Κωνσταντίνος Ραμπατζής: «Ποτέ δεν ένιωσα ότι είμαι θρύλος»

Κωνσταντίνος Ραμπατζής: «Ποτέ δεν ένιωσα ότι είμαι θρύλος»

Μια συνάντηση με τον εικονογράφο της Θρυλικής Τετράδας, γεμάτη από αρώματα ενός ηρωικού παρελθόντος. 

Ήταν κάποτε τέσσερα παιδιά, υπερασπιστές του νόµου στην αµερικανική ∆ύση, στον απέραντο τόπο όπου «ο άγριος άνεµος κάνει τις κορφές των θάµνων να σκύβουν ταπεινά στο πέρασµά του». Στον απέραντο τόπο όπου ζητούσαν χώρο για το προσωπικό τους όνειρο άποικοι, αυτόχθονες, απόκληροι και παράνοµοι. Τέσσερα παιδιά –ο µικρός σερίφης του Τέξας Τζιµ Άνταµς και οι βοηθοί του Ντιάνα, Πεπίτο Γκονζάλες και Τσιπιρίπο– ξετύλιξαν τις περιπέτειές τους σε εκατοντάδες τεύχη περιοδικών, όπως ο «Μικρός Σερίφης», ο «Μικρός Καου-µπόυ» και ο «Μικρός Αρχηγός», τα οποία διάνυσαν µε θαυµαστή συνέπεια µια διαδροµή στον υπερθετικό για περίπου 30 χρόνια.

Η µαγική εποχή στον κόσµο της εικονογράφησης

Όταν έφτασε στα χέρια µας η καινούργια έκδοση του «Μικρού Αρχηγού» –µε µια ιστορία από τον παλιό καιρό, µια καινούργια που υπογράφει ο συγγραφέας Βαγγέλης Γεωργάκης και φυσικά µε εικονογράφηση του Κωνσταντίνου Ραµπατζή– η ιδέα να συναντήσουµε τον θρυλικό εικονογράφο της Θρυλικής Τετράδας σφηνώθηκε στο µυαλό µας. Τελικά χάρη στον κ. Γεωργάκη αυτό έγινε δυνατό. Έτσι περάσαµε την πόρτα της Φρίντας, το πατρικό του που µετέτρεψε σε ξενοδοχείο, στο κέντρο της Αθήνας, µε σκοπό να συναντήσουµε τον κ. Ραµπατζή, ο οποίος µαζί µε τον Θέµο Ανδρεόπουλο, τον Πότη Στρατίκη και τον Γιώργο Μαρµαρίδη –όπως και µε µια πλειάδα άλλων συνεργατών– δηµιούργησαν τον µύθο των τεσσάρων παιδιών που εφάρµοζαν τον νόµο στην αδυσώπητη ∆ύση.

Με τέτοιες σκέψεις κατά νου η πρώτη ερώτηση που απευθύναµε στον Κων. Ραµπατζή είναι αν έχει συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι είναι θρύλος. Το «όχι» που εκστόµισε ήταν αποφασιστικό. «Ποτέ δεν ένιωσα και δεν νιώθω έτσι. Απλώς προσπάθησα να κάνω κάτι και φαίνεται ότι το πέτυχα. Κι αυτό πρέπει να οµολογήσω ότι το κατάλαβα όταν µεγάλωσα αρκετά. Μετά το κλείσιµο του περιοδικού άρχισα να καταλαβαίνω τι έκανα. Αυτό που έφτιαξα το κατάλαβα µετά. Εγώ απλώς έκανα το κέφι µου, έκανα αυτό που αγαπούσα».

Από 14 χρόνων µαθήτευσε δίπλα στη ζωγράφο ∆έσποινα Λεούση. «Οι δικοί µου µε άφηναν να κάνω αυτό που ήθελα. Συµφωνούσαν µε ό,τι κι αν έκανα. ∆εν ήθελαν να µε δυσκολέψουν στη ζωή µου. Προσωπικά ήθελα απλώς να ζωγραφίζω. Γύρω στα 16 µου κατάλαβα ότι πρέπει να ακολουθήσω αυτό τον δρόµο». Και όταν αντιλήφθηκε ποιο µονοπάτι ήθελε να χαράξει στη ζωή του πήγε στο ατελιέ του Θέµου Ανδρεόπουλου. Αρχές της δεκαετίας του ’50, στη Φιλελλήνων 1 στο Σύνταγµα, σε έναν κόσµο µαγικό απ’ όπου έβγαιναν έντυπα που εντυπώθηκαν στο υποσυνείδητο των αναγνωστών. Ύστερα από λίγα χρόνια έγιναν συνέταιροι. Το 1957 έφυγαν από το Σύνταγµα και πήγαν στην Πραξιτέλους 1. Με δωρικότητα στη διήγησή του ο κ. Ραµπατζής σκιαγραφεί την ατµόσφαιρα της εποχής στα γραφεία του ατελιέ: «Στο γραφείο µας έρχονταν ηθοποιοί, άλλοι ζωγράφοι… ήταν ένα κέντρο καλλιτεχνών. Εργαζόµασταν εκείνο τον καιρό σε διάφορα περιοδικά, στη “∆ιάπλαση των Παίδων”, στο “Ελληνόπουλο”. Είχα κάνει και εξώφυλλα του “Ελληνόπουλου” στην τελευταία περίοδο της κυκλοφορίας του».

