Κυβέρνηση απόντων

Κυβέρνηση απόντων

Μικροπολιτική και τυμβωρυχία για να καλύψουν το φιάσκο

Με διακηρυγμένο στόχο την απόλυτη αντιστροφή της πραγματικότητας και την εκτροπή της πρότασης δυσπιστίας, με την οποία σύσσωμη η αντιπολίτευση την εγκαλεί για τα πεπραγμένα της σε μια «προεκλογική πρόβα», μπαίνει η κυβέρνηση στη σημαντικότερη κοινοβουλευτική σύγκρουση των τελευταίων μηνών. Με το τηλεοπτικό σύστημα και τους υπόλοιπους κυβερνητικούς μιντιακούς βραχίονες να έχουν ήδη δηλώσει ύστερα από λίγες στιγμές αμηχανίας έτοιμοι να την υποστηρίξουν, η υπεράσπιση της κυβέρνησης μέσα στη Βουλή θα περάσει μέσα από ένα ρεσιτάλ μικροπολιτικής και τυμβωρυχίας.

Η αποτυχία του κρατικού μηχανισμού στην αντιμετώπιση ακόμη μίας κρίσης, κλιματικής αυτήν τη φορά, ήταν μόλις η τελευταία προσθήκη στον μακρύ κατάλογο. Κλειστοί μικροί και μεγάλοι δρόμοι, χιλιάδες πολίτες εγκλωβισμένοι στο κρύο, τουλάχιστον 200.000 νοικοκυριά χωρίς ρεύμα σε μια σοκαριστική επανάληψη της καλοκαιρινής περιβαλλοντικής καταστροφής, όταν ο κρατικός μηχανισμός περίμενε τη φωτιά στην Εύβοια να φτάσει μέχρι τη θάλασσα.

Με το χιόνι κυριολεκτικά να μην έχει λιώσει ακόμη σε αρκετές περιοχές της Αττικής, η υποκριτική απολογία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργικό συμβούλιο χωρίς τις απαιτούμενες ανάληψη και απόδοση ευθυνών ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

Κρύβονται ο ένας πίσω από τον άλλο

«Είναι ξεκάθαρο και αν πρέπει να αντλήσουμε ένα μάθημα από τη μη επιτυχημένη διαχείριση αυτής της χιονοθύελλας, είναι το γεγονός ότι σε συνθήκες κρίσεων τα κέντρα, οι προϊστάμενοι όλων αυτών των δομών, πρέπει να βρίσκονται μαζί, να αποφασίζουν και να δρουν αμέσως από κοινού». Αυτή η δήλωση του πρωθυπουργού στο υπουργικό συμβούλιο ήταν ίσως η πιο ξεκάθαρη ομολογία της αποτυχίας του, αλλά και της αδυναμίας του να ελέγξει την κυβέρνησή του. Μπορεί το μιντιακό σύστημα και κυβερνητικοί ψίθυροι να επιδόθηκαν στην –καθόλου αθώα– μετατροπή του υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Χρήστου Στυλιανίδη σε αποδιοπομπαίο τράγο, όμως παρά την ομολογημένη επιχειρησιακή του αποτυχία, εκείνος τουλάχιστον ήταν παρών. Οπως παρών ήταν και ο έτερος στενός συνεργάτης του Κυρ. Μητσοτάκη, υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος στις συσκέψεις που προηγήθηκαν της κακοκαιρίας, χωρίς όμως αυτή η παρουσία του να πιστώνεται –εκ του αποτελέσματος– κατ’ ανάγκην υπέρ του.

Τουναντίον, μια σειρά παράγοντες απουσίαζαν από τη μάχη ή ήταν ωσεί παρόντες. Ο υπουργός Υποδομών Κώστας Καραμανλής και ο υφυπουργός του Γιώργος Καραγιάννης έλαμψαν διά της απουσίας τους, με τα 1.000 ευρώ που εξασφάλισε ο πρώτος για τους εκατοντάδες ταλαιπωρημένους επιβάτες των τρένων να μην αρκούν για να τη δικαιολογήσουν. Απουσία μπήκε και στον υπουργό και τον υφυπουργό Αμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο και Νίκο Χαρδαλιά, με φιλοκυβερνητικά Μέσα να μεταφέρουν μάλιστα και την απροθυμία του δεύτερου να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κρίσης τις πρώτες ώρες, με καθυστέρηση στην –σκανδαλώδη πάντως– επιστράτευση του στρατού.

