Η έλλειψη στρατηγικής της κυβέρνησης περιορίζει σε απλώς λεκτικές τις αντιδράσεις της στις κινήσεις της Άγκυρας.
Δέσμιες των αντιφάσεών τους αλλά και της έλλειψης μακροπρόθεσμης στοχοθεσίας στα λεγόμενα εθνικά θέματα παραμένουν η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική διπλωματία. Υπεύθυνος για μια ακόμη φορά είναι ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν, ο οποίος απλώς μετέφερε το περίφημο «πεδίο» από το Αιγαίο στην Κύπρο, δηλαδή στην καρδιά της ΝΑ Μεσογείου και των ενεργειακών επιδιώξεων της γειτονικής χώρας, αφήνοντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη να βιώνει το ήσυχο καλοκαίρι της στο Αιγαίο.
Επί του παρόντος ανακοίνωσε τον εποικισμό του 3,5% της παραλιακής των Βαρωσίων, ενώ τον Οκτώβριο του 2020 είχε προηγηθεί το άνοιγμα της πόλης όπου υπάρχουν 36 περιουσίες Ελληνοκυπρίων. Και το έκανε επιχειρώντας να προκαλέσει τις μικρότερες δυνατές διεθνείς αντιδράσεις. Δεν το ανακοίνωσε ο ίδιος ο Ερντογάν αλλά ο Ερσίν Τατάρ, δεν πήγε στην Αμμόχωστο επικεφαλής αντιπροσωπείας, όπως γραφόταν στην Τουρκία, και δεν έδωσε τουλάχιστον λεκτική συνέχεια στα περί κατασκευής βάσης drones στα κατεχόμενα. Με απλά ελληνικά, ο Τούρκος πρόεδρος αφενός εγγράφει κάθε χρόνο και νέα τετελεσμένα και αφετέρου «μετρά» τη διεθνή κοινότητα ενόψει των συνομιλιών για το κυπριακό όποτε και αν αυτές ανακοινωθούν.
Τα ερωτήματα και τα καμπανάκια
Μέχρι τότε η Αθήνα πρέπει να αποφασίσει αν η Κύπρος «κείται μακράν» ή αποτελεί μέρος του εθνικού χώρου. Οι λεκτικές αντιδράσεις εκ των υστέρων δεν αρκούν και τα καμπανάκια από Βρυξέλλες και Νέα Υόρκη ηχούν δυνατά. Το θρίλερ που παίχτηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τα προηγούμενα εικοσιτετράωρα για το ψήφισμα καταδίκης της Τουρκίας, με τους Βρετανούς να προσπαθούν να λειτουργήσουν ως τουρκικό μαξιλαράκι στις όποιες αντιδράσεις, είναι η μια πλευρά του νομίσματος.
Οι δηλώσεις της Ανγκελα Μέρκελ ότι «οι διερευνητικές συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ευτυχώς έχουν επανεκκινήσει» και ότι «υπήρξε και συνάντηση μεταξύ του Ελληνα πρωθυπουργού και του Τούρκου προέδρου» είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος. Και μάλιστα βάζουν στο κάδρο τον Κυριάκο Μητσοτάκη (αφού συναντιέται με τον Τούρκο πρόεδρο, όλα καλά).
Μάλιστα η Γερμανίδα καγκελάριος σημείωσε ότι «πρέπει να προσπαθήσουμε τώρα να κατευθύνουμε τις συνομιλίες υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στη σωστή κατεύθυνση. Αυτό τώρα ήταν σίγουρα μία οπισθοδρόμηση, αλλά από τέτοιες οπισθοδρομήσεις δεν πρέπει να αποθαρρυνόμαστε»!
Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι η γερμανική κυβέρνηση παραμένει δέσμια των εσωτερικών πολιτικών αναταράξεων που προκαλεί το μεταναστευτικό. Το παραδέχτηκε δημόσια η Γερμανίδα καγκελάριος λέγοντας ότι «ακριβώς για τα θέματα αυτά είμαι σε συνομιλία με τον κ. Ερντογάν. Δεν πιστεύω ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε τους πρόσφυγες ως πολιτικό εργαλείο, είναι άνθρωποι… η Τουρκία φροντίζει με εξέχοντα τρόπο ιδιαίτερα για Σύριους πρόσφυγες, έχει κάνει πολλά και την έχουμε στηρίξει σε αυτό».