Μια φορά κι έναν καιρό στη ∆ύση…

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ο Θέµος Ανδρεόπουλος µε τον Πότη Στρατίκη προχώρησαν σε µια κίνηση από αυτές που χαρακτηρίζονται τοµή στα εκδοτικά δεδοµένα της χώρας: τη δηµιουργία του «Μικρού Σερίφη». «Ο Ανδρεόπουλος έδωσε τον τίτλο. Ήταν δηµιουργικός άνθρωπος. ∆ούλευε ακόµη και το βράδυ. ∆ηλαδή τι έκανε; Έστηνε τις δουλειές που είχε να κάνει την επόµενη µέρα… Ήταν πολύ δραστήριος. Ο Ανδρεόπουλος βοηθούσε τον Στρατίκη. Τον πήγαινε στους διάφορους εκδότες. Είχε βρει έναν καλό δρόµο, είχε δουλειά δηλαδή ο Στρατίκης. Και αποφάσισε να γράψει κάτι. Κι έτσι συνεταιρίστηκαν οι δυο τους. Ο Ανδρεόπουλος µου ’δωσε το 50% από το ποσοστό του και ο Στρατίκης έβαλε τον έναν από τα αδέρφια του. Έτσι έγινε η οµάδα. Εµείς είχαµε τα γραφεία κι αυτός ερχόταν εκεί κι έγραφε. Την εικονογράφηση την κάναµε εµείς». Ο Θ. Ανδρεόπουλος επιµελούνταν τα εξώφυλλα και τους τίτλους των ιστοριών και ο Κων. Ραµπατζής τις εσωτερικές εικονογραφήσεις, ενώ είχε αναλάβει και την τεχνική καθοδήγηση των συγγραφέων. Βέβαια, τα πρώτα κεφάλαια αυτής της µεγάλης ιστορίας έκρυβαν πολλές δυσκολίες. «Όταν βγάλαµε τον “Μικρό Σερίφη” τα δύο πρώτα χρόνια µπαίναµε µέσα. Αλλά επειδή βάζαµε προσωπική εργασία µπορέσαµε και αντέξαµε. Τον τρίτο χρόνο άρχισε να παίρνει τα πάνω του. Οπότε στη συνέχεια κυκλοφορήσαµε δοκιµαστικά τον “Μικρό Καου-µπόυ”, τον οποίο είχαµε βγάλει, αν θυµάµαι καλά, µηνιαίο. Μετά έγινε δεκαπενθήµερος και στη συνέχεια εβδοµαδιαίος».

Ο κ. Ραµπατζής ταξίδεψε στην Αµερική όταν πλέον τα περιοδικά είχαν σταµατήσει την έκδοσή τους. Οπότε η άποψη που είχε για το Φαρ Ουέστ ήταν προϊόν της φαντασίας του και των ταινιών που έβλεπε στον κινηµατογράφο; «Όχι µόνο, αφού ο Θ. Ανδρεόπουλος αγόραζε πολλά βιβλία· του άρεσαν οι ωραίες εκδόσεις. Οπότε είχαµε ένα καλό αρχείο και ενηµερωνόµασταν για ό,τι συνέβαινε στην Αγρια ∆ύση. Μας βοήθησε αυτό. Πώς έφτιαχναν το λάσο, πώς διοργάνωναν τα ροντέο κ.λπ.». Ο Π. Στρατίκης πρότεινε τον Τζιµ Άνταµς και ο Θ. Ανδρεόπουλος και ο κ. Ραµπατζής τον Τσιπιρίπο, ενώ η σχεδιαστική έµπνευση του Πεπίτο Γκονζάλες ανήκει στον συνοµιλητή µας. Κάποια στιγµή στις ιστορίες εµφανίστηκε και ένας σκύλος, ο Μπικ, τον οποίο όµως δεν διατήρησαν καθώς η εµπλοκή του δυσχέραινε τη διαδικασία της συγγραφής.

