Αναδρομή στις σημαντικότερες συναυλιακές στιγμές του Θεάτρου Λυκαβηττού, από τον Θεοδωράκη μέχρι τον Χαρούλη και από τον Ντίλαν μέχρι τις Τρύπες
Βρίσκεται στο ωραιότερο σημείο του αστικού ιστού, σε έναν από τους πιο ψηλούς λόφους της Αθήνας. Από το 1965, οπότε χτίστηκε ένα πρώτο μικρό θέατρο για τις ανάγκες παραστάσεων αρχαίου δράματος με την Αννα Συνοδινού –αυτή άλλωστε οραματίστηκε έναν άλλο χώρο παρουσίασης των αρχαίων τραγωδιών για το αθηναϊκό κοινό πλην αυτού της Επιδαύρου– μέχρι τις πιο πρόσφατες δεκαετίες πέρασαν από τον Λυκαβηττό κυριολεκτικά οι πάντες: Τζέιμς Μπράουν, Temptations, Pet Shop Boys, Μπόι Τζόρτζ και πολλοί άλλοι, Ελληνες και ξένοι. Ανατρέχουμε σε μερικές από τις σημαντικότερες στιγμές του συναυλίες που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ.
Οι ζωντανές ηχογραφήσεις
Το 1977 η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη πλημμύρισε το λεκανοπέδιο της Αττικής με 28 συναυλίες στις οποίες παρουσιάστηκαν συνολικά έντεκα έργα του. Πεδίο δράσης το Θέατρο Λυκαβηττού, στο πλαίσιο του «μουσικού Αυγούστου» εκείνης της χρονιάς. Ας σταθούμε σε δύο απ’ αυτές τις θεοδωρακικές συναυλίες: η μία βασιζόταν στην πρώτη παρουσίαση του κύκλου τραγουδιών «Τα λυρικά», σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη, με ερμηνευτή τον ίδιο τον συνθέτη. Η εν λόγω συναυλία ηχογραφήθηκε, κυκλοφόρησε σε δίσκο και ήταν μάλλον κάτι πρωτοφανές για την τεράστια δισκογραφία του Θεοδωράκη, να βγει δηλαδή νέο έργο του κατευθείαν από την κονσόλα του Λυκαβηττού και όχι από στούντιο ηχογράφησης.
Η άλλη συναυλία, που ευτυχώς διασώθηκε το ντοκουμέντο της τηλεοπτικής κάλυψής της, ήταν «Το άξιον εστί» σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, με τους πρώτους διδάξαντες επί σκηνής: τον Γρηγόρη Μπιθικώτση (λαϊκός τραγουδιστής), τον Μάνο Κατράκη (αφηγητής), τους Κώστα Παπαδόπουλο – Λάκη Καρνέζη (μπουζούκια), με την προσθήκη των Ντόρας Μπακοπούλου (πιάνο), Ανδρέα Κουλουμπή (βαρύτονος) και Ελλης Νικολαΐδου (διεύθυνση μεικτής χορωδίας).
Το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς ο Σταύρος Ξαρχάκος δίνει έντεκα συναυλίες στον Λυκαβηττό, με αφορμή τις θερινές εκδηλώσεις του ΕΟΤ στην πόλη της Αθήνας. Και ενώ πολλές συναυλίες αναβλήθηκαν το καλοκαίρι του 1978 για λόγους «τάξεως και ασφαλείας», αυτές του Ξαρχάκου έγραψαν τη δική τους ιστορία, πόσο μάλλον όταν επί σκηνής εμφανίστηκε η «εθνική Ελλάδος» των ερμηνευτών: Μπιθικώτσης, Ξυλούρης, Κόκοτας, Μοσχολιού, Μητσιάς, Γαλάνη, Δημητράτος, Καλογιάννης, αλλά και οι Σωτηρία Μπέλλου, Πάνος Γαβαλάς. Σκόρπιες ηχογραφήσεις τραγουδιών του Ξαρχάκου από τις εν λόγω συναυλίες συγκεντρώθηκαν σ’ ένα live δίσκο που κυκλοφόρησε στα τέλη του ’78 με τίτλο «Ξαρχάκος – Στο Λυκαβηττό».
