Κριτική θεάτρου: Ανεβήκαμε… στην Ταράτσα του Φοίβου

Η μουσική ποιότητα, το χιούμορ και η θεατρική ελαφρότητα άγγιξαν τους θεατές, που βρήκαν ξανά τον ψυχαγωγικό τους προορισμό

Πανδαιμόνιο στην Ταράτσα του Φοίβου στο Θέατρο Αλσος, σε μια παράσταση που γεφυρώνει έξυπνα την επιθεώρηση με τη νέα εποχή.

Από την Ιερά Οδό ως το Πεδίον του Αρεως η απόσταση είναι μικρή, αλλά κάθε μετακόμιση έχει προβλήματα, λίγα σπασίματα, πολλά ταρακουνήματα και κάμποσα μπερδέματα. Συνέπειες που φαίνεται πως απέφυγε η Ταράτσα του Φοίβου όταν μεταστεγάστηκε στο Θέατρο Αλσος. Ετσι τα ευπαθή υλικά της, η μουσική ποιότητα, το χιούμορ και η παραστασιακή ελαφρότητα, έφτασαν στον προορισμό τους αλώβητα, ενώ οι θεατές δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν ξανά τη νέα της διεύθυνση. Για τους μεγαλύτερους ήταν ακόμη πιο εύκολο, καθώς έχουν παρακολουθήσει την υπαίθρια μουσική επιθεώρηση σε ολόκληρη τη μακρά διαδρομή από το παλιό συνοικιακό αναψυκτήριο ως τη σύγχρονη, αναβαθμισμένη εκδοχή της. Τότε βέβαια η χαριτωμένη αφέλεια προκαλούσε ενθουσιασμό, η σκηνή ήταν ένα πρόχειρα καρφωμένο πατάρι, ο κομπέρ ανούσια πολυλογάς, η ορχήστρα εμφανώς ασυντόνιστη, οι τραγουδιστές απροπόνητοι και οι ντιζέζ επαρχιώτικα φανταχτερές. Συστατικά του όλου θεάματος ήταν τα αυθόρμητα ξεφωνητά των δεσποινίδων και τα πιπεράτα σχόλια των νεαρών, έλειπαν τα εκλεκτά ουίσκι και τα πλατό με προσούτο αλλά προσφέρονταν σε αφθονία οι ηλιόσποροι και το μαλλί της γριάς, οι γρανίτες και οι τουλούμπες. Υστερα φύσηξε το αγέρι του εκσυγχρονισμού κι όλα αυτά τα πήρε μακριά.

Πολύτροπος θίασος

Για την ενημέρωσή τους όμως φροντίζει ο Φοίβος Δεληβοριάς, αφού η εναρκτήρια παρλάτα, με τον ειρωνικό τίτλο «Ο μπάσταρδος γιος», είναι εμποτισμένη με γλυκόπικρη νοσταλγία. Αναφέρεται στα χρόνια της αθωότητας, στην «Οδό ονείρων» του Χατζιδάκι, στο υπόγειο του Κουν και το Κύτταρο του Σαββόπουλου, συνδέοντας έτσι μια σχεδόν ανυποψίαστη μυθολογία με την υποψιασμένη της ανάκτηση από το σημερινό κοινό. Αυτό το έξυπνο πέρασμα ο Δεληβοριάς το πραγματοποιεί με όχημα ένα μεικτό μουσικό, ωδικό και επιθεωρησιακό σύνολο που ανταποκρίνεται στο μισοξεχασμένο (παρα)θεατρικό είδος που αποκαλούνταν θίασος ποικιλιών. Με τη διαφορά ότι οι παραστασιακοί όροι έχουν πλέον αλλάξει: ο θίασος είναι εφευρετικά πολύτροπος και οι ποικιλίες του γευστικές.

