Ηρθε λοιπόν το πλήρωμα του χρόνου και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) παρέδωσε στο υπουργείο Ανάπτυξης το πόρισμα που υπό την πίεση του ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε να ζητήσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για τα υπερκέρδη των τεσσάρων παραγωγών ενέργειας που πληρώνουν οι καταναλωτές. Εγινε και η συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας στη Βουλή, όπου μίλησε ο πρόεδρος της ΡΑΕ Αθανάσιος Δαγούμας. Τι μάθαμε λοιπόν από αυτά;
Πρώτον, ότι η επίσημη κυβερνητική θέση ήταν, είναι και παραμένει ότι δεν υπάρχουν υπερκέρδη για τις τέσσερις εταιρείες που παράγουν ηλεκτρικό ρεύμα (ΔΕΗ, Protergia, Elpedison, ΗΡΩΝ). Το είπε ο πρωθυπουργός κατά την περίφημη σύγκρουσή του με τον Αλέξη Τσίπρα τον Μάρτιο στη Βουλή, όταν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριζε ότι η ΔΕΗ και οι άλλες ιδιωτικές εταιρείες-παραγωγοί ενέργειας είχαν αποκομίσει υπερκέρδη 1,5 δισ. ευρώ στο διάστημα Ιουλίου – Φεβρουαρίου, το είπε ξανά ο ΥΠΕΝ Κώστας Σκρέκας λίγες μέρες μετά, το έλεγαν όλη την εβδομάδα τα φίλια Μέσα, επανήλθε και το ξανάπε, μετά και την ανακοίνωση του πορίσματος της ΡΑΕ, ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνης Γεωργιάδης με ανάρτησή του στο Twitter: «Ανθρακας ο θησαυρός των υπερκερδών. Με τη βούλα ΡΑΕ σχεδόν μηδενικό το αποτέλεσμα μετά την αφαίρεση εκπτώσεων και σταθερών τιμολογίων». Αν βεβαίως οι αριθμοί δεν συμφωνούν μαζί μας, τι να κάνουμε; Τους μαγειρεύουμε.
Δεύτερον, ότι η ΡΑΕ, όσο συστημική κι αν είναι, όσο κι αν δεν θέλει να σπάσει αυγά ή να περιέλθει σε ανοιχτή σύγκρουση με μια κυβέρνηση που έχει θέσει προτεραιότητά της τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας της ιδιωτικής ΔΕΗ αντί της προστασίας των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, δεν είναι διατεθειμένη να κάνει όλα τα χατίρια της πολιτικής ηγεσίας. Γι’ αυτό φροντίζει να χαράσσει με προσοχή τις κόκκινες γραμμές της, καρφώνοντας, έστω και προσεκτικά, τις προβληματικές κυβερνητικές μεθοδεύσεις που έχουν στόχο να εξουδετερώσουν την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης και να δείξουν στους δόλιους καταναλωτές ότι ο Μητσοτάκης παίρνει μέτρα υπέρ τους. Και ναι, έχει τη βούληση να φορολογήσει τα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας με συντελεστή 90% («τον μεγαλύτερο στην Ευρώπη» επαναλαμβάνουν τα κυβερνητικά παπαγαλάκια στα φιλικά μίντια), αλλά εντέλει να εξαιρέσει από τη φορολογία το μεγαλύτερο μέρος τους απλώς εξαφανίζοντάς τα.
