O μουσικός κήπος του Λουκιανού Κηλαηδόνη, άλλοτε θεατρικός, άλλοτε κινηματογραφικός, ηρωικός ή μοναχικός, αλλά πάντα γεμάτος με όλων των ειδών τις όμορφες παρέες, ήταν μια σταθερή πηγή χαράς και ζωής για όσους μεγάλωσαν με τους καρπούς και τα λουλούδια του.
Σήμερα αυτός ο κήπος έμεινε άδειος. Τα τραγούδια που γεννήθηκαν εκεί, όμως, θα παίζουν για πάντα στις καρδιές μας και θα απεικονίζουν με τον πιο μαγικό τρόπο τις απόψεις ενός ανθρώπου με χιούμορ για την ζωή, τα συναισθήματα, την πολιτική και την κοινωνία, ένα ατίθασο ερωτικό πνεύμα, αφοσιωμένο στην ομορφιά και την αλήθεια. Από τα «Μικροαστικά» μέχρι το «Αχ! Πατρίδα μου Γλυκειά…», όλο το έργο του μεγάλου συνθέτη απηχεί την μοναδική του αντίληψη ότι ο τραγουδοποιός δεν πρέπει να περιορίζεται στα όρια της ενδοσκόπησης, αλλά να ανοιχτεί προς τις εικόνες της ίδιας της ζωής της κοινωνίας και των ανθρώπων που συνεχώς εξελίσσονται. Γιατί τα τραγούδια του Λουκιανού αυτό μας έμαθαν: ότι για να τα καταλάβουμε πρέπει πρώτα να μιλήσουν, με κάθε τρόπο, στην καρδιά μας.
Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης ήταν πάντα ο χαρούμενος ρομαντικός της μεγάλης ελληνικής μουσικής παρέας. Όχι μόνο γιατί κατάφερε να αποτυπώσει με ασυνήθιστη, σχεδόν ποιητική, οξυδέρκεια, την ανέμελη μελαγχολία της δεκαετίας του ΄50 στα τραγούδια του, αλλά γιατί μπόρεσε και συνδύασε αυτή την μεγάλη του αγάπη για το παλαιομοδίτικο ροκ εν ρολ, με έναν ανεπιτήδευτο θαυμασμό στην παρατήρηση της παρατεταμένης παρακμής των ‘70s για να μπορέσει στις αρχές της δεκαετίας του ’80 να στήσει την πρώτη μεγάλη μουσική γιορτή δίπλα στη θάλασσα. Το αξέχαστο Πάρτυ στη Βουλιαγμένη, αυτό που όλοι οι παλιοί μάθαμε να αποκαλούμε «το ελληνικό Woodstock» ήταν η πρώτη μεγάλη μουσική γιορτή που πέταξε από πάνω της κάθε σοβαροφάνεια της μεταπολίτευσης, η πρώτη ελληνική συναυλία που έμαθε στους Έλληνες τι σημαίνει καλοκαίρι και μουσική και χαρά της ζωής. Για κάθε έναν από αυτούς που το έζησαν στο καλοκαίρι του ‘83 υπάρχει και μια ιστορία από αυτήν την μαγική βόλτα. Η πανσέληνος, οι βουτιές στη θάλασσα με τα ρούχα, η μεθυστική αίσθηση μιας νύχτας γεμάτης ανεμελιά και αισιοδοξία.
Πριν τρία χρόνια, το «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη» στήθηκε στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής. Όχι τόσο μεγάλο, αυθόρμητο και ηρωϊκό όσο εκείνο το παλιό, αλλά σχεδιασμένο και φτιαγμένο με το ίδιο μεράκι από έναν άνθρωπό που πάντα ήξερε πως να φουντώνει το κέφι και πως να συγκινεί τους πάντες. Τα λόγια του πριν από εκείνη την τελευταία μεγάλη γιορτή στον κήπο θα μας τον θυμίζουν για πάντα ως τον πολύ αγαπημένο μας ρομαντικό καου-μπόι. «Πάντα για τα πάρτυ μου έψαχνα το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας ή το απέραντο γρασίδι των κήπων. Πάντα ήθελα να φαίνονται όλα χαλαρά και απρόβλεπτα για να αισθάνονται όλοι σαν στο σπίτι τους, όση δουλειά κι αν κρυβόταν από πίσω. Πάντα με κρατούσε στην αγκαλιά της η Αθήνα μας, οπότε νοιώθω πολύ οικεία σ’ αυτόν τον υπέροχο χώρο και ελπίζω να σημαίνει το ίδιο και για σας. Καλή μας αντάμωση».