Λογοκρισία: Τα όρια της τέχνης και της δημοκρατίας

Λογοκρισία: Τα όρια της τέχνης και της δημοκρατίας
Το 1988 ομάδες πιστών κρατώντας σταυρούς και εικόνες διαμαρτύρονται έξω από κινηματογράφο για την προβολή της ταινίας του Μάρτιν Σκορσέζε «Ο τελευταίος πειρασμός»

Με αφορμή τον βανδαλισμό στην Εθνική Πινακοθήκη ανατρέχουμε σε περιστατικά λογοκρισίας που παρακινούνται από συγκεκριμένους πολιτικούς και θρησκευτικούς κύκλους.

Την περασμένη εβδομάδα ο βουλευτής της Νίκης Νίκος Παπαδόπουλος κατέστρεψε στην Εθνική Πινακοθήκη τέσσερα έργα του εικαστικού Χριστόφορου Κατσαδιώτη τα οποία εκτίθεντο στην έκθεση «Η σαγήνη του αλλόκοτου». Οπως έσπευσε να δηλώσει αργότερα ο βουλευτής σε τηλεοπτική εκπομπή: «Η κατάσταση στην Εθνική Πινακοθήκη είναι ένα έγκλημα ισάξιο των Τεμπών και ακόμη χειρότερο». Τι ήταν λοιπόν αυτό που κατά τον βουλευτή είναι χειρότερο από τον θάνατο 57 ανθρώπων; Το γεγονός ότι ο καλλιτέχνης δημιούργησε έργα με αναφορά στη χριστιανική εικονογραφία, με τρόπο που ο βουλευτής θεωρεί βλάσφημο. Δηλαδή, σύμφωνα με τον Νίκο Παπαδόπουλο και τους πολιτικούς κύκλους στους οποίους ανήκει, όποιος δεν συμφωνεί με ένα έργο τέχνης, όποιος νιώθει ότι τον προσβάλλει (από πού κι ως πού;) έχει το δικαίωμα να μπουκάρει καουμπόικα και να το καταστρέφει. Δεν είναι ξένη βέβαια αυτή η συμπεριφορά στους ακραίους πολιτικούς κύκλους.

Ανέκαθεν τα ακροδεξιά κόμματα –ο ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη με πρωταγωνιστή τον σημερινό υπουργό Υγείας Αδωνη Γεωργιάδη, η Χρυσή Αυγή του Νίκου Μιχαλολιάκου και πιο πρόσφατα η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου και η Νίκη του Δημήτρη Νατσιού– σε αγαστή συνεργασία με τους εκκλησιαστικούς κύκλους εργαλειοποιούν στυγνά την τέχνη για να προωθήσουν τον θρησκευτικό φανατισμό και τη μισαλλοδοξία αλλά και για να πείσουν τα ακροατήριά τους ότι είναι οι τιμητές των χρηστών ηθών και της αντίληψης περί τάξης και ηθικής. Με την επικοινωνιακή στρατηγική της πρόκλησης υπερβολικού θορύβου και με απευθείας απεύθυνση στο θυμικό ανθρώπων που συχνά αγνοούν τη γενεσιουργό αιτία που χρησιμοποιήθηκε ως η σπίθα για να ανάψει η φωτιά, βάλλουν με μένος κατά της ελευθερίας έκφρασης και της καλλιτεχνικής ελευθερίας, χωρίς να διστάσουν να χρησιμοποιήσουν βία κατά πάντων ακόμη και εναντίον πολιτών.