Καθυστερημένη ήταν επίσης και η εμφάνιση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Τάκη Θεοδωρικάκου, με χαρακτηριστική την ανυπαρξία αστυνομίας και τροχαίας στους δρόμους τις ώρες που το μπάχαλο εξελισσόταν αλλά και την εκπροσώπηση του υπουργείου στις συσκέψεις από τον υφυπουργό του Λευτέρη Οικονόμου. Εκτεθειμένος και ανεπαρκής προέκυψε και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, με τα εγκληματικά προβλήματα ηλεκτροδότησης που έπληξαν εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά να συγκρίνονται με την καταστροφική «Μήδεια», για να μετρηθεί και να βρεθεί… επαρκής. Προβληματική ήταν και η αντίδραση του υπουργείου Εσωτερικών, με τη στάση του Μάκη Βορίδη και του Στέλιου Πέτσα να προκαλεί ερωτήματα. Ο πρώτος, παρότι δεν προνόησε να κηρύξει τη Δευτέρα αργία για το δημόσιο, έδιωξε τους δημόσιους υπαλλήλους πριν από το μεσημέρι, συμβάλλοντας στην τεράστια κίνηση στους δρόμους, ενώ ο δεύτερος, αν και αποτελεί το χαρτοφυλάκιό του, δεν λειτούργησε ποτέ ως σύνδεσμος με την τοπική αυτοδιοίκηση.

Και αν η αδυναμία του Κυρ. Μητσοτάκη να δείξει και να τιμωρήσει κάποιο κυβερνητικό στέλεχος ως υπεύθυνο είναι προσωπικός γκρεμός, η «γαλάζια» τοπική αυτοδιοίκηση που διόγκωσε τα προβλήματα με την ανεπάρκειά της είναι ένα απειλητικό ρέμα για τον πρωθυπουργό. Με το χρίσμα της ΝΔ έχουν εκλεγεί ο Βασίλης Ζορμπάς στην Αγία Παρασκευή, ο Γιώργος Θωμάκος στην Κηφισιά, η Δήμητρα Κεχαγιά στην Πεντέλη, ο Γιάννης Καλαφατέλης στον Διόνυσο, ο Θεόδωρος Αμπατζόγλου στο Μαρούσι, ο Σπύρος Βρεττός στους Θρακομακεδόνες και η συντριπτική πλειονότητα των τοπικών αρχόντων των δήμων των βόρειων και άλλων προαστίων της Αττικής που θάφτηκαν στο χιόνι. Η δε σαρξ εκ της σαρκός της γαλάζιας παράταξης Γιώργος Πατούλης μπορεί να στοχοποιήθηκε για την –άλλη μία– ανεπάρκεια της Περιφέρειας Αττικής, οι αιτίες όμως έχουν και βαρύ μικροπολιτικό εσωκομματικό παρασκήνιο.

Κατά την κρίση πάντως ελάχιστοι ήταν οι βουλευτές της ΝΔ που τόλμησαν να υπερασπιστούν την κυβέρνηση δημόσια. Οι δύο που ξεχώρισαν, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, δεν είναι αρκετοί για να ανατρέψουν την εντεινόμενη απροθυμία της κοινοβουλευτικής ομάδας να λειτουργήσει ως ασπίδα της κυβέρνησης. Από τη μία, η καθόλου τυχαία εμφάνιση του Νικήτα Κακλαμάνη, ο οποίος δεν δίστασε να ζητήσει έως και παραιτήσεις, παρότι ακολούθως δήλωσε ικανοποιημένος από τη μισή συγγνώμη του πρωθυπουργού. Για τους γνωρίζοντες, η επιστράτευση του ιστορικού στελέχους και πρώην υπουργού επιχειρήθηκε να λειτουργήσει σαν… ανάρτηση στους κραδασμούς που προκάλεσε η πανωλεθρία στους βουλευτές του κόμματος. Από την άλλη, η ανεκδιήγητη βουλεύτρια Κατερίνα Παπακώστα, που διακρίθηκε για την… έμπνευσή της να επιβληθούν και πρόστιμα σε όσους εγκλωβίστηκαν στην Αττική Οδό, με την οποία ταυτίστηκε ημέρες αργότερα ο Στέφανος Μάνος.