Το 1985 η Γλυκερία, που είχε ήδη κατακτήσει το πανελλήνιο, έδωσε μια σειρά συναυλιών στον Λυκαβηττό αφιερωμένων στη μνήμη του Βασίλη Τσιτσάνη με τη συμμετοχή της αυθεντικής του ορχήστρας αλλά και του Νίκου Παπάζογλου. Μία απ’ αυτές τις αξέχαστες συναυλίες ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε δίσκο («Η Γλυκερία στο Λυκαβηττό – Νύχτες μαγικές κι ονειρεμένες», Lyra, 1985) με το ρεπερτόριο μοιρασμένο μεταξύ της προσωπικής της δισκογραφίας (Νικολόπουλος, Ξυδάκης, Ρασούλης, σμυρναίικα) και τραγουδιών του Τσιτσάνη.
Ιστορία έγραψε ο Νίκος Παπάζογλου, του οποίου επίσης η συναυλία στον ίδιο χώρο, στις 30 Σεπτεμβρίου του 1991, ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε δίσκο («Επιτόπιος ηχογράφησις στο Θέατρο Λυκαβηττού», Lyra, 1991) με τον ίδιο και την μπάντα του σε δέκα μεγάλες επιτυχίες. Στην μπάντα του Παπάζογλου συμμετείχε ως κιθαρίστας ο Σωκράτης Μάλαμας, ενώ παραδόξως δεν συμπεριλήφθηκε η live εκδοχή του αριστουργηματικού «Αυγούστου». Γενικώς οι συναυλίες του Παπάζογλου στον Λυκαβηττό άφησαν εποχή σε μια περίοδο που ο ίδιος όργωνε με την μπάντα του όλη την Ελλάδα.
Πολλά χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2006, ο ραδιοφωνικός σταθμός Μελωδία γιόρτασε τα 15 χρόνια λειτουργίας του με δύο μαγικές βραδιές στον Λυκαβηττό – σύμπραξη της Χαρούλας Αλεξίου με τον Σωκράτη Μάλαμα και τον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Αρχικά ήταν προγραμματισμένη μία συναυλία, η τεράστια όμως ζήτηση των εισιτηρίων οδήγησε τους διοργανωτές να προσθέσουν και μια δεύτερη. Λέγεται πως όσοι κατάφεραν να βρεθούν στις δύο αυτές συναυλίες έζησαν ανεπανάληπτες στιγμές, με την εθνική μας τραγουδίστρια να μοιράζεται το δικό της δημοφιλές ρεπερτόριο μ’ αυτό των δύο νεότερων τραγουδοποιών. Αναμενόμενη, λοιπόν, η έκδοση που ακολούθησε το 2007 ενός CD μαζί με DVD από τη σπάνια σκηνική συνεύρεσή τους.
Και κράξιμο και τσιφτετέλι
Στις 22 και στις 23 Ιουνίου του 1993 ο Αμερικανός γεννήτορας των τραγουδοποιών παγκοσμίως, ο Μπομπ Ντίλαν, έδωσε δύο μοναδικές συναυλίες στον Λυκαβηττό έχοντας support τους αδερφούς Κατσιμίχα. Είχα πάει στη συναυλία της 23ης Ιουνίου (έχω κρατήσει ακόμη το εισιτήριο) και θυμάμαι τον Ντίλαν να τραγουδάει πλάτη στον κόσμο, λες και τα έλεγε στον ντράμερ του. Πολλοί τον έκραζαν επειδή δεν έλεγε το αγαπημένο τους «One more cup of coffee». Θυμάμαι όμως και τι έγινε όταν ο Πάνος Κατσιμίχας βγήκε στο διάλειμμα και τραγούδησε το «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια» των Ξυδάκη – Ρασούλη. Ηταν σουρεαλιστικό να βλέπεις μαλλιάδες να χορεύουν τσιφτετέλι όρθιοι στις κερκίδες.
