Μαίρη Χρονοπούλου: Μια κυρία στ’ αστέρια

Μαίρη Χρονοπούλου: Μια κυρία στ’ αστέρια

Εφυγε μία από τις τελευταίες εμβληματικές ηθοποιούς του σινεμά, που έγραψε ιστορία σε ρόλους δυναμικών γυναικών σε μιούζικαλ, δράματα, φιλμνουάρ

Μου είναι αδύνατον να πιστέψω πως δεν θα ξαναχτυπήσει το τηλέφωνό μου αργά τη νύχτα. Που δεν θα την ξανακούσω, με αυτήν τη νεανική φωνή στα 90 της χρόνια, να λέει ιστορίες για τον Ορέστη Μακρή, τον Νίκο Κούρκουλο αλλά και τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. «Μην κλείσουμε, πες μου κι εσύ μια ιστορία απ’ τους σημερινούς που συναναστρέφεσαι» μου ζητούσε. Η προσωποποίηση της ζωής παρά τα τόσα προβλήματα με την υγεία της. Χειρουργεία, ακινητοποίηση σε αναπηρικό καροτσάκι, εγκαύματα, τυφλότητα. Είχε όμως και ένα μοναδικό σθένος που την είχε καταστήσει σχεδόν άνθρωπο-φυσικό φαινόμενο. Τη θυμάμαι τον Οκτώβρη του 2021, δύο χρόνια πριν, σε μια εκδήλωση στο Νομισματικό Μουσείο. Την έφεραν με το καροτσάκι της και λίγο προτού εισβάλει κυριολεκτικά στον χώρο και επιβληθεί με την παρουσία της, σηκώθηκε και περπάτησε με το μπαστούνι της. «Δεν θέλω να με δει ο κόσμος στο καροτσάκι» μου είπε… Μια αυθεντική σταρ δεν χάνει την αίγλη της ακόμη κι αν βρίσκεται στο λυκόφως της ύπαρξής της.

«Χωρίς ταυτότητα»
«Κοινωνία ώρα μηδέν»

Επιστροφή στο φως

Την αναζητούσα πολλά χρόνια για μια συνέντευξη. Δεν ήταν εύκολο να την πλησιάσεις. Ακούγονταν πολλά από τότε, για διάφορους παρατρεχάμενους από τους οποίους έπρεπε να «περάσεις» πρώτα προκειμένου να κλείσεις ραντεβού μαζί της. Ανοησίες! Με τη Μαίρη Χρονοπούλου δεν ίσχυαν όλα αυτά. Κι έτσι, όταν ο φίλος συνθέτης Στέφανος Κορκολής με ενημέρωσε μια μέρα πως συνομιλεί με τη Μαίρη Χρονοπούλου άδραξα τη σπάνια ευκαιρία. Μου έκλεισε ραντεβού και την επόμενη μέρα πήγα στο σπίτι της στην Παιανία. Η συνέντευξή μας δημοσιεύτηκε στο εορταστικό πρώτο φύλλο του 2021 με την ίδια εξώφυλλο στο Docville. Ηταν μια σπάνια δημόσια συζήτηση, για την οποία η ίδια θα δήλωνε λίγο καιρό μετά ως καλεσμένη του Νίκου Χατζηνικολάου στην τηλεόραση πως την ξανάβγαλε στο φως. Τότε άρχισε να ξαναεμφανίζεται στην τηλεόραση, πάντα περιποιημένη και όμορφη, να δίνει συνεντεύξεις και να δέχεται προτάσεις για σίριαλ και ταινίες.

«Γοργόνες και μάγκες»