Αντιμέτωπη με τη βίαιη πραγματικότητά της

Ταυτόχρονα σχεδόν με την «Ελπίδα» ξέσπασε ακόμη μία χιονοθύελλα: αυτή που προκάλεσε στο Μέγαρο Μαξίμου –και όχι μόνο– η απελπισία από τις επαφές ανώτατων στελεχών του πρωθυπουργικού γραφείου και του γραφείου Τύπου του κόμματος με τον υπόδικο τηλεπαρουσιαστή. Οι παραθεσμικές επαφές του Γιώργου Γεραπετρίτη και του Νίκου Ρωμανού με τον Μένιο Φουρθιώτη αποκαλύπτουν με ευκρίνεια μια σήψη που ενοχλεί ακόμη και «γαλάζιους» βουλευτές. Η δυσώδης υπόθεση Φουρθιώτη έρχεται μοιραία να προστεθεί στις διώξεις κατά των δημοσιογράφων Κώστα Βαξεβάνη, Γιάννας Παπαδάκου και άλλων, που φέρνουν τη χώρα μας στο μικροσκόπιο των διεθνών οργανώσεων ελευθερίας του Τύπου και ευρωπαϊκών θεσμών. Οι δύο υποθέσεις, ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος στο πορτοφόλι της ομάδας γύρω από τον Κυρ. Μητσοτάκη, θέτουν ξεκάθαρα ζητήματα κινδύνου για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, κάτι που δεν αρνούνται ούτε τα στελέχη της κυβερνητικής πλειοψηφίας.

Την ίδια ώρα, παρά την εργαλειοποίηση της παραλλαγής Ομικρον από την κυβέρνηση προκειμένου να δικαιολογήσει τη χαλαρότητα και την «κανονικότητα» στο επί μακρόν υπό κατάρρευση Εθνικό Σύστημα Υγείας, η πανδημία στη χώρα βρίσκεται αυτές τις μέρες στο χειρότερο σημείο. Το δίμηνο Δεκεμβρίου – Ιανουαρίου είναι το πλέον πολύνεκρο, με περισσότερους από 5.000 νεκρούς. Πρόκειται αναμφίβολα για τον αιματηρό λογαριασμό της κυβερνητικής διαχείρισης των τελευταίων μηνών.

Και βέβαια, η διπλή ενεργειακή και οικονομική κρίση. Τα «μαντεία» του Μεγάρου Μαξίμου που την ήθελαν να κρατάει μόνο λίγους μήνες έχουν διαψευστεί, οι προβλέψεις διεθνών παραγόντων της δίνουν ακόμη και δύο χρόνια ζωής, ενώ τα αυτοσχέδια «όπλα» που επιστράτευσε όψιμα τους προηγούμενους μήνες ο Κυρ. Μητσοτάκης έχουν ήδη εξουδετερωθεί. Τα εισοδήματα έχουν δεχτεί πλήγμα άνω του 13% ήδη από τα τέλη του προηγούμενου έτους, οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού ρεύματος αυξάνουν μήνα με τον μήνα και οι υποσχέσεις για αύξηση του κατώτατου μισθού λίγο πριν από το καλοκαίρι και τις επιδοτήσεις ηλεκτρικών συσκευών δίνουν απλώς το στίγμα του αδιεξόδου του κυβερνητικού σχεδιασμού. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τα τεράστια πλήγματα που έχει δεχτεί η αγορά από τη διαχείριση της πανδημίας, μεγάλο μέρος της οποίας, παρά τον «αναπνευστήρα» που έχουν δώσει οι κρατικές ενισχύσεις, παραμένει διασωληνωμένο και με υποκείμενα νοσήματα.

Το επιχείρημα της «παγκόσμιας κρίσης» που επιστρατεύεται εναλλάξ πότε για την πανδημία και πότε για την οικονομία μπορεί να γίνεται αποδεκτό με ικανοποίηση από τους οικοδεσπότες των τηλεοπτικών πάνελ, είναι όμως αδύναμο ακόμη και για πολλούς υποστηρικτές της κυβέρνησης.

