Ο Μπάιντεν «εγκατέλειψε» τον Ομπάμα και αφομοιώνει την πολιτική Τραμπ διευρύνοντας το εμπάργκο
Ο Ραούλ Κάστρο και ο Μπαράκ Ομπάμα με την πολιτική τους, τους χειρισμούς τους και τις εκατέρωθεν δηλώσεις τους δημιούργησαν ελπίδες για άρση του εμπάργκο. Το αμερικανικό εμπάργκο πλέον έχει κλείσει τα 61 χρόνια ζωής και οι προοπτικές άρσης του είναι τουλάχιστον δυσοίωνες. Το θύμα σε αυτή την περίπτωση είναι ο δοκιμαζόμενος από την Covid-19 και την οικονομική κρίση κουβανικός λαός.
Ο Ντόναλντ Τραμπ με τη γνωστή του ιδιοσυγκρασία και σημαντικότερα με την επιθετικότερη πολιτική του έναντι της Κούβας αναίρεσε ορισμένες πτυχές της πολιτικής Ομπάμα. Ο Τραμπ τότε καταδικάστηκε γι’ αυτή την επιλογή σχεδόν από το σύνολο των Δημοκρατικών, που τότε βρίσκονταν στην αντιπολίτευση. Η έλευση του Τζο Μπάιντεν έγινε με τυμπανοκρουσίες και υποσχέσεις για αναίρεση των «αρνητικών» της εξωτερικής πολιτικής Τραμπ.
Εξωτερική πολιτική με συνέχεια
Εκτοτε καμία ουσιαστική αλλαγή δεν επήλθε σε κανένα φάσμα των σχέσεων των ΗΠΑ. Είτε με το Ιράν είτε με την Κίνα είτε με την Κούβα. Αντιθέτως, αυτό που παρατηρούμε είναι όχι απλώς η συνέχιση της πολιτικής Τραμπ αλλά η εντατικοποίησή της. Αυτό μας δίνει το πολύτιμο μάθημα ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ έχει συνέχεια.
Ο Μπάιντεν αντιμετώπισε τις πρόσφατες συλλογικές κινητοποιήσεις των Κουβανών πολιτών σαν να ήταν Αμερικανοί πολίτες (πάλι καλά που δεν ήταν όμως, ειδάλλως αρκετοί από τους διαδηλωτές θα βίωναν την περίφημη αμερικανική αστυνομική θηριωδία). Οι ΗΠΑ ζητούσαν και ζητούν επιμόνως ρητά ή υπόρρητα αλλαγή καθεστώτος (regime change). Τα μέσα τους ποικίλλουν από τα «τρολ» στο Twitter και τη δημιουργία ψευδών ειδήσεων έως την απειλή της στρατιωτικής επέμβασης.
Οι «ερωτευμένες με την ελευθερία»
ΗΠΑ δεν μπορούν να αποδεχτούν ότι ένας λαός έχει το δικαίωμα να διαδηλώνει με τους ίδιους όρους που συμβαίνει και στον υπόλοιπο κόσμο, δίχως να απειλείται μια ολόκληρη κοινωνία με (περαιτέρω) κυρώσεις. Δεν αναφέρουμε καν το σενάριο άρσης του εμπάργκο ως αναγκαίου όρου ευημερίας της Κούβας, όπως υπογραμμίζουν και τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ. Κατά συνέπεια, ο Λευκός Οίκος αντί να επιχειρεί την αντιστροφή της πολιτικής Τραμπ, όπως είχε προαναγγελθεί, επιβάλλει νέες μονομερείς κυρώσεις στην κουβανική κυβέρνηση, ενώ σχεδιάζει την επέκταση της ακτίνας του αμερικανικού διαδικτύου έως το νησί της Κούβας.
Πόλεμος μέσω ίντερνετ
Η κίνηση αυτή φιλοδοξεί να αποτελέσει όχημα αμφισβήτησης της κουβανικής κυβέρνησης εκ των έσω, δημιουργώντας τις συνθήκες για ποιοτική κλιμάκωση ενός μαινόμενου εδώ και δεκαετίες υβριδικού πολέμου. Αυτό διότι η παροχή και η διάθεση του διαδικτύου αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του εκάστοτε κράτους.
Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι οι ίδιοι οι «New York Times» κατηγορούν ευθέως τον γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ ως τον εγκέφαλο πίσω από την αλλαγή της πολιτικής Ομπάμα. Ο Μενέντεζ, όπως υπενθυμίζουν οι «NYT», ασκούσε έντονη κριτική στην επιχείρηση συμφιλίωσης που είχε ξεκινήσει η προεδρία Ομπάμα, ενώ στήριζε την πολιτική Τραμπ στην περιοχή. Ενδεχομένως οι λόγοι για τη στάση του γερουσιαστή να είναι ολίγον πελατειακοί, αφού ο ίδιος είναι γιος Κουβανών μεταναστών και παρουσιάζεται ως σκληρός αντικαθεστωτικός. Ουσιαστικά εκμεταλλεύεται τη θέση του ως προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ. Θέση-κλειδί που καθορίζει εν πολλοίς την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.