Οι θρύλοι της ροκ
Ο Λέοναρντ Κόεν, τραγουδοποιός, ποιητής και συγγραφέας, είχε από τα 60s στενούς δεσμούς με την Ελλάδα. Η συναυλία του πραγματοποιήθηκε στις 19 Ιουνίου του 1988 και συγκέντρωσε πλήθος κόσμου που γνώριζε καλά τα τραγούδια του και ειδικά το «Dance me to the end of love» μέσα από το άλμπουμ του «Various positions» του 1984. Δεν ξέρω αν ισχύει για τον υπόλοιπο κόσμο, στην Ελλάδα όμως ανέκαθεν ένα τραγούδι-smash hit λειτουργούσε ως κράχτης. Πάντως οι πρεσβύτεροι ακόμη θυμούνται εκείνη τη συναυλία του Κόεν στον Λυκαβηττό ως εμπειρία ζωής.
Ταυτισμένη με τον Λυκαβηττό ήταν η Μαριάν Φέιθφουλ, η αλλοτινή μούσα του Μικ Τζάγκερ, μια καλλιτέχνιδα που είχε κάνει πολλές εμφανίσεις στη χώρα μας μέσα στα χρόνια. Κρατάμε μια από τις τελευταίες συναυλίες που έδωσε στην Ελλάδα, στον Λυκαβηττό στις 7 Ιουνίου του 2011, έχοντας μαζί της μια σούπερ μπάντα και με ολοκαίνουργιο τότε άλμπουμ. Μόλις 500 άνθρωποι είχαν ανηφορίσει στο θέατρο. Ωστόσο μια συναυλία χαράσσεται στη μνήμη για πολλούς λόγους, όχι απαραίτητα για την κοσμοσυρροή.
Το φαινόμενο Χαρούλης
Πίσω στα καθ’ ημάς, από τον Λυκαβηττό ξεκίνησε τη μεγάλη πορεία του στη μουσική ο Γιάννης Χαρούλης. Ηταν το 2002 όταν στη μεγαλειώδη συναυλία του περιοδικού «Δίφωνο» στον Λυκαβηττό-αφιέρωμα στον Νίκο Ξυλούρη είχαν προσέλθει περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι για να θυμηθούν τον «αρχάγγελο της Κρήτης» και της Ελλάδας όλης. Ο Χαρούλης, ένας νεαρός Κρητικός ερμηνευτής, άγνωστος τότε ανάμεσα σε καθιερωμένους συναδέλφους του –όπως ο Πασχαλίδης, ο Λιδάκης, οι Χαΐνηδες κ.ά.– ξεχώρισε λόγω της φωνητικής του ομοιότητας με τον αείμνηστο Ξυλούρη. Τα χρόνια πέρασαν, ο Χαρούλης απέδειξε πως ήταν κάτι πολύ παραπάνω από απλός «μιμητής» του Ξυλούρη και τελικά από το Θέατρο Λυκαβηττού ξεκίνησε στη συνέχεια η μεγάλη καριέρα του το 2013. Τότε άρχισαν τα απανωτά του sold out. Ο ίδιος έχει δηλώσει: «Η ζωή μου είναι προ Λυκαβηττού και μετά Λυκαβηττού».