«Μη ενδεδειγμένη» η κυβερνητική μεθοδολογία
Εξού και είδαμε τη ΡΑΕ και τον πρόεδρό της να δηλώνουν, πολύ κομψά και προσεκτικά μεν αλλά ρητά δε, ότι η οδηγία του πρωθυπουργού (να εντοπιστούν τα υπερκέρδη στις λογιστικές καταστάσεις των εταιρειών παραγωγής), η οποία μάλιστα τους αποστάλθηκε επίσημα από το ΥΠΕΝ, «δεν ήταν η ενδεδειγμένη». Αντίθετα μάλιστα, παρουσίασαν τον υπολογισμό των υπερκερδών ως αδύνατο για μια σειρά από λόγους που ο Αθ. Δαγούμας εξήγησε αναλυτικά (οι εταιρείες δεν διαχωρίζουν λογιστικά, όπως κανονικά οφείλουν, την παραγωγή από την εμπορία, οι οικονομικές καταστάσεις δεν αποτυπώνουν οικονομικά στοιχεία ανά μήνα αλλά και περιλαμβάνουν κι άλλες δαπάνες, π.χ. αποσβέσεις επενδύσεων και αμοιβές διοίκησης, άρα δεν δίνουν την εικόνα της πραγματικής κερδοφορίας των εταιρειών). Και ο Αθ. Δαγούμας εξήγησε πως για τον λόγο αυτό η ΡΑΕ δεν τις ακολούθησε – επειδή πρακτικά, για να το πούμε με τη δική μας γλώσσα, οδηγούσαν σε συγκάλυψη αντί για αποκάλυψη των υπερκερδών των παραγωγών.
Είδαμε επίσης τη ΡΑΕ να αναπτύσσει μια δική της μεθοδολογία για τον εντοπισμό των υπερκερδών, που όσο άτολμη κι αν ήταν (άλλωστε η ΡΑΕ είχε δηλώσει από τον Μάρτιο ότι θα είναι άτολμη, εστιάζοντας την έρευνά της στην ύπαρξη windfall profits μόνο υπό το πρίσμα της άμεσης επίπτωσης της αύξησης του κόστους του φυσικού αερίου στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού και όχι στα θέματα πρακτικών υγιούς ανταγωνισμού, δηλαδή στις πρακτικές καρτέλ που ανεβάζουν τις τιμές για τις οποίες έχουν υπάρξει πλήθος καταγγελίες από τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ και την ΕΒΙΚΕΝ που εκπροσωπεί τη βαριά βιομηχανία), έδινε τουλάχιστον ένα μέτρο των πραγματικών υπερκερδών της παραγωγής.
Είδαμε, τέλος, τον Αθ. Δαγούμα να δηλώνει ρητά στη Βουλή ότι η έρευνα της ΡΑΕ τελειώνει με τον υπολογισμό των υπερκερδών στο 1 δισ. ευρώ περίπου και ότι όλα τα υπόλοιπα στη συνέχεια είναι δουλειά της πολιτικής ηγεσίας, δηλαδή της κυβέρνησης Μητσοτάκη που είναι η φορολογική αρχή και θα πρέπει να επιβάλει τη φορολογία 90%. Πράγμα που σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι ήταν η κυβέρ
νηση που ζήτησε το 1 δισ. ευρώ να καταγραφεί ως μεικτό κέρδος και να αφαιρεθούν από αυτό συγκεκριμένα ποσά, τα οποία θα αντικατοπτρίζουν τις εκπτώσεις που έδωσαν τάχα στους πελάτες τους οι παραγωγοί στον ρόλο του προμηθευτή προκειμένου να μειωθεί το ποσό προς φορολόγηση. Επί της ουσίας, σε αντίθεση μάλιστα με τη συγκεκριμένη κυβερνητική μεθόδευση, η ΡΑΕ ανέφερε στο πόρισμά της κομψά ότι η συγκεκριμένη (κυβερνητική) ιδέα ενέχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Κι αυτό έγκειται στο ότι με βάση την ευρωπαϊκή νομοθεσία παραγωγή και προμήθεια πρέπει να είναι αυστηρά διαχωρισμένες, άρα απαγορεύεται π.χ. η ΔΕΗ και η Elpedison να καταγράφουν ως παραγωγοί τρελά κέρδη στη χονδρική και να τα χρησιμοποιούν για να επιδοτήσουν τη λιανική τους, γιατί αυτό πλήττει τον ανταγωνισμό στη λιανική, και αν η κυβέρνηση το επιτρέψει και γίνει καταγγελία στην Ευρώπη, η χώρα θα καταλήξει να πληρώσει πρόστιμο για κρατικές ενισχύσεις.