Τα παραδείγματα πολλά και ενδεικτικά της ολοένα και πιο έντονης τάσης ελέγχου κάθε μορφής τέχνης, η στόχευση της οποίας τα τελευταία χρόνια γνωρίζει πιένες. Αλλά και σε όλη τη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας μας δεν έπαψε ποτέ ο υπόγειος ή ο απροκάλυπτος πόλεμος από τους πλέον σκοταδιστικούς κύκλους εναντίον της καλλιτεχνικής ελευθερίας. Ωστόσο, υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά. Αν ένας πολίτης, ο οποίος νιώθει ότι προσβάλλεται (κακώς αλλά έστω ότι μπορεί να συμβαίνει) από την τέχνη κάποιου εισβάλει σε έναν χώρο τέχνης και καταστρέψει ένα έργο, θα οδηγηθεί στο αστυνομικό τμήμα και θα ακολουθηθούν όλες οι απαραίτητες διαδικασίες. Ενας βουλευτής όμως που κρύβεται πίσω από την ασυλία που του προσφέρει η ιδιότητά του όχι μόνο γνωρίζει ότι θα μείνει ατιμώρητος –άρα εν ολίγοις δρα εκ του ασφαλούς– αλλά την ίδια στιγμή δίνει το ελεύθερο σε κάθε θερμοκέφαλο να τον μιμηθεί. Αυτό έχει αποτέλεσμα τη σταδιακή επιβολή της πιο επικίνδυνης μορφής λογοκρισίας, της αυτολογοκρισίας.

Από τον Ροΐδη στον Αγγελόπουλο

Οι πιο αισιόδοξοι εξ ημών θεωρούν ότι στην Ευρώπη τουλάχιστον η κοσμική εξουσία έχει διαχωριστεί από τη θρησκευτική με τον Διαφωτισμό. Βεβαίως στη χώρα μας, όπου τα ιερά και τα όσια είναι πιο ιερά και πιο όσια απ’ ό,τι σε άλλες χώρες, θύματα της λογοκρισίας έπεσαν ακόμη και έργα του Εμμανουήλ Ροΐδη και του Νίκου Καζαντζάκη. Από τότε βέβαια κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι. Μια από τις πιο γνωστές περιπτώσεις είναι η επεισοδιακή προβολή του «Τελευταίου πειρασμού» του Μάρτιν Σκορσέζε τον Οκτώβριο του 1988 – αλήθεια, γιατί δεν έχει προβληθεί ποτέ η ταινία από την τηλεόραση, 37 χρόνια μετά;

Η ταινία με πρωταγωνιστή τον Γουίλεμ Νταφόε παρουσιάζει τον Χριστό να αμφιβάλλει ισορροπώντας ανάμεσα στη θεϊκή και την ανθρώπινη φύση του. Οπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση της Ιεράς Συνόδου, η οποία ζήτησε την απαγόρευση της προβολής της. Η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν υπέκυψε στις θρησκευτικές πιέσεις περιορίζοντας τις αίθουσες προβολής οι οποίες περιφρουρούνταν από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις έχοντας δεχτεί απειλές από αφιονισμένους πιστούς.

Από την οργή των ανθρώπων του Θεού δεν γλίτωσε ούτε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Στα γυρίσματα της ταινίας «Το μετέωρο βήμα του πελαργού» τον χειμώνα του 1990 στη Φλώρινα εκτυλίχτηκαν μερικές από τις πιο ντροπιαστικές σκηνές στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, οι οποίες έκαναν τον γύρο του κόσμου. Ο διαβόητος για τις ακραίες θέσεις του μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης, θεωρώντας εντελώς αυθαίρετα και χωρίς να του πέφτει ουδείς λόγος ότι η ταινία του Αγγελόπουλου προβάλλει αντιχριστιανικά και ανθελληνικά μηνύματα, επιχείρησε να πετύχει τη διακοπή των γυρισμάτων ξεσηκώνοντας τον όχλο εναντίον των συντελεστών της ταινίας και τελικά αφορίζοντας τον σκηνοθέτη και όλους τους συντελεστές, μεταξύ των οποίων και τον διεθνή σταρ Μαρτσέλο Μαστρογιάνι.

