Λίγο προτού ανοίξει το πρόγραμμα στο οποίο θα συμμετάσχει, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας μιλάει για τις παλιές εποχές των αγώνων και του ελληνικού τραγουδιού και βλέπει με σκεπτικισμό το μέλλον.
Τι ετοιμάζετε αυτόν τον καιρό;
Από τις 10 Νοεμβρίου θα είμαστε στην Ακτή Πειραιώς με τον Γιάννη Ζουγανέλη, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τον Δημήτρη Σταρόβα. Επειδή είχαμε συνεργαστεί πριν από δέκα χρόνια είναι σαν επετειακό. Τότε βέβαια ήταν και ο Σάκης (Μπουλάς) μαζί μας. Με τον Βασίλη έπειτα από δύο πολύ πετυχημένες συνεργασίες –η πρώτη ήταν πριν από είκοσι χρόνια στη Σφενδόνα και η δεύτερη πριν από δέκα– αποφασίσαμε φέτος να δοκιμάσουμε την τρίτη μας συνεργασία.
Με ποια αφορμή γίνονται οι παραστάσεις στην Ακτή Πειραιώς;
Για να παίξουμε μουσική. Η μουσική είναι η σωτηρία της ψυχής. Θέλουμε ο κόσμος που θα έρθει να περάσει καλά, να ευχαριστηθεί, να ξεχάσει για τέσσερις ώρες ό,τι τον απασχολεί και να διασκεδάσει. Η διασκέδαση είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, γιατί δεν γίνεται να είσαι συνέχεια φουρτουνιασμένος και να μη χαμογελάς. Γι’ αυτό τον λόγο το κάνουμε τόσα χρόνια αυτό και με τον Γιάννη Ζουγανέλη και με τον Δημήτρη Σταρόβα. Το καλό είναι να γελάς, να είσαι ευτυχισμενος και αν δεν είσαι λόγω συνθηκών, τουλάχιστον να απαλύνεις τα προβλήματά σου. Αυτό είναι και αυτό θα κάνουμε, όπως κάνουμε τόσα χρόνια που έρχεται ο κόσμος και μας βλέπει. Αν μπορέσουμε να του «ξύσουμε» και κάποιες ευαισθησίες, τις οποίες πρέπει να αποκτήσουμε εμείς πρώτα, για να μπορέσουμε όλοι μαζί να κάνουμε κάτι καλύτερο, θα ήταν το ιδανικό.
Τι σας δίνει έμπνευση ώστε να κάνετε ένα νέο άλμπουμ σήμερα;
Οταν πρόκειται να βγάλω ένα άλμπουμ, μου βγαίνει σαν ρεπορτάζ. Συνεπώς, πρέπει να υπάρχουν τα ερεθίσματα και όταν έχω την ανάγκη θα γράψω, όπως συνέβη με τον τελευταίο μου δίσκο «Αλλαξαν πολλά». Αλλαξαν τόσα πράγματα γύρω μου, πάνω μου, ακόμη και στην οικογένειά μου. Είχα ένα παιδάκι δέκα χρόνων και τώρα κάνει μάστερ στο Λονδίνο. Αλλαξε η εικόνα της χώρας μέσα σε δέκα χρόνια. Από εκεί και έπειτα δεν σταματάω να γράφω μουσική. Αυτήν τη στιγμή κάνω την παραγωγή και έχω γράψει αρκετά τραγούδια σε μια τραγουδίστρια που τη θαυμάζω και την αγαπάω πολύ και που νομίζω ότι είναι καιρός να κάνει έναν δίσκο ύστερα από τόσα χρόνια, τη Δήμητρα Παπίου.
Πότε νιώσατε πρώτη φορά τον μεγάλο έρωτα για τη μουσική;
Ο πατέρας μου ήταν διεθυντής της Ορχήστρας της ΕΡΤ, ήταν σπουδαίος κλασικός πιανίστας. Από παιδάκι θυμάμαι που έπαιζε στο σπίτι και όλη την ημέρα άκουγα μουσική. Ομως, ενώ ο πατέρας μου έπαιζε μόνο κλασική μουσική και μόνο αυτό ακουγόταν στο σπίτι, από αντίδραση εγώ με τον αδερφό μου, που ήταν λίγο πιο μεγάλος από μένα, αγοράζαμε τους δίσκους των Beatles. Με αυτό τον τρόπο ξεκίνησε η γνωριμία μου με τη μουσική και άρχισα να ακούω τον Κριστόφ, τον Ανταμό και άλλους. Αργότερα, μπήκα για τα καλά στη ροκ μουσική ακούγοντας από τεχνορόκ μέχρι Black Sabbath. Από την άλλη, πηγαίνοντας στον στρατό άρχισα να ακούω και πολλά ρεμπέτικα και ελληνική μουσική. Γενικότερα, υπήρχε ένα τεράστιο μπλέξιμο στο κεφάλι μου το οποίο προσπάθησα να ξεμπλέξω γράφοντας τα δικά μου τραγούδια.
