O καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Λουκάς Κατσίκας μιλάει για τη φετινή επετειακή 30ή διοργάνωση.
Ο Λουκάς Κατσίκας βρίσκεται στο τιμόνι του οδηγού του φεστιβάλ από το 2016 αλλά έχει μακρά ιστορία και σχέση, καθώς ήταν σταθερός συνεργάτης του από τα τέλη των 90s. Στη διαδρομή αυτή έχουν συμβεί τόσο πολλά που θα έλεγες ότι ο Λουκάς είναι πλέον συνηθισμένος σε πάσης φύσης αναποδιές. Είναι όμως έτσι;
Λοιπόν, είχατε κάτι απρόσμενο και φέτος; Σας ρωτάω επειδή κάθε χρονιά έχετε κάτι… εξωφρενικό να μου πείτε γύρω από την προετοιμασία σας.
Αν σας έλεγα όσα έχουν συμβεί τις προηγούμενες βδομάδες, δεν θα μας έφταναν ούτε πέντε ώρες. Η ευχή και η κατάρα αυτού του φεστιβάλ είναι η μεγάλη επιτυχία που γνωρίζει. Ευχή επειδή μέσα στα χρόνια έχει μεγαλώσει και δέχεται πολλαπλάσιο κοινό και προβολή, αλλά και κατάρα καθώς όση επιτυχία κι αν γνωρίζει, εμείς χρειάζεται να μηδενίζουμε κάθε χρόνο το κοντέρ στο τέλος κάθε φεστιβάλ και να ξεκινάμε από την αρχή. Αυτό σημαίνει να προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε και πάλι χρηματοδότες, χορηγούς και κυρίως τη στήριξη για την επόμενη διοργάνωση. Κι αν έχουμε σταθερή τη στήριξη των χορηγών και συνεργατών μας, δεν έχουμε καθόλου δεδομένη την κρατική υποστήριξη και βοήθεια. Κι αυτό καθίσταται τεράστιο πρόβλημα για μας στην προσπάθεια που κάνουμε για να παρουσιάσουμε ένα αξιοπρεπές φεστιβάλ.
Είναι σημαδιακή η φετινή επέτειος. Φαντάζομαι θα είναι αρκετά γιορτινό το κλίμα…
Και ναι και όχι. Είναι θλιβερό το γεγονός ότι στην 30ή επέτειο του φεστιβάλ της Αθήνας δεν θα έχουμε μαζί μας το Ιντεάλ, με το οποίο είχε συμπορευτεί όλον αυτό τον καιρό. Είναι η τρίτη αίθουσα που χάνουμε στο πέρασμα των χρόνων μετά τα Αττικόν και Απόλλωνα. Οπότε είναι λίγο πικρός αυτός ο εορτασμός των 30 χρόνων. Κι ενώ ως θεσμός οι Νύχτες Πρεμιέρας είναι στις πιο καλές στιγμές τους καθώς γνωρίζουν τρομερή επιτυχία, αντιμετωπίζουν τόσες αντιξοότητες και προβλήματα που χωρίς τη δύναμη και την αγάπη των συνεργατών μου δεν ξέρω αν θα τα είχαμε καταφέρει.
Αλήθεια, όταν στο εξωτερικό μιλάτε με ανθρώπους του κινηματογράφου και αναφέρετε το φεστιβάλ πώς αντιδρούν;
Πλέον όλοι ξέρουν τις Νύχτες Πρεμιέρας, το φεστιβάλ της Αθήνας, όπως το αναφέρουν. Το φεστιβάλ μας έχει αποκτήσει δυνατή φήμη στο εξωτερικό χάρη στο πρόγραμμά του. Αυτό είναι το δυνατό του όπλο αλλά και το καμάρι του. Μας προσεγγίζουν αμέτρητοι σκηνοθέτες για να δείξουμε τις ταινίες τους. Δεν είναι φεστιβάλ που έχει αγορά, δεν απασχολεί την κινηματογραφική βιομηχανία με ταινίες στα σκαριά κ.λπ. αλλά είναι φεστιβάλ που προτείνει συγκεκριμένες ταινίες και δημιουργούς. Και με περηφάνια σου λέω ότι το φετινό αλλά και το περσινό είναι από τα καλύτερά μας καθώς βρίσκονται κατά 95-97% σε αυτό που ονειρευόμασταν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Το πρόγραμμά μας τα λέει όλα. Ξέρεις, οι ταινίες που προβάλλουμε τα τελευταία χρόνια πρωταγωνιστούν στα επερχόμενα βραβεία ή στους ετήσιους απολογισμούς. Ειδικά στον χώρο του ντοκιμαντέρ οι ταινίες που παρουσιάζουμε κερδίζουν την επόμενη χρονιά το Οσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ.