Την ισορροπία των υλικών τους επιμελείται εδώ ο σκηνοθέτης Αγγελος Τριανταφύλλου, που παρά τις συνεχείς φωτιστικές εναλλαγές, το χρωματικό πανδαιμόνιο και τις γιγαντοοθόνες με αποσπάσματα από παλαιές ταινίες, πετυχαίνει να μην εξαφανίσει τον θίασο και να μη συρρικνώσει το ανάστημα των πρωταγωνιστών του. Ανάλογη μέριμνα εξισορρόπησης των εντυπώσεων μεταξύ υπερθεάματος και θεατρικής ουσίας έδειξαν ο Πάρις Μέξης που επιμελήθηκε το πολυσύνθετο σκηνικό και τα ευφάνταστα κοστούμια, η Εύη Σούλη με την παιγνιώδη χορογραφία της και οι κειμενογράφοι Βύρων Θεοδωρόπουλος και Δημήτρης Χριστοφορίδης. Ο Θεοδωρόπουλος ωστόσο, ως φιλοξενούμενος standup comedian δεν έπιασε τον σφυγμό του θεάτρου και έκανε μάλλον υποτονική εμφάνιση.

Στο σχολιαστικό επίκεντρο βρέθηκαν όλα τα θέματα του συρμού, η ανάλγητη πολιτική του Μητσοτάκη και οι γυμναστικές ασκήσεις του Κασσελάκη, οι εξοργιστικές αυξήσεις των ενοικίων και η φωτιά στις τιμές των τροφίμων. Ενώ όμως σατιρίζεται το γεγονός ότι η προσοχή της κοινής γνώμης αντί να στραφεί σ’ αυτά τα φλέγοντα ζητήματα αποσπάται από το πού θα πέσει το «Ζάρι» της Μαρίνας Σάττι, οι κειμενογράφοι πέφτουν στην ίδια τους την παγίδα και αφιερώνουν μεγάλο μέρος στην παρωδιακή απομίμηση, η οποία εντούτοις είχε και μερικά εξαιρετικά κομμάτια. Από την τρέχουσα θεματολογία δεν θα μπορούσε να λείπουν ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, η πρόοδος στα ερωτικά μας ήθη και η επικυριαρχία της πολιτικής ορθότητας.

Επειδή όμως στη συμπεριληπτική λογική της παράστασης χωράνε και οι… καθυστερημένοι θεατές, δηλαδή όσοι έχασαν το τρένο της σύγχρονης ορολογίας, οι κειμενογράφοι είναι προσεκτικοί. Οι φίλες, οι φίλοι και τα φίλα της Ταράτσας του Φοίβου αποκαλούνται μεν ταρατσαίοι, ταρατσαίες και ταρατσαία, αλλά σε τόνο που δεν υποδηλώνει ούτε επιδοκιμασία ούτε αποδοκιμασία (και ορθώς). Στην ίδια ουδέτερη γραμμή κινείται και το νούμερο με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, όπου οι παραδοσιακές βωμολοχίες τού στιχουργού αντιπαρατίθενται στο αγγλοφρενικό λεξιλόγιο της νεότερης καλλιτεχνικής γενιάς. Στις πιο όμορφες στιγμές της παράστασης ανήκει και το τσουχτερό σχόλιο για την πολιτική των ποσοστώσεων μεταξύ ελληνικού και ξένου τραγουδιού που επέβαλε η κυρία Μενδώνη.

Η φιλοξενούμενη Νατάσσα Μποφίλιου σύνδεσε με τον ορμητικό της τρόπο νεότερα τραγούδια με παλιές επιτυχίες του Διονύση Σαββόπουλου και του Μάνου Χατζιδάκι

Ταλαντούχος

Ο Δεληβοριάς επιβεβαιώνει τη φήμη του ως ευγενούς οικοδεσπότη γεφυρώνοντας με τη χαρισματική του παρουσία τα διάφορα μέρη του θεάματος και παραχωρώντας γενναιόδωρα τη σκηνή στους στενούς του συνεργάτες: το πολυεργαλείο Θανάση Αλευρά, την απεριορίστως ευέλικτη Ρένα Μόρφη και τη γοητευτικώς ανέμελη Γαλήνη Χατζηπασχάλη. Τη βραδιά κλείνει, με συνοδεία την ορχήστρα του Γιάννη Δίσκου, καταχειροκροτούμενη, η φιλοξενούμενη Νατάσσα Μποφίλιου που ενώνει ορμητικά τα νεότερα τραγούδια με παλιές επιτυχίες των Σαββόπουλου και Χατζιδάκι.

INF0
Κάθε Τετάρτη, Θέατρο Αλσος, Πεδίον του Αρεως