Το “παρών” στην κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά και, στην εσωκομματική μάχη , δίνει ηχηρά με δημόσια παρέμβασή του ο πρώην πρωθυπουργός και βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Γιώργος Παπανδρέου. Κάνει επίδειξη… ήρεμης δύναμης , με το βλέμμα ανοιχτό στο ενδεχόμενο πρόωρης βουλευτικής κάλπης αλλά και στις ενδοκομματικές διεργασίες για τη νέα ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Ξεκαθαρίζει ότι έχει λόγο ως παράγοντας της πολιτικής ζωής που μπορεί να επηρεάζει τις εξελίξεις.
Επιλέγει ως όχημα το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών (ΚΙΔΗΣΟ), στο οποίο ηγείται, για μεταφέρει την πλατφόρμα των… Παπανδρεϊκών. Προβάλλει ότι το ΚΙΝΑΛ είναι ο συνεχιστής της ιστορίας της Προοδευτικής Παράταξης και ο πραγματικός εκφραστής του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Από κει ξεκινά την επίθεση στη ΝΔ, και στον ΣΥΡΙΖΑ για να τα …βάλει τελικά με την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ που τους αφήνει «να παίζουν μπάλα», όπως λέει, «σε ένα γήπεδο που δεν τους ταιριάζει και δεν τους εκφράζει».
Ουσιαστικά εγκαλεί, χωρίς να την κατονομάζει, την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ Φώφη Γεννηματα, που επιτρέπει στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα να εμφανίζονται κατά το δοκούν με τον μανδύα των μεταρρυθμιστών και προοδευτικών. Όμως, έτσι, ο Γιώργος Παπανδρέου δείχνει ποια είναι η ηγεσία που αξίζει στο Κίνημα Αλλαγής : αυτή που ξεσπεπάζει το προσωπείο του δήθεν προοδευτισμού που χρησιμοποιούν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, αυτή που δεν επιτρέπει να απαξιώνονται οι πραγματικές προοδευτικές δυνάμεις και απελευθερώνει τις υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου που κρατούνται σε ομηρία.
Με ένα μακροσκελές κείμενο του ΚΙΔΗΣΟ, ο Γιώργος Παπανδρέου υπερασπίζεται τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και ξανανοίγει τη συζήτηση για τη διακυβέρνηση της χώρας στις προκλήσεις της επόμενης μέρας.
Τι πυροδότησε όμως την τοποθέτηση-χείμαρρο του Γιώργου Παπανδρέου, με το μακροσκελές κείμενο που εξέδωσε το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών;
Πρακτικά τη παρέμβασή του προκάλεσαν :
-πρώτα και κύρια η ώρα της αμείλικτης αναμέτρησης και εκλογικής και υπαρξιακής για το ΚΙΝΑΛ που κοντοζυγώνει (εθνικές κάλπες, όποτε κι αν στηθούν και εσωκομματικές για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής)
– η όξυνση της αντιπαράθεσης μεταξύ ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ,
– οι δημοσκοπήσεις των ημερών, που ανακατεύουν την προοπτική διακυβέρνησης της χώρας με την εσωκομματική μάχη του ΚΙΝΑΛ και την προβολή προσώπων (π.χ. Ανδρέας Λοβέρδος) ώστε να συντηρείται σαν δίλημμα για το προς τα πού θα γείρει το ΚΙΝΑΛ
-η αλαζονική στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη με επίκεντρο τα 40 χρόνια από την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ . Στην πρόσφατη εκδήλωση της επετείου ο πρωθυπουργός «αναφέρθηκε μόνο στη συμβολή της ΝΔ στην πορεία της χώρας στην ΕΟΚ και την ΕΕ, επιδεικνύοντας τουλάχιστον ασέβεια προς τα άλλα κόμματα αλλά και τα κινήματα που στήριξαν την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας», σημειώνει ο Γιώργος Παπανδρέου.
