Με ορμή και εφευρετικότητα στη σκηνή η αριστουργηματική «Κόρη του λοχαγού» του Πούσκιν σε σκηνιθεσία Κωνσταντίνου Ασπιώτη.
Ο σκηνοθέτης που αναλαμβάνει να μεταφέρει στη σκηνή ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα χωρίς τις δυνατότητες ενός κρατικού θεάτρου ή τις πλάτες ενός ισχυρού παραγωγού παίρνει αναμφίβολα μεγάλο ρίσκο. Στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Ασπιώτη, εντούτοις, το ρίσκο αποδείχθηκε υπολογισμένο και η έκβαση του στοιχήματος επικερδής ως προς τα ουσιώδη. Πράγμα που έγινε αντιληπτό από την εισαγωγική σκηνή, όπου η συμβατική, φαινομενικά παλιομοδίτικη παρουσίαση των ηθοποιών εξισορροπείται από την ειρωνική προθυμία τους να επωμιστούν ρόλους που φαίνεται να ανήκουν σε ρεπερτόριο ελαφρού θιάσου.
Εντύπωση εν μέρει ισχύουσα, αφού η εύθυμη ατμόσφαιρα θα διατηρηθεί ως το τέλος της παράστασης – και εν μέρει παραπλανητική επειδή η αρχική ανεμελιά θα επισκιαστεί σταδιακά από σκοτεινές δολοπλοκίες και αιματηρά περιστατικά, τα οποία ο Ασπιώτης δεν παρέλειψε στη θεατρική του διασκευή.
Αντιθέτως, τους απέδωσε όλη τη βαρύτητα που χρειαζόταν ώστε να διεμβολιστεί ο αφελής βηματισμός των κεντρικών ηρώων του Πούσκιν σε κείνη τη γωνιά της αχανούς ρωσικής επαρχίας όπου διαδραματίζεται η υπόθεση του έργου.
Ερωτύλος, πότης και χαρτοπαίκτης, ο Πούσκιν θα δοξολογήσει στην πολυσχιδή λογοτεχνική του παραγωγή πολλές από τις γυναίκες που αγάπησε, θα εξυμνήσει τη μέθη στο ποίημα «Ο θρίαμβος του Βάκχου» και θα εξορκίσει το πάθος των τυχερών παιγνίων στην «Ντάμα πίκα». Τα ταραχώδη γνωρίσματα, ωστόσο, που στοίχειωσαν τη νιότη του ποιητή εξασθενούν στην ωριμότητά του, ωχριούν στην «Κόρη του λοχαγού» που συγκαταλέγεται στα τελευταία του έργα και δεν απεικονίζονται στον εδώ πρωταγωνιστή του. Ο νεαρός Πιοτρ Αντρέγεβιτς είναι ερωτευμένος μόνο μ’ ένα κορίτσι, πίνει σαν αρχάριος αποκλειστικά στ’ όνομά της και παίζει με τυχερό χαρτί την αφοσίωση στην αγαπημένη του.
Ερωτας στα χρόνια της εξέγερσης
Ο λύκος που δεν πρόλαβε να γεράσει εντούτοις αναγνωρίζεται και από τη λογοτεχνική θωριά και από το ύφος της περπατησιάς του. Στην «Κόρη του λοχαγού» αναφαίνονται, με πλήρη εξάρτυση και έξοχους συνδυασμούς, όλα τα κωμικά και ηρωικά στοιχεία που διακρίνουμε στο πρώιμο επικό του ποίημα «Ρουσλάν και Λουντμίλα».
Μια ανάμειξη δηλαδή τόσο γοητευτικά επικίνδυνη όσο μια σκαλωσιά που ορθώνεται σε μεγάλο ύψος. Σ’ αυτήν τη σκαλωσιά ισορρόπησε ακροβατικά ο Ασπιώτης και, διασώζοντας τη σπιρτάδα του πρωτότυπου κειμένου, έδωσε στην παράστασή του χαρακτήρα δυσοίωνου ευθυμογραφήματος με αίσιο τέλος.
