Ως γνωστό, την παγκόσμια οικονομική κρίση – τη μεγαλύτερη στην ιστορία του καπιταλισμού – πυροδότησε η κατάρρευση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων χαμηλής φερεγγυότητας στις ΗΠΑ (suprimes). Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια μικρή σχετικά αγορά, η κατάρρευσή της προκάλεσε ισχυρό σεισμό στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, με την κατάρρευση πλήθους τραπεζών σε όλο τον ανεπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο, ανάμεσα στις οποίες και μεγαθήρια όπως η αμερικάνικη τράπεζα Lehman Brothers.

Η πίστη κατέρρευσε, η διατραπεζική αγορά πάγωσε και όλες οι τράπεζες παγκοσμίως προσπαθούσαν να υπολογίσουν το εύρος των ζημιών τους από την έκθεσή τους στην αγορά των suprimes. Όμως η διάρθρωση του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος, ο προχωρημένος βαθμός διασυνδεσιμότητας και αλληλεξάρτησης των λειτουργιών του σε παγκόσμιο επίπεδο, έτσι όπως διαμορφώθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, ήταν οι παράμετροι αυτοί που εξασφάλισαν την διάχυση της κρίσης, αλλά και τον πολλαπλασιασμό της αδυναμίας της.

Σε αυτό έπαιξαν καθοριστικό ρόλο τα επενδυτικά εργαλεία του χρηματοπιστωτικού τομέα που με πρωταγωνιστές τα CDO εξάπλωσαν την «μόλυνση» της κρίσης, εξασφάλισαν την μέγιστη δυνατή διάχυσή της.

Είναι γνωστό ότι τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια που το αμερικάνικο τραπεζικό σύστημα πουλούσε στους φτωχούς πολίτες των ΗΠΑ, είχαν πακεταριστεί μαζί με άλλα δάνεια και είχαν μεταπωληθεί μαζικά, με αποτέλεσμα όταν ξέσπασε η κρίση καμία τράπεζα να μην μπορεί να υπολογίσει με ακρίβεια το μέγεθος της έκθεσής της στην αγορά των suprimes.

Το χρηματοπιστωτικό σύστημα από την περίοδο που άρχισε να επιταχύνει η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, δημιούργησε ένα ευρύ φάσμα χρηματοπιστωτικών προϊόντων προκειμένου να καλύψει ένα μεγάλο εύρος επενδυτικών δραστηριοτήτων των οποίων ζητούμενο ήταν η καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση κάθε ευκαιρίας απόσπασης του μέγιστου δυνατού κέρδους για το κεφάλαιο σε διεθνές επίπεδο.

Την ίδια περίοδο άρχισε να διευρύνεται και η αγορά των παραγώγων τα οποία ως αποστολή είχαν την εξασφάλιση των κεφαλαιοκρατών από το ρίσκο των επενδύσεών τους που αυξανόταν παράλληλα με την διεθνοποίηση και την όλο και μεγαλύτερη ένταση της εκμετάλλευσης από το κεφάλαιο.

Σήμερα η αγορά των παραγώγων φτάνει το 1 τετράκις δολλάρια, την μεγαλύτερη στην παγκόσμια αγορά κεφαλαίου. Πολλοί αναφερόμενοι στην διόγκωση της χρηματιστικής σφαίρας μιλούν για παρασιτισμό, για κερδοσκοπία, για καπιταλισμό-καζίνο. Όμως ο καπιταλισμός στην σύγχρονη μορφή και εξέλιξή του είναι αδύνατο να αναπαραχθεί χωρίς αυτήν και τα παράγωγα συνιστούν βασικά εργαλεία όχι μόνο απόσπασης κέρδους και διασφάλισης αυτού του κέρδους από κινδύνους, αλλά και εργαλεία που εξασφαλίζουν την ένταση της εκμετάλλευσης, της αποτελεσματικότερης αναπαραγωγής, διεύρυνσης και έντασης της ταξικής διαστρωμάτωσης τους συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο.

Είναι σημαντικά, πλην όμως είναι και επικίνδυνα. Πολλοί μεγαλοεπενδυτές παρομοιάζουν την αγορά παραγώγων με πυρηνική βόμβα στα θεμέλια του συστήματος. Και αυτό γιατί ενώ ο σκοπός τους ήταν και παραμένει η εξασφάλιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, σήμερα της προχωρημένης συστημικής αλληλεξάρτησης η αποστολή τους για «εξαφάνιση του επενδυτικού κινδύνου μέσω της διάχυσής του», εξασφαλίζει την διάχυση και πολλαπλασιασμό των ίδιων των κινδύνων.