-η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αυτοπροσδιορισθεί σαν εκφραστής της λεγόμενης δημοκρατικής παράταξης (και η πρακτική των «μεταγραφών» που ξεκίνησαν με τον πρώην βουλευτή του ΚΙΝΑΛ, προερχόμενο από το ΚΙΔΗΣΟ, Συμεών Κεδίκογλου)
– Η εκλογή του Τζον Μπάιντεν και η εφαρμογή ενός σχεδόν Κεϋνσιανού προγράμματος στις ΗΠΑ επανέφερε τις διαχωριστικές ιδεολογικές γραμμές με έμφαση την κοινωνική πολιτική –κατά τον Παπανδρέου, εδώ και καιρό μια μερίδας της δεξιάς, αλλά και στελεχών του φιλελεύθερου κέντρου προσπαθούν να πείσουν ότι, στην εποχή μας δεν ισχύουν πια οι ιδεολογικές διαφορές.
Ο Γιώργος Παπανδρέου ανατρέχει στα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και στη δική του διαδρομή ως πρωθυπουργού, που τα συνδέει με μεγάλες «μεταρρυθμίσεις». Επιρρίπτει ευθύνες στη ΝΔ για τη χρεοκοπία της χώρας , για αλαζονία , για ξήλωμα καινοτομιών και καταγγέλλει τον ΣΥΡΙΖΑ για τη λογική του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» , για «την ανίερη συμμαχία με τους ΑΝΕΛ». Και για τους δυο λέει ότι «έχουν “πάθει” προοδευτισμό», ότι και οι δύο, «με κόμιστρο… την εξουσία ως λάφυρο» σέρνουν το «κάρο του πελατειασμού».
Το μήνυμα του Γιώργου Παπανδρέου συνοψίζεται στη φράση : «Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός απαιτεί καθαρές θέσεις για την αντιμετώπιση των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων, και όχι μέτωπα και άγονες συγκρούσεις (…)».
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Γιώργος Παπανδρέου επιφυλάσσει πυρά και για την κυβέρνηση Καραμανλή, σχετικά με την οικονομική της πολιτική. Ιδιαίτερα σφοδρή είναι η επίθεση στον Αντώνη Σαμαρά, ενώ βρίσκει την ευκαιρία να πει τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα της μνημονιακής περιόδου, χτυπώντας και τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως σημειώνει « η συμμετοχή Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου, ήρθε μετά από την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να δεχτεί συμμετοχή σε μια κυβέρνηση που θα διασφάλιζε την ομαλή πορεία της χώρας ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να πέσει η χώρα στα βράχια, αλλά και την απαίτηση Σαμαρά να συμμετάσχει στην κυβέρνηση και το ΛΑΟΣ, ώστε να μην έχει απώλειες προς την ακροδεξιά.»
Η ανακοίνωση που εξέδωσε το Γραφείο Τύπου του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών του Γιώργου Παπανδρέου είναι η εξής:
«Ενώ εδώ και πολύ καιρό, μια μερίδα της δεξιάς, αλλά και μια άλλη, δήθεν φιλελεύθερης αντίληψης, προσπαθούν να πείσουν ότι, στην εποχή μας δεν ισχύουν πια οι ιδεολογικές διαφορές, στην ίδια λογική με αυτή που συνόδευσε την εκλογή Μακρόν, ήρθε ο Μπάιντεν και μπέρδεψε πάλι τα πράγματα! Παράλληλα, οι ανάγκες της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, τώρα που αποκαλύπτονται οι πραγματικές δυνατότητες και επιδιώξεις τους, επιβάλουν την καταφυγή σε κάποιες… μεταλλάξεις. Συνέπεια, η εντεινόμενη προσπάθεια των κυρίων Μητσοτάκη και Τσίπρα, να μας πείσουν ότι είναι άλλοι από αυτό που είναι, με τη βοήθεια μιας επιλεκτικής… αμνησίας. Επιχειρώντας να σβήσουν από τη μνήμη μας, τις ευθύνες της ΝΔ για τη χρεοκοπία της χώρας ο ένας και την ανίερη συμμαχία με τους ΑΝΕΛ ο άλλος, έχουν «πάθει» προοδευτισμό.
