Λένα Πλάτωνος «Η δική μου Μαριανίνα Κριεζή»

Λένα Πλάτωνος «Η δική μου Μαριανίνα Κριεζή»
Η Μαριανίνα Κριεζή σε στούντιο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας

H συνθέτρια της «Λιλιπούπολης» και του «Σαμποτάζ» ανακαλεί μνήμες από τη δημιουργική της πορεία με τη στιχουργό που πέθανε στις 6 Φεβρουαρίου

Γνώρισα τη Μαριανίνα το 1977, όταν ανέλαβε να γράψει στίχους για τη ραδιοφωνική εκπομπή «Εδώ Λιλιπούπολη». Αρχικά ήταν επιφυλακτική μαζί μου, όπως άλλωστε και η Ελένη Βλάχου και η Ρεγγίνα Καπετανάκη. Τις άκουσα να λένε ότι «ο Μαραγκόπουλος έφερε τη γυναίκα του στο Τρίτο Πρόγραμμα για να της βρει δουλειά» όταν εντάχτηκα στο συνθετικό τιμ της εκπομπής. Τη θυμάμαι τυπικά ευγενική στην πρώτη μας συνάντηση, με κατάμαυρα μακριά μαλλιά και πάντα μαύρα μακριά φουστάνια. Δεν είχαμε σύμπνοια με τη μία. Το πρώτο τραγούδι που έφτιαξα ήταν το «Ανατολή και Δύση», τους στίχους του οποίου είχε δώσει και στον Νίκο Κυπουργό χωρίς να το γνωρίζω. Όταν μπήκαμε στο Στούντιο Ε για να το ακούσει ηχογραφημένο δεν της άρεσε που είχα μελοποιήσει τον στίχο «σαν κρέμα σαντιγί» ως «σαν κρέμα, σαν τη γη». Ήταν αυστηρή: «Να το αλλάξεις, ο Κυπουργός το μελοποίησε σωστά». Εκνευρίστηκα, αλλά με εντυπωσίασε η εμμονή της στη λεπτομέρεια. Της απάντησα: «Δεν έχω πρόβλημα, θα το φτιάξω κι εγώ». Συμφώνησε, τα βρήκαμε και ήταν ένα μάθημα αυτό για μένα.

Στη συνέχεια της άρεσαν πολύ οι μελοποιήσεις μου. Ειδικά με το «Μάσα σιδερομάσα», που ήταν κι ένα από τα τελευταία τραγούδια που γράφτηκαν, μου έλεγε πως πρέπει να γίνω ροκ τραγουδίστρια. Κάποια φορά τρώγαμε σε καλοκαιρινή πιτσαρία στην Αγία Παρασκευή όλη η ομάδα της Λιλιπούπολης μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι. «Θα με αφήσετε να γράψω κι εγώ ένα τραγούδι στην εκπομπή;» ρώτησε ο Χατζιδάκις. «Ποτέ» απάντησε ορθά κοφτά η Μαριανίνα. Ο Μάνος γέλασε.

Το 1980 βρέθηκα στη Λύρα του Πατσιφά όπου με είχε πάει η Νένα Βενετσάνου. Είχε μιλήσει όμως στον Πατσιφά και ο Χατζιδάκις: «Εχω να σου προτείνω μια καταπληκτική κοπέλα, συνθέτρια με ταλέντο». Ο Πατσιφάς πέταξε την αλησμόνητη ατάκα στον Μάνο: «Εσύ και μου συστήνεις κοπέλα; Τι έπαθες;». Το θυμάμαι γιατί ο Μάνος, που του άρεσε να προβοκάρει, έκανε εκείνο το τηλεφώνημα παρουσία όλης της ομάδας και μετά επανέλαβε φωναχτά τη στιχομυθία του με τον Πατσιφά. Οταν με κάλεσε ο Πατσιφάς για συμβόλαιο, με τη Μαριανίνα είχαμε πει πως θα κάναμε μαζί ένα μεγάλο δίσκο. Αρχίσαμε να φτιάχνουμε κομμάτια στο σπίτι μου το φθινόπωρο του ’80. Έλα όμως που η Μαριανίνα δεν ήθελε καθόλου τη Λύρα. Ως γνωστόν, υπήρξαν ζευγάρι με τον Οδυσσέα Ελύτη. Τον αγαπούσε υπερβολικά, αν και τότε δεν ήταν μαζί. Μου έλεγε πάντως πως οι γονείς της οι ίδιοι την είχαν παραδώσει κυριολεκτικά στον μέγιστο Ελύτη. Κάτι λοιπόν είχε γίνει με τον Πατσιφά τότε στις εκδόσεις Ίκαρος, πριν από τη Λύρα, καταλήγοντας μάλιστα στα δικαστήρια. Η Μαριανίνα κάλεσε στο σπίτι μου τον Γιώργο Πετσίλα από την ΕΜΙ με την οποία είχαμε κάνει τη «Λιλιπούπολη». Του βάλαμε και άκουσε τα τραγούδια «Στον αστερισμό του πιγκουίνου», «Αν μ’ αγαπάς, έλα να κάνουμε έρωτα» και κάνα δυο ακόμη. Μόλις ο Πετσίλας σχολίασε πως τα τραγούδια μου περιέχουν κλασική μουσική και είναι κατάλληλα για την Αγνή Μπάλτσα εγώ κατάλαβα πως τζάμπα ετοίμαζα μεζεδάκια καναπεδάκια.