Η αναφορά του Επαναστατικού Αγώνα και εμένα προσωπικά σε αυτές τις συστημικές λειτουργίες, αφορούν στην δημόσια κατάθεση της οπτικής του Επαναστατικού Αγώνα που πάντα αναζητά τις διόδους αυτές στο σύστημα οι οποίες μπορούν να εξασφαλίσουν την μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα της δράσης της οργάνωσης όσον αφορά την συστημική αποσταθεροποίηση.

Γιατί η κατανόηση της λειτουργίας του συστήματος δεν μας χρειάζεται για εγκυκλοπαιδικές γνώσεις. Μας χρειάζεται γιατί οφείλουμε και προσαρμόζουμε την στρατηγική μας με βάση την εξέλιξη του ίδιου προκειμένου να εξασφαλίσουμε τα μέγιστα δυνατά αποτελέσματα. Και σε ένα ένοπλο αγώνα ή είναι αυτό το ζητούμενο ή δεν είναι τίποτα.

Στον Επαναστατικό Αγώνα πάντα λαμβάναμε υπ’ όψιν μας τις αγορές κεφαλαίων, τις τάσεις και τις κατευθύνσεις που σε κάθε περίοδο είχαν. Πάντα λαμβάναμε υπ’ όψιν τις κινήσεις τους όσον αφορά την ελληνική αλλά και παγκόσμια πραγματικότητα. Η πρωτόγνωρη ιστορικά διόγκωση της χρηματιστικής σφαίρας δεν ήταν ένας παράγοντας άνευ σημασίας για μια ένοπλη οργάνωση, αφού από εκεί μπορούσαμε να αντλούμε σημαντικές πληροφορίες για τον καπιταλισμό σήμερα.

Με τα αστρονομικά μεγέθη κεφαλαίων να κινούνται μέσω του πυκνού δικτύου της σε παγκόσμιο επίπεδο γνωρίζαμε από την ίδια την οικονομική ιστορία πως οι τάσεις στις αγορές μπορούσαν να καθορίσουν την μοίρα ολόκληρων χωρών. Και οι αγορές κεφαλαίων ήταν ευάλωτες σε κάθε κίνδυνο, ακόμα και στην υποψία ότι ένας κίνδυνος μπορεί να εμφανιστεί και να τις απειλήσει.

Λόγω της δύναμης και της ισχύος τους, ο φόβος για μα ζημιογόνα επένδυση που θα αφορούσε π.χ. μια χώρα, λειτουργούσε σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ο μεγαλοκερδοσκόπος Σόρρος είχε χαρακτηρίσει τις αγορές με αγέλη από γαζέλες, που δεν τρέχουν όλες μαζί μόνο όταν υπάρχει κίνδυνος, αλλά στην ιδέα ότι υπάρχει κίνδυνος που έρχεται.

Υπάρχουν ουκ ολίγα παραδείγματα στην ιστορία που το αποδεικνύουν αυτό. Όσον αφορά την Ελλάδα, οι αγορές αυτές στήριξαν την ελληνική ανάπτυξη την περίοδο πριν την κρίση, η οποία «έτρεχε» σε κάποιες χρονιές με ρυθμούς άνω του 5% – από τους υψηλότερους στην Ευρώπη – οι ίδιες οι αγορές γκρέμισαν την ελληνική οικονομία και έφεραν το εγχώριο καθεστώς στο χείλος της κατάρρευσης.

Μια ισχυρή ένοπλη οργάνωση στην Ελλάδα αξιοποιώντας κάθε ευκαιρία που της προσφέρει το ίδιο το σύστημα, θα μπορούσε να κατευθύνει τις ίδιες τις αγορές, να τις κάνει να τραπούν σε φυγή, φέρνοντας πολύ κοντά την προοπτική της καθεστωτικής κατάρρευσης. Μέσα σε ένα περιβάλλον παγκόσμιας κρίσης με την υπερεθνική οικονομική ελίτ να είναι ιδιαιτέρως φοβισμένη και ανασφαλής για τον προσανατολισμό της ως προς την αναζήτηση της κερδοφορίας των κεφαλαίων της, η διαμόρφωση ενός εχθρικού πεδίου για τους επενδυτές και ο διωγμός των μεγαλοκαρχαριών του κεφαλαίου από την χώρα δεν ήταν δύσκολη υπόθεση.

Ο Επαναστατικός Αγώνας θα μπορούσε να το επιτύχει, να καταστήσει αφιλόξενο και εχθρικό το ελληνικό έδαφος για κάθε σχέδιο οικονομικής αφαίμαξης της χώρας από το μεγάλο κεφάλαιο.