Τα κέρδη κατά τη ΡΑΕ και πώς τα μειώνει η κυβέρνηση
Τι έβγαλε όμως ως υπολογισμό για τα υπερκέρδη το πόρισμα της ΡΑΕ και με ποια μεθοδολογία; Ως προς τη μεθοδολογία, η ΡΑΕ ανακοίνωσε ότι έβγαλε το νούμερο υπολογίζοντας πόσο αυξήθηκαν τα έσοδα των τεσσάρων παραγωγών από τη χονδρική στο εξάμηνο 21 Οκτωβρίου
– 22 Μαρτίου σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο 20 Οκτωβρίου – 21 Μαρτίου.
Αν ληφθεί βεβαίως υπόψη ότι κατά το διάστημα 20 Οκτωβρίου – 21 Μαρτίου η αγορά είχε ήδη εισέλθει στην εποχή της εφαρμογής του target model, δηλαδή του χρηματιστηριακού προσδιορισμού της τιμής της ενέργειας στη χονδρική, με αποτέλεσμα οι τιμές να αρχίσουν να αυξάνουν, προφανώς και το νούμερο που υπολόγισε ως υπερκέρδη η ΡΑΕ είναι συντηρητικό και θα ήταν κατά πολύ υψηλότερο αν αυτά τα υπερκέρδη υπολογίζονταν με βάση το μεταβλητό κόστος της παραγωγής ρεύματος από κάθε τεχνολογία χωριστά, όπως έχει προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ και όπως έχει ανακοινώσει άλλωστε ότι θα κάνει και η κυβέρνηση της ΝΔ στο διάστημα Ιουλίου – Δεκεμβρίου 2022.
Τέλος πάντων, έστω με τη συγκεκριμένη μεθοδολογία κατά ΡΑΕ, το εξάμηνο 21 Οκτωβρίου – 22 Μαρτίου που ήταν η επίσημη κορύφωση της ενεργειακής κρίσης τα υπερβάλλοντα κέρδη στη χονδρεμπορική αγορά ήταν 927,44 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 729,91 εκατ. για τη ΔΕΗ, τα 157,61 εκατ. για τους ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγούς (Mytilineos, Elpedison, ΗΡΩΝ) και τα 39,92 εκατ. για ΑΠΕ χωρίς κρατική ενίσχυση (ENEL, Forena Energy, Optimus Energy).
Από τα κέρδη αυτά όμως η ΔEΗ ζήτησε να αφαιρεθούν εκπτώσεις ύψους 335,99 εκατ. ευρώ που ισχυρίστηκε ότι έδωσε στους πελάτες της και οι ιδιώτες παραγωγοί παζαρεύουν ένα ποσοστό εκπτώσεων 5-20%, ώστε το προς φορολόγηση ποσό να περιοριστεί στα 400 εκατ. ευρώ. Και φυσικά το αίτημα της ΔΕΗ και των ιδιωτών προσυπογράφεται από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρότι είναι σε βάρος των καταναλωτών και παρά τα προβλήματα που μπορεί να εγείρει με πρόστιμα από την Ευρώπη.
«Δεν βρήκαμε καρτέλ αλλά “χειρισμούς” παικτών»
Τέλος, να προσθέσουμε ότι άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο που προέκυψε από το πόρισμα της ΡΑΕ και την ομιλία Δαγούμα στη Βουλή ήταν η για πρώτη φορά έστω και έμμεση αναγνώριση λειτουργίας καρτέλ στην παραγωγή που διαμορφώνει υψηλά την τιμή χονδρικής.