Το 1996 ο Ισίδωρος Ντογιάκος (στη μέση) είχε επισκεφτεί με κλιμάκιο αστυνομικών τον κινηματογράφο Οπερα προκειμένου να αποφανθεί εάν θα επιτραπεί η προβολή της ταινίας «Trainspotting»

Σημαιοφόροι Ντογιάκος και Αδωνης

Το 1996 προβλήθηκε στην Ελλάδα το «Trainspotting» του Ντάνι Μπόιλ, μια ταινία με θέμα μια παρέα αγοριών εξαρτημένων από τα ναρκωτικά. Ανέλαβε τότε δράση ο εισαγγελέας Ισίδωρος Ντογιάκος. Ο Ζήνος Παναγιωτίδης, διανομέας της Rosebud, μιλά στο Documento για την προσπάθεια λογοκρισίας της ταινίας πριν από την προβολή της. Οπως εξηγεί, τo «Trainspotting» ήταν αντικείμενο ειδικής περίπτωσης λογοκρισίας, καθώς είχε πάρει κανονική άδεια για να προβληθεί στις αίθουσες με την ένδειξη «ακατάλληλη για τους θεατές κάτω των 18 ετών». Ομως ένα πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Αδέσμευτος Τύπος» με τίτλο «Η ταινία που διαφημίζει τα ναρκωτικά στους κινηματογράφους» άναψε το φιτίλι. «Υπήρξε η επέμβαση του εισαγγελέα Ισίδωρου Ντογιάκου, που πήγε συνοδεία αστυνομικών να δει το φιλμ του Ντάνι Μπόιλ δύο φορές στο Αττικα και να αποφασίσει αν θα επιτρέψει ή όχι την προβολή του. Ολοι οι τότε αστέρες της τηλεόρασης (Χατζηνικολάου, Παπαδάκης, Κουίκ) είχαν την είδηση πρώτο θέμα στα κανάλια τους και το θέμα πήρε διαστάσεις, ενώ εγώ ως διανομέας του φιλμ παραλίγο να περάσω εκείνη τη νύχτα στο αυτόφωρο. Τελικά τίποτε από αυτά δεν συνέβη, αφού την επόμενη μέρα ο Ντογιάκος εξέδωσε την εισήγησή του για την ταινία “που δεν αποτελούσε κίνδυνο για τη νεολαία”. Για την ιστορία και μόνο να πούμε ότι το φιλμ έκοψε στην Α΄ προβολή του τον Οκτώβριο του 1996 σχεδόν 110.000 εισιτήρια» λέει ο Ζ. Παναγιωτίδης. Σε έναν άλλο κινηματογράφο, την «Αελλώ», εισέβαλαν το 2019 είκοσι ΕΚΑΜίτες την ώρα που παιζόταν η ταινία «Τζόκερ» και έβγαλαν έξω όσους ήταν κάτω από 18 ετών.

Ξανασυναντάμε τον Ισίδωρο Ντογιάκο το 2000, όταν με δική του εντολή συνελήφθη ο Τζίμης Πανούσης. Η αιτία; Ο καλλιτέχνης είχε χρησιμοποιήσει το σφυροδρέπανο αντί του σταυρού σε μια αφίσα με την ελληνική σημαία για την παράσταση «Της πατρίδας μου η σημαία». Με τα χρόνια ο Ισίδωρος Ντογιάκος ανελίχθηκε στην ιεραρχία της Δικαιοσύνης, φτάνοντας στη θέση του ανώτατου εισαγγελικού λειτουργού. Φαίνεται πως ακόμη έκανε προθέρμανση για όσα θα επακολουθούσαν, δηλαδή την εφαρμογή μεθόδων εξόντωσης κατά των εφημερίδων που δημοσιεύουν για την κυβέρνηση ρεπορτάζ που δεν του αρέσουν. Το 2007 απασχόλησε την κοινή γνώμη η περίπτωση λογοκρισίας του βίντεο «Εθνικός ύμνος» της σκηνοθέτριας Εύας Στεφανή που συμμετείχε στην Art Athina. Ο προσβληθείς ήταν ο σημερινός υπουργός Υγείας Αδωνης Γεωργιάδης, ο οποίος τότε έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική ως βουλευτής του ΛΑΟΣ. Το βίντεο διαρκείας ενός λεπτού ήταν φτιαγμένο από ένα κομμάτι φθαρμένου πορνογραφικού υλικού πάνω από το οποίο ακουγόταν ο εθνικός ύμνος. Το έργο λογοκρίθηκε και συνελήφθη ο γενικός διευθυντής της έκθεσης Μιχάλης Αργυρός.