Για να το πετύχουν, μετέρχονται προσφιλή τους μέσα, την αποσιώπηση, την απόκρυψη και τη διαστρέβλωση της αλήθειας και της πραγματικότητας, δημιουργώντας μια άγονη και αδιέξοδη αντιπαράθεση μεταξύ τους, που ασφαλώς δεν αφορά το μέλλον της χώρας και των Ελλήνων, αλλά εξυπηρετεί τις κομματικές τους σκοπιμότητες.
Οι πολίτες όμως, σε αντίθεση με αυτούς, θυμούνται πολύ καλά τον κ. Καραμανλή όταν σπαταλούσε ασυστόλως τα χρήματα του Ελληνικού λαού και καταρράκωνε την αξιοπιστία της χώρας και τον κ. Τσίπρα όταν έκανε αντιπολίτευση στο ΠΑΣΟΚ και διαφωνούσε με την πρόταση συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων, που είχε κάνει ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, μετά από συζητήσεις με τον Λεωνίδα Κύρκο, ο οποίος συμφωνούσε τότε ότι υπάρχει αδήριτη ανάγκη να μπει ένα τέλος σε ό,τι καταδυνάστευε τη χώρα από τη συγκρότηση του Ελληνικού κράτους.
Ο κ. Μητσοτάκης, σε μια αξιοθαύμαστη κρίση αμνησίας, ενώπιον θεσμικών εκπροσώπων της ΕΕ, κατά την πρόσφατη εκδήλωση για τα 40 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, μας ενημέρωσε ότι, το 2015 οι «προοδευτικές δυνάμεις έσωσαν τη χώρα» από το ενδεχόμενο να βρεθεί στο περιθώριο της Ευρωπαϊκής οικογένειας.
Δηλαδή, «ξέχασε» πώς λέγεται το κόμμα που οδήγησε τη χώρα ένα βήμα πριν από μια εθνική καταστροφή. Το κόμμα που παρολίγον να προκαλέσει την εκτροπή της χώρας από την κοινή ευρωπαϊκή πορεία με τη λογιστική απάτη, όπως την έχει χαρακτηρίσει στην Έκθεσή του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το κόμμα που έβαλε εναντίον της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, που μόνη έδινε τον αγώνα για να σώσει ό,τι μπορούσε να σωθεί, επιτυγχάνοντας μετά από σκληρή μάχη το Μηχανισμό Στήριξης από την ΕΕ, και με τον κ. Σαμαρά να δηλώνει ότι «δεν θα συναινέσει στο λάθος». «Ξέχασε» πώς λέγεται το κόμμα που πρώτο κατέβηκε στις πλατείες του μίσους και του διχασμού, στις οποίες ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ και η Χρυσή Αυγή. Το κόμμα που συναγωνίστηκε σε λαϊκισμό με τον ΣΥΡΙΖΑ, με τον δήθεν αντιμνημονιακό του λόγο, όχι μόνο στην αρχή της κρίσης και επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, αλλά ακόμη και προεκλογικά το 2015. Το κόμμα που είχε στοχοποιήσει κάθε δημοκρατική και προοδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αποκαθήλωση της Διαύγειας, που τώρα ως κυβέρνηση δεν χάνει ευκαιρία να καταπατήσει. Το κόμμα που επιτρέπει σε κάποια επιφανή στελέχη του, την ώρα που όλο και περισσότεροι έχουν καταλάβει πια ποιο ήταν το διακύβευμα, να καλλιεργούν ακόμη τους μύθους της μνημονιακής περιόδου. Όπως «ξέχασε» ποιο κόμμα πέτυχε τα ΜΟΠ, τα πακέτα Ντελόρ, την ένταξη στην ΟΝΕ, τις επιτυχημένες Προεδρίες και την στρατηγική της ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων, την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, αλλά και τον