Ο συνιδρυτής της εταιρείας διανομής One From the Heart γράφει στο Docville για τον προβληματισμό και την περίσκεψη που κυριαρχούν στην κινηματογραφική αγορά, την ίδια στιγμή που το υπουργείο Πολιτισμού αδυνατεί να χαράξει ουσιαστική πολιτική στήριξης.
Με την πανδηµία να συνεχίζεται και τις περισσότερες χώρες στον κόσµο να έχουν κλειστά τα σινεµά τους, οι εξελίξεις σε ό,τι αφορά την κινηµατογραφική βιοµηχανία είναι συνεχείς όσο και δύσκολα προβλέψιµες. Για παράδειγµα, ενώ γράφονται αυτές οι γραµµές, ξεκινούν νέες συζητήσεις για την εκ νέου µετακίνηση του τελευταίου Μποντ (και άλλων που θα συµπαρασυρθούν) ακόµη και τον επόµενο Νοέµβριο. Σε αυτό το σενάριο η ζηµιά των αιθουσών µοιάζει ανυπολόγιστη. Και τι θα συµβεί άραγε αν η Universal αποφασίσει στο µεταξύ να πουλήσει την ταινία σε κάποια πλατφόρµα;
Παρά το γεγονός ότι οι πλατφόρµες µε το γεµάτο πορτοφόλι τους δείχνουν προσωρινά να έχουν πάρει το πάνω χέρι στις εξελίξεις, δεν είµαι σίγουρος ότι η κυριαρχία τους θα εξακολουθήσει µε τον ίδιο τρόπο όταν τα σινεµά ανοίξουν µε µια κανονικότητα. Ακόµη και τα στούντιο που δοκίµασαν, για τις ανάγκες τους σε ρευστότητα ή για να στηρίξουν τις πλατφόρµες τους, να διοχετεύσουν τις ταινίες τους online, όπως η Warner («Wonder woman 1984») ή η Disney («Soul») δεν νοµίζω ότι είναι απόλυτα ευχαριστηµένα. Οι ταινίες µοιάζει να χάθηκαν ως αποτύπωµα, µάλλον και οικονοµικά. Καθόλου τυχαία δε η επιλογή της προσωρινής υποβάθµισης της αίθουσας από αυτούς τους µεγάλους παίκτες προκάλεσε την οργή δηµιουργών όπως ο Κρίστοφερ Νόλαν ή ο Ντενί Βιλνέβ, οι οποίοι όχι απλώς θέλησαν να προστατέψουν καλλιτεχνικά το έργο τους που φτιάχτηκε για τη µεγάλη οθόνη, αλλά και ολόκληρους κλάδους επαγγελµατιών που µε την απόφαση αυτή έχασαν ένα σηµαντικό για την επιβίωσή τους έσοδο.
Αν τώρα σκεφτεί κανείς ότι οι περισσότερες µεγάλες ταινίες που πρόσφερε το Netflix µες στο 2020 κινήθηκαν –µε εξαίρεση το «Mank»– από τη µετριότητα έως και την παταγώδη αποτυχία, αντιλαµβάνεται ότι δεν είναι εύκολο να φτιάχνεις original περιεχόµενο για πλατφόρµες. Ούτε ευτυχώς, παρά τις δεινές συνθήκες, οι παραγωγοί και οι sales agents (ειδικά στη Γαλλία όπου η αίθουσα είναι «ιερή») φαίνεται να θέλουν µια αγορά όπου οι πλατφόρµες θα ήταν οι αποκλειστικοί αγοραστές των ταινιών τους. Την ίδια στιγµή είναι ενδιαφέρον ότι στην Ιαπωνία το περασµένο φθινόπωρο τα εν µέσω πανδηµίας ανοιχτά σινεµά οδήγησαν το εγχώριο animation «Demon slayer» σε ρεκόρ όλων των εποχών µε πάνω από 300 εκατοµµύρια δολάρια εισπράξεις, ξεπερνώντας ακόµη και τον «Τιτανικό». Ανάλογες τάσεις είδαµε και στην Κίνα όταν τα σινεµά επέστρεψαν καθολικά. Η συνήθεια να βγαίνεις έξω από το σπίτι και να πηγαίνεις σινεµά δεν φαίνεται να ξεριζώνεται εύκολα.
Η κατάσταση είναι για όλους ένας αγώνας αντοχής και αυτό ισχύει ακόµη περισσότερο για τις ανεξάρτητες ταινίες που έχασαν στην πανδηµία ακόµη ένα µεγάλο όπλο τους, τα φεστιβάλ, τα οποία όσο και αν προσπαθούν µε υβριδικούς τρόπους να αντεπεξέλθουν δεν µπορούν να προκαλέσουν τον θόρυβο που δηµιουργούν όταν φιλοξενούν διά ζώσης µερικές χιλιάδες δηµοσιογράφων και άλλους τόσους επαγγελµατίες του χώρου έτοιµους να αναδείξουν την επόµενη ανακάλυψη. Τι θα είχαν απογίνει τα «Παράσιτα» αν δεν υπήρχαν οι Κάννες και η τροµακτική ώθηση που έδωσαν στην ταινία; Ούτε µπορούµε να σκεφτούµε τι θα είχε συµβεί αν δεν υπήρχαν αίθουσες.