Ο σκηνοθέτης είχε πρωτίστως να εναρμονίσει τις δυσχέρειες που παρουσιάζονται όταν το φόντο του έργου καταλαμβάνει με άλματα τον χώρο της δράσης. Φόντο εδώ είναι η αγροτική εξέγερση του Πουγκατσόφ που ξέσπασε το 1773 και συγκλόνισε για δύο χρόνια τη Ρωσία με την έκταση που προσέλαβε και την ένταση της καταστολής της. Η δράση περιστρέφεται γύρω από τον έρωτα ενός νεαρού αξιωματικού για την κόρη του διοικητή μιας απομακρυσμένης φρουράς, του λοχαγού Μιρόνοφ. Η μοίρα των δύο νέων ακολουθεί τις τύχες της εξέγερσης και ορίζεται αφενός από τις διαθέσεις των δύο αντιπάλων, της αυτοκράτειρας Αικατερίνης και του Πουγκατσόφ, και αφετέρου από την αποφασιστικότητα των ερωτευμένων.
Πέντε ηθοποιοί σε δεκαπέντε ρόλους
Στη χορογραφημένη παράσταση που έστησε ο Ασπιώτης με τη συνδρομή της κινησιολόγου Σεσίλ Μικρούτσικου και με βάση το απλό και εξαιρετικά ευέλικτο σκηνικό της Ζωής Μολυβδά-Φαμέλη κυριάρχησε η λειτουργική αμεσότητα. Με υπόκρουση την ευφρόσυνη μουσική του Γιώργη Χριστιανάκη, ντυμένοι με τα εφευρετικά στην εναλλαγή τους κοστούμια της Διδώς Γκόγκου και φωτισμένοι διακριτικά από τον Τάσο Παλαιορούτα, οι πέντε ηθοποιοί της παράστασης υποδύθηκαν γύρω στους δεκαπέντε ρόλους. Ο Μιχάλης Οικονόμου ενσάρκωσε με απολαυστική αμηχανία τον Πιοτρ Αντρέγεβιτς στις ευτράπελες διακυμάνσεις των πεποιθήσεών του. Ο Παντελής Δεντάκης με την πλούσια υποκριτική πείρα του διέπρεψε κυρίως ως λοχαγός Μιρόνοφ και ως υπηρέτης. Η Θάλεια Σταματέλου απέδωσε ευκρινώς την ευγενή σταθερότητα των αισθημάτων της Μαρίας Ιβάνοβνα. Η Μαριάμ Ρουχάτζε και ο Σταύρος Σβήγκος υπήρξαν πολύτιμοι στις ακάματες προσομοιώσεις πολλών και διαφορετικών χαρακτήρων.
Ο ποιητής και η Ελληνική Επανάσταση
Από τη Μολδαβία που βρισκόταν με δυσμενή μετάθεση ο νεαρός ποιητής Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν συμμερίζεται τον ενθουσιασμό που ξεσήκωσε η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Πράγμα φυσικό, αφού ως ένθερμος θιασώτης του Μπάιρον ενστερνίζεται τα ρομαντικά ιδεώδη και προσχωρεί στους υπερασπιστές κάθε πολιτικού ή εθνοτικού κινήματος ανεξαρτησίας. Η ανυπότακτη ιδιοσυγκρασία του σαγηνεύεται από τους θρύλους των ακριτικών περιοχών και τις ιστορίες των εξεγερμένων. Τότε θα γράψει τον «Αιχμάλωτο του Καυκάσου» και τους «Αδελφούς ληστάρχους» ενώ αργότερα, στο τέλος της σύντομης ζωής του, θα μας δώσει την «Ιστορία του Πουγκατσόφ» και το ομόθεμο μυθιστόρημα «Η κόρη του λοχαγού». Η στάση του Πούσκιν μάλιστα απέναντι στην τσαρική εξουσία παρουσιάζει αξιοσημείωτες αναλογίες με τη στάση του κεντρικού ήρωα αυτού του μυθιστορήματος, του Πιοτρ Αντρέγεβιτς. Οπως εκείνος συμπαθεί τον αντάρτη Πουγκατσόφ αλλά παραμένει αμφίβολα πιστός στην τσαρίνα Αικατερίνη, ο Πούσκιν συντάσσεται ιδεολογικά με την εξέγερση των Δεκεμβριστών το 1825 αλλά δεν θα τους ακολουθήσει στην εξορία και στον θάνατο. Ετσι θα παραμείνει ύποπτος για τα όργανα του κράτους και αποστάτης στα μάτια των συντρόφων του ως το 1837 που θα σκοτωθεί σε μονομαχία.
INFO
Σύγχρονο Θέατρο Τετάρτη – Κυριακή