Συνδύασε το εξεγερσιακό μένος τού αντεργκράουντ με την παγερή νοημοσύνη μιας φιλοσοφικής αβανγκάρντ για να ταράξει με κοκόηχες βροντές και ψυχεδελικούς κεραυνούς την αιθρία της ποπ.
Δεν είναι για τον καθένα τα άκρα, αποφαινόταν δικαίως πριν από σχεδόν δύο αιώνες ο διαβόητος Ιζιντόρ Ντυκάς, γνωστός ως κόμης του Λωτρεαμόν, ο ποιητής-φλογοβόλο που βάζει μπρος το δυναμό το οποίο οδήγησε στον υπερρεαλισμό του Αντρέ Μπρετόν, από εκεί στους λετριστές και καταστασιακούς του Γκυ Ντεμπόρ, για να φτάσουμε στα εμπρηστικά προτάγματα των αιρετικών του ροκ εντ ρολ κι από κει στη χλαπαταγή του πανκ. Κόκκινα και μαύρα νήματα διατρέχουν την Ιστορία, μένουν στις σκιές του υπόγειου κόσμου αρχικά, φανερώνονται με το κύλισμα του χρόνου.
Αν υποχρεωθώ να ξεχωρίσω έναν και μόνο αιρετικό του ρεύματος που έβριθε αιρετικών, της μουσικής στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, αυτός είναι ο Λου Ριντ. Δέκα χρόνια κύλησαν από το φευγιό του στα στέκια του ουρανού (2 Μαρτίου 1942 – 27 Οκτωβρίου 2013) και η (αντι)προσφορά του, ένας δίκοπος σουγιάς, ίδιας κατασκευής μ’ αυτόν που τραβούσε από το μαύρο πέτσινο μπουφάν του ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, δεν παύει να συνταράζει και να δονεί.
Δεν είναι για τον καθένα τα άκρα, πράγματι, και ο Λου βέβαια δεν ήταν ο καθένας. Ηταν ο άνθρωπος που άλλαξε διά παντός την ατραπό του ροκ εντ ρολ· που αρχικά παρέα με τον Τζον Κέιλ, τον Στέρλινγκ Μόρισον και τη Νίκο, συνεπικουρούμενος από τον «πάπα της ποπ», τον Αντι Γουόρχολ, συνδύασε το εξεγερσιακό μένος τού αντεργκράουντ με την παγερή νοημοσύνη μιας φιλοσοφικής αβανγκάρντ για να ταράξει με κακόηχες βροντές και ψυχεδελικούς κεραυνούς την αιθρία τής ποπ και να αντιτάξει ένα πεισματικό πανδαιμόνιο στο γλυκανάλατο τεμπελίκι της μελωδίας.
«Οι Velvet Underground παραμένουν το συγκρότημα με τη μεγαλύτερη επιρροή στη σύγχρονη ροκ μουσική» λέει κατηγορηματικά ο εμβριθής μελετητής Κλίντον Χέιλιν. «Οι Velvet Underground ήταν σίγουρα το πιο σημαντικό συγκρότημα, το μοναδικό σχήμα που αποδείκνυε ότι μπορούσες να αποκόψεις τη διαστροφική πλευρά της τέχνης και την ποπ πλευρά του ροκ εντ ρολ και να τις ανασυγκολλήσεις» αποφαίνεται ο Λένι Κέι, ο κιθαρίστας της Πάτι Σμιθ. «Η σύγχρονη μουσική ξεκινάει με τους Velvet Undergound· οι επιπτώσεις και η επίδραση του έργου τους μοιάζει να συνεχίζεται στο διηνεκές» θα διακηρύξει ο Λέστερ Μπανγκς, ο μέγας τελάλης του πανκ.
Οι Velvet διέλυαν και αναδημιουργούσαν τα πάντα επί πέντε χρόνια. Μετά διαλύθηκαν: η τεταμένη σχέση ανάμεσα στα τέσσερα μέλη και ιδίως ανάμεσα στον Ριντ και τον Κέιλ δημιούργησε το ένα εξωφρενικό άλμπουμ μετά το άλλο, πέντε εν συνόλω, όλα ημιαποτυχημένα έως παταγωδώς αποτυχημένα εμπορικά, αλλά μπάντα και άλμπουμ ήταν οι προάγγελοι του χάους, όπως έλεγε ο ποιητής Γιώργος Μακρής. Του δημιουργικού χάους, αυτού του χάους που χαρτογραφείται από τη σύμπραξη διάνοιας και φαντασίας, ενόρασης και τόλμης.