Οι πρώην χρυσαυγίτες βουλευτές Γιάννης Λαγός και Νίκος Μίχος έξω από το θέατρο Χυτήριο σε συγκέντρωση ενάντια στην παράσταση «Corpus Christi»

Οι χρυσαυγίτες και οι απειλές κατά της ζωής

Το 2012 η Χρυσή Αυγή είχε λάβει ένα απρόσμενα υψηλό ποσοστό στις εκλογές και έδινε την αίσθηση ότι η πορεία της ήταν μόνο ανοδική – βεβαίως με την ανοχή του μεγαλύτερου μέρους του πολιτικού συστήματος και των ΜΜΕ. Τότε ήταν που στο θέατρο Χυτήριο ανέβηκε το «Corpus Christi» του Τέρενς ΜακΝάλι, ένα έργο που παρουσιάζει τον Χριστό και τους δώδεκα αποστόλους ως ομοφυλόφιλους στο σύγχρονο Τέξας. Στις 11 Οκτωβρίου μια ομάδα περίπου 300 ατόμων υπό την καθοδήγηση των βουλευτών της Χρυσής Αυγής Ηλία Κασιδιάρη, Χρήστου Παππά και Ηλία Παναγιώταρου συγκεντρώθηκε έξω από το θέατρο για να διαμαρτυρηθεί. Τα πράγματα ωστόσο ξέφυγαν από τον έλεγχο της αστυνομίας.

Η ιδιοκτήτρια του θεάτρου και μεταφράστρια του έργου Βάσια Παναγοπούλου λέει στο Documento ότι εκείνη τη βραδιά οι βουλευτές της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή τούς απειλούσαν πως δεν θα έβγαινε κανείς ζωντανός από το θέατρο. «Μάλιστα, είχαν βάλει κόλλα στην κλειδαριά και όντως δεν μπορούσαμε να ανοίξουμε την πόρτα. Εξω από το θέατρο υπήρχε αστυνομία που δεν μπορούσε να κάνει τίποτα επειδή ο Παναγιώταρος και ο Παππάς της ΧΑ απολάμβαναν την ασυλία που τους παραχωρεί το σύνταγμα. Εμάς, που παραλίγο να μας κάψουν ζωντανούς, το σύνταγμα δεν οφείλει να μας προστατεύσει απέναντι στον φανατισμό; Ο επικεφαλής της αστυνομίας μού έλεγε πως εφόσον δεν έχουν προβεί στην πράξη δεν μπορούν να κάνουν τίποτε» λέει.

Η παράσταση κατέβηκε και η ίδια –όπως εξηγεί η Βάσια Παναγοπούλου– δέχονταν απειλές για πολύ καιρό αργότερα. «Είχα πάει και στην αστυνομία και είχα ζητήσει προστασία. Περνούσε περιπολικό έξω από το Χυτήριο και έλεγχε. Φοβόμουν και εγώ και οι συνεργάτες μου να πάμε στη δουλειά μας. Το θέμα σε αυτήν τη χώρα είναι πως δυστυχώς δεν ισχύει ότι όλοι οι πολίτες είμαστε ίσοι απέναντι στον νόμο. Το βλέπουμε αυτό και στο τραγικό δυστύχημα των Τεμπών. Υπάρχει ατιμωρησία και γι’ αυτό και το αίσθημα οργής στον κόσμο. Πρέπει να τελειώνουμε με το ακαταδίωκτο» τονίζει.

Ο «Παστίτσιος» και οι αμβλώσεις

Μια από τις περιπτώσεις που όντως οδήγησαν στην αυτολογοκρισία είναι εκείνη του εμπνευστή του «γέροντα Παστίτσιου» Φίλιππου Λοΐζου, ο οποίος από το 2012 που άρχισε να δέχεται διώξεις για το σατιρικό δημιούργημά του εξαφανίστηκε σταδιακά από τον δημόσιο λόγο. Σε παλιότερη συνέντευξή του στον Μάνο Φραγκιουδάκη για το Documento είχε χαρακτηρίσει ανοιχτή πληγή για το πολίτευμά μας τη διατήρηση του νόμου περί βλασφημίας. Σχετικά με τη στάση του τότε επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Μανώλη Σφακιανάκη είχε πει: «Με ρωτούσε πώς μπόρεσα να βάλω ένα παστίτσιο στο πρόσωπο ενός αγίου. Κατανόησα την αντίδρασή του αφού είδα πως στον τοίχο από πίσω του συντηρούσε ένα τεράστιο εικονοστάσι. Του εξήγησα τις προθέσεις μου και ηρέμησαν τα πνεύματα. Ο ίδιος σε δημόσια ομιλία του, όταν κληρικοί τον ρώτησαν τι θα γίνει με τους βλάσφημους του διαδικτύου, παραπονέθηκε λέγοντας πως όταν με κυνήγησε δεν τον στήριξε η εκκλησία. Αυτό με κάνει να πιστεύω πως ως άνθρωπος δεν έχει κανένα πρόβλημα με τις διώξεις που παραβιάζουν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα».