Ανατρέχω στη συνέντευξη σταχυολογώντας δικά της λόγια:
«Κάποιος άνθρωπος κάποτε μου χάρισε τη “Μαρίνα” του Ελύτη. Μου έμεινε μια φράση: “Η Μαρίνα είναι μακριά απ’ την ηθική, είναι γεμάτη ήθος”. Πιστεύω ότι δεν υπήρξα ποτέ ηθικολόγος, αλλά είχα πάντα βαθύτατο ήθος μέσα μου».
«Δεν ήμουν όμορφη. Ενδιαφέρουσα ήμουν κι αυτό μέτραγε πιο πολύ. Εννοώ ενδιαφέρουσα απ’ τα μέσα μου κι αυτό μέτραγε πολύ παραπάνω από μια αντικειμενική ομορφιά».
«Ημουν μονομερής και μονομανής, πολύ. Κακομαθημένη, αν θες, αλλά έτσι ήμουν. Δεν δεχόμουν άλλη αλήθεια για τα πράγματα εκτός απ’ τη δική μου. Ποτέ δεν μ’ ενδιέφερε η αλήθεια των άλλων».
«Εγώ είχα χειροδικήσει στον Θόδωρο Αγγελόπουλο, όταν μου είχε κάνει μια τεράστια αδικία στους “Κυνηγούς”. Το χρειαζόταν. Βγήκα απ’ το δωμάτιό μου στον πάνω όροφο στις Κάννες και τσίριζα σαν Κατίνα: “Αγγελόπουλε! Ελα απάνω τώρα”. Και ανέβηκε και εγένετο στο δωμάτιό μου της κακομοίρας. Δεν ξέρω, αλλά εγώ δεν υπήρξα υποτελής απέναντί του. Σε κανέναν δηλαδή δεν υπήρξα υποτελής μέχρι τώρα. Εν προκειμένω, όμως, είχα δίκιο. Εφταιγε ο Θόδωρος και το ήξερε».
«Ο Παπανδρέου είχε τη στόφα του σπουδαίου μέσα απ’ την Ελλάδα που γνώρισα. Είχε γοητεία το κέρατο. Και ο Αγγελόπουλος. Μόνο που ούτε ο Παπανδρέου θα μπορούσε να κάνει ταινία ούτε ο Αγγελόπουλος να ’ναι καλός οικονομολόγος. Επίσης, ο Βασίλης Γεωργιάδης και πάνω απ’ όλους, τώρα που το σκέφτομαι, ο Μίνως Βολανάκης. Ημασταν νύχι με κρέας, είχαμε σχεδόν ερωτική σχέση με τον Βολανάκη και μου κόστισε πάρα πολύ ο θάνατός του. Σου ορκίζομαι ότι δύο φορές τον είδα σαν σκιά, ολόγραμμα, εδώ κάτω, ενώ εγώ ήμουν πάνω στην κρεβατοκάμαρά μου. Φόραγε το μακρύ παλτό του και το κόκκινο κασκόλ και του φώναξα σαν σε όραμα: “Μινούς” – έτσι τον έλεγα. Δύο φορές τον είδα εδώ μέσα και μην το γελάς. Επίσης, λάτρευα τον Γιάννη τον Δαλιανίδη. Κι ας μην τον κακολογούν, δεν κάνει»…
«Ξέρεις τι είναι ακόμη και πιο ύψιστο δείγμα ανταμοιβής απ’ την αγάπη; Το να ταΐζεις τον άλλον. Η πιο ερωτική πράξη είναι να μαγειρεύεις για τον άλλον και να τον ταΐζεις. Ισως γι’ αυτό έγινα πολύ καλή μαγείρισσα».
«Ηταν πολύ σκληρή γυναίκα η μάνα μου. Δεν την ένοιαζε η καλλιτεχνία. Ηταν λίγο Αουσβιτς, λίγο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Ακροδεξιά δεν ήταν, αν και μάλλον Δεξιά ψήφιζε. Κρατούσε και μια σιγή γύρω απ’ τα πολιτικά. Δεν ήθελα βέβαια να πεθάνει, γι’ αυτό και της στάθηκα πολύ στα τελευταία της. Της είχα απίστευτη πολυτέλεια, έκανα το καθήκον μου σαν κόρη για να μην έχω τύψεις. Γενικά δεν εκτιμούσε τίποτε. Καλό λόγο δεν είχε ποτέ. Σκυλί ήταν η μαμά. Ας είναι καλά όπου έχει πάει, αλλά δεν θα ήθελα να συναντηθούμε».

«Ταξίδι στα Κύθηρα»

Και γοργόνα και μάγκας

Η Μαίρη Χρονοπούλου περνάει στο πάνθεον των Ελλήνων σταρ που ακτινοβολούσαν από την πρώτη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στο σανίδι μέχρι τη στιγμή που έφυγαν απ’ αυτό τον κόσμο. Από την πρώτη στιγμή που αποφοίτησε από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου και συμμετείχε στον χορό σε αρχαία δράματα ή στο Ακροπόλ στα έργα των Αλέκου Σακελλάριου – Χρήστου Γιαννακόπουλου «Η κυρία» και «Το ρομάντζο μιας καμαριέρας». Πρωτοεμφανίστηκε στον ελληνικό κινηματογράφο στο «Χαρούμενο ξύπνημα» (1954) του Ντίνου Δημόπουλου και έκτοτε την απολαύσαμε σε μικρούς ρόλους στο «Τελευταίο ψέμα» (1958) του Μιχάλη Κακογιάννη και στη «Στουρνάρα 288» (1959) του Ντίνου Δημόπουλου.

Το 1963, στα τριάντα της, γίνεται πρωταγωνίστρια σε μια πλειάδα δραματικών ταινιών της Φίνος Φιλμ –και όχι μόνο–, αρχής γινομένης με τα «Κόκκινα φανάρια» (1963) του Βασίλη Γεωργιάδη, τους «Αδίστακτους» (1965) του Ντίνου Κατσουρίδη, τον «Φόβο» (1966) του Κώστα Μανουσάκη και το «Χώμα βάφτηκε κόκκινο» (1965) πάλι του Βασίλη Γεωργιάδη.

