Οι σχέσεις μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ δεν ήταν τα τελευταία χρόνια στην καλύτερη φάση τους, αλλά τώρα βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο τους. Με την εστίαση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ να μετατοπίζεται από τη Μέση Ανατολή στην περιοχή του Ειρηνικού και Ινδικού και τους εμπορικούς περιορισμούς –ένθεν κακείθεν- να έχουν δημιουργήσει μια ασφυκτική ατμόσφαιρα, η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν καλείται να ακροβατήσει σε ένα πολύ λεπτό σκοινί, ανάμεσα στην υπεράσπιση των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων και τη μη πυροδότηση περαιτέρω εντάσεων με το Πεκίνο.
Κατευνασμός και συνεννόηση
Την Πέμπτη (6/7) η Γέλεν ξεκίνησε την… επίθεση φιλίας στο Πεκίνο, που αναμένεται να κρατήσει τέσσερις μέρες. Στη διπλωματική της αποστολή έχει ήδη συναντήσει τον κινέζο πρωθυπουργό Λι Τσιάνγκ, ενώ θα κάνει συναντήσεις με μια σειρά από οικονομικούς αξιωματούχους.
Η Γέλεν είπε ότι στις συναντήσεις της με την κινεζική κυβέρνηση «κατέστησε σαφές ότι οι ενέργειες που λαμβάνουμε βασίζονται σε απλούς λόγους εθνικής ασφάλειας και δεν στοχεύουν να αποκτήσουν το οικονομικό πλεονέκτημα έναντι της Κίνας». Επίσης, ανέφερε την Παρασκευή στη συνάντησή της με αμερικανικές επιχειρήσεις ότι «είναι ιδιαίτερα προβληματισμένη από τις τιμωρητικές ενέργειες που έχουν ληφθεί εναντίον αμερικανικών εταιρειών τους τελευταίους μήνες».
Το Πεκίνο έχει προβεί μέχρι στιγμής σε σχετικά λίγες, εμπορικά εχθρικές, ενέργειες. Τον Μάιο, η Κίνα δήλωσε ότι η αμερικανική εταιρεία κατασκευής τσιπ Micron απέτυχε σε έλεγχο ασφαλείας και απαγόρευσε στους χειριστές υποδομών ζωτικής σημασίας της Κίνας να αγοράζουν από την εταιρεία. Το Πεκίνο εκφράζει, επίσης, παράπονα προς την κυβέρνηση Μπάιντεν για τις εμπορικές κυρώσεις του προκατόχου του, Ντόναλντ Τραμπ.
Αμερικανικοί περιορισμοί
Η επίσκεψή της έρχεται μετά από ένα σοβαρό πλήγμα στην αμερικανική παραγωγή ημιαγωγών, αφού το Πεκίνο αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη δεσπόζουσα θέση της στην εξόρυξη σπάνιων μετάλλων, όπως το γερμάνιο και το γάλλιο, επιβάλλοντας περιορισμούς στην εξαγωγή τους. Βέβαια, η αντίδραση του Πεκίνου δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία.
Τον Οκτώβριο, οι ΗΠΑ εμπόδισαν την πρόσβαση του Πεκίνου σε ημιαγωγούς που χρησιμοποιούνται σε προηγμένες υπολογιστικές και στρατιωτικές εφαρμογές. Και οι ΗΠΑ δεν είναι οι μόνες, άλλες χώρες έχουν ακολουθήσει το παράδειγμά τους. Την προηγούμενη Παρασκευή, η Ολλανδία ζήτησε από έναν μεγάλο κατασκευαστή παραγωγής ημιαγωγών να λάβει άδειες εξαγωγής για να στείλει προηγμένες μηχανές εκτύπωσης μικροτσίπ στην Κίνα. Και η Wall Street Journal ανέφερε την περασμένηΤρίτη ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει το ενδεχόμενο να περιορίσει την πρόσβαση των κινεζικών εταιρειών στις αμερικανικές εταιρικές υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους. Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν εκφράσει την ανησυχία για τα προϊόντα αμερικανικής τεχνολογίας με διπλή χρήση, στρατιωτική και εμπορική, που μπορεί να καταλήξει στα χέρια του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας.
Διαφοροποίηση, όχι απεμπλοκή
Πολλοί πιστεύουν ότι το ταξίδι της Γέλεν στην καλύτερη περίπτωση θα αποβεί άκαρπο, ενώ στη χειρότερη θα επιδεινώσει τις ήδη τεταμένες σχέσεις. Η προσέγγισή της για να μην εξάψει τα πνεύματα, σύμφωνα με τα δυτικά Μέσα, θα είναι να καθησυχάσει τις κεφαλές του κινεζικού κράτους ότι η Ουάσινγκτον δεν προσπαθεί να απεμπλακεί από την Κίνα, αλλά να «διαφοροποιήσει» τις εμπορικές της ροές, ώστε να μη βρεθεί προ απροόπτου σε περίπτωση ενός μποτιλιαρίσματος των αλυσίδων προμηθειών, όπως επί πανδημίας. Παράλληλα, η Γέλεν αναμένεται να θέσει το ζήτημα της μη ενίσχυσης της Ρωσίας με όπλα και το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας στις αμερικανικές εταιρείες.
Η επίσκεψη της Γέλεν είναι η τελευταία σε μια σειρά διπλωματικών επαφών των ΗΠΑ με τον μεγαλύτερο οικονομικό αντίπαλο της Ουάσιγκτον. Τον περασμένο Νοέμβριο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ συναντήθηκαν στο Μπαλί της Ινδονησίας, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής των G-20, όπου συζήτησαν για την ελάφρυνση του διεθνούς χρέους και τις οικονομικές προτεραιότητες. Τον Ιούνιο, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, πέταξε στην Κίνα για διμερείς συνομιλίες – μήνες μετά την ακύρωση του ταξιδιού του τον Φεβρουάριο εξαιτίας του περιβόητου κινεζικού κατασκοπευτικού αερόστατου πάνω από το έδαφος των ΗΠΑ.