Τι εκπλήξεις περιμένουμε στη φετινή διοργάνωση; Υπάρχει κάποια ειδική εκδήλωση για τα 30 αυτά χρόνια;
Η μεγαλύτερη έκπληξη είναι το πρόγραμμά μας που είναι φτιαγμένο από το τώρα, το χτες και το αύριο. Εχει εξαιρετικά παρελθοντικά αφιερώματα (στον Κουροσάουα, το βρετανικό σινεμά κ.ά.) ενώ ταυτόχρονα έχει σοδειά από τις καλύτερες –με το χέρι στην καρδιά– ταινίες της χρονιάς. Εβλεπα τις προάλλες το πρόγραμμα του φημισμένου φεστιβάλ της Νέας Υόρκης και είδα ότι ταυτιζόμαστε σχεδόν απόλυτα με τις επιλογές του. Δεν λέω ότι ξαφνικά οι Νύχτες Πρεμιέρας συγκρίνονται με το φεστιβάλ της Νέας Υόρκης, αλλά μάλλον κάτι καλό κάνουμε εδώ για να έχουμε τόσο δυνατό πρόγραμμα φέτος. Οσον αφορά το μέλλον, θα δείτε ότι πολλά από τα φιλμ που θα δείξουμε φέτος σε λίγα χρόνια θα θεωρούνται ήδη κλασικά. Ο επετειακός χαρακτήρας θα είναι λιτός. Στην τελετή έναρξης θα παρουσιάσουμε ένα μικρό βίντεο με παλιούς συνεργάτες του φεστιβάλ, το οποίο θα ξεκινά με φράσεις της Γιώτας Ιωαννίδου, σύζυγο του αείμνηστου Γιώργου Τζιώτζιου, εμπνευστή και ιδρυτή του φεστιβάλ. Επίσης έχουμε προγραμματίσει μια επετειακή προβολή του «Trainspotting», που ήταν η πιο επεισοδιακή προβολή που είχαμε όλα αυτά τα χρόνια.
Πότε ήταν το πρώτο σας φεστιβάλ;
Ως θεατής τα πρώτα δύο (’95 και ’96), αλλά το 1997 όταν ήμουν στην ομάδα του «Σινεμά» θυμάμαι να δουλεύω μαζί με τη Μάριον Μιχελιδάκη για πρώτη φορά για το φεστιβάλ με ένα φαξ που το χρησιμοποιούσαμε εναλλάξ κι οι δύο όλη τη νύχτα τις παραμονές της συνέντευξης Τύπου κάνοντας βάρδιες, για να μπορέσουμε να δώσουμε την επόμενη μέρα τις φωτοτυπίες με το πρόγραμμα στους δημοσιογράφους!
Ποια είναι η πιο δυνατή σκηνή που κρατάτε στην καρδιά σας από όλα αυτά τα χρόνια;
Είναι τόσο πολλές αλλά θα σας πω την πιο συγκινητική. Ηταν πέρυσι στην τελευταία μέρα του φεστιβάλ, όταν προβάλλαμε το «Αγνωστοι μεταξύ μας», ένα γκέι δράμα για την αποδοχή του διαφορετικού και τη συμπεριληπτικότητα, στο Ιντεάλ. Την προηγούμενη μέρα ένας πολιτικός στον Βόλο είχε εξαπολύσει έναν ομοφοβικό οχετό στα μίντια. Την ταινία αυτή, που ήταν η κατάλληλη απάντηση σε όλη αυτή την τοξική κατάσταση, την προλόγισα με τη φράση «Καλώς ήρθατε στο φεστιβάλ των πούστηδων». Η προβολή ήταν η τελευταία επίσημη του φεστιβάλ στο Ιντεάλ. Η συγκυρία αυτή εντείνει ακόμη περισσότερο τη συγκίνησή μου για την προβολή αυτή.