Τυμβωρυχία και πάλι στη Βουλή αντί απολογίας

Παρά τον έκδηλο αιφνιδιασμό της από την πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα, η κυβέρνηση ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή ότι απέναντι στη σφοδρή κριτική για τα πεπραγμένα της θα επιχειρήσει να επαναφέρει το προεκλογικό αφήγημα του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου.

Μόνο που σήμερα στα έδρανα της Βουλής δεν βρίσκεται το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη, ενώ το Κίνημα Αλλαγής αρμενίζει πλέον σε άλλα νερά, έστω πατώντας σε δύο βάρκες. Το κενό τους θα πρέπει να το γεμίσουν οι –μέχρι πρότινος εξαιρετικά απρόθυμοι– βουλευτές της πλειοψηφίας.

Το δόγμα της άμυνας σε όλα τα παραπάνω το αποτύπωσε αντανακλαστικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος την περασμένη Πέμπτη στο άκουσμα της κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας, όταν έσπευσε να δηλώσει ότι η τριήμερη κοινοβουλευτική διαδικασία ελέγχου των πεπραγμένων της κυβέρνησης «θα είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης». Σύμφωνα με το στίγμα που πάσχισαν να δώσουν μέχρι την τελευταία στιγμή πριν από την έναρξη της συζήτησης της πρότασης δυσπιστίας προβεβλημένα κυβερνητικά στελέχη, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να εκτρέψει τη συζήτηση σε γενική επισκόπηση του κυβερνητικού έργου. Θεωρούν πως μια τέτοια συνολική συζήτηση επί της οικονομίας, του κράτους δικαίου, της ασφάλειας, των θέσεων εργασίας, των επενδύσεων, της υγείας και της παιδείας, των εξοπλισμών και άλλων θα τους ευνοήσει. Ειδικά εάν τη διανθίσουν με τη χυδαιότητα της εργαλειοποίησης των νεκρών στο Μάτι και στη Μάνδρα, υποθέσεις για τις οποίες ωστόσο η κυβέρνηση Τσίπρα έχει κριθεί από τον ελληνικό λαό.

Ερώτημα παραμένει εάν οι βουλευτές θα τολμήσουν να χρησιμοποιήσουν και τη φαρέτρα των δικαιολογιών που επιστράτευσε ο πρωθυπουργός, για τις υποδομές της «μεσογειακής χώρας», το «πρωτοφανές χιόνι», τις «καθυστερημένες προειδοποιήσεις» που διέψευσαν οι μετεωρολόγοι, τους «μόλις 30 μήνες διακυβέρνησης» καθώς και τις «πολλαπλές κρίσεις» που έχει αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.

Το «κατηγορητήριο» της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι συγκεκριμένο και ξεκάθαρο. Προς απογοήτευση της κυβέρνησης, με την πρόταση δυσπιστίας που στρέφεται συνολικά κατά της κυβέρνησης συντάσσονται σε γενικές γραμμές όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, έστω και με τους δικούς τους αστερίσκους. Η ανάγνωση ότι η «προβλέψιμη» πρωτοβουλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης έγκειται στο πολιτικό αδιέξοδο που βρίσκεται ο ίδιος, όποια βάση κι αν έχει στην πραγματικότητα, αφορά πρωτίστως το εσωτερικό της κυβερνητικής πλειοψηφίας.

Συνεπώς, η άσκηση της υπεράσπισης του κυβερνητικού έργου θα είναι δύσκολη για τους βουλευτές της ΝΔ, που θα κρίνονται από δύο πλευρές. Από τη μία ο Κυρ. Μητσοτάκης και η ομάδα του, που απαιτούν τη συσπείρωση που τάχα τους προσφέρει ο Αλ. Τσίπρας. Από την άλλη όμως το εκλογικό τους ακροατήριο, ειδικά τη στιγμή που από την κάλπη μάς χωρίζουν πλέον ίσως και πολύ λιγότεροι από 18 μήνες.

 

Documento Newsletter