«Ο καλός δημοσιογράφος, δεν έχει φίλους πολιτικούς και επιχειρηματίες. Οι ισχυροί επιδιώκουν την επαφή μαζί του, αλλά τον φοβούνται». Γιάννης Μαρίνος, ιστορικός διευθυντής του Οικονομικού Ταχυδρόμου.
Πες που ποιοι σου κάνουν πόλεμο για να σου πω πόσο καλός δημοσιογράφος είσαι. Αν ισχύει, ο Κώστας Βαξεβάνης παίρνει πολλά βραβεία-,περισσότερα και από όσα είχε πάρει από συναφείς οργανισμούς για τη δουλεία του στο ρεπορτάζ. Αλλά από εδώ και κάτω, λόγω του θέματος, ας μου επιτραπεί να μιλήσω σε πρώτο πρόσωπο.
Δεν έχω προσωπικές σχέσεις με τον Βαξεβάνη. Δεν θυμάμαι καν αν τον είχα συναντήσει προσωπικά πολύ παλιά, όταν μου ζήτησε να πω -σε βίντεο-τη γνώμη μου για μια εκπομπή του στον «Άλφα». Έχω μιλήσει μαζί του στο τηλέφωνο κάποιες φορές και αυτό είναι όλο.
Όπως θα έλεγε ο Αμερικανός πολιτικός Έντουαρντ Μπραγκ: «Περισσότερο τον εκτιμώ για τους εχθρούς που έκανε». Άρα δεν υπερασπίζομαι κάποιον φίλο μου. Υπερασπίζομαι το δικαίωμα μου – έτσι όπως το διαμόρφωσα σ’ αυτή την δουλειά- να μου αρέσει η δημοσιογραφία που κάνει ο Βαξεβάνης στο Documento.
Αν δίπλα στην ρεπορταζιακή απογύμνωση παραγόντων της ΝΔ δεν υπήρχε η μονομέρεια υποστήριξης στον ΣΥΡΙΖΑ, θα ήταν η πιο επιτυχημένη μεταφορά της καλής αμερικανικής δημοσιογραφίας -της καλύτερης στον κόσμο – στην Ελλάδα.
Εκτιμώ ότι ξεσκεπάζει άπλυτα, παίρνοντας ρίσκο πολλές φορές. Αυτή είναι η δουλειά ενός μέσου ενημέρωσης. Αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι αν είχε στα χέρια του ένα σκάνδαλο που θα έριχνε την κυβέρνηση Τσίπρα θα το δημοσίευε.
Όπως π.χ. έκανε -χωρίς να θέλω να κάνω ανόμοιες συγκρίσεις- η Κάθριν Γκράχαμ, σε μια περίοδο μάλιστα που η «Ουάσιγκτον Πόστ» ήταν κατεστραμμένη οικονομικά, με το φίλο και συνδαιτημόνα της τον Νίξον-δημοσιεύοντας απόρρητη κυβερνητική έκθεση για το Βιετνάμ, που τον έκαιγε. Το απέδωσε ο Σπίλμπεργκ στην ταινία του The Post.
Ή όπως έκαναν, πιο πρόσφατα, τα τότε αφεντικά του «Ομπσέρβερ» στη Βρετανία με την υπόθεση Κάθριν Γκαν, που εξέθετε τον φίλο τους τον Μπλερ. Όπως απεικόνισε στην ταινία «Κρατικά μυστικά» ο Γκάβιν Χουντ το βιβλίο των Μαρσία και Τόμας Μίτσελ.
Αλλά παρά την πολιτική μονομέρεια, η θεματολογία της εφημερίδας του Βαξεβάνη ήταν εξ αρχής συναρπαστική, γιατί υπηρετούσε, με τον τρόπο της, την αποκαλυπτική δημοσιογραφία. Μετέφερε την παραγωγή δημοσιευμάτων από το γραφείο και τα «νον πέηπερς» στο ρεπορτάζ. Έπαιρνε την ευθύνη να αναμετρηθεί με την αλήθεια -και όσους δεν συμφέρει- αντί να αγιογραφεί ισχυρούς.
Ίσως να αδίκησε κάποιους -ή και τον εαυτό της- στα τρία χρόνια της κυκλοφορίας της. Αλλά έδωσε έξοχα δείγματα δημοσιογραφίας με αποκαλύψεις που άλλα μέσα δεν τολμούσαν. Και είναι γνωστό ποια και γιατί δεν τόλμησαν.