Μιας και έγινε η βουτιά στον χρόνο, θα ήθελα να ρωτήσω ποια ήταν η πιο σκληρή αλήθεια που αντιμετώπισαν ποτέ οι PLJ Band (η αρχική ονομασία των Τερμιτών);
Στην περίπτωση των PLJ Band ταιριάζει η έκφραση «ο νεκρός δεδικαίωται». Οταν ξεκινήσαμε την πορεία μας ως γκρουπ, δεν υπήρξε κάποιος να μας στηρίξει, ούτε υπήρξε κάτι να μπορεί να μας συντηρήσει ως γκρουπ. Πιστεύω ότι αν δεν ήταν ο Γιώργος Νταλάρας, μπορεί να μην είχαμε κάνει ποτέ τίποτε, γι’ αυτό και του έχω ιδιαίτερη αδυναμία. Οταν πια διαλύσαμε το γκρουπ, κάποιοι ανακάλυψαν πόσο φοβεροί και καταπληκτικοί ήταν οι Τερμίτες, ενώ οι ίδιοι τότε είχαν θάψει τον δίσκο «Armageddon», τον οποίο το 2000 τον συμπεριέλαβαν στους κορυφαίους δίσκους της δεκαετίας.
Τι μπορεί να φέρει νέα πνοή, νέα ζωή, νέες ιδέες στο ελληνικό τραγούδι; Ποιος ή τι θεωρείτε ότι ευθύνεται για την κάμψη των τελευταίων χρόνων;
Πραγματικά θλίβομαι. Αυτές τις μέρες που συνεργάστηκα με τον Παναγιώτη (Μάργαρη), παίζαμε όποιο τραγούδι αγαπούσαμε όταν ήμασταν πιτσιρικάδες και συνειδητοποίησα ότι τα τραγούδια που λέγαμε, του Θεοδωράκη, του Χατζιδάκι από την «Οδό Ονείρων», θεωρούνται κάτι το ιδιαίτερο που τα ακούς μόνο στο Μέγαρο Μουσικής. Τώρα ακούγονται τα τραγούδια που προτιμάει η νέα γενιά, που ακούει βασικά ο καθένας μας όταν ανοίξει το ραδιόφωνό του. Παλιότερα υπήρχε μια σκηνή την οποία δημιούργησε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, μετά ο Βαγγέλης Γερμανός και έπειτα ακολουθήσαμε εμείς με τους Τερμίτες, οι Φατμέ με τον Πορτοκάλογλου, οι αδερφοί Κατσιμίχα που ήταν κάτι μαγικό. Τα συγκροτήματα πριν από τον Βασίλη έπαιζαν τα μεσημέρια σε κινηματογράφους. Εκείνος έμαθε τον κόσμο να πηγαίνει σε συναυλίες και να βλέπουν ελληνικά ονόματα.
Εάν η πολιτική είναι επάγγελμα τρομακτικό, η δική σας «φαντασία στην εξουσία» τι μπορεί να εμπεριέχει;
«Χαιρετίσματα λοιπόν στην εξουσία, εγώ κρατάω την ουσία κι ονειρεύομαι, σας αγαπάω μα δεν παντρεύομαι» όπως λέει και ο Βασίλης. Ετσι ρομαντική, παιδική, αφελής, ωραία άποψη, χαριτωμένη, η οποία είχε ένα ενδιαφέρον. Αλλά κατέρρευσαν τα όνειρα, τα πάντα σε ό,τι έχει να κάνει με πολιτική και εξουσίες, όχι μόνο τώρα αλλά εδώ και χρόνια. Αλλα περιμέναμε, άλλα πιστεύαμε, άλλα νομίζαμε ότι θα γίνουν κι αλλιώς έγιναν. Αναλογίζομαι τους αγώνες που έγιναν. Ολα ξεπουλήθηκαν: ο Μάης του ’68, το Γούντστοκ όπως και η γενιά του ροκ των χίπις – δεν έμεινε τίποτε. Ολα αυτά έγιναν για να καταλήξουμε στην παντοκρατορία των πολυεθνικών; Δεν είναι μόνο ότι το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό, αλλά ότι αυτό μας φαίνεται φυσιολογικό.
INFO
«Να δεις τι σου ’χω για μετά»
Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Γιάννης Ζουγανέλης και ο Δημήτρης Σταρόβας συναντιούνται στη σκηνή της Ακτής Πειραιώς.
Εναρξη: 10 Νοεμβρίου