Η αγορά παραγώγων είναι ένα πεδίο προς διερεύνηση για τον Επαναστατικό Αγώνα, όπως και το σύνολο της χρηματιστικής σφαίρας, αφού από εκεί μπορούμε να αντλήσουμε πλήθος πληροφοριών για δράση και να διαμορφώσουμε στρατηγικές επίθεσης. Πιο συγκεκριμένη δεν μπορώ να γίνω.

Με την ευκαιρία όμως θα αναφέρω ότι οι διώκτες μας και οι μηχανισμοί καταστολής, όσο και να πέφτουν με τα μούτρα στα γραπτά μου, δεν θα μπορέσουν να βρουν ποιοι ήταν οι επόμενοι στόχοι του Επαναστατικού Αγώνα. Και αυτό γιατί κάτι τέτοιο προϋποθέτει την κατανόηση των δυνατών και τρωτών σημείων του συστήματος, κάτι το οποίο απέχει κατά πολύ από τις δυνατότητές τους.

Ίσως ένας μεγαλοκαρχαρίας του κεφαλαίου, όπως ο Buffett για παράδειγμα που γνωρίζει σε βάθος το σύστημα, να μπορούσε να τους προσανατολίσει στο εξής ερώτημα που τους απασχολεί: Ποια θα μπορούσαν να είναι αυτά τα χτυπήματα που θα κατάφερναν να ρίξουν το οικονομικό και πολιτικό καθεστώς στην Ελλάδα;

Το σύστημα στην υπάρχουσα κρίση έχει διαβρωμένα θεμέλια. Πολλές από τις λειτουργίες του νοσούν και κάποιες συγκεκριμένες βρίσκονται κυριολεκτικά στον αέρα. Για μια ένοπλη οργάνωση ισχυρή, με σχέδιο και αποφασιστικότητα το ελληνικό καθεστώς θα ήταν ένας πύργος με τραπουλόχαρτα.

Για τον Επαναστατικό Αγώνα που είχε το σχέδιο, το να το ρίξει ήταν μόνο ζήτημα συμμετοχής, ήταν θέμα άμεσης δράσης. Και αυτήν την άμεση δράση μας καθόριζε και ο παράγοντας Σύριζα. Η κυβέρνηση αυτή όχι μόνο επέβαλε το χειρότερο μνημόνιο, αλλά προέβη στην μεγαλύτερη ιστορικά εξαπάτηση της κοινωνικής βάσης. Αυτήν την κυβέρνηση ο Επαναστατικός Αγώνας δεν θα την άφηνε να φύγει χωρίς να υποστεί ένα ισχυρό ένοπλο χτύπημα.

Επανέρχομαι στο ζήτημα της κρίσης. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην Ευρώπη είναι υπό καθεστώς κατάρρευσης και κρατείται στην ζωή χάρη στις ενέσεις ρευστότητας που διοχετεύουν οι κεντρικές τράπεζες μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Το σχέδιο όμως αυτό, παρά τα πολλά δις δολάρια που έχουν διοχετευτεί στις τράπεζες από την έναρξη της κρίσης, όχι μόνο δεν έχει καταφέρει να θέσει σε πιο σταθερές βάσεις το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά ενισχύει την νοσηρότητά του.

Είχαν άλλες επιλογές; Όχι. Τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης ήταν η μόνη λύση στην προσπάθεια επαναφοράς της πίστης στο σύστημα και την επανεκκίνηση της διατραπεζικής αγοράς προκειμένου να ξεμπλοκάρει η καπιταλιστική μηχανή. Όμως απέτυχαν.

Όλες αυτές οι ενέσεις ρευστότητας δεν είναι χρήμα χωρίς αντίκρυσμα. Χρεώνεται ο λογαριασμός στα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα, τα οποία και επιφορτίζονται με το βάρος του ξεπεράσματος της κρίσης. Και αυτό, στη βάση ενός συστήματος που διαιωνίζεται μέσω της όλο και πιο σκληρής εκμετάλλευσης των αδύναμων, είναι άκρως λογικό.

Το ίδιο το σύστημα γέννησε την κρίση, όμως τα συμφέροντα της οικονομικής ελίτ πρέπει να διαφυλαχτούν. Αν αυτό προϋποθέτει τον αφανισμό μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας, αυτό είναι επιθυμητό για την οικονομική και πολιτική ελίτ, αρκεί να εξασφαλιστεί η αναπαραγωγή του κεφαλαίου, η αναπαραγωγή των σχέσεων εκμετάλλευσης, να διαφυλαχτούν τα προνόμια και η θέση των πλουσίων.

