Τη Δευτέρα, θέσαμε στον εκπρόσωπο της κυβέρνησης το ζήτημα, αντιπαρερχόμενοι τις ύβρεις και τους προκλητικούς χαρακτηρισμούς, ζητώντας απαντήσεις για τα πραγματικά περιστατικά. Άλλωστε, είναι τα ίδια τα στοιχεία που εκθέτουν το Μέγαρο Μαξίμου και τον πρωθυπουργό, και όχι η δημοσιοποίησή τους από το Documento. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τη δημοσίευση του εξωδίκου του δικηγόρου με το οποίο ενημερώθηκε πλήρως για την υπόθεση ο πρωθυπουργός.
Αρχικά, ο Γιάννης Οικονόμου επιχείρησε να ειρωνευτεί ρωτώντας «για το πρωτοσέλιδο ή το κυρίως άρθρο», με εμάς να επιμένουμε πως το δημοσίευμα περιλαμβάνει και την επιστολή με την οποία ενημερώθηκε για την υπόθεση ο Κυρ. Μητσοτάκης.
«Θα απαντήσω σε όλα» συνέχισε, με την απάντησή του ωστόσο να μην περιλαμβάνει τίποτα παρά μία ακόμα εκδοχή των ύβρεων που εξαπέλυσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας το μεσημέρι της Κυριακής, χωρίς την παραμικρή απάντηση για τα ίδια τα γεγονότα.
«Η εφημερίδα σας την Κυριακή είχε ένα πρωτοσέλιδο με το οποίο έλεγε “παραπέμπεται για κακούργημα λογογράφος του πρωθυπουργού”. Πουθενά δεν προκύπτει ότι υπάρχει τέτοιος λογογράφος του πρωθυπουργού. Ήταν κατά φαντασίαν του δημοσιογράφου ή του εκδότη, δεν ξέρω ποιος το υπέγραφε το περιστατικό αυτό. Πρόκειται για απολύτως κατασκευασμένη ψευδή είδηση. Στο εσωτερικό της άρθρο η εφημερίδα αναφέρει μία σειρά από περιστατικά από τα οποία επίσης πουθενά δεν προκύπτει ότι πρόκειται για λογογράφο του πρωθυπουργού» αρκέστηκε να σχολιάσει επιτιθέμενος κατά της εφημερίδας, του συντάκτη του δημοσιεύματος, Βαγγέλη Τριάντη και του εκδότη, Κώστα Βαξεβάνη.
«Νομίζω ότι η ερμηνεία της τακτικής αυτής διότι είναι προφανής η ψευδής κατασκευασμένη είδηση, πρέπει να αναζητηθεί στο εμμονικό μένος της εφημερίδας σας κατά του πρωθυπουργού ή σε κάποιον άλλου είδους ψυχαναγκασμό. Πάντως όχι στη δημοσιογραφική δεοντολογία και στην αναζήτηση της αλήθειας» συνέχισε το κυβερνητικό υβρεολόγιο, καταλήγοντας και σε… μαθήματα δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
Παρά την προκλητική απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, επανήλθαμε ρωτώντας επίμενο για το γεγονός πως «έχει λάβει επιστολή ο πρωθυπουργός με την οποία ενημερώνεται για αυτά τα περιστατικά», καθώς και με αυτονόητες επεξηγήσεις για το πως βγαίνει ένας τίτλος για το πρωτοσέλιδο μίας εφημερίδας, αφού ο Γ. Οικονόμου είχε ενστάσεις ακόμα και γι’ αυτό.
«Σας απάντησα, όσοι διάβασαν το δημοσίευμα και άκουσαν την απάντησή μου, κρίνουν και την εφημερίδα σας και εμένα» ήταν η απάντησή του στα νέα ερωτήματά μας, επιχειρώντας τελικά να διαφύγει διά της συκοφαντίας από τις ευθύνες του Μεγάρου Μαξίμου στην υπόθεση και την ανάγκη παροχής σημαντικών απαντήσεων για την αντιμετώπισή της.
Στο διά ταύτα, τα ερωτήματα παραμένουν. Γιατί σιωπά επί 23 ημέρες το Μέγαρο Μαξίμου για μία υπόθεση για την οποία είναι ενήμερο από τις 7 Οκτωβρίου; Γιατί δεν έχει δώσει κάποια επίσημη απάντηση; Για ποιο λόγο εξακολουθεί ο εν λόγω διπλωματικός υπάλληλος να υπηρετεί κανονικά στην κεντρική υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών; Στο γιατί επιτίθεται στην εφημερίδα μας για μία ακόμα αποκάλυψη που «καίει» το πρωθυπουργικό γραφείο, απαντήσεις δεν αναμένουμε, οι αιτίες είναι προφανείς.