Τυπικά βέβαια όχι – ο Αθ. Δαγούμας υποστήριξε ότι η ΡΑΕ δεν βλέπει από τα στοιχεία της να προκύπτει τέτοιο θέμα, αναγνώρισε όμως εμμέσως ότι το θέμα υπάρχει δηλώνοντας ότι «υπήρξαν χειρισμοί» σε μια από τις τέσσερις αγορές του Χρηματιστηρίου Ενέργειας που άρχισε να λειτουργεί τον Νοέμβριο του 2020, τη λεγόμενη Αγορά Εξισορρόπησης (που επιτρέπει στους παραγωγούς να δίνουν τιμές έως και 3.000 ευρώ τη MWh), και για τον λόγο αυτό σε συνεννόηση με την ευρωπαϊκή αρχή ανταγωνισμού προτείνει τώρα να θεσπιστεί μηχανισμός clawback –όπως ισχύει στη φαρμακευτική δαπάνη– προκειμένου οι παραγωγοί να γυρίζουν πίσω στο δημόσιο ένα μέρος των υπερκερδών τους. Η νομοθετική πρόταση της ΡΑΕ είναι στο ΥΠΕΝ. Να δούμε λοιπόν τι θα κάνει κι εδώ η κυβέρνηση. Θα το προχωρήσει;
Πάνω από 2 δισ. ευρώ τα κέρδη-ρεκόρ των παραγωγών
Λίγες ώρες μετά τη λήξη της συνεδρίασης της Βουλής όπου παρουσιάστηκε το πόρισμα της ΡΑΕ, ο Αδ. Γεωργιάδης, με ανάρτησή του στο Twitter επανήλθε στο θέμα των υποτιθεμένων μηδαμινών υπερκερδών των παραγωγών που εκθέτουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη, γράφοντας: «Ανθρακας ο θησαυρός των υπερκερδών. Με τη βούλα ΡΑΕ σχεδόν μηδενικό το αποτέλεσμα μετά την αφαίρεση εκπτώσεων και σταθερών τιμολογίων – Ποιος διέδιδε τα θηριώδη ποσά;», παραπέμποντας φυσικά στον Αλ. Τσίπρα που «δεν ξέρει αριθμητική».
Δυστυχώς, το τραγικό για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της χώρας είναι ότι ο αρχικός υπολογισμός Τσίπρα για 1,5 δισ. ευρώ υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας στο εξάμηνο υπήρξε μάλλον συντηρητικός και ότι το πραγματικό ύψος των υπερκερδών των παραγωγών ενέργειας –που όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπολογιστεί– μπορεί να ξεπερνά ακόμη και τα 3 δισ. ευρώ.
Αυτό τουλάχιστον υποδεικνύει ένα πολύ βαρύ στοιχείο που ανέδειξε από το πόρισμα της ΡΑΕ κατά τη συζήτηση στη Βουλή ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σωκράτης Φάμελλος, ότι δηλαδή στο επίμαχο εξάμηνο 21 Οκτωβρίου – 22 Μαρτίου το συνολικό κόστος της χονδρεμπορικής αγοράς έφτασε στα 6,5 δισ. ευρώ έναντι 1,4 δισ. του τελευταίου εξαμήνου της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Μιλάμε δηλαδή για έναν υπ ε ρ τετραπλασιασμό του κόστους χονδρικής μέσω σε τρία χρόνια ή για επιπλέον έσοδα 4,1 δισ. ευρώ, τα οποία πληρώσαμε όλοι εμείς και κάπου πήγαν – στους παραγωγούς ενέργειας, στη ΔΕΣΦΑ, πάντως δεν τα πήρε ο αέρας…
Το σίγουρο είναι ότι ακόμη και με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις παραγόντων της ενεργειακής αγοράς τα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας μόνο μηδενικά δεν είναι και είναι κατά πολύ υψηλότερα του ποσού του 1 δισ. ευρώ που υπολόγισε η ΡΑΕ. Μάλιστα ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ, καθώς ο υπολογισμός της για μεθοδολογικούς λόγους:
Πρώτον, άφησε απέξω ποσό περί τα 800 εκατ. ευρώ το οποίο, με βάση συντηρητικές προσεγγίσεις, αντιπροσωπεύει τα υπερκέρδη των ΑΠΕ με τις εγγυημένες τιμές, επειδή σε αυτά είχε δοθεί τον Ιανουάριο η λύση της ανάκτησής τους από το δημόσιο μέσω της επιστροφής τους στον ειδικό λογαριασμό των ΑΠΕ.
Δεύτερον, άφησε απέξω τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, κατά τους οποίους είχαν αρχίσει η αύξηση της τιμής χονδρικής και η εφαρμογή της ρήτρας από τα οικιακά τιμολόγια της ΔΕΗ.
Τρίτον, παρενέβη στη βάση υπολογισμού των υπερκερδών των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ (εξηγώντας ότι το έκανε επειδή κάποιους μήνες του 2020 έδιναν ζημίες), που οδήγησαν όμως σε μειωμένη καταγραφή των υπερκερδών της ΔΕΗ από τις λιγνιτικές της μονάδες.