Υπήρχαν βέβαια και τα μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη. Σε τρία μόνο εμφανίστηκε («Οι θαλασσιές οι χάντρες» το 1966, «Μια κυρία στα μπουζούκια» το 1968 και «Γοργόνες και μάγκες» το 1968), αλλά ήταν αρκετά για να την αναδείξουν σε μια εντυπωσιακή γυναίκα με αχτύπητο στιλ και ταμπεραμέντο, καθώς χόρευε και τραγουδούσε δύο από τις μεγαλύτερες μουσικές επιτυχίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου: τα «Είμαι γυναίκα του γλεντιού» και «Του αγοριού απέναντι».

«Όταν η πόλη πεθαίνει»

Η καλύτερη πρωταγωνίστρια

Ταυτίστηκε κατά κόρον με το σινεμά του Δαλιανίδη, παίζοντας επίσης δραματικούς ρόλους όπως στα «Δάκρυα για την Ηλέκτρα» (1966). Το ίδιο συνέβη και με το σινεμά του Νίκου Φώσκολου, καθώς θα τη θυμόμαστε πάντα σε ταινίες όπως την «Κοινωνία ώρα μηδέν» (1966) και τη «Λεωφόρο του μίσους» (1971). Εκείνα τα χρόνια και συγκεκριμένα την περίοδο 1967-68 υπήρξε η «καλύτερη πρωταγωνίστρια του κινηματογράφου», σύμφωνα με το σκεπτικό του Βραβείου της Ενώσεως Κριτικών Κινηματογράφου που της είχε απονεμηθεί.

Μια άλλη σημαντική διάκρισή της ήταν το βραβείο Α΄ γυναικείου ρόλου που είχε πάρει το 1987 στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή της στην ταινία «Τα παιδιά της χελιδόνας» του Κώστα Βρεττάκου. Να τι μου είχε πει η ίδια πάλι για τη συγκεκριμένη βράβευσή της: «Ταυτόχρονα με τη γυμνή φωτογράφισή μου για το “Playboy”, είχα πάρει το βραβείο ερμηνείας για “Τα παιδιά της χελιδόνας” του Βρεττάκου, έπαιξα σε Επίδαυρο και Ηρώδειο επίσης. Δηλαδή τα αρχαία θέατρα, ο Αριστοφάνης, το “Playboy” και τα “Παιδιά της χελιδόνας” συνέπεσαν. Hταν τρομερά ερεθιστικό να κάνω τόσα ετερόκλητα πράγματα». Η αυλαία σε μια μεγάλη κινηματογραφική καριέρα έπεσε ουσιαστικά το 1996, όταν συμμετείχε στην ταινία «Προς την ελευθερία» του επιστήθιου φίλου της Χάρη Παπαδόπουλου.

Στις 16 Ιουνίου 2021 η Μαίρη Χρονοπούλου απέσπασε το Βραβείο ΙΡΙΣ της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για τη συνολική προσφορά της στο ελληνικό σινεμά. «Τι κρίμα» μου είχε πει σε άλλη ιδιωτική συζήτησή μας «που το ίδιο βραβείο δεν πήραν ποτέ ο Νίκος Κούρκουλος, ο Φαίδων Γεωργίτσης, ο Γιώργος Φούντας και ο Αλέκος Αλεξανδράκης. Οι άντρες της ζωής μου». Και αλήθεια έλεγε, καθώς η Χρονοπούλου διέπρεψε δίπλα σε όλους αυτούς τους άρρενες σταρ του ελληνικού κινηματογράφου ως ντάμα και μοιραία γυναίκα.

«Εν ονόματι του νόμου»
«Δάκρυα για την Ηλέκτρα»

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το 1999 ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα την καθήλωσε σε αναπηρικό αμαξίδιο. Μία δεκαετία μετά, η φωτιά από ένα κερί τής προκάλεσε σοβαρά εγκαύματα και κόντεψε να τη στείλει στον θάνατο για μία ακόμη φορά. Σε όλες αυτές τις περιπέτειες με την υγεία της εκείνη πάλεψε με αξιοθαύμαστο σθένος ούσα ήδη σε προχωρημένη ηλικία. Τις τελευταίες μέρες νοσηλευόταν στον Ευαγγελισμό με μηχανική υποστήριξη στην εντατική. Μια πτώση μες στο σπίτι της της προξένησε ένα σοβαρό εγκεφαλικό τραύμα, από το οποίο αυτήν τη φορά δεν κατάφερε να ανανήψει. Η Μαίρη Χρονοπούλου υπήρξε μία απ’ τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, αναμφισβήτητα η τελευταία Ελληνίδα σταρ και έτσι πρέπει, έτσι θα ήθελε η ίδια και έτσι πάντα θα τη θυμόμαστε.

 

Documento Newsletter