Μόνο που η κ. Μέρκελ ξεχνά πως η Τουρκία είναι ταυτόχρονα και βασικός παίκτης στο συριακό, αφού ελέγχει ένα μεγάλο κομμάτι στο βορειοδυτικό κομμάτι της χώρας και δεν δείχνει καμία διάθεση για επιστροφή των προσφύγων που φιλοξενεί στις πατρογονικές τους εστίες. Αντίθετα τους κρατά (με ευρωπαϊκά κονδύλια) και τους χρησιμοποιεί για να εκβιάζει την ΕΕ.
Στριμωγμένος στο εσωτερικό ο Ερντογάν
Ταυτόχρονα ο κ. Ερντογάν είναι και αυτός δέσμιος της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης στη χώρα του. Η αντιπολίτευση στην Τουρκία, μετά τη φιέστα στα κατεχόμενα, του άσκησε σφοδρή κριτική γιατί όπως γράφτηκε στον Τύπο «έβαλε ταφόπλακα στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.». Το παραδέχτηκε και η κ. Μέρκελ λέγοντας ότι «δεν έβλεπα και εξακολουθώ να μη βλέπω μία ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση». Την ίδια ώρα προκάλεσε αίσθηση η εικόνα του, που φαίνεται να μην μπορεί –από την κούραση– να μιλήσει καθαρά και να κρατήσει ανοιχτά τα μάτια του κατά τη διάρκεια δηλώσεών του στο διαδίκτυο, όπου αναφέρθηκε και στο θέμα της Κύπρου.
Και το ερώτημα για την ελληνική κυβέρνηση και τον Ελληνα πρωθυπουργό, ο οποίος δήλωσε ότι οι απόπειρες της Τουρκίας να νομιμοποιήσει παράνομα πεπραγμένα προτείνοντας «εναλλακτικές» ιδέες δεν θα παραπλανήσουν κανέναν, είναι αν θα ανεβάσουν μία βαθμίδα την αντίδρασή τους. Αν για παράδειγμα θα αποφασίσουν να βάλουν στο τραπέζι την απειλή για χρήση βέτο σε πτυχές των ευρωτουρκικών που παραμένει το βασικό όπλο για τη χώρα στη διπλωματική πολιτική της. Σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ ο αρμόδιος τομεάρχης του κόμματος Γιώργος Κατρούγκαλος σημείωσε προ ημερών με νόημα ότι «οι προτάσεις μας για διασύνδεση ελληνοτουρκικών και κυπριακού με τις ευρωτουρκικές σχέσεις αγνοήθηκαν».
Ένα διαμάντι στη ΝΑ Μεσόγειο
Τα Βαρώσια ή Βαρώσι είναι μια πόλη-φάντασμα στο νότιο τμήμα της κυπριακής πόλης της Αμμοχώστου. Πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 ήταν μια σύγχρονη τουριστική περιοχή της Αμμοχώστου. Στην πολύ γνωστή παραλιακή οδό Τζον Κένεντι υπήρχαν πολλά διάσημα πολυώροφα ξενοδοχεία, μεταξύ των οποίων και το King George Hotel, το Asterias Hotel, το Grecian Hotel, το Florida Hotel και το Argo Hotel στο τέλος της οδού με θέα στον Πρωταρά και στον κόλπο της Συκιάς. Στην άλλη γνωστή οδό Λεωνίδα υπήρχαν μαγαζιά για ψώνια, μπαρ, εστιατόρια και νυχτερινά κλαμπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι προ της εισβολής στην παλαιά Αμμόχωστο κατοικούσαν Τουρκοκύπριοι ενώ στα Βαρώσια Ελληνοκύπριοι. Από τότε η περιοχή έχει τεθεί υπό την κατοχή των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων και η είσοδος απαγορεύεται για το κοινό. Στις 8/10/20 η Τουρκία άνοιξε τμήμα του παραλιακού μετώπου και την περασμένη Τετάρτη ανακοίνωσε τον εποικισμό του 3,5% του μετώπου.