Έφτασε η στιγµή που ο συνεταιρισµός τους διαλύθηκε: «Ξεκινήσαµε πάλι από την αρχή εµείς και αφήσαµε πολύ πίσω τον Πότη Στρατίκη, ο οποίος κράτησε τον “Μικρό Σερίφη”. Εµείς πήραµε τον “Μικρό Καου-µπόυ” και βγάλαµε επιπλέον τον “Μικρό Αρχηγό”, όπως και άλλες πολλές εκδόσεις. Είχαµε βγάλει το “Λάκυ” όπου έκανα την εικονογράφηση αλλά δεν πήγε καλά. Βγάλαµε λίγα τεύχη σε µεγάλο µέγεθος στον τύπο του “Λούκυ Λουκ”». Η δουλειά των Ανδρεόπουλου – Ραµπατζή και του Γιώργου Μαρµαρίδη («ήταν πολύ φίλος µου. Μέχρι το τέλος της ζωής του ήµασταν µαζί») στη συγγραφή υπήρξε ένα εκδοτικό κοµψοτέχνηµα. Η κυκλοφορία των περιοδικών της Θρυλικής Τετράδας εκτοξεύτηκε – του «Μικρού Καου-µπόυ» είχε φτάσει τα 30.000 τεύχη εβδοµαδιαίως. Η οµάδα δούλευε µε µαστοριά κάθε περιοδικό. Όση προσπάθεια και αν απαιτούσε η έκδοση των περιοδικών, όσο κόπο και αν κατέβαλλαν οι δηµιουργοί τους, δεν ένιωθαν ότι έκαναν κάτι ιδιαίτερο. «Ήταν σαν κάτι να έβγαινε αυτόµατα, χωρίς προσπάθεια, από µέσα µου. Και µου άρεσε αυτό που έβγαινε. Και µου άρεσε αυτό που έφτιαχνα. Αλλά δεν πίστευα ότι κάνω κάτι σπουδαίο. Αυτό που µε ευχαριστούσε έκανα. Όπως όταν βλέπεις έναν φίλο και του λες “Καληµέρα! Τι κάνεις;”, αλλά του το λες αλλιώς επειδή τον αγαπάς. Αυτό ένιωθα όταν έκανα αυτά που έφτιαξα».

Τα χρόνια κύλησαν και στα τέλη της δεκαετίας του ’80 αποφασίστηκε η «προσωρινή» αναστολή της κυκλοφορίας του «Μικρού Αρχηγού» και του «Μικρού Καου-µπόυ». «Τριάντα χρόνια πια. Είχα κουραστεί» λέει ο κ. Ραµπατζής. Τα τέσσερα ατρόµητα παιδιά όµως εξακολουθούν να συντροφεύουν µε τις περιπέτειές τους παιδιά και µεγάλους. «Όταν βγάλαµε τον “Καου-µπόυ” δεν κυκλοφορήσαµε ένα παιδικό περιοδικό, αλλά ένα περιοδικό που να αρέσει στα παιδιά και αυτό συνεχίστηκε όλα τα χρόνια. ∆εν γράφαµε διηγήµατα για παιδιά. Απλώς οι ήρωες ήταν µικροί σε ηλικία. Γράψαµε ελεύθερα και είχαµε επιτυχία σε αυτό».

Μετά την πρόσφατη έκδοση του δεύτερου τεύχους του «Μικρού Αρχηγού» φαίνεται ότι ο τίτλος θα γνωρίσει ακόµη µια εποχή κατά την οποία θα τροφοδοτεί τη φαντασία των αναγνωστών του, αν και ο θρυλικός εικονογράφος δηλώνει πως σε σχέση µε τους ήρωές του είναι «κοµπλέ. Έχω µεγαλώσει πολύ πλέον. Έχω άλλες φιλοδοξίες. Θέλω να ζωγραφίζω, αλλά δυστυχώς δεν έχω χρόνο. Έχει δυσκολέψει η ζωή. Αλλά δεν σταµατάω να κάνω όνειρα για το µέλλον. Και γελάω όταν µιλάω για µέλλον».