Τραβώντας την κουρτίνα σε οικονομικά σκάνδαλα, αλλά και σε ύποπτες και προβληματικές δραστηριότητες πολιτικών-και των οικείων τους ενίοτε- έκανε την κοινή γνώμη σοφότερη. Όπως έκανε και τη δουλειά της Δικαιοσύνης ευκολότερη, ακόμη και όταν απλώς έφερνε στο φως δικαστικές έρευνες που άλλοι απέκρυπταν ή παραποιούσαν.
Συντάσσομαι με αυτό το είδος δημοσιογραφίας, γιατί -για να μην αναφέρω το παράδειγμα της Ελευθεροτυπίας από όπου ξεκίνησε Βαξεβάνης- εργάσθηκα στον ΔΟΛ, την εποχή που ο Καραπαναγιώτης θα σε κρεμούσε ανάποδα αν διαπίστωνε ότι κρύβεις ειδήσεις, ή ευνοείς πολιτικούς. Και ο Ψυχάρης είχε το δόγμα «για τον εαυτό σας τα μαθαίνετε;». Ή σε έδιωχνε αν ανέφερες συνέχεια το όνομα π.χ. ενός δικηγόρου. (Αργότερα άρχισαν τα όργανα).
Αυτό που κάνει το Documento- και τα λοιπά μέσα του Βαξεβάνη – με συγκινεί επαγγελματικά. Με πείθει κιόλας για δυο λόγους: ο ένας είναι οι αντιδράσεις όσων έχουν συμπεριληφθεί σε αποκαλύψεις του: σπανίως δίνουν μια εξήγηση και απλώς τον …στιγματίζουν ως δαίμονα και απόλυτο κακό.
Δεύτερο γιατί όσες φορές οι αποκαλύψεις και τα γραπτά του -ο ίδιος προσωπικά έχει δυνατό κείμενο- κρίθηκαν στο Δικαστήριο απαλλάχθηκε- ή αν ήταν ενάγων οι αντίδικοι του καταδικάσθηκαν. Πλην εξαιρέσεων ίσως.
Αυτά στη δική μου κρίση ακυρώνουν εξ ορισμού τον ορισμό του «συκοφάντη» που επιχειρεί επίμονα να του προσδώσει η ΝΔ. Και θέτουν εν αμφιβόλω την υπόνοια της συναλλαγής που προσπάθησαν να διασπείρουν κάποιοι από όσους κρέμασε στα μανταλάκια. Πολύ περισσότερο όταν τον διακινούν επονείδιστοι των ΜΜΕ και της πολιτικής.
Όλοι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Αλλά σε κάθε περίπτωση η δημοσιογραφία δεν ασκείται με τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις. Ασκείται με πληροφορίες και μαρτυρίες. Και λάθη θα γίνουν και ανακρίβειες θα υπάρχουν και υπερβολές θα σημειωθούν. Το θέμα είναι να μη γυρίζεις την πλάτη στην κοινωνία, στις αρχές της Δημοκρατίας και στην αλήθεια.
Η ουσία είναι τι ακριβώς κάνει κάποιος δημοσιογραφώντας: δημόσιες σχέσεις για μια κυβέρνηση και έναν οικονομικό παράγοντα ή ενημέρωση και αποκάλυψη της αλήθειας που οι εμπλεκόμενοι σε μια υπόθεση δεν θέλουν να γίνει γνωστή; Τα υπόλοιπα τα βρίσκουμε και ουδείς αναμάρτητος..
Πολλά μπορούν να καταλογισθούν στον εκδότη της πιο σκληρής αντιδεξιάς εφημερίδας, της εποχής.. Αλλά μια Επιτροπή Πραγματικής Δημοσιογραφίας θα έβαζε καλό βαθμό στον Βαξεβάνη σ’ αυτόν τον τομέα.
Ένα συμβούλιο επαγγελματικής υποστήριξης του κλάδου θα τον επιβράβευε ως εκδότη επειδή κατορθώνει να κρατάει ανοιχτό ένα μέσο ενημέρωσης. Τα υπόλοιπα τα κρίνουν οι αναγνώστες και κανένας άλλος -πλην του ποινικού νόμου αν παραβιάζεται.
Α, και να μην ξεχάσουμε: η μοίρα έδωσε πρόσφατα στον Κώστα συγκεκριμένο λόγο να μειδιά απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη- που είναι ορκισμένος και σκληρός εχθρός του:
Από τον τάφο του ο Κώστας Μητσοτάκης επαινεί τον «έντιμο δημοσιογράφο Κώστα Βαξεβάνη» για το ρεπορτάζ του- κατά τις αφηγήσεις του που καταγράφει ο Αλέξης Παπαχελάς στο δεύτερο τόμο του βιβλίου του «Ο Κώστας Μητσοτάκης με δικά του λόγια»- (Εκδόσεις Παπαδόπουλος).