Λαϊκισμός: Το καταφύγιο της εξαπάτησης

Λαϊκισμός: Το καταφύγιο της εξαπάτησης

Βλέποντας τις προάλλες μια πολιτική εκπομπή και τους εκπροσώπους κομμάτων να αποφαίνονται για το εργασιακό νομοσχέδιο, διαπίστωσα ότι ο κόσμος αντιλαμβάνεται τη συζήτηση, ωσάν να αφορά δύο διαφορετικά νομοσχέδια.

Από την άλλη πλευρά οι δημοσιογράφοι δεν ξεδιάλυναν τη κατάσταση, θέτοντας τις κατάλληλες ερωτήσεις στους εκπροσώπους, σε σημείο που αν ο κάθε τηλεθεατής δεν έχει το νομοσχέδιο στα χέρια του για να το δει ιδίοις όμμασι, διατηρεί αμφιβολίες για το τι πραγματικά λέει. Χωρίς να θέλω να σταθώ στα επίδικα του νομοσχεδίου, κάποια στιγμή ο εκπρόσωπος της ΝΔ πέταξε το «εμείς εκπροσωπούμε τη λαϊκή οικογένεια» και ολοκληρώθηκε το έργο του γενικού μπουρδουκλώματος…Ο λαϊκισμός σε όλο του το μεγαλείο!

Το πρόβλημα δεν είναι αν ο λαϊκισμός του κυβερνώντος κόμματος βρίσκεται σε επιστράτευση κι αν ο εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας μπερδεύτηκε ενώ ήθελε να πει ότι «εμείς εκπροσωπούμε την «Αγία Οικογένεια» και όχι τη λαϊκή οικογένεια.

Το πρόβλημα είναι ότι ο κόσμος δεν μπορεί να αντιληφθεί τον λαϊκισμό στο λόγο και να τον ορίσει. Αυτό συμβαίνει γιατί ο λαϊκισμός ως χαμαιλέοντας και οπορτουνιστής διεισδύει στο δημόσιο λόγο των κομμάτων, χωρίς να είναι ο ίδιος ιδεολογία, αλλά υιοθετεί διάφορες ιδεολογίες, ανάλογα τις συνθήκες και το περιβάλλον για να διαμορφώσει ετερόκλητα πράγματα σε προγραμματικό, νομοθετικό ή κομματικό λόγο.

Η ανάγκη του προκύπτει όταν η πολιτική κομματική πρόθεση, που τυγχάνει πολλές φορές να είναι ιδιοτελής βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από το λαϊκό κοινωνικό ζητούμενο και οι πελαγωμένες «ελίτ» με τους διάφορους λομπίστες της πολιτικής αδυνατούν να αντιμετωπίσουν κατάματα τη κοινωνία, καθώς οι κυβερνητικές ματαιώσεις είναι πλέον πολύ μεγάλες.

Ο λαϊκισμός, που μπορώ να ομολογήσω ότι οι σειρήνες του έχουν δελεάσει κατά καιρούς όλα τα κόμματα σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, είναι ένα «απολίτικο» στυλ δημόσιου λόγου που απλοποιεί τα προβλήματα, αρνείται τις υπάρχουσες δυσκολίες και ως καρικατούρα προσπαθεί να τα κάνει όλα μαζί, να ικανοποιήσει τους πάντες.

Είναι γεγονός ότι η άσκηση πολιτικής ικανοποιεί κάποιες ομάδες ανθρώπων και δυσαρεστεί κάποιες άλλες. Για τους λαϊκιστές όλα τα θέματα μπορούν να λυθούν αμέσως, αρκεί να εξουδετερωθούν οι «κακοί». Οι άνθρωποι αταβιστικά αντιλαμβάνονται κάθε σχέση τους με όρους «φίλοι/εχθροί», δηλαδή ότι κερδίσω εγώ θα χάσεις εσύ. Μέτρησε όμως η κυβέρνηση πόσους ικανοποιεί με το εργασιακό νομοσχέδιο;

Γιατί αν για παράδειγμα ικανοποιεί χίλιους φίλους και δυσαρεστεί ένα εκατομμύριο, παίζει το ρόλο του πολιτικού «Νονού» ή του ατζέντη συμφερόντων και όχι της λαϊκής καλής διακυβέρνησης του τόπου. Εάν δηλαδή παίρνει Χ από το ένα εκατομμύριο ανθρώπους για να τα δώσει στους χίλιους, δημιουργεί ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.

Βλέποντας λοιπόν αυτή τη κατάσταση ο πολιτικοποιημένος θεατής θα πρέπει να μην θυμώνει και προπαντός να μην απογοητεύεται. Γιατί δεν δείχνει τίποτα άλλο, παρά την ύστατη καταφυγή του δημόσιου λόγου, πριν την απελπισία. Αν ο πτωχευτικός κώδικας και ο εργασιακός νόμος που περιλαμβάνει απλήρωτη εργασία, ατομική διευθέτηση του εργαζόμενου με τον εργοδότη για το χρόνο εργασίας του (και μάλιστα εν καιρώ μεγάλης ανεργίας!) και ποινικοποίηση της απεργίας προσφέρεται σε περιτύλιγμα προστασίας της λαϊκής οικογένειας, τότε εγώ είμαι Πάπας και δεν το ξέρω…

Δυστυχώς η «μυωπική» κυβέρνηση ακολουθεί ολισθηρό δρόμο, κοιτώντας να ικανοποιήσει μόνο το εσωκομματικό της ακροατήριο. Αν νομίζει ότι με την επικοινωνιακή της πολιτική θα καλύψει την εγκατάλειψη του μεσαίου χώρου από την άσκηση της εφαρμοσμένης πολιτικής της, είναι βαθιά παραπλανημένη.

Η Νέα Δημοκρατία γνωρίζει ότι το Δημοκρατικό μας πολίτευμα δίνει πολλές δυνατότητες για κοινωνική δικαιοσύνη, που όμως εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι απότοκο ικανοποίησης ημετέρων ή τεχνοκρατικής επιλογής των διαχειριστών της εξουσίας.

Αν μία κυβέρνηση αισθάνεται την πατριωτική ανάγκη να αφήσει ένα αποτύπωμα σ’ αυτή τη χώρα, πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι σημαντικά κοινωνικά νομοσχέδια, όπως αυτά της εργασίας ή της παιδείας, χρειάζονται να αποκτούν ευρύτερες συναινέσεις για να έχουν στέρεη κοινωνική βάση, ώστε να έχουν διάρκεια και να μην τα καταργήσει η επόμενη κυβέρνηση.

*Η Ελένη Αυλωνίτου είναι Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ / μέλος ΚΕΑ ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.

Documento Newsletter