Μηχανισμό Στήριξης με τα δύο χρηματοδοτικά προγράμματα που του επιτρέπουν τώρα να μιλά εκ του ασφαλούς, αλλά όχι και ως συνετός Πρωθυπουργός. Για αυτό και θυμήθηκε πολύ καλά το κόμμα του, όταν αναφέρθηκε μόνο στη συμβολή της ΝΔ στην πορεία της χώρας στην ΕΟΚ και την ΕΕ, επιδεικνύοντας τουλάχιστον ασέβεια προς τα άλλα κόμματα αλλά και τα κινήματα που στήριξαν την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι κωμικοτραγικό, αν και κατανοητό, ο κ. Μητσοτάκης, να κατηγορεί τον κ. Τσίπρα, για αγωγιάτη του ίδιου κάρου που έσερναν τα δύο κόμματά τους από την αρχή της κρίσης και συνεχίζουν να σέρνουν και οι δύο, με κόμιστρο… την εξουσία ως λάφυρο. Το κάρο του πελατειασμού.
Ο κ. Τσίπρας από την πλευρά του, συμμεριζόμενος τον ψηφοθηρικό ρεαλισμό του κ. Μητσοτάκη, μιλάει πότε για ριζοσπαστική αριστερά και πότε για σοσιαλδημοκρατία, ξεχνώντας τους βουλευτές και τα στελέχη των ΑΝΕΛ που έχει ακόμα στο κόμμα του.
Αγνοώντας την πολιτική ιστορία της Ευρώπης και της Ελλάδας, παραβλέπει ότι, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός απαιτεί καθαρές θέσεις για την αντιμετώπιση των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων και όχι μέτωπα και άγονες συγκρούσεις, ακόμη και αν αυτές γίνονται στο όνομα του λαού. Η λογική «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», είναι σαφές ότι δεν μπορεί να εμπνεύσει τους προοδευτικούς πολίτες
αλλά μόνο μια κομματική νομενκλατούρα που επιδιώκει να επιβάλλει τις πολιτικές που διασφαλίζουν την επιβίωσή της. Για αυτό παγιδεύεται στην αντίληψη ότι είναι ωφέλιμο να κατηγορείς ψευδώς τους πολιτικούς αντιπάλους ή να κάνεις στρατηγική σου επιδίωξη τη λογική ή αυτοί ή εμείς / ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν. Αυτή η νοοτροπία άλλωστε, εύκολα οδηγεί στο να βαφτίζεις στρατηγική την κυβερνητική συμμαχία σου με ακροδεξιούς και φασίστες.
Αν όλα αυτά αποτελούσαν αντίληψη του δημοκρατικού σοσιαλισμού, τότε ουδέποτε θα είχαν καταφέρει οι προοδευτικές δυνάμεις να πρωταγωνιστήσουν στην προσπάθεια υιοθέτησης του κοινωνικού συμβολαίου μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, ούτε και να οικοδομήσουν κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες που έδωσαν μάχες για να επιτευχθεί κοινωνική συνοχή και εμπιστοσύνη στις κοινωνίες. Δεν υπάρχει κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο προσφάτως ανακάλυψε ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν συνοδεύεται από πάσης φύσεως επιβολές.
Ο «προοδευτισμός» της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, δύσκολα συνάδει με τις αντιλήψεις που χαρακτηρίζουν ιστορικά το μεγάλο φιλοσοφικό και ιδεολογικό ρεύμα του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, επιδιώκει στρατηγικά, την απελευθέρωση του ανθρώπου από δόγματα, μεσσίες και σωτήρες, ακόμη και αν αυτοί θέλουν να πιστεύουν ότι ενεργούν στο όνομα του λαού.