«Οι Velvet Underground είναι το αντίστοιχο του κοσμικού χορού του θεού Σίβα. Είναι αυτοί που παίζουν ενώ η Βαβυλωνία παραδίνεται στις φλόγες» γράφει σε ένα άρθρο-μανιφέστο ο Λου. Και έτσι τινάχτηκε στον αέρα ο διαστημικός θαλαμίσκος τους και ο καθένας διέπρεψε εν συνεχεία με τον δικό του μοναδικό τρόπο, ιδίως ο πολύπλαγκτος Λου Ριντ και ο πολυμήχανος Τζον Κέιλ.
Καλό το Google αλλά ακόμη καλύτερες η συνδυαστική μνήμη και η συνειρμική φαντασία: ακούσαμε για πρώτη φορά κομμάτια του Λου από την μπάντα που έσωσε την τιμή του ροκ εντ ρολ στη μεταπολιτευτική Αθήνα, τη Σπυριδούλα του Βασίλη και του Νίκου Σπυρόπουλου, τον χειμώνα του 1977 μια Κυριακή πρωί (!) στο κατάμεστο κινηματοθέατρο Κνωσός. Τα τραγούδησε ο τότε φοιτητής ιατρικής και βραχύβιο μέλος της μπάντας Κώστας Κουρεμένος. Θυμάμαι σαν τώρα το σοκ που προκάλεσε στους 700 θεατές-ακροατές το «Walk on the wild side».
Πρώτη εμφάνιση του Λου στα ελληνικά γράμματα, πάλι με σοκ συνέπειες, στο θρυλικό τεύχος #9 του περιοδικού «Τραμ» τον Μάη του 1978: ο αείμνηστος εστέτ της ροκ και τζαζ ελίτ Κώστας Θεοφιλόπουλος δημοσιεύει εκεί (ανάμεσα σε πεζά του Τάσου Δενέγρη και της Μαρίας Μήτσορα) το καταλυτικό για την (αντι)πορεία μας στη λογοτεχνία κείμενο «Τσογλαναρία: Μια καινούργια τρυφερότητα», προτάσσοντας την αφιέρωση «Στα Πανκς και στο πανκ-ροκ παντού, 1977» και το μότο: «“Κι αυτός που έπαιξε έναν ρόλο / δεν θα γύρναγε να τον μισήσει”, Lou Reed», έτσι ακριβώς. Μια εικοσαετία μετά ο δαιμόνιος Διονύσης Σαββόπουλος μεταφράζει-διασκευάζει το αριστούργημα «Perfect day» σε «Μέρα όμορφη» και αφήνει το σύμπαν άναυδο – και διχασμένο! Ουδείς άλλος, από όσο γνωρίζω, δεν έχει μεταφράσει/διασκευάσει Λου Ριντ στην Ελλάδα!
Ο Λου Ριντ υπογράφει τον πιο εξοργιστικό δίσκο του 20ού αιώνα, το «Metal machine music»· o Λου Ριντ είναι ο εκατόγχειρας της μουσικής πανδαισίας που αναστατώνει νου, κορμί και ψυχή· ο Λου Ριντ είναι το καταγώγιο της καταγωγής μας. Και λίγα λέω.
Face Control
Η Γεωργία Σαγρή είναι γκαραντί απόγονος των Velvet Undeground και του Λου Ριντ. Προμοτάρει, ένα τέταρτο του αιώνα τώρα, από τότε που έδωσε μια απρόσμενη, αιφνιδιαστική γερή γροθιά στις συμβάσεις με την ασάλευτη περφόρμανς «Πολυτεχνείο» το 1999, μια ποστ-πανκ μεταλλική αισθητική. Eχει ταράξει κόσμο και κοσμάκη σε πολλές μεγαλουπόλεις του πλανήτη (από τη Νέα Υόρκη και τη Βασιλεία, ίσαμε το Κάσελ και τη Μασσαλία) με τις πάντα ρηξικέλευθες δημιουργίες της, διδάσκει στην ΑΣΚΤ, συμμετείχε στην documenta 14, μόλις επέστρεψε από τη διοργάνωση Kyiv Biennial 2023, ενώ το 2011 πρωτοστάτησε στο κίνημα Occupy Wall Street. Εχει ειπωθεί ότι η Σαγρή είναι δημιουργός και πλάσμα εκστρατείας, είναι παγούρι και σακίδιο. Εχει διαπιστωθεί ότι κάποιος γράφει εδώ και 18 μήνες ένα μυθιστόρημα γι’ αυτήν. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Γεωργίας Σαγρή είναι λαβύρινθος και σκακιέρα.