Τη νύχτα του μεγάλου σεισμού του 1981, στις 24 Φεβρουαρίου, τρεις ώρες πριν από τον σεισμό, είχαμε μια έντονη τηλεφωνική συνομιλία με τη Μαριανίνα που κράτησε ένα δίωρο. Προσπαθούσα να την πείσω να πάμε στη Λύρα αλλά ήταν ανένδοτη, σε σημείο που μου είπε: «Τότε δεν θα συνεργαστούμε». Το κλείσαμε και πλάνταξα στο κλάμα. Κάθισα, θυμάμαι, στο πιάνο κι εκεί άκουσα μες στο μυαλό μου τη φράση: «Γίνονται γεωλογικές ανακατατάξεις μέσα μου». Πέντε λεπτά μετά ξεκίνησε ο σεισμός. Εκείνο τον πρόσκαιρο χωρισμό μου από τη Μαριανίνα τον έχω συνδέσει με τον σεισμό του ’81. Στο μεταξύ, ενόσω η γη σειόταν από μετασεισμούς υπέγραψα στη Λύρα για τον «Καρυωτάκη». Κατά την άνοιξη μου τηλεφωνεί ο Πατσιφάς: «Δεν θεωρώ σωστό να βγάλεις πρώτο δίσκο με μελοποιημένο ποιητή. Βρες ένα κορίτσι της ηλικίας σου, μια στιχουργό, και κάντε ένα νεανικό ροκ δίσκο» υπονοώντας –χωρίς να αναφέρει το όνομά της– τη Μαριανίνα. Λίγες μέρες μετά μου τηλεφώνησε η Μαριανίνα: «Ελενάκι, γεια σου. Εχει κάτι ωραία ινδικά φουστάνια στο Ψυχικό. Πάμε να τα δούμε μαζί;». Καθώς ήξερα ότι πάντα μίλαγε πλαγίως και δεν έμπαινε κατευθείαν στο θέμα, κατάλαβα πως στην ουσία ζητούσε να συνεχίσουμε τον δίσκο μας. Πήγαμε για τα φουστάνια και πραγματικά την επομένη επισκέφτηκε τον Πατσιφά. Στα γραφεία της Λύρας συνάντησε τον Μανώλη Μητσιά και θυμήθηκαν την εποχή που συναντιόντουσαν σε ένα καφέ με τον Ελύτη και τον Γκάτσο. Μου το αφηγήθηκε και μαζί με αυτό μου ανακοίνωσε αυτό που περίμενα να ακούσω: «Συμπαθέστατος ο Πατσιφάς. Υπογράφω κι εγώ και πάμε για τον δίσκο μας». Πέταξα από τη χαρά μου που οι συγκρούσεις όλων μας ήταν παρελθόν.

Όταν μου έδωσε τους στίχους της «Γαλάζιας κιθάρας» ήταν πολύ ερωτευμένη με τον κιθαριστή Βαγγέλη Μπουντούνη, στενό συνεργάτη του Χατζιδάκι. Εκείνος, αν και ήταν με άλλη κοπέλα, μαζί της είχε μεγάλο δέσιμο. Έφτιαξα το τραγούδι αμέσως, φωνάξαμε τη Σαβίνα που έμενε δίπλα μου, το τραγούδησε μια κι έξω και της το έβαλα σε μια κασέτα. Η Μαριανίνα έβαλε την κασέτα μαζί με ένα κασετοφωνάκι μέσα σε ένα γαλάζιο κουτί που το έδεσε με μια γαλάζια κορδέλα. Ένας κοινός φίλος ανέλαβε να παραδώσει το δεματάκι στον έρωτά της. Αποτέλεσμα: την ίδια κιόλας μέρα ο Βαγγέλης άφησε την κοπέλα του και άρχισε να συζεί με τη Μαριανίνα. Ψάχνοντας καλό σπίτι για να μείνουν έβλεπαν πολλά σπίτια. Σε ένα αδειανό διαμέρισμα που πήγαν να δουν έκανε πολύ κρύο. Κάθισαν κάτω με τα σκουφάκια τους, που τα είχε πλέξει η μαμά της, και εκεί συνέλαβε τους στίχους για το «Στον αστερισμό του πιγκουίνου».

Κάποια άλλη φορά βρισκόταν στο σπίτι μου μαζί με τους γονείς μου. Ρωτάει τον μπαμπά μου: «Κύριε Πλάτωνα, μπορεί να κρατήσει για πάντα ο έρωτας;» και αυτός της απάντησε: «Ναι, μπορεί». Τον ίδιο καιρό μου έλεγε πόσο της άρεσαν οι στίχοι του Στινγκ. Οχι των Police αλλά του Στινγκ. Ίσως γι’ αυτό της άρεσε τόσο και η φωνή του Γιάννη Παλαμίδα, που είχα ανακαλύψει από το συγκρότημα Apocalypsis. Έβρισκε πολύ ροκ τον Γιάννη.