Λάσπη και ρατσισμός
Πολλά χρόνια προτού σκάσει το φαινόμενο Χαρούλης και συγκεκριμένα στις 19 και 20 Ιουνίου του 1983 οι συναυλίες του Μανώλη Αγγελόπουλου που διοργάνωσε το περιοδικό «Ντέφι» στον Λυκαβηττό έγραψαν ιστορία με πολλούς τρόπους. Φυσικά στην προσωπική πορεία του Ρομά λαϊκού τραγουδιστή. Στις συναυλίες συμμετείχαν η Χάρις Αλεξίου και ο Δημήτρης Μητροπάνος, ενώ παρέστη και ο Διονύσης Σαββόπουλος, τον οποίο ο Αγγελόπουλος χαιρέτισε από το μικρόφωνο. Την επόμενη μέρα, όμως, οι εφημερίδες χαρακτήρισαν «τουρκόγυφτο» τον Αγγελόπουλο, ο Φρέντυ Γερμανός τον αποκάλεσε «δασύτριχο βάρδο» και η τηλεοπτική κάλυψη της συναυλίας μαζί με την τεράστια τηλεθέασή της οδήγησαν την «Καθημερινή» να κάνει λόγο για «ένα μουσικό και τηλεοπτικό αλαλούμ στον Λυκαβηττό, όπου ξεπεράστηκε κάθε όριο μουσικής χυδαιότητας». Παρά τη δημοσιογραφική λάσπη και τον ρατσιστικό οχετό, η αξία των συγκεκριμένων συναυλιών του Μανώλη Αγγελόπουλου αναγνωρίστηκε τα αμέσως επόμενα χρόνια και ο ίδιος πήρε τη θέση του στο πάνθεο των Ελλήνων λαϊκών τραγουδιστών, όπου δικαιωματικά ανήκε.
Τα αντιτηλεοπτικά φώτα
Τον Σεπτέμβριο του 1987 η Λένα Πλάτωνος δίνει την πρώτη μεγάλη της συναυλία στον Λυκαβηττό παρουσιάζοντας τα αμιγώς ηλεκτρονικά της έργα «Γκάλοπ» και «Λεπιδόπτερα» με την Ελλη Πασπαλά και τον Νίκο Αϊβαλή. Πολύς κόσμος είχε μείνει απέξω, ενώ η άρνησή της να αφαιρέσει τα… μαύρα φώτα από τη σκηνή οδήγησε στην ακύρωση της μετάδοσης της συναυλίας από την τηλεόραση. Ο σκηνοθέτης Μεγακλής Βιντιάδης, όμως, εντυπωσιασμένος από το αποτέλεσμα κάλεσε ύστερα από τρεις μήνες τη συνθέτρια για να κινηματογραφηθούν όλα της τα τραγούδια εν είδει βίντεο κλιπ. Για την ιστορία, η συναυλία της Πλάτωνος ίσως ήταν η πρώτη στην Ελλάδα όπου παίχτηκαν οπτικοποιημένα κάποια τραγούδια από γιγαντοοθόνη στο Θέατρο Λυκαβηττού.
«Ροκ αίμα»
Ο Λυκαβηττός εκτός από πεδίο πολιτισμού, έγινε και πεδίο μάχης από τους πιο θερμόαιμους φαν των ελληνικών συγκροτημάτων αλλά και των ροκ mega stars του εξωτερικού που εμφανίστηκαν στο θέατρο. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1994 ανέβηκαν στη σκηνή οι Τρύπες με τον Γιάννη Αγγελάκα, που τότε βρίσκονταν στην καλύτερη φάση της καριέρας τους. Με το θέατρο ασφυκτικά γεμάτο και πολλούς να μένουν εκτός δεν άργησε να αρχίσει ο πετροπόλεμος, για να συνεχιστεί με σπασμένες καρέκλες και λοστάρια που εκσφενδονίζονταν από τη σκηνή. Τα επεισόδια επεκτάθηκαν μέχρι το Κολωνάκι, με τον κόσμο να τρέχει κυνηγημένος από αστυνομία αλλά και χούλιγκαν, ενώ την επόμενη κυκλοφόρησαν πρωτοσέλιδα στα περίπτερα με τίτλους όπως «Αγριο ξύλο» και «Ροκ αίμα στον Λυκαβηττό».