Αυτή η πρωτοφανής δοκιµασία απαιτεί προφανώς στήριξη και πολιτική. Στη χώρα µας, από ένα κράτος που σε µια τέτοια συνθήκη δεν φαίνεται να έχει ενισχύσει επαρκώς την υγεία και την παιδεία, δεν µπορούµε να έχουµε µεγάλες προσδοκίες για τον πολιτισµό. Ειδικά ο κινηµατογράφος δεν αποτελεί προτεραιότητα ούτε είναι κατανοητή επαρκώς η λειτουργία του από τους ιθύνοντες. Αντίθετα σε άλλες χώρες ήδη έχουν αναγγείλει γενναία πακέτα υποστήριξης προς τον πολιτιστικό τοµέα, συµπεριλαµβάνοντας και τον κινηµατογραφικό χώρο, γιατί πιστεύουν ότι αποτελεί όχι µόνο τέχνη, αλλά και πολύ σηµαντικό κοµµάτι της καθηµερινής ζωής και της καλής ψυχολογίας των πολιτών, όπως και της οικονοµικής ανάπτυξης µιας χώρας. Το ίδιο καταδεικνύει και η αύξηση του προϋπολογισµού του προγράµµατος Creative Europe της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το υπουργείο Πολιτισµού εφαρµόζει κάποια ανεπαρκή µέτρα ενίσχυσης των κινηµατογραφικών αιθουσών που βρίσκονται στην πλέον δεινή θέση, αφήνει όµως παντελώς απέξω τις εταιρείες διανοµής σε αντίθεση µε την πολιτική που εφαρµόζεται σε όλη την Ευρώπη και που αναγνωρίζει την κοινή τύχη αίθουσας και διανοµής. ∆εν είναι δυνατόν να λέγεται άσκηση πολιτικής η προτροπή «εκσυγχρονιστείτε, κάντε και εσείς online τη δουλειά σας». Αναρωτιέται κανείς αν θα το πρότεινε αυτό κάποιος σε έναν εκδότη βιβλίων, γιατί και εµείς «εκδότες» είµαστε –αν δεν είναι απόλυτα κατανοητό– και τα σινεµά είναι τα «βιβλιοπωλεία» µας. Η πολιτεία επιµένει να συγχέει τις µικρές ανεξάρτητες εταιρείες διανοµής ταινιών που φέρνουν στην Ελλάδα µε µεγάλο κόπο και οικονοµικό ρίσκο νέες φωνές και ταλέντα από την Ευρώπη και τον κόσµο µε την αντιπροσώπευση στην Ελλάδα µεγάλων αµερικανικών στούντιο, οπότε θεωρεί ότι δεν υπάρχει ανάγκη κάποιας ειδικής στήριξης. Ούτε συνειδητοποιεί ότι όταν οι αίθουσες ανοίξουν θα πρέπει να υπάρχει και καλό ανεξάρτητο σινεµά και όχι απλώς τα µπλοκµπάστερ που έχουν συσσωρευτεί στην ουρά και περιµένουν να αποσβέσουν τις τεράστιες επενδύσεις τους.
Όπως εκτίµησε ο διευθυντής του Φεστιβάλ Καννών Τιερί Φρεµό, «οι κινηµατογράφοι βιώνουν βαθύτατες αλλαγές, θα πρέπει να αξιοποιήσουµε την κρίση για να προετοιµαστούµε για το µέλλον». Προέβλεψε επίσης ότι τα σινεµά «θα επανέλθουν δριµύτερα». Το ίδιο θα συµβεί και µε τα φεστιβάλ. Και ειδικά για τις αίθουσες θα είναι, όσο και αν ακούγεται παράξενο, µια µεγάλη ευκαιρία να αναβαθµίσουν την παρουσία και την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν και βέβαια το πρόγραµµά τους. Ο κόσµος έχει µπουχτίσει στον καναπέ και σίγουρα όταν έρθει η ώρα θα θελήσει να επιστρέψει επιτέλους σε µια αγαπηµένη κοινωνική συνήθεια για να συναντήσει το πολιτιστικό αυτό αγαθό όπως του αρµόζει. Θα πρέπει λοιπόν να βρει ελκυστικές αίθουσες, εξαιρετικές συνθήκες προβολής, επιµεληµένο πρόγραµµα.
Η επόµενη µέρα δεν θα είναι εύκολη, ωστόσο θα ξεχωρίσουν όσοι συνεργαστούν σκληρά, σκεφτούν διαφορετικά απ’ ό,τι µέχρι πρότινος και διαµορφώσουν πρόγραµµα και δράσεις ώστε να προσφέρουν στο κοινό µια συνολική κινηµατογραφική συλλογική εµπειρία που τόσο του έχει λείψει.