H Λένα Πλάτωνος με τον Γιάννη Παλαμίδα στο εξοχικό της Μαριανίνας Κριεζή στην Ερέτρια το 1981

Δεν θυμάμαι να βγαίναμε έξω για διασκέδαση. Δουλεύαμε ακατάπαυστα. Έμενε στο σπίτι μου, όπως καθόντουσαν μέχρι πολύ αργά και ο Γιάννης με τη Σαβίνα. Ζούσαμε κοινοβιακά σαν ροκ συγκρότημα. Ένα καλοκαίρι πήγαμε με τον Παλαμίδα στο εξοχικό της στην Ερέτρια. Μας υποδέχτηκε σαν μαμά – μας έφτιαξε αυγά με τηγανητές πατάτες χωρίς να έρθει μαζί μας στη θάλασσα. Είχε κάτι μητρικό η Μαριανίνα· «αγόρι μου» έλεγε τον Γιάννη και «κόρη μου» εμένα χαϊδευτικά. Εκεί με φωνάζει, ξαπλωμένη όπως ήταν στο ντιβάνι: «Έλα να σου πω ένα στίχο: “Συνθετικά ρουμπίνια και στρας χλωμά”». Μόλις είχε γεννηθεί το τραγούδι «Χίλιες και μια νύχτες σινεμά». Πόσο ωραία είχαμε περάσει.

Οσο φτιαχνόταν το «Σαμποτάζ» έγραφα δικά μου κείμενα και ποιήματα. Της λέω ένα απόγευμα: «Να σου δείξω κάτι δικό μου; Γράφω κι εγώ τους τελευταίους έξι μήνες, αλλά θέλω να μου πεις ειλικρινά τη γνώμη σου». Της διαβάζω ένα ποίημα σαν τραγούδι που είχε το εξής ρεφρέν: «Βάλε το φουστανάκι σου το ελεκτρίκ και πες ότι η ζωή σου η παλιά ήταν ένα τρικ». Ενθουσιάστηκε, «δώσ’ το να το φτιάξω λίγο» μου είπε και όταν απλώς άλλαξε τη θέση μερικών λέξεων το χαρακτήρισε εξαιρετικό στιχούργημα. Με κοίταξε και μου είπε: «Ξέρεις κάτι; Ο επόμενος δίσκος σου θα είναι σε μουσική, στίχους και ερμηνεία δικά σου».

Τα χρόνια πέρασαν και δεν μιλιόμασταν. Την πείραξε πολύ το γεγονός πως μόλις βγήκε το «Σαμποτάζ» όλοι οι δημοσιογράφοι έπεσαν πάνω μου και ελάχιστοι ζητούσαν εκείνη.

Πέρυσι στη γιορτή μου μου έστειλε ένα sms: «Λενάκι, σ’ αγαπώ πολύ». Η επόμενη συνάντησή μας, μετά 40 χρόνια, έμελλε να είναι και η τελευταία μας. Την είδα στο Ηρώδειο στη συναυλία με τη «Λιλιπούπολη». Δεν ανταλλάξαμε ούτε μία κουβέντα. Πέσαμε η μια στην αγκαλιά της άλλης και κλαίγαμε, όλο κλαίγαμε. Θα πρέπει να μείναμε στη στάση αυτή τουλάχιστον για ένα δεκάλεπτο.

Δεν την έκλαψα, ξέρεις γιατί; Η Μαριανίνα φοβόταν μην καταλήξει γριά με ροζ κορδελάκια και πεθάνει ανύπαντρη και μόνη της. Μου το είχε πει ένα βράδυ που θα πήγαινε σινεμά και πέρασε για να μου αφήσει τους στίχους από τη «Ρόζα Ροζαλία». Δεν μπορώ να την κλάψω γιατί η Μαριανίνα έφυγε όρθια, δίχως αρρώστια, με θάνατο που θα ευχόμουν και για μένα. Είχαμε αποχωριστεί τότε η μια την άλλη με μυστήριο τρόπο, χωρίς καβγά και δίχως να συζητήσουμε ποτέ τίποτε. Στην πορεία άκουγα τα τραγούδια της με την Αρλέτα, τη Ζορμπαλά και πολλούς άλλους. Χαιρόμουν μέσα από την ψυχή μου γιατί συνέχισε να κάνει πανέμορφα τραγούδια. Πόσο λυπόμουν όμως που δεν μιλιόμασταν.

Με τον Λάκη Παπαδόπουλο και την Αρλέτα

Ήταν μια μεγάλη μορφή του ελληνικού τραγουδιού και είμαι σίγουρη πως η οντότητά της θα με επισκέπτεται κάθε φορά που παίζω ή ακούω τα τραγούδια μας. Η Μαριανίνα βρίσκεται ήδη στον πύργο του Δόκτορα Δρακατώρ και παίζει με τις εφευρέσεις του.

Documento Newsletter