Φεύγοντας από το ξενοδοχείο Φρίντα και αποχαιρετώντας τον Κων. Ραµπατζή καταλαβαίνουµε ότι αφήνουµε πίσω µας έναν κόσµο που ακόµη διαθέτει χώρο σε ήρωες. «Σε έναν κόσµο εύθραυστο το καλό ας νικάει πάντα το κακό και όταν δεν συµβαίνει αυτό, οι ήρωες ας είναι το καταφύγιό µας» έγραψε ο θρύλος των εικονογράφων στον πρόλογο του «Μικρού Αρχηγού» που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 2020. Ας είναι και ήρωες από χαρτί… 

Βαγγέλης Γεωργάκης: «Το παιδί είναι η καλύτερη εκδοχή του ανθρώπου»

Μια σύντομη συζήτηση με τον Βαγγέλη Γεωργάκη, ο οποίος συγγράφει τις νέες περιπέτειες της Θρυλικής Τετράδας.

Πώς βρεθήκατε στο περιβάλλον αυτών των περιοδικών;

Αγόρασα το πρώτο τεύχος του «Μικρού Καου-μπόυ» στην ηλικία των 9 χρόνων και έως τα 15 μου τον διάβαζα συνεχώς. Αλλά και ως φοιτητής είχα διαβάσει πάρα πολύ και «Μικρό Καου-μπόυ» και «Μικρό Αρχηγό». Τα τελευταία πέντε χρόνια βέβαια με άγγιξαν περισσότερο. Θεωρώ ότι αυτό έχει να κάνει με το ότι δεν ήταν παιδικά περιοδικά, αλλά έντυπα που μπορούσαν να τα διαβάσουν και παιδιά.

Εσείς ασχολείστε με τη συγγραφή και κάποια στιγμή γνωρίζετε τον κ. Ραμπατζή.

Η αλήθεια είναι ότι το ένα έφερε το άλλο. Χωρίς να υπάρχει καμία επιδίωξη, αλλά είναι αυτό που είπε ο κ. Ραμπατζής: όταν ξεκίνησε τη ζωγραφική το έκανε γιατί του άρεσε, όχι γιατί ήθελε να πετύχει κάτι. Τελικά βέβαια, έτσι πετυχαίνεις περισσότερα. Όταν είναι κάτι που βγαίνει πηγαία από μέσα σου.

Πώς κύλησε η συνεργασία σας;

Αφού είχα γράψει το κείμενο επιλέχτηκαν κάποιες εικόνες για να πλαισιώσουν την ιστορία. Στη συνέχεια αναγκαζόμουν να γράψω κάτι γι’ αυτές τις εικόνες σαν να γινόταν κάποια έκρηξη στο υποσυνείδητό μου. Τελικά αυτό που έγραψα με βάση τις εικόνες ίσως ήταν το πιο ωραίο κομμάτι στην ιστορία.

Είναι εύκολος συνεργάτης ή δύσκολος;

Επικοινωνούμε απόλυτα. Δεν θεωρώ ότι υπήρξε οποιοσδήποτε βαθμός δυσκολίας.

Η Θρυλική Τετράδα έχει κατακτήσει την αιώνια παιδικότητα;

Θεωρώ ότι το παιδί είναι η καλύτερη εκδοχή του ανθρώπου. Ακόμη και ο ενήλικας όταν καταφέρνει να διατηρεί την παιδικότητά του ανέπαφη, αυτό τον κάνει πιο δυνατό.

Τι σημαίνει ήρωας;

Είναι αυτός που κάνει το καλό χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα. Και ίσως όχι μόνο αυτό. Που κάνει το καλό όταν αδικείται. Ή ενδεχομένως όταν καταστρέφεται η ζωή του. Είναι αυτός που σε μια ταραγμένη εποχή θα δεχτεί να χάσει προκειμένου να κάνει αυτό που του υπαγορεύει η συνείδησή του.

Η εποχή μας είναι αντιηρωική. Πώς μπορούν να επιβιώσουν οι χάρτινοι ήρωες στην εποχή μας;

Με όλη αυτή την ιστορία που αντιμετωπίζουμε το τελευταίο διάστημα και ο κόσμος βρίσκεται σε ένα καζάνι που βράζει και ολοένα ανεβαίνει η θερμοκρασία… η αναζήτηση αυτών των παλιών περιοδικών δεν είναι μόνο νοσταλγία. Μοιάζει σαν να έχει ανάγκη ο κόσμος από κάτι αυθεντικό. Δεν ξέρω επίσης αν καμιά φορά δεν προβάλλονται οι ήρωες. Μήπως υπάρχουν ήρωες και σήμερα που είναι περισσότερο αφανείς από ποτέ;   

INFO

Το νέο τεύχος του «Μικρού Αρχηγού» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Oasis

Documento Newsletter