Από πού μπαίνει ο Αϊ-Βασίλης όταν δεν υπάρχει τζάκι; Πως προλαβαίνει σε ένα βράδυ να κάνει τον γύρο του κόσμου; Πώς πετάνε οι τάρανδοι εφόσον δεν έχουν φτερά; Αυτά είναι κάποια από τα λογικά ερωτήματα που κάποια στιγμή θα αρχίσουν να απασχολούν το μυαλό του παιδιού σας. Και τότε τι απαντάμε εμείς οι γονείς σε αυτά; Οι ειδικοί μας βοηθούν…
Η Δήμητρα Θεοδωρακοπούλου, ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος, μιλώντας στο Documento εξηγεί ότι η κατάλληλη στιγμή για να απαντήσουμε στα ερωτήματα των παιδιών είναι «όταν αρχίζουν να διακρίνουν το πραγματικό από το φανταστικό, δηλαδή περίπου στην ηλικία των 6-7 χρόνων». Είναι δε καθησυχαστική ως προς το οτι «ακόμη και τα παιδιά που έχουν ήδη απομυθοποιήσει τον Αϊ-Βασίλη μπορούν να νιώσουν τη χαρά μέσα από τα έθιμα που συνδέονται με το πρόσωπό του. Συνεπώς, η απομυθοποίηση ή μη έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία και τη βαθύτερη ανάγκη του παιδιού, χωρίς να επηρεάζει αρνητικά τον ψυχισμό ή την εξέλιξή του». Αυτό που προσφέρει στα παιδιά ο μύθος του Αϊ-Βασίλη είναι, κατά την άποψή της, ότι «προωθεί την ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη των παιδιών, προσφέροντας τη χαρά, προκαλώντας τη δημιουργικότητα και εξάπτοντας τη φαντασία τους».
Ο Ιάκωβος Μαρτίδης, ψυχίατρος και συγγραφέας («Πλάθοντας ευτυχισμένα παιδιά», εκδόσεις Αρμός), αναφέρει στην εφημερίδα μας ότι όταν απομυθοποιήσουμε το γεγονός πως ο Αϊ-Βασίλης κατεβαίνει από τις καμινάδες, μπορούμε να εξηγήσουμε στα παιδιά μας ότι υπάρχει ως ιστορικό πρόσωπο, πρόκειται για τον Βασίλειο της Καισαρείας, και μάλιστα συνδέεται με το έθιμο του μοιράσματος των δώρων που φτάνει ως τις μέρες μας. Ο κ. Μαρτίδης είναι σαφώς υπέρ της διατήρησης του μύθου. Λέει συγκεκριμένα: «Ολοι μας δεν λέμε ότι όποιος πάψει να ονειρεύεται, να φαντάζεται έχει πάψει και να ζει; Γιατί θέλουμε λοιπόν τα παιδιά μας να σταματήσουν πρόωρα να ονειρεύονται, να δημιουργούν με τη φαντασία τους, να πάψουν να ζουν τη μαγεία και το μυστήριο; Εχετε παρακολουθήσει με πόση χαρά, λαχτάρα και αγωνία ξυπνούν το πρωί και τρέχουν να βρουν τα δώρα τους; Είναι γνωστό ότι πολλά παιδιά λόγω της ευχάριστης προσμονής προσπαθούν να μην κοιμηθούν για να τσακώσουν τον Αγιο Βασίλειο! Να μη βιαστούμε λοιπόν στις άνυδρες εποχές που ζούμε να στερήσουμε αυτήν τη δροσιά, να αφαιρέσουμε τη λίγη μαγεία που απέμεινε σε αυτή την ορθολογιστική εποχή, να απομυθοποιήσουμε την ποιητική φαντασία στην τεχνοκρατούμενη εποχή που όλα θέλει να τα αναλύει και να τα εξηγεί».
Αντίθετη άποψη, ωστόσο, έχει ο Ντέιβιντ Κάιλ Τζόνσον, καθηγητής φιλοσοφίας στο Κings College και συγγραφέας του βιβλίου «The myths that stole Christmas» (Οι μύθοι που έκλεψαν τα Χριστούγεννα). Πιστεύει ότι το να υποστηρίζουμε έστω για κάποια λίγα χρόνια ένα ψέμα στα παιδιά μας, κλονίζει τη γονική αξιοπιστία, πριμοδοτεί την ευπιστία, δεν ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα και είναι σαν να δωροδοκούμε τα παιδιά μας για να έχουν καλή συμπεριφορά. Λέει χαρακτηριστικά: «Σκεφτείτε τι κάνουν πολλοί γονείς ώστε τα παιδιά τους να διατηρήσουν την πίστη τους στον Αϊ-Βασίλη. Οταν ένα παιδί εκφράσει τις πρώτες του αμφιβολίες, οι γονείς συχνά το ενθαρρύνουν να τις καταπνίξει και να συνεχίσει να πιστεύει λέγοντας: “Απλώς πίστεψε ό,τι θέλεις. Ετσι κι αλλιώς δεν έχει πλάκα;”. Μερικές φορές μάλιστα θα υποστηρίξουν ψευδή στοιχεία, θα επινοήσουν ψεύτικες και ad hoc εξηγήσεις, ή –το χειρότερο όλων– θα πουν: “Είναι μαγικό”! Ολα αυτά όμως βρίσκονται σε αντίθεση με ό,τι πρέπει να κάνουν οι γονείς που επιθυμούν τα παιδιά τους να αναπτύξουν την κριτική σκέψη».
Όποια από τις παραπάνω εκδοχές επιλέγετε ως γονιός σε ένα πράγμα που συμφωνούν οι περισσότεροι ψυχολόγοι είναι ότι όταν πια το παιδί σας μάθει την αλήθεια, μπορείτε να του ζητήσετε να γίνει «συνένοχός» σας! Δηλαδή να το κρατήσει σαν μυστικό που θα έχετε μεταξύ σας και να μην το αποκαλύψει στο μικρό του αδερφάκι ή στους συμμαθητές τους, σεβόμενο ότι κάποιο γονείς έχουν επιλέξει να μην αποκαλύψουν ακόμα την αλήθεια στα δικά τους παιδιά.