Ως προς τα όσα μεσολάβησαν από την έναρξη της κρίσης, ό,τι έπραξε η δεξιά συντήρηση, δεν είναι ξένο από τα έργα και τις ημέρες που χαρακτήρισαν την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, οπότε, δεν χρειάζονται περισσότερα λόγια. Μάλιστα, για να είμαστε και ακριβείς ιστορικά, ακόμη και για αυτά που έπραξε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και πριν από την εκδήλωση της κρίσης, όταν έκανε αντιπολίτευση στο ΠΑΣΟΚ αντί στη δεξιά κυβέρνηση της ΝΔ των κυρίων Κώστα Καραμανλή και Προκόπη Παυλόπουλου, με τους οποίους και συγκυβέρνησαν.
Βεβαίως, για την αξιοπιστία της όποιας κριτικής, αλλά και την αλήθεια, υπάρχει ένα ακόμη, σημαντικό ζήτημα προς επισήμανση και συζήτηση, που συνδέεται και με τη γενικότερη πορεία της χώρας: μέχρι πότε όλοι εμείς, οι προοδευτικοί πολίτες, αλλά κυρίως το Κίνημα Αλλαγής, που θέλει να είναι ο συνεχιστής της ιστορίας της Προοδευτικής Παράταξης και ο πραγματικός εκφραστής του δημοκρατικού σοσιαλισμού, θα επιτρέπουμε στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ, να παίζουν μπάλα σε ένα γήπεδο που δεν τους ταιριάζει και δεν τους εκφράζει; Ως ποτέ θα επιτρέπουμε να απαξιώνονται οι πραγματικές προοδευτικές δυνάμεις και να κρατούνται σε ομηρία οι υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου;
Η Προοδευτική Παράταξη ταυτίστηκε πολλές φορές με τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού, γιατί υπηρέτησε το δημόσιο συμφέρον και άλλαξε τη μοίρα της χώρας και των Ελλήνων. Αυτό επιχειρούν να ξεχαστεί όσοι θέλουν να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους παραχαράσσοντας την ιστορία και φορώντας το ιδεολογικό κοστούμι που βοηθάει κάθε φορά τους στόχους τους. Πότε υπερπατριώτες, πότε ρεαλιστές, πότε κεντρώοι, πότε απολίτικοι, πότε συντηρητικοί, πότε προοδευτικοί. Και για να μην ξεχνιόμαστε, πότε στις πλατείες δήθεν αντιστασιακοί και «αρνητές» της βοήθειας των εταίρων της ΕΕ και πότε, όπως σήμερα, είτε δήθεν ευρωπαϊστές οι μεν, είτε καλά και πειθήνια παιδιά οι δε.
Θα τους επιτρέπουμε να συνεχίζουν ανενόχλητοι;
Αν ναι, τότε επιτρέπουμε και να υποστηρίζουν ότι «δικαιώνονται» όσοι με άλλοθι τον κακό ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζουν ΝΔ, αλλά και όσοι προοδευτικοί πολίτες ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, για να μην τα πάρει όλα η κακιά δεξιά. Και σε κάθε περίπτωση, να επιχαίρουν όσοι ικανοποιούν τα συμφέροντά τους, σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.
ΥΓ. Για την αποκατάσταση της αλήθειας και την ιστορία, καθώς και εδώ η διαστρέβλωση κυριαρχεί για να δικαιολογήσουν κάποιοι τη δική τους στάση σε κρίσιμες στιγμές, η συμμετοχή Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου, ήρθε μετά από την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να δεχτεί συμμετοχή σε μια κυβέρνηση που θα διασφάλιζε την ομαλή πορεία της χώρας ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να πέσει η χώρα στα βράχια, αλλά και την απαίτηση Σαμαρά να συμμετάσχει στην κυβέρνηση και το ΛΑΟΣ, ώστε να μην έχει απώλειες προς την ακροδεξιά.»