Ενδιάμεσα υπήρξαν κι άλλες περιπτώσεις λογοκρισίας, ωστόσο θα σταθούμε στο 2023, σε εκείνη που αφορά τη ροζ σημαία (υφάνθηκε από σεντόνια κακοποιημένων γυναικών, σχολιάζοντας το φαινόμενο των γυναικοκτονιών) της εικαστικού Γεωργίας Λαλέ που εκτέθηκε στο ελληνικό προξενείο της Νέας Υόρκης. Ολα ξεκίνησαν από τη δυσαρέσκεια που εξέφρασε ο τ. υφυπουργός Εξωτερικών Αντώνης Διαματάρης (εκδότης του «Εθνικού Κήρυκα»), συνεχίστηκαν με την καταγγελία από βήματος Βουλής του προέδρου της Νίκης Δημήτρη Νατσιού σχετικά με παραποίηση της ελληνικής σημαίας και κατέληξαν στο κατέβασμα του έργου έπειτα από εντολή του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη. Οπως χαρακτηριστικά είχε δηλώσει ο τελευταίος στην ΕΡΤ: «Η ανάρτηση των εκθεμάτων δεν έγινε σε εκθεσιακό χώρο, αλλά στον χώρο του προξενείου. Δεν επρόκειτο δηλαδή για ειδικό χώρο. Το κάθε έργο βρίσκεται στο πεδίο της ελευθερίας της τέχνης. Εδώ όμως δεν πρόκειται για μια γκαλερί».

Τον Μάρτιο του 2024 προβλήθηκαν στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης τα «Αδέσποτα κορμιά» της Ελίνας Ψύκου κάτω από απειλές και εκφοβισμούς που είχαν προηγηθεί από τα μέσα μαζικής δικτύωσης και με την παρουσία αστυνομικών δυνάμεων στην πλατεία Αριστοτέλους. Οπως λέει η σκηνοθέτρια στο Documento, η ταινία που είχε θέμα τις αμβλώσεις τελικά προβλήθηκε κανονικά στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες δύο πόλεις, την Καβάλα και την Καλαμάτα, όπου δεν συνέβη το ίδιο.

Η Ελ. Ψύκου εξηγεί: «Στην πρώτη περίπτωση το φιλμ θα παιζόταν από την κινηματογραφική λέσχη της πόλης σε χώρο που ανήκει στην περιφέρεια, η οποία έβαλε στοπ στην προβολή στον συγκεκριμένο χώρο, οπότε αναγκαστήκαμε να το παίξουμε αλλού. Στην Καλαμάτα η απαγόρευση προήλθε από τον δήμο της πόλης και υποχρεωθήκαμε να δείξουμε το φιλμ σε ένα καφέ. Δυστυχώς, το φαινόμενο της λογοκρισίας στην τέχνη αντί να μειώνεται ενισχύεται».

Με αφορμή όσα συνέβησαν στην Εθνική Πινακοθήκη, η συζήτηση αυτές τις μέρες περιστρέφεται γύρω από τα όρια της τέχνης. Πιο αρμόζον πάντως θα είναι να συζητηθούν τα όρια της δημοκρατίας και πότε μια κοινωνία αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι αυτά παραβιάζονται συνεχώς όχι από την τέχνη, αλλά από συγκεκριμένους πολιτικούς και θρησκευτικούς κύκλους.

Documento Newsletter