Στην Ελλάδα η κοινωνική βάση είναι ίσως η πιο πολύ τσακισμένη από κάθε άλλη χώρα που έχει μπει στη δίνη της κρίσης. Και στην πλάτη των φτωχών αυτής της χώρας διεξάγεται εδώ και χρόνια ένα πείραμα. Ένα πείραμα που δεν αφορά μόνο στις τεχνικές νεκρανάστασης ενός χρεωκοπημένου οικονομικού καθεστώτος, αλλά και στις αντοχές της κοινωνικής πλειοψηφίας σε μια πρωτοφανή ιστορικά ταξική επίθεση της διεθνούς οικονομικής και πολιτικής ελίτ. Ένα πείραμα που αφορά σε ένα σχέδιο κοινωνικής γενοκτονίας.

Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που χτυπήθηκε από την κρίση χρέους. Και η κρίση χρέους ήταν το αποτέλεσμα της οργανωμένης προσπάθειας της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας παγκόσμια να στηρίξουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και επακόλουθο της ίδιας της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης.

Γιατί όπως προανέφερα οι αγορές κεφαλαίων από τις οποίες το ελληνικό κράτος αντλούσε μεγάλη ρευστότητα όλα τα προηγούμενα χρόνια, συνυπολογίζοντας την παθογένεια της ελληνικής οικονομικής αναπτυξιακής διαδικασίας με τα μεγάλα ελλείμματα και το υψηλό χρέος που την συνόδευαν, αρνούνταν να συνεχίσουν την παροχή δανείων. Έτσι τα spreads των ελληνικών ομολόγων εκτινάχθηκαν στα ουράνια και το ελληνικό καθεστώς κήρυξε πτώχευση.

Ζητούμενο για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την παγκόσμια οικονομική και πολιτική ελίτ ήταν αν πρέπει η Ελλάδα να αφεθεί να καταρρεύσει ή να στηριχθεί το καθεστώς στη χώρα. Ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά αυτών των δυο επιλογών, οι κυρίαρχοι έβγαλαν το συμπέρασμα πως είναι αδύνατον σε αυτή τουλάχιστον την φάση της κρίσης – δηλαδή το 2010 οπότε και ξεκίνησε η παγκόσμια οικονομική θύελλα – να αφεθεί η Ελλάδα σε μια άτακτη χρεωκοπία και να πεταχτεί εκτός της Ευρωζώνης.

Αυτό θα είχε καταστροφικό αντίκτυπο στο παγκόσμιο οικονομικό καθεστώς και θα πολλαπλασίαζε τους κινδύνους μια παγκόσμιας κατάρρευσης.

Εδώ να κάνω μια παρένθεση για να πω τον ρόλο του Επαναστατικού Αγώνα την περίοδο που διαδραματίζονταν όλα αυτά. Είναι γνωστό ότι ο Επαναστατικός Αγώνας είχε διαγνώσει την επέλαση της κρίσης, πριν ακόμα αυτή ξεσπάσει. Επίσης, είχε δρομολογήσει ένα σχέδιο δράσης το οποίο στόχευε σε κομβικής σημασίας για την συστημική λειτουργία δομές και μηχανισμούς. Την περίοδο που λάμβανε χώρα η πρώτη κατασταλτική επιχείρηση εναντίον της οργάνωσης, η οικονομική και πολιτική ελίτ δρομολογούσε το πρώτο καθεστώς επιτήρησης για την χώρα, που διαμορφώθηκε και επιβλήθηκε με το πρώτο μνημόνιο.

Το δίλημμα της υπερεθνικής οικονομικής και πολιτικής ελίτ για το αν πρέπει να σωθεί το ελληνικό καθεστώς ή όχι, θα βοηθούσαμε εμείς να απαντηθεί αλλιώς. Θα καθιστούσαμε με την δράση μας παντελώς ασύμφορη την όποια προσπάθεια στήριξης του εγχώριου καθεστώτος με την ίδια μας τη δράση. Θα υπονομεύαμε τα σχέδιά τους, πριν καν επιχειρηθούν.

Στόχος μας ήταν να μην περάσει το πρώτο μνημόνιο, γιατί γνωρίζαμε τι θα επακολουθούσε. Μέσα από ένα σχέδιο ένοπλου αγώνα που θα συγκέντρωνε την ισχύ του εναντίον καθοριστικών για την συστημική ισορροπία θεσμών, μηχανι